του κ. Αθανασίου Σακαρέλλου
1. Συμπληρώθηκαν φέτος χίλια χρόνια από το 1009, που συντελέστηκε το λεγόμενο «σχίσμα των Εκκλησιών».
Οι Φράγκοι το 1009 κατάκτησαν το πρωτόθρονο Πατριαρχείο της Ρώμης. Έδιωξαν τον τελευταίο Ορθόδοξο Ρωμαίο πάπα, τον Ιωάννη 18ο, και ανέβασαν στον παπικό θρόνο τον Φραγκόφιλο Σέργιο 4ο, που δέχονταν το «Φιλιόκβε». Οι Φράγκοι είχαν ήδη καταδικασθή ως αιρετικοί από την Όγδοη Οικουμενική Σύνοδο του 879, επί Μεγάλου Φωτίου. Αιτία ήταν η αίρεση του «Φιλιόκβε», που άρχισαν οι Φράγκοι να κηρύττουν από τον 7ο αιώνα. Ο πάπας Παύλος 6ος και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας συμφώνησαν και υπόγραψαν το 1965 την «Ένωση των Εκκλησιών», την οποία απέκρυψαν από τους Ορθοδόξους. Έκτοτε η ένωση αυτή υλοποιείται με αργούς ρυθμούς, για να μην υπάρξουν ανεπιθύμητες αντιδράσεις.
Εύλογα, λοιπόν, μπορεί να τεθεί το ερώτημα. Γεφυρώθηκαν οι διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού; Και ποιες είναι οι διαφορές αυτές;
Η κατεστημένη άποψη είναι, ότι οι διαφορές είναι το «Φιλιόκβε», το «Πρωτείο», το «αλάθητο» του Πάπα και μερικές άλλες.
Βεβαίως, οι πιο πάνω διαφορές είναι σημαντικές. Όμως, υπάρχει κάποια άλλη ουσιαστικώτερη διαφορά, από την οποία πηγάζουν οι περισσότερες, αν όχι όλες οι άλλες διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Αυτή η σημαντικώτατη διαφορά επισημαίνεται στο άρθρο αυτό.
1. Συμπληρώθηκαν φέτος χίλια χρόνια από το 1009, που συντελέστηκε το λεγόμενο «σχίσμα των Εκκλησιών».
Οι Φράγκοι το 1009 κατάκτησαν το πρωτόθρονο Πατριαρχείο της Ρώμης. Έδιωξαν τον τελευταίο Ορθόδοξο Ρωμαίο πάπα, τον Ιωάννη 18ο, και ανέβασαν στον παπικό θρόνο τον Φραγκόφιλο Σέργιο 4ο, που δέχονταν το «Φιλιόκβε». Οι Φράγκοι είχαν ήδη καταδικασθή ως αιρετικοί από την Όγδοη Οικουμενική Σύνοδο του 879, επί Μεγάλου Φωτίου. Αιτία ήταν η αίρεση του «Φιλιόκβε», που άρχισαν οι Φράγκοι να κηρύττουν από τον 7ο αιώνα. Ο πάπας Παύλος 6ος και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας συμφώνησαν και υπόγραψαν το 1965 την «Ένωση των Εκκλησιών», την οποία απέκρυψαν από τους Ορθοδόξους. Έκτοτε η ένωση αυτή υλοποιείται με αργούς ρυθμούς, για να μην υπάρξουν ανεπιθύμητες αντιδράσεις.
Εύλογα, λοιπόν, μπορεί να τεθεί το ερώτημα. Γεφυρώθηκαν οι διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού; Και ποιες είναι οι διαφορές αυτές;
Η κατεστημένη άποψη είναι, ότι οι διαφορές είναι το «Φιλιόκβε», το «Πρωτείο», το «αλάθητο» του Πάπα και μερικές άλλες.
Βεβαίως, οι πιο πάνω διαφορές είναι σημαντικές. Όμως, υπάρχει κάποια άλλη ουσιαστικώτερη διαφορά, από την οποία πηγάζουν οι περισσότερες, αν όχι όλες οι άλλες διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Αυτή η σημαντικώτατη διαφορά επισημαίνεται στο άρθρο αυτό.
2. Μ’ εμάς τους Ορθοδόξους υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Δεν γνωρίζουμε τί είναι ο Παπισμός! Και το χειρότερο, συνήθως δεν γνωρίζουμε τί είμαστε εμείς οι Ορθόδοξοι. Δεν γνωρίζουμε τί είναι η Ορθοδοξία! Έχουμε αρκετά στρεβλή γνώμη. Είναι αυτή, όπως την διαμορφώνουν οι παπόδουλοι διακινητές της παπικής προπαγάνδας στο χώρο μας. Γι’ αυτό κυριαρχεί σε πολλούς από μας η άποψη ότι ο Παπισμός είναι μιά άλλη όψη της Ορθοδοξίας, από την οποία τον χωρίζουν ελάχιστα, ξεπερασμένα ζητήματα, που καθόλου δεν ενδιαφέρουν πια τον σύγχρονο άνθρωπο και δεν τα καταλαβαίνει πια.
3. Ορθοδοξία σημαίνει ορθή πίστη, που παραδόθηκε απ’ το Θεό στους ανθρώπους.
Ποιό Θεό όμως, θα ρωτήσει ο σύγχρονος άνθρωπος. Υπάρχει Θεός;
Όλες οι θρησκείες παραδέχονται την ύπαρξη κάποιας ανώτερης δύναμης, που ονομάζουν θεό. Στα «ιερά» βιβλία τους θεωρούν δεδομένη την ύπαρξή του κι’ απαιτούν εκ των προτέρων την πίστη των ανθρώπων σ’ αυτόν. Έτσι, κάθε άνθρωπος, ανάλογα με τη θρησκεία που επικρατεί στη χώρα που γεννιέται, γίνεται ειδωλολάτρης, βουδιστής, μωαμεθανός, χριστιανός Ορθόδοξος, παπικός, προτεστάντης, κτλ.
Ο σύγχρονος όμως άνθρωπος δεν θέλει να πιστεύει κατά τον πιο πάνω τρόπο. Θέλει, να μπορεί ο ίδιος να επιλέγει τη θρησκεία του.
Η εποχή μας είναι εποχή των θετικών επιστημών, οι οποίες δέχονται ως αληθινό ό,τι αποδεικνύεται πειραματικά. Ό,τι αποδεικνύεται με πείραμα αποτελεί «αξίωμα» της επιστήμης, και έχει αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Αντίθετα, ό,τι δεν αποδεικνύεται με πείραμα, αλλά στηρίζεται σε «υποθέσεις», ανάγεται στην περιοχή των «θεωρητικών» επιστημών, γιατί αποτελούν απλές «θεωρίες», οι οποίες μπορεί να είναι ορθές, μπορεί όμως και να μην είναι.
Η ύπαρξη του Θεού μπορεί να είναι αποτέλεσμα έρευνας των θετικών ή των θεωρητικών επιστημών; Με άλλα λόγια, η ύπαρξη του Θεού αποδεικνύεται πειραματικά, ή είναι «θεωρίες» ορισμένων ευφάνταστων προσώπων; Στη τελευταία αυτή περίπτωση θα μπορούσε κάποιος να ισχυρισθεί ότι ο άνθρωπος δημιούργησε το Θεό και όχι ο Θεός τον άνθρωπο!
Η αδυναμία να αποδειχθεί με πειράματα η ύπαρξη του Θεού, πείθει ότι η υπόθεση του Θεού ανάγεται στη σφαίρα της «θεωρίας». Αυτό σημαίνει ότι σε μιά τέτοια περίπτωση δεν είναι κάποιος υποχρεωμένος να δεχθεί κάποια «θεωρία» ότι υπάρχει οπωσδήποτε ο Θεός. Σημαίνει, ότι μπορεί να υπάρχει, μπορεί και να μη υπάρχει ίσως κατά κάποια άλλη «θεωρία». Έτσι, καταλήγουν ορισμένοι άνθρωποι ή στην αδιαφορία σε θέματα πίστεως, ή στον αγνωστικισμό, ή και στην αθεΐα ακόμα.
Όλες οι θρησκείες, ως προς το θέμα του θεού, πλην της Ορθοδοξίας, ανάγονται στη σφαίρα της «θεωρίας», όπως είπαμε πιο πάνω. Καμιά τους δεν διεκδικεί με πείραμα την απόδειξη του θεού, που κηρύττει. Μόνο στην Ορθοδοξία ο Θεός μπορεί να αποδειχθεί με πείραμα. Από την άποψη αυτή ο Μαρξ θα είχε κάποιο δίκηο, αν εξαιρούσε την Ορθοδοξία, όταν έγραφε ότι «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών»!
4. Στην Ορθοδοξία το πείραμα είναι το ότι ένας άνθρωπος μπορεί να ιδεί το Θεό.
Η Αγία Γραφή σε πολλά σημεία αναφέρει ότι ο Θεός «ώφθη», δηλ. φανερώθηκε, στον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ και άλλα πρόσωπα. Ένας άνθρωπος που ερευνά την αλήθεια για το Θεό, όταν διαβάσει αυτά στην Αγία Γραφή, δεν είναι υποχρεωμένος να τα δεχθεί ως αληθινά εκ των προτέρων. Δεν μπορεί όμως και να τα απορρίψει, χωρίς να τα εξετάσει. Πρέπει να τα διερευνήσει.
Η διερεύνηση αυτή θα ξεκινήσει από τη σκέψη, ότι αν είναι αλήθεια αυτά που λέει η Αγία Γραφή, αν δηλ. πράγματι φανερώθηκε κάποτε ο Θεός στον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ και άλλα πρόσωπα, τότε θα πρέπει να εμφανίζεται και σ’ όλους τους άλλους ανθρώπους, υπό ορισμένες βέβαια προϋποθέσεις. Ακόμα, και στον ίδιο, που θέλει να κάνει την έρευνα αυτή.
Στη συνέχεια, θα πρέπει να εξετάσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις, υπό τις οποίες μπορεί να εμφανισθή ο Θεός στους ανθρώπους. Τις προϋποθέσεις αυτές τις μαθαίνει κάποιος είτε από την Αγία Γραφή, είτε από εκείνους στους οποίους ήδη φανερώθηκε ο Θεός.
Μιά τέτοια έρευνα δείχνει, ότι ο Θεός εμφανίζεται μόνο σε όσους με την άσκησή τους στην αρετή αξιώνονται να φτάσουν στην τέλεια πνευματική κατάσταση, που λέγεται «θέωση», ή «δοξασμός». Όταν δηλ. ο άνθρωπος γίνεται κατά χάρη «θεός»! Τότε, στην κατάσταση αυτή ο άνθρωπος μπορεί να βλέπει το Θεό, που είναι ο προορισμός του καθένα μας εδώ στη γη. Τότε βλέπει και γνωρίζει ο άνθρωπος τα «μυστήρια της βασιλείας των ουρανών»! Τότε γίνεται απλανής θεολόγος! Όσοι δηλ. αξιώνονται να φτάσουν σε κατάσταση «θεωρίας του Θεού» κι’ αποκτούν την «εμπειρία του Θεού», δεν πλανώνται στα θέματα της θείας εμπειρίας τους, δηλ. τα «μυστήρια της βασιλείας των ουρανών»! Γι’ αυτό, όλοι όσοι αξιώθηκαν ν’ αποκτήσουν την «εμπειρία του Θεού», όλοι, σ’ όλες τις εποχές που έζησαν, λένε τα ίδια πράγματα. Είναι όλοι τους απλανείς! ΄Αν κάποιος, ειπεί κάτι άλλο, διαφορετικό ή αντίθετο, αυτό σημαίνει, ότι αυτός, δεν απέκτησε ποτέ την «εμπειρία του Θεού». Σημαίνει, ότι δεν είναι απλανής Πατέρας της Εκκλησίας.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του πρωτομάρτυρα διακόνου Στεφάνου, που είδε τον Χριστό κατά την ώρα της απολογίας του μπροστά στον Ιουδαίο αρχιερέα. Είπε: «ιδού θεωρώ τους ουρανούς ανεωγμένους κα τον υιόν του ανθρώπου εκ δεξιών του Θεού εστώτα» ( Πράξ.7, 56)!
Ο Απόστολος Παύλος, όχι μόνο είδε το Θεό, προ των πυλών της Δαμασκού, αλλά και έμαθε όλα τα «μυστήρια της βασιλείας των ουρανών», όταν «ανέβηκε» «έως τρίτου ουρανού»! Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίστηκε «στόμα Χριστού», γιατί θεολόγησε όσο κανένας άλλος. Στον Κανόνα της Αγίας Γραφής, συγκαταριθμούνται δεκατέσσερες θεόπνευστες επιστολές του! Πού διδάχθηκε τη απλανή αυτή θεολογία ο Απόστολος Παύλος; Την διδάχθηκε, όταν «ηρπάγη έως τρίτου ουρανού ...και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α, ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι» (Β΄ Κορ. 12, 2,4). Γι’ αυτό είναι θεόπνευστα τα λόγια του Απ. Παύλου.
5. Αυτό είναι το πείραμα, που αποδεικνύει την ύπαρξη του Θεού.
Πώς γίνεται αυτό το πείραμα και βλέπει ο άνθρωπος το Θεό; Τον βλέπει, όπως τον έβλεπαν οι Πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο και μιλούσαν μαζί Του, ως φίλοι προς φίλο!
Οι Πρωτόπλαστοι όταν πλάστηκαν από το Θεό, σύμφωνα με τα όσα λένε οι Πατέρες, βρίσκονταν σε κατάσταση «θεώσεως», ή τουλάχιστον «φωτισμού»! Δηλαδή, ο «νους» τους ήταν σε κατάσταση «θεωρίας του Θεού»! Ο «νους» είναι μια από τις πέντε λειτουργίες της ψυχής του ανθρώπου, η σπουδαιότερη, γιατί κανένα άλλο δημιούργημα δεν έχει αυτή τη λειτουργία. Άλλη λειτουργία της είναι η «λογική». Γι’ αυτό η ψυχή λέγεται «νοερά και λογική». Σκοπός του «νου», που φυσιολογική της έδρα είναι η καρδιά, είναι να επικοινωνεί ο άνθρωπος με το Θεό, το να βλέπει δηλ. το Θεό. Η «λογική» με έδρα τον εγκέφαλο έχει σκοπό να σκέφτεται ο άνθρωπος και να επικοινωνεί με το περιβάλλον του. Τότε οι Πρωτόπλαστοι βρίσκονταν σε υγιή κατάσταση.
Μετά την πτώση τους όμως ο «νους» τους «σκοτίστηκε», «νεκρώθηκε». Έφυγε από την έδρα του, την καρδιά, κι’ ενώθηκε με τη «λογική», που είναι στον εγκέφαλο. Έτσι, όλοι οι άνθρωποι σήμερα, είμαστε όχι στην φυσιολογική κατάσταση, που είμασταν όταν μας έπλασε ο Θεός. Γι’ αυτό δεν βλέπουμε το Θεό στην αρρωστημένη αυτή κατάσταση, που τώρα βρισκόμαστε!
Για να μπορέσουμε να δούμε και εμείς το Θεό, πρέπει να θεραπεύσουμε «το πεπτωκός μέρος της ψυχής» μας, δηλ. το «νου» μας, λένε οι Πατέρες. Γι’ αυτό άλλωστε ήρθε στον κόσμο ο Χριστός, ο οποίος είναι ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών».Ήλθε να μας διδάξει πώς πρέπει να θεραπεύσουμε το «νου» μας. Μόνο, όταν επανέλθουμε στην «προπτωτική» κατάσταση, που βρίσκονταν οι Πρωτόπλαστοι, τότε θα μπορούμε κι’ εμείς να βλέπουμε το Θεό. Η επάνοδός μας στην προπτωτική κατάσταση, στη γλώσσα της θεολογίας, λέγεται «σωτηρία».
Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται ολόκληρη διαδικασία, για την κάθαρση της καρδιάς μας από όλα τα πάθη και τις αμαρτίες, αλλά και του «νου» μας από όλους τους λογισμούς, καλούς και κακούς! Το είπε ξεκάθαρα ο Χριστός «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»! Θα τον δουν από την παρούσα ζωή.
Ο καθένας, λοιπόν, που θέλει να ιδεί το Θεό, πρέπει να σπουδάσει κοντά στους αγίους Πατέρες, που ήταν όλοι τους θεούμενοι. Αυτοί είναι οι διδάσκαλοί μας. Αυτοί μπορούν να μας αναγεννήσουν εν Χριστώ. Γι’ αυτό τους θεωρούμε «Πατέρες». Από αυτούς θα διδαχθούμε, πώς ο άνθρωπος διαβαίνει τα στάδια της «κάθαρσης», του «φωτισμού» και φτάνει στο «δοξασμό» ή τη «θέωση». Σ’ αυτή την κατάσταση αποκτάμε την «εμπειρία» του Θεού. Αυτό είναι το πείραμα, χάρη στο οποίο μπορεί να αξιωθεί ο καθένας μας ν’ ατενίσει το Θεό!
Αυτή είναι η «εμπειρία της θεώσεως» των αγίων. Είναι το μοναδικό και αναντικατάστατο θεμέλιο της Ορθοδοξίας! Χωρίς αυτό, δεν υπάρχει Ορθοδοξία. Αυτό το θεμέλιο δεν το έχει καμιά άλλη θρησκεία και καμιά «ομολογία», όπως είναι σήμερα ο Παπισμός.
6. Ο Παπισμός ποιό θεμέλιο έχει;
Όταν λέμε «Παπισμός» εννοούμε τους Φράγκους, απ’ τη στιγμή που δέχτηκαν κακοδοξίες στην πίστη τους. Εδώ, πρέπει να κάνουμε μιά μικρή αναφορά στην κακώς λεγόμενη «Βυζαντινή αυτοκρατορία», η οποία ιστορικά δεν υπήρξε ποτέ. Υπήρξε μόνο η «Ρωμανία», δηλ. η χώρα των Ρωμαίων, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, η οποία μόλις τον 16ο αιώνα, από τους Φράγκους ονομάσθηκε «Βυζάντιο»!
Τον 5ο αιώνα εμφανίζονται στο προσκήνιο της ιστορίας διάφοροι λαοί, όπως Φράγκοι, Βησιγότθοι, Βουργουνδοί, Τεύτονες, Οστρογότθοι, Σάξωνες, Νορμανδοί κλπ. Όλους αυτούς συνήθως τους ονομάζουμε Φράγκους. Εμφανίστηκαν στις δυτικές επαρχίες της αυτοκρατορίας, την Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, κλπ. Οι περισσότεροι από αυτούς βαπτίστηκαν Ορθόδοξοι και σκλάβωσαν τους Ρωμηούς των πιο πάνω περιοχών. Οι Ρωμαίοι των επαρχιών αυτών είχαν τη εθνική συνείδηση ότι ήταν υπήκοοι του αυτοκράτορα των Ρωμαίων της Κωνσταντινουπόλεως, το όνομα του οποίου, ως Ορθόδοξου, μνημόνευαν στους ναούς τους. Όταν ο αυτοκράτορας ήταν αιρετικός, οι Ορθόδοξοι έπαυαν το μνημόσυνό του. Τους σκλαβωμένους Ρωμαίους διοικούσαν οι Ορθόδοξοι επίσκοποί τους, ως «εθνάρχες» για λογαριασμό του αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως.
Οι Φράγκοι, όταν λίγους αιώνες μετά, συνέλαβαν το καταστροφικό τους σχέδιο για τη Ρωμανία να φτιάξουν τη δική τους αυτοκρατορία, εγκολπώθηκαν τη θεολογία του επισκόπου Ιππώνος της Αφρικής Αυγουστίνου, που ήταν κακόδοξη.
7. Το πρόβλημα με τον Αυγουστίνο είναι, ότι ποτέ δεν γνώρισε την Πατερική Παράδοση για την εμπειρία της «θέωσης», ή «δοξασμού», ή «ένωσης» με το Θεό, που αποτελεί το θεμέλιο της Ορθοδοξίας. Θα επιμείνουμε λίγο στην περίπτωση αυτή του Αυγουστίνου, γιατί σ’ αυτόν στηρίζεται όλο το σαθρό οικοδόμημα του Παπισμού.
α. Ο Αυγουστίνος αγνοούσε γενικά τη διδασκαλία των αγίων Πατέρων, ίσως γιατί δεν γνώριζε ελληνικά, ώστε να διαβάζει τους ελληνόφωνους Πατέρες, που έζησαν στην Ανατολή. Το θέμα είναι ότι δεν ήξερε καλά ούτε τους Λατινόφωνους Ρωμαίους Πατέρες. Στη Δύση ο Μέγας Αθανάσιος διέδωσε τον ανατολικό μοναχισμό, όταν εξορίστηκε από τους Αρειανούς το 340 έως το 346 στη Ρώμη. Τον μοναχισμό αυτόν, με την Παράδοση της νοεράς προσευχής, εδραίωσε περισσότερο ο άγιος Ιωάννης Κασσιανός (365-435), που ήταν διάκονος του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Σύμφωνα με την Παράδοση αυτή της Ορθοδοξίας, ο πιστός μπορεί με άσκηση να αξιωθεί να φτάσει στη κατάσταση να βλέπει το Θεό. Σ’ αυτήν όμως την κατάσταση ο άνθρωπος ποτέ δεν βλέπει και δεν γνωρίζει την ουσία του Θεού. Βλέπει και γνωρίζει ορισμένες ενέργειές Του, από τις οποίες αποκτά τη γνώση της ύπαρξής Του και των περί Αυτόν. Κατά την Ορθόδοξη Πίστη για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην γνώση αυτή του Θεού πρέπει να αποκτήσει την εμπειρία της θέωσης και τη μέθεξή του σ’ ορισμένες από τις θείες ενέργειες Του, σύμφωνα με τον τρόπο που περιγράφουν οι Πατέρες. Τη βασική αυτή διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας ανατρέπει ο Αυγουστίνος όπως θα δούμε στη συνέχεια.
β. Ο Αυγουστίνος ευρισκόμενος μακριά από αυτή την Παράδοση της Ορθοδοξίας, είχε την ατυχία, αρχικά μεν να μπλέξει με το Μανιχαϊσμό, ύστερα δε με τον Πλατωνισμό και τον Νεοπλατωνισμό.
Με τα δεδομένα αυτά, κάποια στιγμή, παρακολουθώντας στο Μιλάνο τα κηρύγματα του αγίου Αμβροσίου, ελκύστηκε στο χριστιανισμό και ζήτησε να βαπτιστεί. Θα νόμιζε κάποιος ότι μετά τη μεταστροφή του αυτή θα είχε εγκαταλείψει οριστικά τον Πλατωνισμό και τον Νεοπλατωνισμό, και γενικά ολόκληρη την ελληνική φιλοσοφία, και ειδικά τη «μεταφυσική», που καταδικάζουν απερίφραστα οι Πατέρες. Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας ήξεραν πολύ καλά την φιλοσοφία, δεν ήταν όμως οι ίδιοι φιλόσοφοι. Θεωρούσαν την φιλοσοφία αντίθετη με την Ορθοδοξία. Ο Αυγουστίνος όμως πίστευε τ’ αντίθετα. Φιλοσοφούσε, όπως οι αρχαίοι φιλόσοφοι.
Όταν επρόκειτο να βαπτιστεί, ο άγιος Αμβρόσιος του είχε αναθέσει για προετοιμασία του, να μελετήσει τον προφήτη Ησαΐα. Εκείνος, όπως ομολογεί στις «Εξομολογήσεις του», επειδή δεν τον καταλάβαινε, σταμάτησε την ανάγνωσή του. Αποσύρθηκε με τον γιο του Αδεοδάτο και μερικούς φίλους του σε ένα κτήμα, και επιδόθηκε σε φιλοσοφικές συζητήσεις. Καρπός των συζητήσεων του αυτών ήταν η διαπίστωσή του ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των Πλατωνικών και της Αγίας Γραφής! Με τον τρόπο αυτό ο Αυγουστίνος προετοίμασε το βάπτισμά του!
γ. Ο Αυγουστίνος επηρεάστηκε τόσο πολύ από τον Νεοπλατωνισμό, ώστε θεολογούσε με τις φιλοσοφικές παραδοχές του Πλάτωνα! Πίστευε ότι η Εκκλησία και οι Πλατωνικοί συμφωνούν στις περί αγίας Τριάδος και προορισμού του ανθρώπου διδασκαλίες τους!
Είναι γνωστό, ότι ο Πλάτωνας πίστευε στο γνωστό «κόσμο των Ιδεών». Οι «Ιδέες» του Πλάτωνα είναι τα αιώνια και αμετάβλητα αρχέτυπα των όντων. Ο αισθητός δηλαδή κόσμος του σύμπαντος είναι αντίγραφα των αρχετύπων αυτών!
δ. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η Εκκλησία στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας αναθεματίζει όσους δέχονται τις «Ιδέες» του Πλάτωνα. Τόση σημασία αποδίδει η Εκκλησία στο ζήτημα αυτό, που δέχονταν ο Αυγουστίνος.
Ο Αυγουστίνος, παρασυρμένος από τον Νεοπλατωνισμό, διδάσκει ότι ο σκοπός της θεολογίας είναι η μελέτη και η έρευνα της ουσίας του Θεού! Αν είναι δυνατόν! Ο ίδιος μάλιστα υποσχέθηκε ότι δεν θα βραδύνει να ερευνήσει «την ουσίαν του Θεού, είτε δια της Γραφής Αυτού, είτε δια του κτίσματος»! Όμως, αυτό είναι αίρεση!
Κατά τους Πατέρες, η ουσία του Θεού είναι εντελώς άγνωστη. Είναι ακατάληπτη, ανώνυμη, αμέτοχη, απρόσιτη, άκτιστη. Για αυτό το λόγο, όχι μόνο δεν μπορούμε να εκφράσουμε το Θεό, αλλά ούτε καν να τον νοήσουμε. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει: «Θεόν φράσαι αδύνατον, νοήσαι σε αδυνατώτερον»!
ε. Ο Αυγουστίνος πάνω στο σαθρό αυτό θεμέλιο του στοχασμού και της φιλοσοφίας θεμελίωσε το οικοδόμημα της θεολογίας του, της «αυγουστίνειας θεολογίας», η οποία έγινε δεκτή από τον Παπισμό, ο ίδιος δε ο Αυγουστίνος ανακηρύχτηκε ο μεγαλύτερος Πατέρας της Παπικής Εκκλησίας. Η θεολογία αυτή αποτελεί την πρώτη περίοδο της λεγόμενης «Σχολαστικής θεολογίας», που είναι πηγή των αιρέσεων του παπισμού !
Η θεολογία του Αυγουστίνου, την οποία ακολούθησαν οι Φράγκοι, και ακολουθούν μέχρι σήμερα οι Δυτικοί, στηρίζεται, όπως είδαμε, στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τη μεταφυσική, και ιδιαίτερα στον Πλάτωνα, ο οποίος δίδασκε ότι ο αισθητός κόσμος, δεν είναι πραγματικός. Όλα τα πράγματα, έλεγε ο Πλάτωνας, είναι αντίγραφα του κόσμου των «Ιδεών», που βρίσκονται στον ουρανό. Αυτό οδήγησε τον Αυγουστίνο να πιστέψει ότι υπάρχει ο «θεός» στον ουρανό, στην ουσία του οποίου υπάρχουν εικόνες των θείων αρχετύπων, των όσων βρίσκονται στον αισθητό κόσμο. Όλα όμως αυτά, είναι για τον Αυγουστίνο η απόδειξη ότι υπάρχει «θεός»! Αυτά όμως είναι προϊόντα ανθρώπινης φαντασίας και στοχασμού. Ο θεός όμως αυτός δεν είναι ο αληθινός θεός, γιατί δεν υπάρχει ένας τέτοιος θεός. Είναι «φιλοσοφικός θεός», δηλ. είναι «θεός φανταστικός»!
8. Από τον 7ο αιώνα, που οι Φράγκοι δέχτηκαν την αίρεση του «Φιλιόκβε», οι Ρωμαίοι, οι οποίοι ήταν Ορθόδοξοι έπαυσαν την «κοινωνία» με τους Φράγκους. Εξάλλου, όλα τα Πατριαρχεία των Ρωμαίων ( Ρώμης, Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων) το 879 μ.Χ. καταδίκασαν τους Φράγκους στην 8η Οικουμενική Σύνοδο ως αιρετικούς! Τους απέκοψαν δηλ. και επίσημα απ’ την Ορθόδοξη Εκκλησία. Δηλαδή έχουμε σχίσμα μεταξύ Ρωμαίων και Φράγκων.
Στη συνέχεια οι Φράγκοι έβαλαν στο στόχαστρό τους την κατάκτηση του Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Ρώμης, το οποίο, πλην λίγων περιπτώσεων, βρίσκονταν στα χέρια Ρωμαίων ( δηλ. Ορθοδόξων) Παπών, μέχρι το 1009. Το έτος αυτό οι Φράγκοι έδιωξαν τον τελευταίο Ρωμαίο (Ορθόδοξο) Πάπα, τον Ιωάννη 18ο και διόρισαν δικό τους Πάπα, τον Φραγκόφιλο Σέργιο 4ο, που δέχονταν το «Φιλιόκβε». Από το έτος αυτό, το υπάρχον σχίσμα από τον 7ο αιώνα μεταξύ Φράγκων και Ρωμαίων επεκτάθηκε και στο Πατριαρχείο της Ρώμης, το οποίο έτσι «φράγκεψε», δηλ. κατέστη κακόδοξο. Με τον τρόπο αυτό το Πατριαρχείο της Ρώμης, με τη βία αποσχίσθηκε από τα άλλα τέσσερα Ορθόδοξα Πατριαρχεία των Ρωμαίων. Το 1009 δηλ. έχουμε σχίσμα Ρωμαίων της Ρώμης και Ρωμαίων της Ανατολής. Έχουμε σχίσμα μεταξύ των Εκκλησιών.
Επομένως, το θεμέλιο του Παπισμού είναι η φαντασία, ο στοχασμός, η λογική, η φιλοσοφία.
9. Με τα όσα είπαμε πιο πάνω είναι φανερό, πως η σημαντικώτερη διαφορά μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού αναφέρεται στα διαφορετικά θεμέλια, πάνω στα οποία έχει ανεγερθεί ξεχωριστά τόσο το οικοδόμημα της Ορθοδοξίας, όσο και το οικοδόμημα του Παπισμού. Θεμέλιο του πρώτου οικοδομήματος, δηλ. της Ορθοδοξίας, είναι η «εμπειρία των αγίων», ενώ θεμέλιο στο οποίο έχει οικοδομηθεί ο Παπισμός είναι η φαντασία, ο στοχασμός, η μεταφυσική, η φιλοσοφία. Από εδώ απορρέουν όλες οι πλάνες, οι κακοδοξίες, οι αιρέσεις και οι δεισιδαιμονίες των Παπικών!
Η «εμπειρία των αγίων» σημαίνει συνεχή άσκηση του ανθρώπου να διαβεί τα στάδια της πνευματικής τελειότητας, μέχρι να φτάσει στη «θέωση», ή τουλάχιστο στο «φωτισμό». Τα στάδια αυτά είναι η «κάθαρση», ο «φωτισμός του νου» και η «θέωση» του ανθρώπου. Τα δύο τελευταία στάδια λέγονται και «θεωρία του Θεού», γιατί ο άνθρωπος βλέπει και γνωρίζει τα «μυστήρια της βασιλείας του Θεού», που είναι οι άκτιστες και προαιώνιες ενέργειές Του. Δεν βλέπει όμως, ούτε γνωρίζει ποτέ, την ουσία Του, η οποία είναι εντελώς άγνωστη στον άνθρωπο, όπως μας πληροφορούν οι θεούμενοι.
Αντίθετα, οι Παπικοί έχουν οικοδομήσει τη θεολογία τους σε θεμέλιο, που είναι ο στοχασμός, η φαντασία, η φιλοσοφία. Η διαφοροποίηση αυτή δεν έχει μόνο θεωρητική σημασία. Έχει και πρακτική. Όπως;
α. Ως προς την ύπαρξη του Θεού: Ο Θεός, στην Ορθοδοξία, είναι ο αληθινός Θεός, ο οποίος μπορεί να αποδειχθή πειραματικά. Αντίθετα, ο θεός στον Παπισμό, είναι φανταστικός! Είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, πλασμένος με τη φαντασία των ανθρώπων. Και ένας τέτοιος θεός δεν υπάρχει!
Αυτό σημαίνει ότι ο θεός, που πιστεύουν οι Λατίνοι, δεν έχει καμιά σχέση με το Θεό της Ορθοδοξίας. Ορθόδοξοι και Παπικοί πιστεύουμε σε διαφορετικό θεό. Για το λόγο αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι οι αιρετικοί όπως είναι οι Παπικοί, είναι άθεοι, όχι γιατί δεν πιστεύουν σε θεό, αλλά πιστεύουν σε θεό, που δεν υπάρχει!
Δεν θάπρεπε ίσως να εξετάσουμε περαιτέρω τις διαφορές μας με τους Παπικούς, εφόσον πιστεύουμε σε διαφορετικούς Θεούς. Όμως, θα συνεχίσουμε την εξέταση για να φανεί το μέγεθος των διαφορών μας.
β. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι, για τους οποίους ο θεός των Λατίνων δεν υπάρχει.
Οι Παπικοί, ακολουθώντας τον Αυγουστίνο, διδάσκουν ότι στο Θεό «ουσία και ενέργεια ταυτίζονται» («actus purus»). Οι Πατέρες από τη θεία εμπειρία τους γνωρίζουν, ότι ο Θεός είναι ουσία και ενέργεια. Αλλά, άλλο πράγμα είναι η ουσία του Θεού και άλλο οι ενέργειές Του. Μόνο οι αιρετικοί Ευνομιανοί ταύτιζαν στο Θεό την ουσία με τις ενέργειές Του. Οι Πατέρες καταδίκασαν τη διδασκαλία αυτή ως αίρεση. Και όμως, ο Αυγουστίνος την δίδασκε.
Θεός όμως στον οποίο η ουσία του ταυτίζεται με την ενέργειά του δεν υπάρχει! Την κακόδοξη αυτή άποψη βλέπουμε μερικές φορές να υποστηρίζουν, ατυχώς, και ωρισμένοι δικοί μας Ορθόδοξοι θεολόγοι!
γ. Λένε ακόμα οι Παπικοί ότι μπορεί ο άνθρωπος να ερευνήσει ακόμα και την ουσία του Θεού, εντός της οποίας υπάρχουν τα αρχέτυπα των κτισμάτων, δηλ. οι «Ιδέες» του Πλάτωνα! Ο Αυγουστίνος δίδαξε ότι ο σκοπός της θεολογίας είναι η έρευνα και η κατανόηση της ουσίας του Θεού. Ο σκοπός αυτός κατά την Πατερική Παράδοση είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί ποτέ. Είναι αίρεση, το να προσπαθεί κάποιος να ερευνήσει την ουσία του Θεού! Ο Αυγουστίνος στο έργον του «Περί Αγίας Τριάδος» γράφει: «Δεν θα βραδύνω να ερευνήσω την ουσία του Θεού, είτε δια της Γραφής Αυτού, είτε δια του κτίσματος. Διότι αμφότερα ταύτα τίθενται προς θεωρία ημών δι’ αυτόν τον σκοπόν, ίνα αναζητηθή ο Ίδιος, όστις ενέπνευσε το έν, και έκτισε το έτερον».
δ. Διδάσκουν ακόμα οι Παπικοί, ότι ο θεός, που πιστεύουν, εκτός από άκτιστες ενέργειες, έχει και «κτιστές» και «κτιστή χάρη»!
Κτιστές ενέργειες όμως έχουν μόνο τα κτιστά πράγματα. Το άκτιστο έχει μόνο άκτιστη ενέργεια. Εάν, όπως λένε οι Λατίνοι, ο θεός τους έχει «κτιστές ενέργειες», αυτό σημαίνει ότι είναι ο ίδιος κτίσμα, κάτι που δίδασκε ο Άρειος για το Χριστό! Το ότι ο Χριστός δεν είναι κτίσμα το ήξεραν οι Πατέρες από τη θεία εμπειρία τους, γιατί όταν έβλεπαν τον Χριστό στη δόξα Του, κατά τη θέωσή τους, τον έβλεπαν άκτιστον, δηλ. αδημιούργητον, και όχι κτιστό! Και αυτή τη διαπίστωσή τους διακήρυτταν οι άγιοι, όπως ο Μέγας Αντώνιος, ή ο άγιος Σπυρίδων στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Η πεποίθησή τους αυτή, ότι ο Χριστός είναι άκτιστος, δεν ήταν αποτέλεσμα φιλοσοφικών στοχασμών και διερευνήσεων.
Ένας κτιστός θεός, με «κτιστή χάρη, δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο». Το μόνο που μπορεί να κάνει ίσως είναι να τον βελτιώσει ηθικά. Γι’ αυτό οι Δυτικοί δεν μιλάνε ποτέ για «θέωση»ή «δοξασμό» του ανθρώπου, αλλά για ηθική του βελτίωση. Για το θέμα αυτό έγινε μεγάλη συζήτηση τον 14ο αιώνα, όταν ο δυτικός μοναχός Βαρλαάμ κήρυττε ότι η θεία Χάρη είναι κτιστή. Σ’ αυτό αντέδρασε ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Τότε, η συγκληθείσα 9η Οικουμενική Σύνοδος το 1341 εξέφρασε την απλανή εμπειρία των αγίων της Εκκλησίας, ότι η θεία Χάρη είναι άκτιστη ενέργεια του Θεού, η οποία οράται μυστικά και απόρρητα από τους θεούμενους.
ε. Επίσης, οι Πατέρες από τη θεία εμπειρία τους γνωρίζουν ότι στο Θεό υπάρχουν τα λεγόμενα «ακοινώνητα ιδιώματα», τα οποία αναφέρονται στον τρόπο υπάρξεως του καθένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος ξεχωριστά, γι’ αυτό λέγοντα και υποστατικά ιδιώματα. Αυτό σημαίνει ότι και τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, οι τρεις υποστάσεις, έχουν «κοινά» τα πάντα, εκτός από τα «ακοινώνητα» ιδιώματα. Τα «κοινά ιδιώματα» είναι η ουσία, η πρόγνωση, η θεότητα, ενέργεια, η βασιλεία, η δόξα, η γνώση, θέληση, η αγάπη, η πρόνοια, η αγαθότητα, το δημιουργείν κτλ. Τα λεγόμενα «ακοινώνητα ιδιώματα», είναι: Το «αγέννητο» στον Πατέρα, που σημαίνει ότι ο Πατέρας έχει την ύπαρξή του «εξ ουδενός», το «γεννητόν» στον Υιό, το οποίο σημαίνει, ότι ο Υιός έχει την ύπαρξή Του από τον Πατέρα «γεννητώς», δηλ. δια της «γεννήσεως, και το «εκπορευτόν» στο Άγιο Πνεύμα, το οποίο σημαίνει ότι το Άγιο Πνεύμα έχει την ύπαρξή Του από τον Πατέρα, αλλά «ουχί γεννητώς». Μερικοί Πατέρες στο «ουχί γεννητώς» πρόσθεσαν το «εκπορευτώς», που επεκράτησε μέχρι σήμερα. Έτσι, ο Πατέρας είναι η αιτία του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Οι Παπικοί συγχέουν τα παραπάνω. Οι Παπικοί, φαντάστηκαν ότι ο Πατέρας και ο Υιός, τα δύο αυτά πρόσωπα, είναι η αιτία του τρίτου προσώπου, του Αγίου Πνεύματος. Αυτό είναι η αίρεση του Φιλιόκβε, που πρώτος μαζί με άλλες κακοδοξίες του, δίδαξε ο Αυγουστίνος. Κατέληξε ο Αυγουστίνος στο «Φιλιόκβε», για να μη συγχέονται τα πρόσωπα του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Κατά τον Αυγουστίνο τα πρόσωπα του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διακρίνονται μόνον όταν ο Υιός έχει την ύπαρξή του από έναν, τον Πατέρα, το δε Άγιο Πνεύμα έχει την ύπαρξή του από δύο, τον Πατέρα και τον Υιό. Οι Φράγκοι διακήρυξαν ότι το «Φιλιόκβε» είναι πρόοδος στο μυστήριο της Αγίας Τριάδος, που είναι μιά άλλη πλάνη του Παπισμού, που θα δούμε πιο κάτω.
Αφού ένας τέτοιος θεός, με αυτές τις ιδιότητες που πιστεύουν οι Λατίνοι, δεν υπάρχει, πώς είναι δυνατό να λέμε ότι πιστεύουμε μ’ αυτούς στον ίδιο Θεό;
10. Δεν υπάρχει τομέας της Πίστεώς μας, που να ταυτίζονται οι δογματικές αλήθειες Ορθοδοξίας και Παπισμού. Και αυτό είναι ευνόητο γιατί οι αλήθειες της Πίστεως στην Ορθοδοξία έχουν «άπαξ παραδοθή από το Θεό στους αγίους» (Ιούδα 3), ενώ στον Παπισμό είναι κατασκευασμένες από τη φαντασία τους! Όπως υποστηρίζει ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης στον Παπισμό, δια του Αυγουστίνου, «παρεισέφρησαν σχεδόν ανεξελέγκτως και υπερίσχυσαν ωρισμένα ξένα προς τον Χριστιανισμόν φιλοσοφικά στοιχεία, δια των οποίων η Δύσις απεμακρύνθη της Ορθοδόξου πίστεως και περιέπεσεν εις τας γνωστάς πλάνας της».
Θα επισημάνουμε ορισμένες απ’ τις διαφοροποιήσεις αυτές.
11. Ως προς την πτώση των Πρωτοπλάστων.
α. Η Πατερική Παράδοση της Ορθοδοξίας διδάσκει ότι ο Δημιουργός έπλασε τους Πρωτόπλαστους «σχεδόν τέλειους», με προορισμό να γίνουν εντελώς «τέλειοι», όπως είναι ο ίδιος ο Θεός, που είναι απαλλαγμένος από κάθε ανάγκη και συμφέρον. Αυτό σημαίνει το «καθ’ ομοίωσιν», που τους είπε ο Θεός.
Η παρακοή τους όμως στο θέλημα του Θεού, παρά την προειδοποίησή Του, ότι θα πεθάνουν αν δεν τηρούσαν την εντολή Του, τους εμπόδισε να φτάσουν στην τελειότητα. Σκοτίστηκε ο νους τους κι’ έπαυσαν να έχουν τη «θεωρία του Θεού», να βλέπουν δηλ. το Θεό. Αυτό σημαίνει ότι λόγω της ενοχής τους να φάνε τον απαγορευμένο καρπό, ξέπεσαν απ’ την κατάσταση του «φωτισμού», ή της «θέωσης», ή του «δοξασμού», που βρίσκονταν πιο μπροστά.
Άμεσο αποτέλεσμα ήταν ο θάνατός τους, ο «πνευματικός» και ο «σωματικός». «Πνευματικός» θάνατος είναι ο χωρισμός τους από το Θεό, που επήλθε αμέσως, γιατί αμέσως έπαυσαν να βλέπουν το Θεό. Σωματικός» δε θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής τους από το σώμα, ο οποίος επήλθε ύστερα από χρόνια, όταν ο Κάϊν σκότωσε τον δίκαιο Άβελ. Δεν επέτρεψε ο Θεός όμως να επέλθει αμέσως ο «σωματικός θάνατος», για να προλάβουν εν τω μεταξύ οι Πρωτόπλαστοι να αφήσουν απογόνους. Αυτό δεν το ήθελε ο διάβολος, ο οποίος άκουσε από το Θεό, ότι κάποιος από τους απογόνους του Αδάμ θα τον συνέτριβε! Δεν ήθελε, λοιπόν, να γεννηθεί κάποτε ο Χριστός.
β. Ο Παπισμός αντίθετα, ακολουθώντας τον Αυγουστίνο και τους σχολαστικούς, δέχεται ότι ο Θεός έπλασε τους Πρωτόπλαστους «τέλειους»! Δεν είχαν δηλ. ανάγκη περαιτέρω πνευματικής τελειοποιήσεως. Εδώ, όμως οι Παπικοί βρέθηκαν μπροστά σε αδιέξοδο. Αφού ήταν «τέλειοι» ο Αδάμ και η Εύα, πώς έπεσαν; Για να εξηγήσουν την πτώση τους αυτή, πρώτος ο Αυγουστίνος είδε το θέμα αυτό δικανικά. Κατέφυγε δηλ. σε φιλοσοφικούς στοχασμούς κι’ έπλασε τη θεωρία της παράβασης απαγορευτικής εντολής του Θεού από τους Πρωτόπλαστους, που Τον εξόργισε και επέφερε την τιμωρία τους. Το παν είναι η υποταγή στην αιώνια θεία βούληση και στον αιώνιο θείο νόμο, που υπάρχει στη θεία ουσία. Ο Θεός δηλ. είναι η πηγή μιας «αστυνομικής διατάξεως», την οποία ο άνθρωπος οφείλει να την τηρήσει, άλλως θα υποστεί την θεία οργή! Μάλιστα, η Λατινική Σύνοδος του Τριδέντου, με τον α΄ Κανόνα της αναθεμάτισε όποιον δεν ομολογεί την κακοδοξία ότι ο Αδάμ με την πτώση του «επέφερε την οργή και την αγανάκτηση του Θεού, και δια τούτο τον θάνατο»!
Η παράβαση αυτής της απαγόρευσης από το Θεό και οι συνέπειές της, είναι, για τους Παπικούς, το λεγόμενο «προπατορικό αμάρτημα». Αυτή όμως η θεώρηση του Αυγουστίνου, που δέχτηκαν οι Παπικοί, για την οργή και αγανάκτηση του Θεού απ’ την παρακοή των Πρωτοπλάστων, έχει περαιτέρω συνέπειες, για το πώς εξιλεώθηκε και ικανοποιήθηκε η θεία Δικαιοσύνη, που οφείλουμε να εξετάσουμε πιο κάτω και είναι μιά άλλη μεγάλη κακοδοξία του Παπισμού.
γ. Η Ορθόδοξη Παράδοση δέχεται ότι για την παράβαση αυτή ένοχοι ήταν οι Πρωτόπλαστοι και όχι όλοι οι άνθρωποι, ως απόγονοί τους. Οι άνθρωποι όπως κληρονομούν από τον Αδάμ τη ζωή, κληρονομούν και το θάνατο, πνευματικό και σωματικό, που είναι η συνέπεια του προπατορικού αμαρτήματος. Αίτιος όμως του κακού αυτού, δηλ. του θανάτου, δεν είναι ο Θεός, γιατί ο Θεός δεν εποίησε τον θάνατο. Αίτιοί του είναι ο διάβολος και ο άνθρωπος. Ο Θεός απλώς ανέχεται «άχρι καιρού» την αδικία στους ανθρώπους του «κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου», δηλ. διαβόλου, μέχρι τη Δεύτερη του Κυρίου Παρουσία.
Αντίθετα ο Παπισμός, ακολουθών τον Αυγουστίνο, δέχεται ότι όλοι οι απόγονοι του Αδάμ, κληρονομούν την ενοχή του κληρονομικού αμαρτήματος. Την διδασκαλία αυτή του Αυγουστίνου καταδίκασε το 529 η Σύνοδος του Οράνς της Μασσαλίας, με τον 2ο Κανόνα της.
Αλλά, και η κακόδοξη αυτή θεώρηση του Αυγουστίνου και του Παπισμού έχει άλλες παραμέτρους, που επίσης θα εξετάσουμε πιο κάτω.
12. Ως προς τη σωτηρία του ανθρώπου
α. Σωτηρία είναι η επάνοδος του ανθρώπου στην προπτωτική κατάσταση των Πρωτοπλάστων, που έβλεπαν και μιλούσαν με το Θεό ως φίλοι προς φίλο.
Στην Ορθοδοξία για να μπορέσει ο μεταπτωτικός άνθρωπος να επανέλθη στην προπτωτική κατάσταση, πρέπει να καταργήσει για τον εαυτό του τη συνέπεια της πτώσεως των Πρωτοπλάστων, που είναι ο θάνατος. Και αυτό καταργείται με το βάπτισμα. Στην αρχαία Εκκλησία, προτού επικρατήσει τον 5ο αιώνα ο νηπιοβαπτισμός, το βάπτισμα ακολουθούσε ύστερα από ολόκληρη διαδικασία, κατά την οποία οι κατηχούμενοι υπό την καθοδήγηση πνευματικού πατέρα διάβαιναν επιτυχώς το στάδιο της «κάθαρσης» και όταν έφθαναν στα πρόθυρα του «φωτισμού» βαπτίζονταν και συνέχιζαν την πορεία τους προς τον «φωτισμό» και τη «θέωση», ή «δοξασμό.
Χωρίς το υπόβαθρο της συνεχούς άσκησης, «ναι μεν με το βάπτισμα ο πιστός καταργεί το θάνατο, όμως πάλι είναι δυνατό να εκπέσει από την προπτωτική κατάσταση. Όταν εκπέσει, μπορεί να επανέλθη πάλι με το μυστήριο της μετάνοιας. Στην Ορθοδοξία η σωτηρία του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων, της σωστικής Χάριτος του Θεού και της θέλησης του ανθρώπου.
β. Ο Παπισμός, αγνοεί εντελώς την ασκητική αυτή Παράδοση των Πατέρων για τα πνευματικά στάδια της «καθάρσεως», του «φωτισμού» και της «θεώσεως». Τα εκλαμβάνει με φιλοσοφική έννοια. Στον Αυγουστίνο η διδασκαλία περί «φωτισμού» είναι καθαρά πλατωνική. Η δε, η «εν Χριστώ θεωρία της δόξης του Θεού» από τους προφήτες και τους αποστόλους καταργήθηκε από τους Παπικούς, και μάλιστα χαρακτηρίσθηκε ως αίρεση και αντικαταστάθηκε από την νεοπλατωνική έκσταση.
Ο προορισμός του ανθρώπου, όπως φαντάζονται οι Παπικοί, είναι η ιδιοτελής ευδαιμονία, η οποία επιτυγχάνεται με την δήθεν ταύτιση του νου με τα αρχέτυπα των όντων, που βρίσκονται στην ουσία του Θεού! Αυτό για τους Ορθοδόξους είναι κόλαση!
Ο Αυγουστίνος δέχεται ότι όσοι θα σωθούν θα ιδούν δια της χάριτος και δια της λογικής τους την ουσία του Θεού και τα εν αυτή αρχέτυπα των όντων!
Στον Παπισμό η σωτηρία του ανθρώπου επιτυγχάνεται με την ακαταγώνιστη Χάρη του Θεού. Όπως είδαμε πιο πάνω, κατά τον Αυγουστίνο, τον οποίο ακολούθησαν οι Δυτικοί, όλοι οι απόγονοι των Πρωτοπλάστων κληρονόμησαν την αμαρτία του Αδάμ, η οποία εξόργισε το Θεό. Έτσι η δικαιοσύνη του Θεού καταδίκασε όλη την ανθρωπότητα στην κόλαση και επέβαλε σ’ αυτήν την ποινή του θανάτου. Κατά την αξία της κληρονομικής αυτής ενοχής αξίζει σε όλους η κόλαση. Ο Θεός όμως εξέλεξε, λένε οι Παπικοί, μία ομάδα από τους ανθρώπους και τους προώρισε για τη σωτηρία. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους, που θέλει ο Θεός να σωθούν, παρέχει τη σωστική Χάρη Του, η οποία ενεργεί ακαταγώνιστα τη σωτηρία τους! Αυτό είναι η κακοδοξία του απόλυτου προορισμού!
13. Ως προς την εξιλέωση και ικανοποίηση της θείας Δικαιοσύνης από την πτώση των Πρωτοπλάστων.
Η πλάνη του Παπισμού ότι η παρακοή των Πρωτοπλάστων εξόργισε το Θεό και προκάλεσε την αγανάκτησή του δεν έγινε ποτέ δεκτή απ’ την Ορθοδοξία, γιατί στο Θεό δεν υπάρχει ποτέ τροπή.
Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί πολλές φορές εκφράσεις, ότι ο Θεός οργίζεται, ή μεταμελείται κτλ. Αυτές οι εκφράσεις είναι ανθρωποπαθείς, χρήσιμες σε μας τους ανθρώπους για να καταλαβαίνουμε τα λάθη μας. Ο Θεός, και όταν εμείς σφάλλουμε, μας αγαπά εξίσου, όπως και όταν εκτελούμε το θέλημά Του. Γι’ αυτό, άλλωστε ο Θεός αγαπάει και το διάβολο!
Οι Παπικοί διατύπωσαν τη θεωρία, ότι για να εξιλεωθούν οι άνθρωποι από το Θεό για την οργή και αγανάκτησή του από την παρακοή των Πρωτοπλάστων έπρεπε να ικανοποιηθεί η θεία Δικαιοσύνη! Για το λόγο αυτό θυσίασε τον Υιό Του, το αίμα του Οποίου, κατ’ αυτούς, εξαλείφει όχι μόνο το Προπατορικό αμάρτημα, αλλά και όλες τις άλλες θανάσιμες αμαρτίες. Τις ποινές όμως από τις άλλες αμαρτίες, βαρειές ή ελαφρές, τις οποίες ο άνθρωπος όταν ζούσε δεν πρόλαβε να εξαλείψει, τις σβήνει το λεγόμενο «καθαρτήριο πυρ», που βρίσκεται ανάμεσα στον Παράδεισο και την Κόλαση! Από εκεί οι ψυχές με τις προσευχές του Πάπα και των ζωντανών, μεταβαίνουν στον Παράδεισο. Όμως η Εκκλησία μπορεί να παραχωρήσει τη λύση των ποινών με βάση τον θησαυρό των αξιομισθιών των αγίων, τον οποίο διαχειρίζεται ο Πάπας.
Οι «αξιομισθίες των αγίων» είναι άλλη κακοδοξία των Παπικών, οι οποίοι λένε, ότι επειδή οι άγιοι τέλεσαν περισσότερα άγια έργα, από όσα ήταν αναγκαία για τη σωτηρία τους («υπέρτακτα έργα»), ο Πάπας τα μεταφέρει σε όσους βρίσκονται στο «καθαρτήριο πυρ» και τους ελευθερώνει από αυτό! Ακόμα, οι Παπικοί φτάνουν στο σημείο να μιλάνε ακόμα και για «περισσεύουσες αξιομισθίες» του Κυρίου!
Η Ορθοδοξία θεωρεί όλα αυτά δεισιδαιμονίες του Παπισμού, χρήσιμες για να ενθυλακώνουν οι Πάπες τα χρήματα των οπαδών τους, για την απαλλαγή τους από το «καθαρτήριο πυρ»!
14. Ως προς την «βασιλεία των ουρανών».
Είδαμε πιο πάνω ότι ο Αυγουστίνος και οι Παπικοί δέχτηκαν την αίρεση ότι στο Θεό «ουσία και ενέργεια» ταυτίζονται.
Συνέπεια της αίρεσής του αυτής ήταν να δεχθούν ότι η άκτιστη και πανταχού παρούσα «δόξα», ή «βασιλεία του Θεού» είναι «γινόμενα και απογινόμενα» κτίσματα. Δεν γνωρίζουν ότι η «βασιλεία των ουρανών», η «δόξα» του Θεού, είναι άκτιστη ενέργειά Του, την οποία βλέπει ο πιστός όταν αξιωθεί να φτάσει στη κατάσταση του δοξασμού, ή θέωσης. Το πόσο σοβαρή αίρεση είναι η διδασκαλία αυτή του Αυγουστίνου ότι «οι προφήται δεν είδαν τον άκτιστο Λόγο εν τη ακτίστω δόξη αυτού, αλλά μόνον γινόμενα και απογινόμενα κτίσματα», φαίνεται ξεκάθαρα από την πολεμική κατά της διδασκαλίας αυτής από τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, που επαναλάμβανε ο Βαρλαάμ τον 14ο αιώνα και καταδίκασε το 1341 η 9η Οικουμενική Σύνοδος.
Είδαμε πιο πάνω να γίνεται λόγος για τη «βασιλεία του Θεού». Τι είναι αυτή η «βασιλεία του Θεού», ή «βασιλεία των ουρανών»;
Η Ορθοδοξία δέχεται ότι η «βασιλεία του Θεού» είναι άκτιστη ενέργεια του Θεού, την οποία βλέπει ο πιστός όταν αξιωθεί να φτάσει στη κατάσταση του δοξασμού, ή θέωσης. Τότε ο άνθρωπος μπορεί και πρέπει να αποκτήσει μέθεξη, δηλ. να ενωθεί μαζί της. Η «βασιλεία του Θεού» είναι ο ίδιος ο Χριστός, τον οποίο μπορεί να ιδεί ο άνθρωπος, αν γίνει και αυτός κατά χάρη θεός. Οράται ο Χριστός, όχι στην ουσία Του, αλλά στην άκτιστη δόξα Του. Αυτό, στη γλώσσα της θεολογίας λέγεται «Παράδεισος». Ο Παράδεισος είναι ο Χριστός.
Ο Αυγουστίνος και οι Παπικοί δέχονται ότι η «βασιλεία του Θεού» είναι κτιστή πραγματικότητα, όπως και οι «θεοφάνειες» είναι κτιστές, είναι δηλαδή «γινόμενα και απογινόμενα», τα οποία σε κάποια στιγμή ο Θεός φέρνει στην ύπαρξη για να οραθούν και τα οποία στη συνέχεια, αφού οράθηκαν από τους ανθρώπους, τα εξαφανίζει. Έτσι, οι προφήτες δεν είδαν τον άκτιστο Λόγο στην άκτιστη δόξα, αλλά μόνο «γινόμενα και απογινόμενα» κτίσματα!
Οι Δυτικοί, Παπικοί και Προτεστάντες, επειδή θεωρούν την «βασιλεία του Θεού» κτίσμα, την ονομάζουν «βασίλειο του Θεού», δηλ. κράτος του Θεού. Γι’ αυτό την «βασιλεία του Θεού» πολλές φορές ταυτίζουν με την Εκκλησία, άποψη την οποία δέχτηκαν και πολλοί δικοί μας, υποτιθέμενοι Ορθόδοξοι θεολόγοι. Οι Παπικοί, στο κράτος αυτό του Θεού έχουν δώσει όλη την εξουσία, σαν σε απόλυτο μονάρχη, στον Πάπα, ο οποίος για να ασκεί αυτή την εξουσία θέσπισε το 1870 τα δόγματα του «πρωτείου» του και του «αλαθήτου» του!
Επομένως, για τους Παπικούς και ο Παράδεισος είναι κτιστός. Η Κόλαση, για τους Ορθοδόξους είναι επίσης άκτιστη ενέργεια του Θεού. Είναι και αυτή ο Χριστός. Η διαφορά της με τον Παράδεισο είναι το ότι κατ’ εκείνην την ημέρα της Κρίσεως, όλοι οι άνθρωποι, είτε το θέλουμε, είτε όχι, θα συναντηθούμε με τον Χριστό και θα δούμε την θεία δόξα Του. Και όσοι θεράπευσαν το «πεπτωκός μέρος της ψυχής»τους, δηλ. τον νου τους, θα ιδούν τον Χριστό, ως φως και ζωή, και θα έχουν μέθεξη μαζί Του, πράγμα το οποίο
είναι η «βασιλεία των ουρανών», ή ο Παράδεισος! Αντίθετα, οι αθεράπευτοι, οι αμετανόητοι, θα ιδούν το Χριστό «ως πυρ καταναλίσκον» που καίει! Αυτό είναι η Κόλαση. Είναι και αυτή άκτιστη. Είναι ο Χριστός, όπως είναι και ο Παράδεισος. Η διαφορά μεταξύ των σεσωσμένων του Παραδείσου και των κολασμένων είναι ότι οι τελευταίοι δεν θα έχουν μέθεξη με το Χριστό.
Οι Παπικοί κηρύττουν ότι και η Κόλαση είναι κτιστή, ότι το «πυρ» της, οι «φωτιές» της δηλ. θα είναι κτιστές, δηλ. υλικές. Η κακοδοξία αυτή γέννησε την αντίληψη ότι κόλαση είναι τα «καζάνια» στα οποία θα βράζουν με φωτιές οι κολασμένοι!
Επίσης, οι Παπικοί πιστεύουν ότι ο Παράδεισος και η Κόλαση έχουν τοπικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι Παράδεισος είναι όπου είναι ο Χριστός και Κόλαση είναι όπου δεν είναι ο Χριστός. Ούτε αυτό όμως είναι σωστό. Γιατί Ο Θεός είναι «πανταχού παρών». Ο Χριστός είναι και στην Κόλαση, αφού άλλωστε Παράδεισος και Κόλαση είναι ο ίδιος ο Χριστός. Παράδεισος θα είναι ο ίδιος ο Χριστός για τους σεσωσμένους και Κόλαση θα είναι πάλι ο Χριστός για τους κολασμένους.
15. Ως προς την καλύτερη και βαθύτερη κατανόηση της πίστεως και των δογμάτων με την πάροδο του χρόνου.
Οι παπικοί πιστεύουν ότι με την πάροδο του χρόνου οι άνθρωποι κατανοούν καλύτερα και βαθύτερα τις διδασκαλίες και τα δόγμα της Πίστεως. Έτσι, οι σημερινοί πιστοί καταλαβαίνουν καλύτερα και περισσότερο τα δόγματα από ό,τι π.χ. οι Πατέρες της Εκκλησίας που τα διατύπωσαν τον 4ο ή 5ο αιώνα,!
Η Ορθοδοξία δέχεται ότι κάθε φορά, που ένας πιστός αξιώνεται να φτάσει στη «θέωση», ή το «δοξασμό», φτάνει στην προσωπική του Πεντηκοστή, οπότε αποκτά την «πάσα αλήθεια», που απέκτησαν και οι Απόστολοι. Κατ’ αυτήν δεν επιδέχεται ούτε αύξηση, ούτε βαθύτερη κατανόηση της «πάσης αληθείας». Μετά την Πεντηκοστή, κάθε πιστός που αξιώνεται να φτάσει στη θέωση ή τον δοξασμό, αποκτάει την «πάσα αλήθεια», αυτήν ακριβώς που απόκτησαν και οι Απόστολοι. Δεν υπάρχει άλλη περαιτέρω αποκάλυψη, όπως δέχονται οι Παπικοί.
16. Είναι φανερό το μέγα χάος μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού!
Η διαφορά που υπάρχει μεταξύ τους ξεκινάει από το θεμέλιο, στο οποίο έχει οικοδομηθεί η Ορθοδοξία και το διαφορετικό θεμέλιο του Παπισμού. Από εκεί και πέρα οι διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού αυξάνονται. Και το πρόβλημα που γεννιέται πώς οι Πατριάρχες διακηρύττουν ότι «τίποτε δεν χωρίζει την Ορθοδοξία από τον Παπισμό»; Πώς συμφώνησαν και υπόγραψαν το 1965 την «Ένωση των Εκκλησιών»; Πώς σήμερα υλοποιούν ακάθεκτα και ανεμπόδιστα αυτή την συμφωνημένη «Ένωση»;
Δεν έχει τεράστια ευθύνη ο λαός, ο κάποτε, όπως διακήρυξαν το 1848 οι Πατριάρχες, «φύλακας και υπερασπιστής» της Ορθοδοξίας;
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΑΚΑΡΕΛΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου