Παμφίλτατε Ἀδελφέ
καί Συναγωνιστά Γεώργιε, Ἡ εἰς Κύριον ἐκδημία σου συνήγαγε ὃλους μας, τήν
σεβαστή Μητέρα σου, τούς συγγενεῖς καί φίλους σου, καί ὃλους τούς συνεργάτες
καί συναγωνιστές σου, διά νά σέ ξεπροβοδίσουμε, ἀπευθύνοντάς σου τόν ὓστατο
χαιρετισμό μας. Καί εἶναι γεγονός, ὃτι ἡ αἰφνίδια ἒξοδός σου ἀπό τήν φθαρτότητα
τοῦ κόσμου μᾶς συνεκλόνισε, διότι πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες ἒδινες ἀκμαῖος τόν ἀγώνα
σου μέ δύναμη καί ἐνθουσιασμό, μαχόμενος πάντα στίς ἐπάλξεις, ὃπως μᾶς εἶχες ἐπί
πολλά ἒτη συνηθίσει. Ἰδιαίτερα ὃμως ἡ εἲδηση τῆς κοιμήσεώς σου αἰφνιδίασε τά
μέλη καί τούς φίλους τῆς «Πανελληνίου Ὀρθοδόξου Ἑνώσεως», γιά τήν ὁποία ὑπῆρξες
ἐκλεκτός καί πολύτιμος συνεργάτης. Καί ἒλαχε στήν ταπεινότητά μου ὁ κλῆρος νά
σέ ἀποχαιρετήσω ἐκ μέρους τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου», πού τόσο ἀγάπησες, ὣστε νά
ταυτισθεῖς μέ τόν ἀγώνα του, μετέχοντας σʼ αὐτόν μέ ἡγετικό ρόλο ὡς Διευθυντής
του. Ἦταν ἀληθινή εὐλογία ὃτι ἐπέλεξες τήν ἒπαλξη τῆς ἐφημερίδας μας, πού εἶναι
ἀπό τά λίγα ὀρθόδοξα παραδοσιακά ἒντυπα, πού ἀγωνίζονται γιά τήν ὀρθόδοξη
πατερική συνέχεια σέ ἐποχή ἀρνήσεως τῆς πατερικότητος μέσα στήν ὑστερία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
καί τῆς «μεταπατερικῆς Θεολογίας» του. Ἀλλά καί ὡς συμπατριώτης σου Κερκυραῖος,
θεωρῶ τιμητική καί εὐλογημένη τήν ἐπιλογή μου νά σέ ἀποχαιρετήσω ἐκ μέρους ὃλων
μας, παρακαλώντας τόν Προστάτη καί ἐμψυχωτή μας Ἃγιο καί Θαυματουργό Σπυρίδωνα νά εὒχεται πρός
Κύριον γιά τήν ἀνάπαυσή σου «ἐν Χώρᾳ Ζώντων».
Ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ζοῦμε τίς
στιγμές αὐτές μέ συναισθήματα χαρμολύπης, παρά τή γνώση τῆς αἰτίας τῆς
παρουσίας τοῦ θανάτου στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου.Ἡ λύπη μας πηγάζει ἀπό τήν
συνείδηση, ὃτι ὁ θάνατος εἶναι τό τραγικότερο γεγονός στήν πορεία τοῦ κόσμου
καί τῆς ἀνθρωπότητος.Ὁ πρόσκαιρος χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα εἶναι τό ἒσχατο
ἀπό τά ἀδιάβλητα πάθη τοῦ ἀνθρώπου, πού μᾶς κληροδότησε ἡ πτώση, ἡ ἁμαρτία.
Γνωρίζουμε, συνεπῶς, καί ὁμολογοῦμε, ὃτι ὁ Θεός δέν ἒπλασε τόν θάνατο, ἀλλά μόνο
τή ζωή. Γιʼ αὐτό εἶναι ὁ θάνατος μυστήριο, καί αὐτό ὁμολογήσαμε σέ ἓνα ἀπό τά
συναρπαστικά τροπάρια τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, πού ψάλαμε πρίν ἀπό λίγο: «Ὤ
τοῦ θαύματος! Τί τό περί ἡμᾶς τοῦτο γέγονε μυστήριον; Πῶς παρεδόθημεν τῇ φθορᾷ
καί συνεζεύχθημεν τῷ θανάτῳ;». Γιʼ αὐτό θρηνοῦμε οἱ Χριστιανοί. Διότι «φθόνῳ
διαβόλου εἰσῆλθε θάνατος εἰς τόν κόσμον» (Σοφ. Σολ. 2,24) καί «ἳνα μή τό κακόν ἀθάνατον
γένηται». Αἰσθανόμεθα ὃμως συνάμα χαρά διά τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία, διότι μέσα
στόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ μας ἐγκρύπτεται ἡ βεβαιότητα τῆς ἀναστάσεως καί
σωτηρίας μας. Ἢδη ὁ ἀρχαῖος ποιητής μας Εὐριπίδης ἀντιμετώπισε μέ ἀμφιβολία τόν
θάνατο, ὡς τέ- λος καί καταστροφή, ἀποδυναμώνοντας μέ τόν «σπερματικό του λόγο»
τήν τραγικότητα τοῦ θανάτου: «Τίς δʼ οἶδε εἰ τό ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τό
κατθανεῖν δέ ζῆν κάτω νομίζεται;» (Fragmenta 638.1), ἀνα- ρωτήθηκε. Δηλαδή: «Ποιός γνωρίζει, ἂν (αὐτό
πού λέμε) ζωή εἶναι (στʼ ἀλήθεια) θάνατος, ὁ δέ θάνατος στόν κάτω κόσμο θεωρεῖται
ζωή;» Ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά μᾶς ἐγκαταλείψεις, Γεώργιε, κατά τήν συνήθη ἐκτίμηση,
γρηγορότερα ἀπό ὃσο ἀνεμένετο. Ὁ «Κύριος ἒδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο. Ὡς τῷ Κυρίῳ
ἒδοξεν, οὓτω καί ἐγένετο. Εἲη τό ὂνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τούς αἰῶνας» (Ἰώβ
1,21). Ὁ Θεός μας γνωρίζει τόν λόγο καί τήν αἰτία. Εἲμαστε βέβαιοι ὃμως ὃτι ἰσχύει
καί γιά σέ ὁ προφητικός λόγος: «Δίκαιος ἐάν φθάσῃ τελευτῆσαι, ἐν ἀναπαύσει ἒσται.
Γῆρας γάρ τίμιον οὐ τό πολυχρόνιον, οὐδέ ἀριθμῷ ἐτῶν μεμέτρηται. Πολιά ἐστι φρόνησις
ἀνθρώποις, καί ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος» (Σοφ. Σολ. 4,7-9). Ὃσοι σέ
γνωρίσαμε ἐκ τοῦ σύνεγγυς, καί σέ στιγμές μάλιστα δύσκολες καί ἀγωνιστικές,
πιστεύουμε ὃτι ὁ λόγος αὐτός προσδιορίζει καί τήν δική σου πρόωρη, κατά τά κοινῶς
κρατοῦντα, ἐκδημία. Ὁ Χριστός μας ὡς Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, γνωρίζει
νά οἰκονομεῖ τά πάντα «πρός τό συμφέρον», δηλαδή τήν σωτηρία μας. Πιστός στήν
παράδοση τῶν ἁγίων Πατέρων μας δέν θά ἐκτραπῶ σέ γοερούς θρήνους, πού δέν ἁρμόζουν
στούς Χριστιανούς, οὒτε καί σέ ὑπερβολικούς ἐπαίνους, πού θεραπεύουν συνήθως
τήν ἀνθρώπινη ματαιοδοξία. Ἐκ μέρους ὃλων τῶν συνεργατῶν καί συναγωνιστῶν σου
στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο», τήν ἐφημερίδα μας, σοῦ ἐκφράζω τή μεγάλη ὀφειλή μας ἀπέναντί
σου, τήν βαθυκάρδια εὐγνωμοσύνη μας γιά τήν προσφορά σου σʼ αὐτόν, ὡς καί τήν ὃλη
πολιτεία σου κοντά μας. Ὁ λόγος σου, γραπτός καί προφορικός, ἦταν μάχη γιά τήν
Πίστη καί τήν Ἀλήθεια, ἀλλά καί ἒκφραση τῆς βαθύρριζης φιλοπατρίας σου. Χριστός
καί Ἑλλάδα κυριαρχοῦσαν μέσα στήν καρδιά σου. Γιά τά μεγέθη αὐτά ἀγωνίσθηκες
καί καθημερινά ἀναλωνόσουν. Ὃπως δέ ὃλοι γνωρίζουμε, καί ἀπό τήν ἀρθρογραφία
σου στόν Τύπο καί τίς τηλεοπτικές ἐμφανίσεις σου, καί ὃλη τήν προσ φορά σου ὡς
δημοσιογράφου- κατά γενική ὁμολογία, ἐκλεκτοῦ- παρέμενες πάντα ἀκέραιη καί ἀδιάτμητη
προσωπικότητα, καθιστώντας τήν ἐφημερίδα ἢ τό τηλεοπτικό βάθρο σου, κατά μίαν ἒννοια,
θεολογικό καί ἐθνικό ἂμβωνα. Γνώριζες, ἂλλωστε, τόν τρόπο νά διοχετεύεις μέσῳ
τοῦ λόγου σου, γραπτοῦ ἢ προφορι- κοῦ, καθαρό καί ἀνόθευτο τό περιεχόμενο τῆς
καρδιᾶς καί τό φρόνημά σου, μεταδίδοντας στούς ἀναγνῶστες καί ἀκροατές σου τό
μεγαλεῖο τῆς Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς Ἑλλάδος, κατά τό πνεῦμα τῶν Πατέρων καί τῶν
Ἡρώων μας. Εἶχες φοιτήσει στό μεγάλο σχολεῖο τῶν Ἁγίων μας καί γι᾽ αὐτό εἶχες ἀναδειχθεῖ
σέ διδάσκαλο τοῦ διψῶντος γιά Ἀλήθεια Λαοῦ μας. Γι᾽ αὐτό ὁ Λαός μας ἀναγνώρισε
τήν προσφορά σου καί μόνον ἐκεῖνοι, πού μένουν ἂγευστοι τῆς Ρωμαίικης -ἑλληνορθόδοξης
δηλαδή- σκέψης καί ἐμπειρίας, δέν δέχονταν ἲσως εὐχάριστα τόν ἒλεγχο καί τήν
κριτική σου. Ἱεροκήρυκας καί φωτιστής τοῦ Λαοῦ μας ἢσουν, Γεώργιε, διαπορθμεύοντας
μέ μοναδικό τρόπο, σέ κάθε περίπτωση, μήνυμα πίστεως, θάρρους καί ἐλπίδας. Ἰδιαίτερα
δέ γιά τό ὓφος τοῦ λόγου σου θά μοῦ ἐπιτρέψεις νά σοῦ ἀποδώσω τόν τίτλο, πού ὁ
μεγάλος συμπατριώτης μας, ὁ Κερκυραῖος ἱστορικός καί πολιτικός Ἀνδρέας
Μουστοξύδης (1785-1860), ἐπέλεξε γιά τόν Ληξουριώτη Ριζοσπάστη καί
κοινοβουλευτικό ἐκπρόσωπο –κατά κάποιο τρόπο- τῆς ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ, Γεώργιο Τυπάλδο-Ἰακωβάτο
(1813-1882). «Χιονοσκεπές ἡφαίστειον» τόν ὀνόμασε γιά τήν δια- σύνδεση στήν ὑπέρ
πίστεως καί πατρίδος ὁμολογία του, τήν πραότητα τῆς διδαχῆς μέ τήν ἐκρηκτικότητα
τῆς πονεμένης Ρωμηοσύνης. Αὐτός ὑπῆρξες καί σύ, Γεώργιε. «Πρᾶος», ἀλλά καί
«μαχητής», νηφάλιος παιδαγωγός τοῦ Λαοῦ, ἀλλά καί θερμουργός ἀγωνιστής, ὃταν τό
«κινδυνευόμενον καί προκείμενον» ἦταν ἡ Ὀρθοδοξία καί ἡ Ἑλληνική Πατρίδα. Γι᾽ αὐτό
σοῦ εἲμεθα εὐγνώμονες ὃλοι, διότι μᾶς ἂφησες πολύτιμη παρακαταθήκη. Ἡ αἰφνίδια ἀναχώρησή
σου ὃμως ἀπό τήν οἰκογένεια τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» ἒφερε στά χείλη ὃλων ἓνα ἐναγώνιο
ἐρώτημα: «Τί γίνεται τώρα;». Εὒλογο τό ἐρώτημα. Ποιός θά πάρει ἀπό σένα τήν
σκυτάλη; Ἀλλά σέ παρόμοιες στιγμές ἡ ἀπάντηση βρίσκεται μόνιμα στό στόμα τοῦ Ὀρθοδόξου
Λαοῦ μας: «Ἒχει ὁ Θεός»! Ἐφʼ ὃσον ὁ ἀγώνας τοῦ «Ὀρθοδόξου Τὐπου» εἶναι ὑπέρ τῆς
ἁγιοπατερικῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Θεός θά βοηθήσει νά καλυφθεῖ τό κενό, πού ὂντως ἐσύ
ἀφήνεις. Ἂς φέρουμε στή μνήμη τόν ἐλπιδοφόρο λόγο τοῦ μεγάλου ἐπισκόπου Πτολε-
μαΐδος Συνεσίου (±414): «Οὐκ ἐπιλείψουσι τῷ Θεῷ στρατιῶται πρέποντες Ἐκκλησίαις».
(Δέν θά λείψουν, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, οἱ κατάλληλοι στρατιῶτες τῆς Ἐκκλησίας).
Στή θέση σου, Γεώργιε, θά στείλει ὁ Θεός ἂλλους, ἂξιους συνεχιστές τοῦ ἀγώνα
καί τοῦ ἒργου σου. Σύ μή διαλείπεις προσευχόμενος γιά μᾶς, τούς ταπεινούς συνεργούς
καί συναγωνιστές σου. Ὑπάρχουν ἀπουσίες στή ζωή μας, πού βαρύνουν περισσότερο ἀπό
κάποια ἀσήμαντη ἢ ἐπιβλαβῆ παρουσία. Αὐτό θά συμβεῖ καί μέ σένα, Γεώργιε. Γιʼ αὐτό
σέ μακαρίζω.Θά ζεῖς στή μνήμη μας, ἀλλά πρό πάντων στήν καρδιά μας. Στό Μυστήριο
τῶν Μυστηρίων, τήν Θεία Εὐχαριστία, θά συναντώμεθα πρό τοῦ θρόνου τοῦ Ἀρνίου
καί θά «συναγωνιζώμεθα ἐν ταῖς προσευχαῖς» (Ρωμ. 15,30)
Αἰωνία σου ἡ μνήμη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου