Ωδή δ΄.
Ο Ειρμός.
Την ανεξιχνίαστον
θείαν βουλήν της εκ της Παρθένου σαρκώσεως σου του υψίστου ο Προφήτης Αββακούμ
κατανοών εκραύγαζε· δόξα τη δυνάμει σου, Κύριε.
Ερμηνεία.
Η Τετάρτη Ωδή
είναι ποίημα του Προφήτου Αββακούμ· δια τούτο και ο Ιερός Μελωδός από αυτήν την
ιδίαν ερανίσθη τον παρόντα της τετάρτης Ειρμόν. Όθεν επειδή ο Αββακούμ λέγει
«Κύριε εισακήκοα την ακοήν σου και εφοβήθην· Κύριε κατενόησα τα έργα σου και
εξέστην» (Αβ. γ: 1-2)· αποτείνει τον λόγον ο Μελωδός προς τον Δεσπότην Χριστόν
και λέγει· ο Προφήτης Αββακούμ, Κύριε, κατανοών την θείαν και ανεξιχνίαστον
βουλήν του ανάρχου Πατρός σου, ην εβουλεύθη προ των αιώνων δια την εκ της
Παρθένου σάρκωσιν σου του Υιού αυτού, όστις είσαι ύψιστος και ανώτατος πάντων
καθό Θεός, εφώναξε προς εσέ: «Δόξα τη δυνάμει σου Κύριε». Με την λέξιν δε
«Ακοήν» εννοεί ο Προφήτης το Μυστήριον της του Κυρίου ενανθρωπήσεως, με το
«Έργα σου» δεν εννοεί τα θαύματα του σαρκωθέντος Υιού του Θεού. ο λόγος δε
ούτος είναι χαρακτηριστικός της τετάρτης Ωδής, και ερανίσθη ίσως από τον λόγον
εκείνον όπου λέγει εν τη αυτή Ωδή ο Αββακούμ, «Κύριος ο Θεός μου δύναμίς μου».
Περί ταύτης της βουλής του Πατρός γράφει και ο Ησαϊας, αρχαίαν αυτήν και
αληθινήν ονομάζων, και τα εξ αυτής αποτελεσθέντα έργα της ενσάρκου Οικονομίας
του Θεού Λόγου καλεί θαυμαστά πράγματα· όθεν και υπό του θαυμασμού κινούμενος,
ετράπη εις δοξολογίαν Θεού του ταύτην βουλευσαμένου την βουλήν δια την των
ανθρώπων ανάπλασιν και σωτηρίαν, και εύχεται να γένη μίαν ώραν πρότερον, ούτω
λέγων: «Κύριε ο Θεός μου, δοξάσω σε, υμνήσω το όνομά σου, ότι εποίησας θαυμαστά
πράγματα, βουλήν αρχαίαν αληθινήν· γένοιτο»! (Ησ. κε: 1). Διατί δε είπε την
βουλήν ταύτην ανεξιχνίαστον; Διότι αυτή όχι μόνον ήτον ανεπινόητος από κάθε
νουν και αυτών των πρωτίστων Αγγέλων των περί Θεόν αμέσως ιδρυμένων, αλλ΄ ότι
ήτον και τόσον απόκρυφος και βαθυτάτη, ώστε ουδέ ίχνος παραμικρόν καταλήψεως
αυτής αφήκεν εις όλους τους νόας των Αγγέλων και των ανθρώπων. Και αν όλαι αι
άλλαι βουλαί και κρίσεις και οικονομίαι του Θεού είναι ανεξερεύνητοι και
ανεξιχνίαστοι, καθώς φωνάζει ο μακάριος Παύλος: «Ως ανεξερεύνητα τα κρίματα
αυτού (του Θεού), και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού» (Ρωμ. ια: 33)· πόσω μάλλον
ήτον ανεξιχνίαστος και προαιώνιος και κρυφιωτάτη η βουλή του Θεού η περί της
ενσάρκου του Θεού Λόγου Οικονομίας; Όθεν εδώ πρέπει να ειπούμεν προς τον Θεόν
εκείνο το ψαλμικόν «Τα ίχνη σου ου γνωσθήσονται» (Ψαλμ. οστ: 20). Και καλώς
λοιπόν επαρωμοίωσεν ο Θεοφόρος Μάξιμος τον Θεόν με τον λέοντα· διότι καθώς ο
λέων περιπατών, σκεπάζει με την ουράν τα ιχνάριά του δια να μη τον ευρίσκουν οι
κυνηγοί· ούτω και ο Θεός σκεπάζει τα ίχνη των αποκρύφων βουλών του δια να μη
δύναται τινάς να τα εύρη και να τα καταλάβη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου