Στέφανος ο μακάριος Πρωτομάρτυς και Αρχιδιάκονος ήτο Ιουδαίος το γένος, μαθητής ως λέγουσί τινες Γαμαλιήλ του νομοδιδασκάλου, και πρώτος των επτά Διακόνων τους οποίους κατέστησαν οι Απόστολοι εν Ιεροσολύμοις εις την των πτωχών επιμέλειαν και την εις αυτούς διανομήν των ελεημοσυνών, πλήρης πίστεως και Πνεύματος Αγίου και ποιών σημεία και τέρατα εν τω λαώ (Πραξ. στ: 8). Γενομένης δε ποτέ συζητήσεως μεταξύ Ιουδαίων, Σαδδουκαίων, Φαρισαίων και Ελληνιστών περί του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, άλλοι μεν έλεγον περί του Κυρίου ότι είναι Προφήτης, άλλοι ότι είναι πλάνος και άλλοι ότι είναι Υιός Θεού· τότε ο αοίδιμος Στέφανος, σταθείς επί τόπου υψηλού, εκήρυξεν εις όλους τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, λέγων ούτω· «Άνδρες αδελφοί, διατί τόσον επληθύνθησαν αι κακίαι σας και είναι τεταραγμένη όλη η Ιερουσαλήμ;
Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος δεν έλαβεν εις την καρδίαν του δισταγμόν ως προς τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, διότι αυτός είναι ο κλίνας τους ουρανούς και καταβάς δια τας αμαρτίας μας και γεννηθείς εκ της Παρθένου της Αγίας και καθαράς, της προ καταβολής κόσμου εκλελεγμένης, αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε και τας νόσους εβάστασεν, αυτός έκαμε να αναβλέψωσιν οι τυφλοί, αυτός εκαθάρισε τους λεπρούς και αυτός εδίωξε τα δαιμόνια από τους δαιμονιζομένους». Ταύτα οι Ιουδαίοι ακούσαντες, έφεραν τον Άγιον εις το κριτήριον προς τους αρχιερείς, επειδή δεν ηδύναντο να αντισταθώσιν εις την σοφίαν και την δύναμιν του Αγίου Πνεύματος, με την οποίαν ελάλει ο θείος Στέφανος (Πράξ. στ: 10). Έπειτα παρουσίασαν ψευδομάρτυρας, οίτινες εμαρτύρησαν κατά του Αποστόλου, ταύτα λέγοντες· «Ημείς ηκούσαμεν ότι ούτος ελάλει βλασφήμους λόγους εναντίον του θεϊκού Νόμου» (αυτόθι 11). Είπον δε και όσα άλλα διηγούνται αι ιεραί Πράξεις των Αποστόλων εν κεφαλαίω εβδόμω. Τότε όλοι οι καθεζόμενοι εις το κριτήριον έστρεψαν τα βλέμματά των επί του Στεφάνου και είδον το πρόσωπόν του τόσον λαμπρόν, ως να ήτο πρόσωπον Αγγέλου (Πράξ. στ: 15)· όθεν μη υποφέροντες την εντροπήν, ελιθοβόλησαν αυτόν ευχόμενον δι’ αυτούς και λέγοντα· «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην» (Πράξ. ζ: 60) και τοιαύτα ειπών εκοιμήθη. Αγ’ ου δε ο Πρωτομάρτυς με την νομιζομένην ιδικήν του πτώσιν κατεκρήμνησε τον αντίπαλον διάβολον και έδειξεν αυτόν πτώμα μέγιστον και εξαίσιον και αφ’ ου εκοιμήθη με τον γλυκύν ύπνον του Μαρτυρίου, έλαβον το ιερόν αυτού σώμα άνδρες ευλαβείς και έθηκαν αυτό εντός κιβωτίου κατεσκευασμένου εκ ξύλου περσέας (ροδακινέας)· σφραγίσαντες δε αυτό, το απέθεσαν εις τα πλάγια μέρη του ναού. Τότε και ο νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ και ο τούτου υιός Αβελβούλ επίστευσαν εις τον Χριστόν και εβαπτίσθησαν υπό των Αποστόλων. Τελείται δε η σύναξις αυτού εις τον Μαρτυρικόν του Ναόν τον όντα εις τα Κωσταντιανά. Ελιθοβολήθη δε ο Άγιος Στέφανος το τρίτον, κατά τους ακριβεστέρους χρονολόγους, έτος μετά την Ανάληψιν του Χριστού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου