Α) Ἀλλαγὴ τῶν Ἱ. Κανόνων
Ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος ὡς ἀρχιμανδρίτης ἤδη εἰς τὴν μελέτην του «Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονικῶν
διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ» τὸ 1970, ἰσχυρίζεται ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς
κανόνες πρέπει νὰ καταργηθοῦν: «∆έν δύνανται νά ἐφαρµοσθοῦν σήµερον καί πρέπει
νά τροποποιηθοῦν αἱ διατάξεις αἱ κανονίζουσαι τάς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων
Χριστιανῶν πρός τούς ἑτεροδόξους καί ἑτεροθρήσκους. ∆έν δύναται ἡ Ἐκκλησία νά ἔχῃ
διατάξεις ἀπαγορευούσας τήν εἴσοδον εἰς τούς ναούς τῶν ἑτεροδόξων καί τήν µετ’
αὐτῶν συµπροσευχήν, καθ’ ἥν στιγµήν αὕτη διά τῶν ἐκπροσώπων αὐτῆς προσεύχεται ἀπό
κοινοῦ µετ’ αὐτῶν διά τήν τελικήν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ἐλπίδι. Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νά “ἀρδεύση” πολλάς κανονικάς
διατάξεις πρός “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁρισµένων διατάξεων ἐπί τό
φιλανθρωπότερον καί ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δέν δύναται καί δέν πρέπει νά ζῇ
ἐκτός τόπου καί χρόνου». Θὰ ἀπορήση κανείς: Μά, εἰς τὴν Μ. Σύνοδον δὲν ἐτέθη
ζήτημα περὶ τῶν Ἱ. Κανόνων. Κι ὅμως, ἐτέθη μὲ δύο τρόπους. Πρῶτον, μὲ τὸ
κείμενον διὰ τὰς διαχριστιανικάς σχέσεις ἀναγνωρίζονται αἱ αἱρέσεις ὡς Ἐκκλησία!
Ἑπομένως, καταργοῦνται ὅλοι οἱ Κανόνες περὶ τῶν αἱρέσεων, συμπροσευχῶν καὶ
καταδίκης τῶν παπικῶν καινοτομιῶν.
Δεύτερον, μὲ τὸν κανονισμὸν συγκλήσεως τῆς
Μ. Συνόδου προάγεται ἕνα ἀντικανονικὸν πρότυπον Συνόδου, τὸ ὁποῖον ἀποδέχονται ἀκρίτως
αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι! Εἰσάγει ὀλίγον κατ’ ὀλίγον ὡς δηλητήριον διὰ πρώτην φορὰν
εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας τὴν ἀποδοχὴν ὅτι δὲν ἀπαιτεῖται ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι
νὰ παρευρίσκωνται παρὰ μόνον οἱ «ἐκλεκτοὶ» καὶ ὅτι δὲν εἶναι ἀναγκαῖον νὰ ψηφίζη
καθένας ξεχωριστά ἀλλὰ μόνον οἱ «Πρῶτοι»! Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον
δημιουργεῖται ὡς λέγεται «προηγούμενον», δηλ. εἰς μίαν ἑπομένην σύγκλησιν ὁ
Πατριάρχης θὰ ἰσχυρισθῆ ὅτι ἐφ᾽ ὅσον ἤδη ἄνευ ἀντιδράσεων συνεκλήθη μία φορὰ
μία ἀντικανονικὴ Σύνοδος, δὲν ὑπάρχει οὐδὲν πρόβλημα νὰ συνεχισθῆ ἡ ἀντικανονικὴ
αὐτὴ νέα παράδοσις! Συμπέρασμα: Διὰ νὰ ἀλλάξη τοὺς Κανόνας, ὅπως ἀνέκαθεν ἐπιθυμοῦσε,
τὸ ἐπιχειρεῖ πλαγίως: δὲν θέτει εἰδικὸν ζήτημα εἰς τὴν Μ. Σύνοδον διὰ τοὺς «ἀπηρχαιωμένους
κανόνας», ἀλλὰ ἐπιτυγχάνει αὐτὸ διὰ μέσου ἐπιβολῆς μιᾶς ἀντικανονικῆς Συνόδου μὲ
ἀντικανονικὰ κείμενα! De facto ἑπομένως κατάργησις τῶν Ἱ. Κανόνων.
Β) Ἐπιβολὴ
Πρωτείου
Ὁ Ο.Τ. ἔχει ἤδη
πρό ἐτῶν ἐπισημάνει τὴν πορείαν «βατικανοποιήσεως» τοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως.
Αὐτὴ ἡ πορεία εἶναι παράλληλος μὲ τὴν πορείαν τῶν διαλόγων. Ἀπὸ τὴν Β΄ Βατικανὴν
καὶ ἔπειτα ὁ Παπισμὸς προσπαθεῖ νὰ παρουσιάση ἕνα πλέον συνοδικὸν προσωπεῖον, ἐνῶ
εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν ἐπιχειρεῖται ἡ ἀνύψωσις τοῦ Πατριάρχου εἰς «Πρῶτον τῆς Ἐκκλησίας»,
γεγονότα τὰ ὁποῖα ἀνελύσαμεν εἰς τὸν Ο.Τ. φ. 2108 / 11.03.2016. Ἐγράφομεν τότε:
«Συµφώνως πρὸς τὸν κανονισµὸν τῆς Μ. Συνόδου, θὰ δείξωµεν εἰς τὸν Πάπαν ὅτι
Σύνοδον οἰκουµενικῆς ἐµβελείας συγκαλεῖ ἕνα πρόσωπον, ὁ Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ «Πρῶτος» (µὲ τὴν ἔννοιαν ποὺ τοῦ δίδει τὸ
Πατριαρχεῖον), ὅτι αὐτὸς ὑποχρεωτικῶς παρίσταται ἀλλὰ ὄχι καὶ ἅπαντες οἱ Ἱεράρχαι,
οἱ ὁποῖοι εἶναι κατ’ ἐκλογὴν καὶ ἀντιπροσώπευσιν (!), ὅτι αὐτὸς ψηφίζει καὶ ὁµιλεῖ,
ἐνῶ οἱ παριστάµενοι Ἱεράρχαι ὅπως καὶ οἱ ἀπόντες εἶναι «ὑποταγµένοι» εἰς τὰς
βουλὰς τῶν «Πρώτων» κάθε Ἱεραρχίας καὶ τελικῶς εἰς τὸν ὑποτιθέµενον «Πρῶτον τῆς
Ὀρθοδοξίας»! Μὲ αὐτὸ τὸ πλαστὸν παράδειγµα τῆς σκιώδους συνόδου, θὰ «χωνέψουν» ὅλοι
τὸν Παπισµὸν µὲ Ὀρθόδοξον περίβληµα καὶ θὰ χτίσουν ἀπὸ µόνοι τους τὸ τελευταῖον
σκαλοπάτι διὰ τὴν «ὁρατὴ ἕνωση», καθὼς θὰ ἔχη ἐπιτευχθῆ σύγκλισις εἰς τὴν ἐκκλησιολογίαν».
Ἡ πορεία αὐτὴ τοῦ «Πρωτείου» δὲν προέκυψεν αἰφνιδίως, ἀλλ’ ἐνεφιλοχώρει καὶ
τελικῶς ἠνδρώθη εἰς ὅσα κανονικά «προνόμια» τὸ Φανάρι ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν ἰσχυρίζετο
ὅτι ἦσαν ἰδικά του. Ὅλα αὐτὰ ὅμως εἶχαν ὡς σκοπὸν τὴν σύγκλισιν μὲ τὸν Παπισμόν.
Χαρακτηριστικὸν παράδειγμα τὸ ἑπόμενον παράθεμα: «Ὅλες οἱ ἐνέργειες ἐκείνου ὁ ὁποῖος
ἔχει τὸ πρωτεῖο ἀποσκοποῦν στὴν πνευµατικὴ οἰκοδοµὴ τοῦ δεσµοῦ µεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν.
∆ηλαδή, νὰ ἐπαγρυπνᾶ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν ἔκφρασή της, νὰ ἐγγυᾶται
τὴν κοινωνία τους, νὰ µὴ ἐπιτρέπει στὶς Ἐκκλησίες νὰ ἀποµονώνονται καὶ νὰ ἀµφισβητοῦν
τοὺς δεσµοὺς τῆς «καθολικότητας»». Αὐτὰ εἶναι λόγια ποὺ ἐκφράζονται πολλάκις ἀπὸ
στόματα ἀρχιερέων τοῦ Φαναρίου, ὅμως ἐκπλήσσεται κανεὶς, ὅταν μάθη ὅτι αὐτὰ
προέρχονται ἀπὸ εἰσήγησιν ἑνὸς Παπικοῦ εἰς συνέδριον διὰ τὴν Μ. Σύνοδον!
Συγκεκριμένως τοῦ Joseph Fameree, Καθηγητοῦ εἰς τὸ Παπικὸν Πανεπιστήμιον τῆς Λουβαὶν τοῦ
Βελγίου («Τὸ ἐκκλησιαστικὸν αὐτοκέφαλον», τόμος: Καιρὸς συνεσταλμένος τὸ
λοιπόν…, Ὀκτώβριος 2015). Τί ἀποδεικνύει αὐτό; Ὅτι ἡ θεολογία τοῦ Βατικανοῦ καὶ
ἡ θεολογία τοῦ Φαναρίου συμπίπτουν! Ἀκόμη ἕνα παράδειγμα: «Πρέπει νὰ ὑπάρχει ἀλληλεξάρτηση
καὶ ἀµοιβαιότητα µεταξύ τοῦ πρώτου καὶ τῶν ὑπολοίπων ἐπισκόπων κατὰ τὸ ἰδανικό,
ἀποκλειστικὰ τριαδικό, πρότυπο τοῦ 34ου Ἀποστολικοῦ κανόνα: οἱ ἐπίσκοποι νὰ µὴ
κάνουν τίποτε χωρὶς τὴ γνώµη τοῦ προκαθηµένου, ἀλλὰ καὶ ὁ προκαθήµενος νὰ µὴ
πράττει τίποτε χωρὶς τὴ γνώµη ὅλων, γιατί ἔτσι ὑπάρχει ὁµόνοια καὶ δοξάζεται ὁ
Θεὸς διὰ τοῦ Υἱοῦ, ἐν Ἁγίῳ Πνεύµατι θεµελιακὸ δεσµὸ µεταξύ τοῦ «ἑνὸς» καὶ τῶν
«πολλῶν», ὁ ὁποῖος ἰσχύει ἀναλογικὰ σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς,
καὶ τοῦ ὁποίου τὸ θεµέλιο εἶναι τὸ µυστήριο, ἡ τριαδικὴ τάξη...». Ἡ θεολογικὴ αὐτὴ
προσέγγισις μὲ βάσιν τὴν τριαδολογίαν εἶναι ταυτόσημος μὲ ἐκείνην τοῦ Σεβ. Περγάμου,
ὁ ὁποῖος μάλιστα ἐθεώρησε μεγάλην ἐπιτυχίαν τὴν συμφωνίαν μὲ τοὺς Παπικοὺς ἐπὶ
τοῦ 34ου Ἀποστολικοῦ Κανόνος εἰς τὸ κείμενον τῆς Ραβέννας. Κι ὅμως αὐτὰ τὰ
λόγια προέρχονται ἀπὸ τὸν ἴδιον Παπικὸν Καθηγητήν. Πλήρης ταύτισις ἀπόψεων! Ἰδού
διατί, κατὰ ὁμολογίαν τῶν συμμετεχόντων εἰς τοὺς Οἰκουμενικοὺς Διαλόγους, οἱ
διάλογοι ἄφησαν ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα «μᾶς ἐχώριζαν» καὶ ἐστράφησαν εἰς ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα
εἶναι «κοινὰ» μὲ τοὺς Δυτικούς: διότι ὅσοι ἐκπροσωποῦν τὴν Ὀρθοδοξίαν εἰς τοὺς
διαλόγους αὐτοὺς ἔχουν σύμπτωσιν ἀπόψεων! Πῶς λοιπὸν θὰ συζητήσωμεν μὲ τοὺς
Παπικοὺς διὰ τὸ «Πρωτεῖον» καὶ τὴν αἵρεσιν, ὅταν τὸ Φανάρι ἔχη τὰς ἰδίας ἀπόψεις
μὲ τὸ Βατικανόν; Συμπληρώνοντες ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐγράφησαν εἰς τὸν Ο.Τ. τῆς 11ης
Μαρτίου 2016, θεωροῦμεν ὅτι ἡ Μ. Σύνοδος ἔρχεται νὰ καταστήση τὸν Πατριάρχην
«Πρῶτον», διότι ἔτσι μόνον ὁ Πατριάρχης θὰ ἀπαντήση πρὸς τὰ ἐρωτήματα, τὰ ὁποῖα
τοῦ ἔχουν θέσει οἱ Δυτικοί, ὅπως τὰ ἀνακεφαλαιώνει κατὰ τὴν γνώμην μας ὁ J. Femeree: «Περιµένοντας ὅτι ἡ ἐπισκοπὴ Ρώµης, θὰ µπορέσει καὶ πάλι νὰ ἀσκήσει αὐτὴ
τὴν ἀποστολὴ (ἐνν. Πρωτεῖο), σύµφωνα µὲ τὴν παραδοσιακὴ ἐκκλησιαστικὴ τάξη, ποιὸ
εἶναι πραγµατικά, στὴν ὀρθοδοξία, τὸ πρωτεῖο τιµῆς πού ἔχει ἀναγνωριστεῖ στὴν ἐπισκοπὴ
τῆς Κων/πολης, δεύτερης µετὰ τὴ Ρώµη κατὰ τὴν τάξη τῶν κανόνων; Οἱ Ἐκκλησίες
πρέπει νὰ προεδρεύονται τόσο σὲ τοπικὸ καὶ ἐπαρχιακὸ ὅσο καὶ σὲ οἰκουµενικὸ ἐπίπεδο.
Σὲ τί συνίσταται ἐν προκειµένῳ τὸ πρωτεῖο τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχη; Ἔχει
πραγµατικὴ ἐξουσία διαιτησίας καὶ ρύθµισης τοῦ συνόλου τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων
Ἐκκλησιῶν στὸν κόσµο; Ποίου προνοµίου ἀπολαµβάνει, γιὰ νὰ συγκαλεῖ µία
πανορθόδοξη Σύνοδο;». Ὅποιος ξέρει νὰ μελετήση μὲ προσοχὴν αὐτὰ τὰ λόγια ἀντιλαμβάνεται
ὅτι ἡ Δύσις ζητεῖ ἀπὸ τὸν Κων/πόλεως νὰ δώση σαφὲς στίγμα διὰ τὸ ἰδικόν του
«Πρωτεῖον». Ἡ ἀπάντησις αὐτὴ συνίσταται εἰς τὸ ὅτι ὄχι μόνον θὰ προεδρεύση ὁ Πατριάρχης,
μετὰ τὴν ἀπόρριψιν νὰ συμπροεδρεύσουν ὅλοι οἱ Προκαθήμενοι, ἀλλὰ ὡς ἀπεκάλυψεν
πρῶτος ὁ Ο.Τ. (φ. 2117/ 20.05.2016), διὰ τοῦ κειμένου περὶ «Αὐτονόμου» ὁ
Πατριάρχης ἀποκτᾶ «ἐξουσία διαιτησίας καὶ ρύθμισης τοῦ συνόλου τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων
Ἐκκλησιῶν στὸν κόσμο»! Συµπερασµατικῶς: Οἱ ἰσχυρισµοὶ τοῦ Πατριαρχείου
Κων/πόλεως περὶ διατρανώσεως τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κρίνονται ἕωλοι.
Οἱ πραγµατικοὶ λόγοι εἶναι ὅτι ἡ ἀντικανονικὴ αὐτὴ σύνοδος στοχεύει εἰς τὸ νὰ
δοθῆ ὤθησις εἰς τὴν ἕνωσιν µὲ τὸν Παπισµόν, ἐπιλύουσα διὰ ἐµπράκτου συµβάντος τὸ
κοµβικὸν ζήτηµα ποὺ ἔθεσε τελευταῖα ὁ διµερὴς διάλογος περὶ τοῦ «Πρωτείου». Ἡ
Μ. Σύνοδος µὲ τὸν ἀντικανονικὸν κανονισµὸν συγκλήσεως, τὸ κείµενον περὶ
διαχριστιανικῶν σχέσεων καὶ τὸ κείµενον περὶ ἀνακηρύξεως τοῦ αὐτονόµου, µαζὶ µὲ
τὰς µελλοντικάς νέας Μ. Συνόδους παρακάµπτει τοὺς Κανόνας, ἐγκαθιδρύει µερικῶς
«Πάπαν τῆς Ἀνατολῆς» καὶ βατικανοποιεῖ ἐκτὸς τοῦ Φαναρίου σύνολον τὴν Ὀρθοδοξίαν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου