«Καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ
ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἤ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ῾Η νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν.
ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέρᾳ
εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι
καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ
ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (Ρω 13, 11 – 14).
῾Ο ὕπνος τῆς ἁμαρτίας
Τήν τελευταία Κυριακή πρίν μποῦμε στήν περίοδο τῆς ἁγίας καί Μεγάλης
Τεσσαρακοστῆς, περίοδο νηστείας καί ἐντατικοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, ἡ ᾿Εκκλησία μᾶς
προετοιμάζει σαλπίζοντας μέ τό στόμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἕνα ἐγερτήριο σάλπισμα·
«Δέστε τόν καιρό», λέει· «εἶναι ὥρα πιά νά σηκωθεῖτε ἀπό τόν ὕπνο!». Καθώς φέρνουμε
στόν νοῦ μας τήν ἠθική ἔκλυση τῆς εἰδωλολατρικῆς κοινωνίας, μέσα στήν ὁποία ζοῦσαν
τότε οἱ Χριστιανοί καί ἀπό τήν ὁποία εὔκολα ἦταν δυνατόν νά παρασύρονται, δέν εἶναι
δύσκολο νά καταλάβουμε ποιόν ὕπνο ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος. Εἶναι ὁ πνευματικός ὕπνος,
στόν ὁποῖο βυθίζεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν τήν τυλίξει τό σκοτάδι τῶν παθῶν,
ὅταν τήν ἀγκαλιάσει ἡ νύχτα τοῦ κόσμου. Εἶναι ἡ κατάσταση τῆς λησμονιᾶς τοῦ Θεοῦ
καί τῆς ἀπομακρύνσεώς μας ἀπό αὐτόν, πού ὀφείλεται στήν ἀδιαφορία καί στήν ἀμέλεια.
᾿Από
ἕναν τέτοιον
ὕπνο καλεῖ κι ἐμᾶς σήμερα ἡ ᾿Εκκλησία νά σηκωθοῦμε.
Συνήθιζαν τότε οἱ εἰδωλολάτρες
νά διασκεδάζουν ἀχαλίνωτα στίς γιορτές τους καί νά ὀργιάζουν κυρίως κατά τήν νύχτα
χωρίς ντροπή. Συνηθίζουν καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι νά ἀναβιώνουν ἐκεῖνα τά αἰσχρά ἤθη
καί νά ἁμαρτάνουν χωρίς περίσκεψη. Στό Ρίο ᾿Ιανέϊρο, ὅπου γίνεται τό μεγαλύτερο
καρναβάλι τοῦ κόσμου, τέτοιες μέρες διαπράττονται μέσα σέ μιά νύχτα τόσοι
βιασμοί καί τόσα ἔκτροπα, ὅσα δέν διαπράττονται ὅλο τόν χρόνο. ᾿Αλλά καί στήν πατρίδα
μας, μέ τό πρόσχημα τῶν λαογραφικῶν ἐκδηλώσεων, πόσα δέν γίνονται! Δυστυχῶς οἱ
Χριστιανοί ὑπνώττουμε καί ὑπνώττουμε θανάσιμα. Γι᾿ αὐτό ἐπίκαιρα ἀκούγεται καί
γιά μᾶς τό σάλπισμα τοῦ ἀποστόλου. Ξυπνῆστε! Τινάξτε ἀπό πάνω σας κάθε ἴχνος πνευματικῆς
ναρκώσεως, ἀνανεῶστε τήν μετάνοιά σας, συναισθανθεῖτε τήν εὐθύνη σας, συσφίξτε
τίς σχέσεις σας μέ τόν Θεό! Κάποτε πιστέψαμε καί μετανοήσαμε, κάποτε βαπτισθήκαμε
στό ὄνομα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. ᾿Αλλά κρατοῦμε ἄραγε τήν πρώτη μας πίστη, τιμοῦμε
ἄραγε τό ἅγιο ὄνομά μας; ᾿Από τή μιά ἡ ἁμαρτία μέ τά πάθη τῆς σαρκός, ἀπό τήν ἄλλη
ἡ συνήθεια, πού γίνεται ὁ τάφος τοῦ θαυμασμοῦ γιά τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἔκλεισαν
τά μάτια σέ ὕπνο βαρύ. ῾Ο Κύριος ἔγινε κάτι ξένο γιά μᾶς, δέν μᾶς
ἀγγίζει ἡ παρουσία του, δέν ζοῦμε μέ τήν ἀναμονή του.
῾Ο Κύριος ἔρχεται
Κι ὅμως «τώρα ὁ ἐρχομός του εἶναι πιό κοντά μας ἀπό ὅ,τι ὅταν πιστέψαμε», λέει
ὁ ἀπόστολος. Κάθε στιγμή πού περνάει συντομεύει ὅλο καί περισσότερο τόν χρόνο μέχρι
τήν Δευτέρα Παρουσία του. Κι ἄν στήν ζωή μας δέν ἔλθει ἡ συντέλεια, τό τέλος ὅμως
θά ἔλθει μέ τόν θάνατο. ῎Ετσι ὁ Παῦλος, πού περίμενε τόν Κύριο στίς μέρες του
καί δέν ἦλθε, δέν μποροῦμε νά ποῦμε πώς ἔκανε λάθος. Αὐτός, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεση
τοῦ ᾿Ιησοῦ ὅτι θά ξαναέλθει ὁπωσδήποτε, ἀλλά ἄγνωστο πότε, ἔπρεπε νά τόν περιμένει
τήν κάθε στιγμή. ῾Η ἔννοια τοῦ βεβαίου καί τοῦ ἀγνώστου συνεπάγεται τήν ἔννοια
τοῦ ἐπικειμένου. ᾿Εν τούτοις ὁ Κύριος ἦλθε, πράγματι, στίς μέρες τοῦ Παύλου μέ
τόν θάνατο· διότι ὁ
θάνατος ἔχει ἐκμηδενίσει πλέον γιά τόν ἀπόστολο τό διάστημα μέχρι τήν Δευτέρα
Παρουσία, ἀφοῦ καμμιά οὐσιαστική ἀλλαγή δέν μεσολαβεῖ, ἀφοῦ καμμιά ἔννοια ἀνθρωπίνου
χρόνου δέν ὑπάρχει.
Εἶναι λοιπόν κοντά ἡ σωτηρία. ῾Ο Κύριος ἔρχεται σέ μᾶς μέ τήν παρουσία του
κι ἐμεῖς πᾶμε σʼ αὐτόν μέ τόν θάνατο. Σωτηρία δέ λέγεται ἡ συνάντησή μας μαζί
του, πού θά σημάνει τήν λύτρωσή μας ἀπό τά ποικίλα δεινά αὐτῆς τῆς ζωῆς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου