ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΝ

Του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου                                 

Εις οποιονδήποτε τόπον έφθανε σωματικώς ως πηγή της ζωής ο Κύριος ημών, παντού ήνοιγε τας βρύσεις της φιλανθρωπίας Του, ευεργετών κατά πολλούς και διαφόρους τρόπους τους ανθρώπους. Ανήλθεν εις το όρος μετά των Μαθητών του και εις τους ακροατάς του ήνοιξε τους ποταμούς των μακαρισμών. Κατέβη από το όρος και εις τους πάσχοντας από διαφόρους νόσους εχάρισεν άφθονον την θεραπείαν. Έφθασεν εις την προβατικήν πύλην και τον παράλυτον επότισε με το φάρμακον της θεραπείας. Εισήλθεν εις την οικίαν του Πέτρου και εδρόσισε την πενθεράν του, την οποίαν εφλόγιζεν ο πυρετός. Έφθασεν εις την Βηθανίαν και τον από τεσσάρων ημερών νεκρόν Λάζαρον επότισε το ποτήριον της ζωής.
Συνήντησε τον λεπρόν και τα λέπια της ασθενείας του εκαθάρισε με τον σπόγγον της φιλανθρωπίας του. Παρουσιάσθη εις την συναγωγήν και την παράλυτον χείρα την έκαμε πάλιν ικανήν προς εργασίαν. Παρεκάθισεν εις τους γάμους της Κανά και επότισε τους καλεσμένους με τον οίνον της θαυματουργίας του. Και απείρους άλλας ευεργεσίας και θαύματα έκαμεν ο Κύριος, τα οποία είναι δύσκολον να τα απαριθμήσωμεν. Ανέβη και σήμερον εις το ιερόν και ήνοιξε, δι’ εκείνους που τον ήκουον, τους ποταμούς της διδασκαλίας του. Ηκούσατε βεβαίως την ευαγγελικήν περικοπήν, την οποίαν εις το μέσον της εορτής και εις τον κατάλληλον καιρόν μάς απήγγειλεν ο Ευαγγελιστής, σταθείς εις μέρος υψηλόν, ωσάν να εκράτει την σάλπιγγα, την οποίαν εκράτουν οι Λευϊται. Λέγει λοιπόν ο Ευαγγελιστής· «Ήδη δε μεσούσης της εορτής ο Ιησούς ανέβη εις το ιερόν και εδίδασκε» (Ιωάν. ζ: 14). Και αυτά δε τα γραφόμενα είναι γεμάτα από την φιλανθρωπίαν του Θεού. Διότι δεν είπε· επειδή υπάρχει κίνδυνος διωγμών εναντίον μου, ή διότι με κυριεύει η λύπη, ή επειδή οι Μαθηταί κατέχονται από αθυμίαν ή κάποιαν άλλην παρομοίαν πρόφασιν, από όσας εις παρομοίας περιστάσεις προέβαλλον οι Μαθηταί. Αλλά τι λέγει; «Ήδη της εορτής μεσούσης». Τι συνέβη εις το μέσον της εορτής, Ιωάννη; Ειπέ μας. Μήπως ο Ηρώδης ήπλωσε τας χείρας δια να συλλάβη τον Χριστόν; Μήπως ο Ιουδαϊκός όχλος συνεκρότησε κανένα παράνομον συνέδριον; Μήπως ο Ιούδας ετοιμάζεται δια νέαν προδοσίαν; Όχι, απαντά. Αλλά τότε τι συνέβη; «Ανέβη ο Ιησούς εις το ιερόν και εδίδασκεν» (Ιωάν ζ: 14). Εκείνα τα οποία αρμόζουν εις τον Χριστόν, εκείνα προσέφερες εις τον Χριστόν, και ούτω ήνωσας μετ’ Αυτού την αρμόζουσαν προς Αυτόν πράξιν. Διότι έργον του λόγου είναι το να λαλή και έργον του διδασκάλου είναι το να διδάσκη και έργον του Χριστού είναι το να λέγη όσα είναι ωφέλιμα δια τους ακροωμένους τους λόγους του. «Ο Ιησούς ανέβη εις το ιερόν και εδίδασκε». Ω της ανυπερβλήτου φιλανθρωπίας Αυτού. Εκεί όπου ελιθοβολείτο, εκείνους οι οποίοι τον ελιθοβολούσαν επλούτιζε με την διδασκαλίαν Του. «Ανέβη ο Ιησούς εις το ιερόν και εδίδασκεν». Εκεί όπου ανεγινώσκετο ο Νόμος του Μωϋσέως, εκεί ο Χριστός παρέθετε τα διδάγματα της Χάριτος, όχι δια της καταργήσεως του Νόμου, αλλά δια της συμπληρώσεως του Νόμου. Ο ίδιος εφώναξεν εις το Ευαγγέλιον· «Δεν ήλθον δια να καταργήσω τον Νόμον, αλλά δια να τον συμπληρώσω» (Ματθ. ε: 17). Και ο Απ. Παύλος, δια του στόματος του οποίου ωμίλει ο ίδιος ο Χριστός, λέγει, ότι ο Χριστός έδωσε τέλος εις την ισχύν του Νόμου και ο καθείς δικαιούται πλέον δια της πίστεως. «Ήδη δε της εορτής μεσούσης ανέβη ο Ιησούς εις το ιερόν και εδίδασκε» (Ιωάν. ζ: 14), δεικνύων εις όλους τον τόπον της προσευχής, διδάσκων ο Λόγος τον λόγον της διδασκαλίας Του εκεί όπου ήτο συνηθροισμένον το πονηρόν συνέδριον. Ο κατά την τάξιν Μελχισεδέκ Ιερεύς ανέβη εις το ιερόν και εδίδασκε, και πολλοί μεν τον ήκουον, αλλ’ ουδείς εκ των Ιουδαίων κατενόει την διδασκαλίαν Του. Αυτούς εννοούσε και ο Προφητάναξ Δαβίδ όταν έλεγεν· «Οφθαλμούς έχουσι και ου βλέπουσιν· ώτα έχουσι και ουκ ακούουσι» (Ψαλμ. ρλδ: 16). Ανέβη ο Ιησούς εις το ιερόν και εδίδασκε, στηλιτεύων δια των θείων Αυτού λόγων την μωρίαν των θεομάχων Ιουδαίων. Ανέβη εις το ιερόν δια να απλώση τα δύκτια της ουρανίου διδασκαλίας Του και συλλάβη δι’ αυτών λογικόν εξ ανθρώπων κυνήγιον. Ανέβη ο Ιησούς εις το ιερόν, αλλ’ οι Ιουδαίοι κατέβησαν ως προς την πίστιν. Ενώ η εορτή ευρίσκετο εις το μέσον της, ο Ιησούς ανέβη εις το ιερόν και εδίδασκε.                   Aπορούσαν λοιπόν οι Ιουδαίοι και έλεγον· «Πως αυτός γνωρίζει γράμματα χωρίς να μάθη γράμματα»; (Ιωάν. ζ: 15)· Εθαύμαζον, αλλά δεν επίστευον· έμενον κατάπληκτοι εμπρός εις την υπερβολήν της σοφίας, αλλά δεν μετέβαλλον την γνώμην των, επειδή ήσαν γεμάτοι από κακίαν. Έβλεπον τον ιατρόν, ο οποίος παρουσίαζεν εις αυτούς τα φάρμακα της θεραπείας των, και ενώ ήσαν άρρωστοι, δεν εδέχοντο την θεραπείαν του. Έβλεπον εμπρός των εκείνον ο οποίος θα τους ηλευθέρωνε και αυτοί επροτιμούσαν την αιχμαλωσίαν. Ενώ είχον εν μέσω αυτών το λειβάδι, το οποίον ήτο γεμάτον από όλα τα καλά, αυτοί εμάζευον τας ακάνθας. Ενώ ο λιμήν της σωτηρίας ήτο εμπρός των, αυτοί εναυαγούσαν. Ενώ η σοφία έχυνεν άφθονον εις αυτούς την θείαν διδασκαλίαν, αυτοί δεν ήθελον να απαλλαγούν από την βοήν των εγκλημάτων. Ενώ ο Χριστός ήπλωνεν επάνω των τας πτέρυγας της φιλανθρωπίας Του, αυτοί δεν ήθελον να σκεπασθούν, τα γεννήματα των εχιδνών. «Πόσας φοράς, λέγει εις τα Ευαγγέλια, ηθέλησα να συγκεντρώσω πλησίον μου τα τέκνα σας, όπως η όρνις μαζεύει κοντά της τα πουλάκια της, και δεν ηθελήσατε»! (Ματθ. κγ: 33 – 38). Απορούσαν λοιπόν οι Ιουδαίοι και έλεγον· «Πως γνωρίζει γράμματα, ενώ γράμματα δεν έμαθεν»; (Ιωάν. ζ: 15). Τι να είπη κανείς δι’ αυτούς τους ανθρώπους! Τον μωσαϊκόν Νόμον, ω Ιουδαίε, τον γνωρίζεις, και αγνοείς εκείνα τα οποία διδάσκει ο Νόμος; Λέγεις: «Πως Αυτός γνωρίζει γράμματα, ενώ γράμματα δεν έμαθε»; Αλλά τότε ειπέ μου, ω εχθρέ της αληθείας, πως ο Αδάμ, ενώ δεν έμαθε γράμματα, έδωσεν εις τα διάφορα ζώα το κατάλληλον δια το καθένα όνομα; Τον δούλον δεν ερωτάς, και τον Δεσπότην ανακρίνεις, λέγων: «Πως Αυτός γνωρίζει γράμματα»; Απεκρίθη ο Ιησούς και είπεν: «Η διδασκαλία μου δεν είναι ιδική μου, αλλά του Πατρός μου, ο οποίος με έστειλεν εις τον κόσμον» (Ιωάν. ζ: 15). Και πότε ο Θεός αποστέλλεται εις κάποιον τόπον; Πότε ο πληρών τα πάντα στέλλεται εκεί όπου είναι παρών; Η ερώτησις απευθύνεται προς τους Ιουδαίους και όχι προς εκείνους, οι οποίοι γνωρίζουν να μανθάνουν με ευσέβειαν. «Η διδασκαλία μου δεν είναι ιδική μου, αλλά του Πατρός μου, ο οποίος με έστειλεν εις τον κόσμον» (Ιωάν. ζ: 16), ο οποίος και ενώπιον όλων επεβεβαίωσε τούτο, λέγων: «Ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός» (Ματθ. γ: 17). Και ο Ιωάννης δι’ εμέ είπεν: «Ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν. α: 29). Διότι ο Χριστός είναι πράγματι αμνός, ο οποίος ανήλθε σήμερον εις το ιερόν και δια τον οποίον ο Ιωάννης εφώναξε την αλήθειαν. Επειδή δηλαδή ήτο φωνή του Θεού, ενεκωμίασε τον Λόγον του Θεού όπως ήρμοζεν. Επειδή ήτο λύχνος, εγνώρισε την λάμψιν του Ηλίου. Ως Πρόδρομος προανήγγειλεν Εκείνον ο οποίος θα ήρχετο. Επειδή ο ίδιος ήτο αυγή, την Ανατολήν εκήρυξεν. Ως στρατιώτης έκαμε γνωστόν το όνομα του Βασιλέως: «Ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν. α: 29). Ο αμνός, τον οποίον η Παρθένος συνέλαβεν άνευ σποράς, εγέννησεν άνευ φθοράς, τον εδέχθη η φάτνη ως αγρός γεμάτος τρυφερόν χόρτον, τον έλουσε δε ο Ιορδάνης, τον εβάπτισεν ο Ιωάννης, ο Ιούδας εις τους Ιουδαίους τον επώλησεν, ο Πιλάτος τον εθανάτωσεν, ο Τάφος τον παρουσίασεν εις ημάς και ημείς τον ηγοράσαμεν, Όστις όλους ημάς, οι οποίοι είμεθα γυμνοί λόγω της παραβάσεως του Αδάμ, μας ενέδυσε με το ένδυμα της Χάριτος. Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. Τω απείρω ελέει σου, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς. Αμήν.                                                                

Δεν υπάρχουν σχόλια: