Ο εικοστός αιώνας, που μόλις έληξε, ημπορεί να
χαρακτηρισθεί ως ο αιώνας της Οικουμενικής Κινήσεως. Προτεσταντικής βασικώς
εμπνεύσεως η κίνηση αυτή απέβλεπε στην προσέγγιση και ενότητα του
κατακερματισμένου προτεσταντικού κόσμου. Γρήγορα εξελίχθηκε σε προσπάθεια
ενοποίησης του χριστιανικού γενικώς κόσμου. Η κίνηση υιοθετήθηκε δυστυχώς και
από την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία έθεσε έτσι υπό αμφισβήτηση την
αυτοσυνειδησία της ως της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, με
την οποία έπρεπε να ενωθούν οι του λοιπού χριστιανικού κόσμου, και μετεβλήθη σε
μία από τις εκατοντάδες, χριστιανικές ομολογίες ή «εκκλησίες», οι οποίες εν τη
διαιρέσει τους είναι ελλειμματικές και προβληματικές· πρέπει να ενωθούν, ώστε
να επιτευχθεί το όραμα της των πάντων ενώσεως, κατά το κυριακόν «ίνα πάντες εν
ώσι». Σαν να έπαυσε να υπάρχει στην ιστορία η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, ως
ευχαριστιακή κοινότητα, αναζητείται τώρα ως ανύπαρκτη οντότητα, μερικώς και
ελλιπώς υπάρχουσα στις πολλές «εκκλησίες». Η ένωση δεν κατανοείται πλέον ως
ένωση με την Εκκλησία, ως ένωση των απεσχισμένων με εμάς, «μετά της Εκκλησίας»,
«μεθ' ημών», όπως κατενοείτο πάντοτε, αλλά ως «ένωση των εκκλησιών», όπως
επεβλήθη δυστυχώς ο όρος και στην θεολογική επιστήμη, μετά την μακροχρόνια
οικουμενιστική αιχμαλωσία και αλλοτρίωση. Δυστυχώς δεν αποφύγαμε την εξίσωση
των χριστιανικών ομολογιών· παρασυρθήκαμε στην πράξη, παρά τις αντίθετες
δηλώσεις, στο να κατανοούμε την ένωση ως πανομολογιακή συγκόλληση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου