Ανώνυμος είπε...
Στη θεολογική αυτή συζήτηση που γίνεται Το δίκαιο το έχει ο θεολόγος κ.
Παναγιώτης Νούνης και όχι ο παλαιοημερολογίτης γιατρός κ. Κυπριανός
Χριστοδουλίδης.
κχ
Άκουσε, αγαπητέ σχολιαστή, καί μάθε, ότι τό ζήτημα δέν είναι ποιός έχει δίκιο
καί ποιός άδικο. Η "ουσία" τού θέματος είναι τίνος τά επιχειρήματα
στοιχειοθετούν έλλογη τοποθέτηση, άρα αποδοχή, καί τίνος όχι. Παρένθεση, δέν
είναι δικά μου αυτά που θά γράψω, είναι στοιχειοθετημένα από τήν Καινή Διαθήκη
καί μάλιστα από τήν «Προς Εβραίους Επιστολή» τού Απ. Παύλου.
Γιά παράδειγμα, η αποτείχιση εκείνη η οποία προτείνει διακοπή Μνημόνευσης -
αυτονόητα ΚΑΙ κοινωνίας - αλλά αφήνει ανοικτό τό ενδεχόμενο ο διακόψας τήν
Μνημόνευση - αυτονόητα καί τήν Κοινωνία - νά συμμετέχει σέ συμπροσευχή καί
συλλειτουργία μέ αμνημόνευτο ή αμνημόνευτους, τότε η διακοπή τής Μνημόνευσης
χάνεται καί ο μή μνημονευτής γίνεται καί κοινωνός καί μνημονευτής. Δηλαδή,
δέκτης τού αιρετικού ή αιρετίζοντος (μπορεί καί αλλόδοξου) επισκόπου ή
επισκόπων.
Πές μου λοιπόν, σέ παρακαλώ, τό λαϊκό σώμα τής Εκκλησίας σέ τί κατάσταση
βρίσκεται αντιμέτωπο, όταν έχει έναν ιερέα (ανώτερης ή κατώτερης βαθμίδας δέν
έχει σημασία) ο οποίος από τή μιά παροτρύνει τούς πιστούς στήν αποτείχιση, ενώ
από τήν άλλη συμμετέχει, συλλειτουργεί, συμπροσεύχεται, κοινωνεί, μέ εκείνους
που έχει διακόψει Μνημόσυνο καί Κοινωνία ; Πώς θά περιέγραφες αυτή τήν
κατάσταση ; Μέ τό τέχνασμα άλλο η μνημόνευση καί έτερο η κοινωνία; Δέν γράφει ο
Απ. Παύλος (Εβ. ιγ΄) «7 Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν
τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν
πίστιν...», γιά νά συμπληρώσει πιό κάτω μέ τό «17 Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν
καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες·
ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες· » ; Δέν βλέπεις εδώ, ότι η
μνημόνευση απαιτεί τό «ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν
πίστιν» ; Ποιά είναι η πίστη αυτών τών ηγουμένων, γιά τούς οποίους γίνεται καί
συνιστάται η αποτείχιση ;
Απάντησέ μου, σέ παρακαλώ, επειδή μπορεί νά κάνω λάθος στήν αναθεώρηση τής
έκβασης τής αναστροφής τών ηγουμένων, τούς οποίους έχω από καιρό εγκαταλείψει.