Βέβαια είναι αλήθεια ότι ή πρώτη σύλληψη, από το λογοκρατούμενο πνεύμα μας,
της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού είναι συνήθως μια
διαφάνεια νοησιαρχική. Τη διαδικασία της επικλήσεως συλλαμβάνουμε ως καθαρή
νοητική λειτουργία. Αλλά αν βιώνουμε έναν ορισμένο βαθμό αγιοπνευματικής
εμπειρίας, το πνεύμα μας, καθώς ανοίγει τις πύλες του για να δεχθεί την εικόνα
της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, δεν υποδέχεται μια
παράσταση της διανοίας αλλά μια άγιοπνευματική «Θεία Λειτουργία», στην οποία
εκφράζεται συνοπτικά όλη η δυναμική λυτρωτική παρουσία της ζωής του Κυρίου. Η
επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι μια τυπική (μηχανική – ψυχολογική)
επανάληψη προβολής νοητικών διαφανειών στην οθόνη του πνεύματός μας. Είναι αναμφιβόλως
η έκχυση της συνολικής δυναμικής του σωτηριολογικού Του έργου στην καθολική μας
ύπαρξη.
Πράγματι! Έδώ μπορεί κανείς να θυμηθεί τη διαβεβαίωση του Παύλου· «Ότι η
αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος
ημίν» (Ρωμ. 5, 5.). Αν η αγάπη του Θεού είναι ο μονογενής Υιός Του, η έκχυση
του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές μας είναι η έκχυση της χάριτος του λυτρωτικού
Του έργου σε όλο το χώρο της υπάρξεως μας. Ο απ. Παύλος, μ’ ένα νου βαπτισμένο
σε απερίγραπτες ουράνιες εμπειρίες, μας παραδίδει συχνά έννοιες που δεν
μπορούμε να καταλάβουμε άμεσα. Μπορούμε όμως να … υποψιαζόμαστε τί άπειρο βάθος
«σοφίας Χριστού» υπάρχει πίσω από κάθε έννοια που είναι προορισμένη να
προσανατολίζει το πνεύμα μας στη συνάντηση και βίωση του Χριστού μέσα μας. Έτσι
η προτροπή του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» είναι μια ευαγγελική διαφάνεια μέσα
από την οποία αναφαίνεται η «ανά πάσαν στιγμήν» λυτρωτική ενέργεια της αγάπης του
Θεού διά του ονόματος του Υιού Του «εν Αγίω Πνεύματι».