Έρευνα
πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Ο
όρος Οικουμενισμός προέρχεται από το αρχαίο Βυζάντιο. Σημαίνει «κατοικημένος
κόσμος», από την ελληνική λέξη «οικουμένη», η οποία μπορεί να μεταφραστεί ως
«κόσμος». Το γεγονός είναι ότι οι Βυζαντινοί θεωρούσαν ότι ο πολιτισμένος
κόσμος είναι μόνο εκείνο το μέρος του πλανήτη που ήταν μέρος της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας. Εξ ου και ο ίδιος ο όρος. Λίγο αργότερα, άρχισε να
χρησιμοποιείται και προς την Εκκλησία και όριζε εκείνες τις εδαφικές περιοχές
που είχαν διαφωτιστεί από το Ευαγγέλιο. Από το 1937, οι θεολόγοι του
Πανεπιστημίου του Πρίνστον στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν προτείνει αυτόν τον
όρο προκειμένου να ονομαστεί ένας διάλογος μεταξύ των χριστιανικών
θρήσκευμάτων. Σήμερα, αυτή η λέξη αναφέρεται πιο συχνά με τρεις εντελώς
διαφορετικές έννοιες:
α) διάλογος μεταξύ Ορθόδοξων
Χριστιανών και μη Ορθόδοξων κοινοτήτων (και ακόμη και με εκπροσώπους άλλων
θρησκειών), το κύριο καθήκον του οποίου είναι η κοινή εργασία για την ειρήνη ή
τη φιλανθρωπία στον κόσμο (ένας τέτοιος διάλογος δεν συνεπάγεται δογματική
ενότητα).
β) μια θεολογική τάση που θέτει το
καθήκον να ενώσει διάφορα χριστιανικά θρησκεύματα σε μια ενιαία «εκκλησία» (για
να επιτύχει την «ενότητα», πιο συχνά, είναι οι Ορθόδοξοι που πρέπει να
εγκαταλείψουν τα δογματικά ή άλλα χαρακτηριστικά τους, επομένως, ένα τέτοιο
όραμα του Οικουμενισμού έχει έναν αντι-ορθόδοξο χαρακτήρα).
γ) το δόγμα της πιθανής ενοποίησης
όλων των θρησκειών σε μια νέα, κοινή θρησκεία για όλους (ένας τέτοιος
οικουμενικός συγκρητισμός έχει σαφώς αντιχριστιανικό χαρακτήρα).
---------------------------------------------------------
Είδαμε
σε προηγούμενη δημοσίευση ότι ο λεγόμενος εκ μέρους των ΓΟΧ ο αγώνας και
σε επίπεδο ηγεσίας και σε επίπεδο κλήρου και λαού ήταν ενάντια στην
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΜΟΝΟ.
Η
αλλαγή του Ημερολογίου ήταν ομολογουμένως ένα λάθος της τότε εκκλησιαστικής
ηγεσίας. Λάθος που ευνοούσε τα κρυφά σχέδια των Παπικών, των Μασώνων και όσων
υπογείως από τότε κινούνταν υπό την καθοδήγηση πονηρών πνευμάτων προς
άλωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η αντίδραση ήταν επιβεβλημένη, αλλά έγινε με
λάθος τρόπο.
Στο
'Αποκηρυκτικό ῎Εγγραφό τους προς την Καινοτόμο 'Ιεραρχία, οι τρεις ' 'Ιεράρχες
επεκαλούντο τους εξής σοβαρούς λόγους για το διάβημά τους:
–
Μονομερής και αντικανονική εισαγωγή στην 'Εκκλησία του Γρηγοριανού
'Ημερολογίου, παρά τα θέσμια των επτά Οικουμενικών Συνόδων και την αιωνόβιο
πράξη της 'Ορθοδόξου 'Εκκλησίας·
–
Διάσπαση της ενότητος της 'Ορθοδόξου 'Εκκλησίας και διαίρεση των
Χριστιανών μέσω της εισαγωγής του Γρηγοριανού 'Ημερολογίου, άνευ της συναινέσως
όλων των 'Ορθοδόξων 'Εκκλησιών·
–
'Αθέτηση των θείων και ιερών Κανόνων, οι οποίοι διέπουν τα της Θείας
Λατρείας και επίσης αθέτηση της νηστείας των 'Αγίων 'Αποστόλων·
–
Παραβίαση εμμέσως του Πασχαλίου Κανόνος της Α´ Οικουμενικής Συνόδου διά
της αλλοιώσεως του εορτολογίου και του ενιαυσίου κύκλου του Κυριακοδρομίου,
μετά των οποίων συνδέεται αναπόσπαστα·
–
Διάσπαση της ενότητος της 'Ορθοδόξου 'Εκκλησίας στον εορτασμό των 'Εορτών
και διαίρεσις των Χριστιανών, η οποία έθιξε εμμέσως το δόγμα της Μιάς 'Αγίας
Καθολικής και 'Αποστολικής 'Εκκλησίας του Συμβόλου της Πίστεως·
–
Πρόκληση σκανδαλισμού, διαιρέσεως και αντεγκλήσεως των Χριστιανών και
αποβολή της ομοφωνίας, αγάπης και αλληλεγγύης.
Για
τους λόγους αυτούς, θεωρήθηκε ότι η Διοικούσα 'Ιεραρχία της 'Ελλάδος « απέσχισε
εαυτήν κατά το πνεύμα των 'Ιερών Κανόνων του όλου κορμού της 'Ορθοδοξίας και
εκήρυξε κατ' ουσίαν εαυτήν σχισματικήν, με την διευκρίνισι ότι ο αγώνας τους
ήταν υπέρ επαναφοράς του Πατρίου 'Εκκλησιαστικού 'Ημερολογίου προς αναστήλωσιν
της 'Ορθοδοξίας και ειρήνευσιν της 'Εκκλησίας και του ῎Εθνους».
Ο
Χρυσόστομος όμως γενικότερα δεν θεωρούσε την Εκκλησία του νέου
ημερολογίου ως αιρετική, αλλά ως την νόμιμη και «ανεγνωρισμένην Αυτοκέφαλον
Ελληνικήν Εκκλησίαν». Ο Χρυσόστομος επίσης δεν αποκαλούσε τους Γ.Ο.Χ. ως την
μοναδική Εκκλησία του Χριστού, αλλά ως «θρησκευτική κοινότητα των
Παλαιοημερολογιτών», ως «μίαν φρουράν, ήτις φρουρεί τον θεσμόν του ορθοδόξου
Εορτολογίου, ον ηθέτησεν ως μη ώφειλεν η πλειοψηφία της Ιεραρχίας» και ως
«αποσχισθέντας από της Εκκλησίας Παλαιοημερολογίτας», τους οποίους η Εκκλησία
της Ελλάδος ώφειλε «εις τους κόλπους αυτής να προσελκύση».
Αποτελεί
αδιάψευστη αλήθεια, αποθησαυρισμένη στους τόμους των Απάντων του πρ.Φλωρίνης
Χρυσοστόμου,, το γεγονός ότι, τις πρώτες δεκαετίες μετά την εισαγωγή του νέου
Ημερολογίου οι Γ.Ο.Χ., έβλεπαν ως μόνο πρόβλημα και άρα δικαιολογία του αγώνα
τους, το ημερολόγιο και την νηστεία! Στα κείμενα του πρ.Φλωρίνης
δεν υπήρξε ούτε μια φορά η λέξη Οικουμενισμός, η κάποια διαμαρτυρία για την
αιρετική Εγκύκλιο του 1920, διά της οποίας οι Φαναριώτες Πατριάρχες, που
διευκόλυναν την εισαγωγή του Οικουμενισμού στην Εκκλησία, αναβαθμίσουν τις
αιρέσεις της Δύσεως σε «εκκλησίες». Αρκετά χρόνια αργότερα στο «Υπόμνημα
Απολογητικόν του Πατρίου Εκκλησιαστικού Ημερολογίου», ο πρ. Φλωρίνης ομιλεί για
τις πρόσφατες αιρέσεις που είχαν τότε εμφανισθεί. Σε αυτές δεν περιλαμβάνει τον
Οικουμενισμό. Γράφει:
«Ούτω
ίνα περιορισθώμεν εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν της Ελλάδος, τον τελευταίον αιώνα
ενεφανίσθησαν δύο Αιρέσεις, η τού Θεοφίλου Καίρη… και του Αποστόλου Μακράκη…
Ταύτας τας αιρέσεις κατεδίκασεν η Σύνοδος της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της
Ελλάδος» (Υπόμνημα Απολογητικόν του Πατρίου Εκκλησιαστικού Ημερολογίου).
Βλέπετε,
μετά τόσα χρόνια ο πρ. Φλωρίνης δεν είχε ανακαλύψει ακόμα τον Οικουμενισμό. Το
λέει ξεκάθαρα· μόνο δύο έως τότε αιρέσεις γνωρίζει!!! Άρα για το Ημερολόγιο
συνεχώς και τις νηστείες μιλούσαν.
Μας
κατηγορούν ότι η εισαγωγή του νέου ημερολογίου -που έφερε διαφορά στον εορτασμό
και την νηστεία- διαλύει την ενότητα της πίστεως! Και διδάσκει ο πρ. Φλωρίνης
Χρυσόστομος Καβουρίδης, ότι επειδή αλλάξαμε το Ημερολόγιο, παύουμε να
πιστεύουμε στο Σύμβολο της Πίστεως, παύουμε να έχουμε τον ίδιο Χριστό!!!
Γράφει:
Ώστε, όταν η αυτή Θ. Λατρεία, δεν βιώνεται και δεν εκδηλώνεται από όλες τις
τοπικές Εκκλησίες «εν τη πράξει ταυτοχρόνως και ομοιομόρφως», αλλά σε άλλο
χρόνο τις γιορτάζει η μία Εκκλησία και σε άλλον η άλλη, τότε δεν «δύναται πλέον
λογικώς να υποστηρίξη τις ότι το Δόγμα και η Θ. λατρεία»έχουν ενότητα (Άπαντα,
πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου Καβουρίδου, τομ. 1ος, σελ. 90).
«Πως
δύνανται -συνεχίζει- οι Χριστιανοί οίτινες έχουσι μίαν πίστιν, μίαν Θ.
λατρείαν, εν βάπτισμα, ένα Κύριον, τα αυτά μυστήρια, να λέγωσιν εις το Σύμβολον
της πίστεως ότι ανήκουσι εις μίαν… Εκκλησίαν, όταν οι μεν εκ τούτων βαπτίζουσι
τον Χριστόν εις τον Ιορδάνην ποταμόν εορτάζοντες τα Θεοφάνεια, καθ’ ον χρόνον
οι άλλοι… δεν εώρτασαν ακόμα ούτε τα Χριστούγεννα…;» (ΑΠΑΝΤΑ, τομ. 1ος, σελ.
90-91). «Ούτω δεν δύνανται να θεωρούνται ότι ομοδογματούσιν οι χριστιανοί
μιας και της αυτής Εκκλησίας, όταν οι μεν εκ τούτων εορτάζωσιν τας εορτάς των
Χριστουγέννων…, καθ’ ον χρόνον οι δε διανύουσιν εισέτι το στάδιον της
τεσσαρακοστής… Διότι αύτη, χωρίζουσα τους χριστιανούς εις τον εορτασμόν των
μεγάλων εορτών αφαιρεί, απ’ αυτών… και την ιδέαν, ότι πάντες, έχουσιν ένα
και τον αυτόν Ουράνιον Πατέρα τον Θεόν, ένα και τον αυτόν Μεσίτην τον Χριστόν,
εν και το αυτό Πνεύμα» (ΑΠΑΝΤΑ, τομ. 1ος, σελ. 57)
Ουδεμία
Σύνοδος δογμάτισε ότι οι εορτάζοντες σε διαφορετική ημέρα, έχουν διαφορετική
πίστη και διαφορετικό Χριστό!
Και επικαλούνται οι ΓΟΧ για να δικαιολογήσουν την ανομία τους τον ΙΕ΄
Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου.. Αυτοί όμως δεν αποτειχίστηκαν, –όπως
νομοθετεί ο ΙΕ΄ Κανών–όχι επειδή εμείς πέσαμε σε κάποια αίρεση και την
διδάσκαμε «γυμνή τη κεφαλή» –όπως απαιτεί ο ΙΕ΄ Κανόνας για να κάνει κάποιος
αποτείχιση– αλλά για την αλλαγή του Ημερολογίου, που έχει όχι άμεση, αλλά
έμμεση σχέση με το Δόγμα (όπως οι ίδιοι ισχυρίστηκαν –Γράφει ο π.Φλωρίνης.
««Και εφ’ όσον το Δόγμα το κατά θεωρίαν και γνώσιν
εν και το αυτό, βιούται κατά πράξιν και εκδηλούται εν τη Θεία λατρεία και ταίς
ιεροτελεστίαις διαφοροχρόνως και ανομοιομόρφως υπό των χριστιανών, δεν
δύνανται πλέον ούτοι να πιστεύωσι, ότι ομοδογματούσι, και ότι συνεπώς ανήκουσιν
εις μίαν Εκκλησίαν. Τούτου ούτως έχοντος, η κατά θεωρίαν και ξηράν γνώσιν ενότης
και ταυτότης του Δόγματος της μίας Εκκλησίας, δεν διασώζεται πλέον, όταν η
ενιαία αύτη πίστις του Δόγματος βιούται και εκδηλούται εν τη Θεία λατρεία ουχί
κατά τον αυτόν χρόνον και τρόπον, αλλ’ ετεροχρόνως και ανομοιομόρφως. Διότι δεν
δύνανται οι παλαιοημερολογίται και οι νεοημερολογίται, καίπερ έχοντες αμφότεροι
τα αυτά Δόγματα και την αυτήν Θείαν λατρείαν, να ανήκωσιν εις μίαν και την
αυτήν Εκκλησίαν, όταν οι μεν νηστεύωσι και εγκρατεύωνται, όπως εορτάσωσι τα
Χριστούγεννα, καθ’ ον χρόνον οι άλλοι ευφραίνονται και πανηγυρίζουσιν, ου μόνον
τα Χριστούγεννα, αλλά και τα Θεοφάνεια»(Χρυσόστομος Καβουρίδης, ΑΠΑΝΤΑ, τομ.
1ος, σελ. 114).
Ισχυρίζεται
εδώ ότι το δόγμα και η ενότητα της πίστεως αποβαίνει «ξηρά γνώσις
και θεωρία», εφ’ όσον «δεν βιούται και εκδηλούται εν τη Θεία λατρεία κατά τον
αυτόν χρόνον και τρόπον»! Όμως, οι πληροφορίες της Ιεράς Παράδοσης μας λένε ,
ότι οι Χριστιανοί επί 7 περίπου αιώνες γιόρταζαν σε διαφορετικό χρόνο τις
εορτές τους, καταρρίπτουν με πάταγο την αλλοπρόσαλλη και αμάρτυρη στην Παράδοση
της Εκκλησίας κακοδοξία των Γ.Ο.Χ.! Αλλά και σήμερα, οι ανά την γην Ορθόδοξοι
γιορτάζουν σε διαφορετικό χρόνο τις εορτές τους, κατά μία, δύο…, επτά ώρες,
αφού ευρίσκονται σε διαφορετικό ημισφαίριο και γεωγραφικό παράλληλο, ώστε μετά
επτά ώρες, έχει αλλάξει ακόμα και η ημερομηνία, π.χ. στην Αυστραλία!
!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
«...Αξιοσημείωτον τυγχάνει το γεγονός
ότι η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, θελήσασα να ορίση την ημέραν εορτασμού του Πάσχα,
δεν ώρισε μήνας και ημέρας του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλ’ έθετο ως σταθεράν
βάσιν του υπολογισμού την εαρινήν ισημερίαν, δηλ. ώρισε τα κατά τον εορτασμόν
ουχί ημερομηνιακώς, αλλ’ αστρονομικώς, και τούτο διότι το κανονικώς ενδιαφέρον
δεν είναι η ημερομηνία, αλλ’ η ισημερία». Η «εαρινή ισημερία»
δηλαδή, είναι σταθερή και σε όλα τα Ημερολόγια συμβαίνει την ίδια …ημέρα, μόνο
που κάθε ημερολόγιο την ονομάζει με διαφορετικό όνομα.