… Παρουσιάστηκε αθόρυβα, χωρίς καμίαν επίδειξη, μα να που όλοι – αυτό είναι παράξενο – Τον αναγνωρίζουν. Ο λαός συρρέει προς Αυτόν ακατανίκητα. Τον περιτριγυρίζει, μαζεύεται κοντά Του, Τον ακολουθεί. Αυτός περνάει σιωπηλός ανάμεσά τους μ’ ένα σιωπηλό χαμόγελο ατελείωτης συμπόνοιας. Ο ήλιος της αγάπης καίει στην καρδιά Του, τα μάτια Του αχτινοβολούν το Φως, τη Σοφία και τη Δύναμη, που συγκλονίζουν τις καρδιές των ανθρώπων ξυπνώντας μέσα τους την αγάπη. Εκείνος απλώνει τα χέρια, τους ευλογεί. Και φτάνει να Τον αγγίξουν ή μονάχα τα ενδύματά Του να ψαύσουν για να θεραπευθούν. Τότε μέσα απ’ το πλήθος αναφωνεί ένας γέρος, που ήταν τυφλός απ’ τα παιδικά του χρόνια: «Κύριε, θεράπευσόν με ίνα Σε ίδω και εγώ». Και τότε, λες και πέφτει το πέπλο πούχε μπροστά στα μάτια του, κι ο τυφλός αναβλέπει. Ο λαός κλαίει και φιλάει το χώμα όπου Εκείνος βαδίζει. Τα παιδιά ρίχνουν μπροστά Του λουλούδια, ψάλλουν και Τον υμνούν: «Ωσαννά!» «Είναι Αυτός, είναι Αυτός ο ίδιος» λένε και ξαναλένε όλοι, «πρέπει νάναι Αυτός, δεν μπορεί νάναι άλλος απ’ Αυτόν». Σταματάει μπροστά στα προπύλαια της Μητρόπολης της Σεβίλλης τη στιγμή ίσα – ίσα, που φέρνουν στο ναό με κλάματα και μοιρολόγια ένα μικρό, άσπρο φέρετρο, όπου αναπαύεται ανάμεσα στα λουλούδια ένα κοριτσάκι εφτά χρονών, το μοναχοπαίδι ενός άρχοντα. «Αυτός θ’ αναστήσει το παιδάκι σου» φωνάζουν στη μητέρα που κλαίει.
Απάντηση στα ψέματα για το 1821 -- του π. Γεωργίου Μεταλληνού
«Δυστυχώς, υπάρχουν ορισμένοι δέσμιοι της ιδεολογίας τους, που αρνούνται τον χαρακτήρα της Ελληνικής Επανάστασης»
Υπάρχουν, δυστυχώς, δέσμιοι της ιδεολογίας τους και εγκλωβισμένοι στην προκατάληψη και στους ερασιτεχνισμούς τους που αρνούνται τον εθνικό χαρακτήρα της Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης του 1821, θεωρώντας την ένα εσωτερικό κοινωνικό γεγονός και όχι αγώνα για την εθνική μας παλιγγενεσία. Και όμως υπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες για τον αληθινό χαρακτήρα της, δύο από τις οποίες, λόγω της σημασίας τους, θα παρουσιαστούν στη συνέχεια. Η σημασία τους έγκειται στο γεγονός ότι είναι σύγχρονες με την έκρηξη του Αγώνα και αποτελούν αυθόρμητες και αβίαστες δηλώσεις δύο προσώπων που ανήκουν σε διαφορετικούς χώρους και κινούνται από διαφορετικές προϋποθέσεις. Η πρώτη προέρχεται από τον Άγγλο προτεστάντη μισιονάριο (ιεραπόστολος) Ισαάκ Λάουντς (Lowndes), άριστο γνώστη της ελληνικής γλώσσας, που βρισκόταν τότε στη Ζάκυνθο.
Λόγος εις την προσκύνησιν της Τιμίας Αλύσεως του ενδόξου Αποστόλου ΠΕΤΡΟΥ.
Μέγας είναι ο Απόστολος Πέτρος, διότι και τι άλλο είναι ειμή αυτή αύτη η υπερτάτη κορυφή και ακρόπολις όλων των μαθητών του Χριστού. Μέγας τη αληθεία είναι ο Απόστολος Πέτρος και δύσκολον είναι ανθρωπίνη γλώσσα να τον εγκωμιάση καθώς πρέπει. Λοιπόν ουδέ εγώ ηδυνάμην ποτέ να έλθω εις τόσην τόλμην, ώστε να θελήσω, ανάξιος και ακάθαρτος ων, να συγγράψω λόγον εις τον Απόστολον Πέτρον και εις τα θαύματά του, αν μη και αυτός ο ίδιος δεν ήθελε φανή εις το όραμά μου, να με παρακινήση εις τούτο και να με εμψυχώση, ότε ήμην πολλά πεφοβισμένος, καθώς ήτο πρέπον, και ημέλουν, μη δυνάμενος να λάβω θάρρος εις αυτόν τον αγώνα. Αλλ’ επειδή και από το όραμα εκείνο έλαβον αιτίαν, και ως να εδέχθην ισχύν και θάρρος εις τον λογισμόν μου, δια τούτο αποτολμώ να σας ομιλήσω σήμερον δια την Άλυσιν του Αποστόλου και να σας διηγηθώ τον τρόπον, με τον οποίον μετεκομίσθη αύτη από την Παλαιάν Ρώμην εις την Νέαν, ήτοι εις την Κωνσταντινούπολιν.
Τη ΙΣΤ΄ (16η) Ιανουαρίου, τελείται η προσκύνησις της Τιμίας Αλύσεως του Αγίου και ενδόξου Αποστόλου Πέτρου.
Πέτρου του ενδοξοτάτου και Πρωτοκορυφαίου των Αποστόλων την τιμίαν άλυσιν προσκυνούμεν κατά την σήμερον, δι’ ης προσεδέθη εν τη φυλακή δια τον Χριστόν, ότε κατά προσταγήν του τετράρχου Ηρώδου συνελήφθη, καθώς ο Απόστολος Λουκάς ιστορεί εν κεφαλαίω ΙΒ΄ των Πράξεων, εν αις λέγει ότι Ηρώδης ο Αγρίππας, ο Ηρώδου του μεγάλου έγγονος και των Ιουδαίων βασιλεύς, εκμανείς κατά της Εκκλησίας του Χριστού, κατέσφαξεν εν Ιερουσαλήμ το έτος μγ΄ (43) Ιάκωβον τον αδελφόν Ιωάννου του Ευαγγελιστού. Ιδών δε ότι τούτο εφάνη αρεστόν εις τους Ιουδαίους, συνέλαβεν ομοίως και τον Πέτρον και κατέκλεισεν αυτόν εις την φυλακήν τηρών αυτόν έως ου, παρελθούσης της εορτής του νομικού Πάσχα, προσενέγκη και τούτον εις τον λαόν ως κεχαρισμένον σφάγιον· αλλ’ ο Απόστολος, δι’ Αγγέλου παραδόξως απολυθείς των δεσμών, διεσώθη (Πράξεις ΙΒ΄ 1-19).
Δὲν θέλω οὔτε τὴν ζωήν, οὔτε τὸν θάνατον ἄνευ Σού, Γλυκύτατε Κύριε!
«Σταθῆτε ὅλα τὰ σύμπαντα, ὅλοι οἱ ὑπάρχοντες κόσμοι, καὶ ὅλα τὰ ὄντα! Κάτω ὅλαι αἱ καρδίαι, ὅλοι οἱ νόες, ὅλαι αἱ ζωαί, ὅλαι αἱ ἀθανασίαι, ὅλαι αἱ αἰωνιότητες! Διότι, ὅλα αὐτὰ ἄνευ τοῦ Χριστοῦ εἶναι δι' ἐμὲ κόλασις ἡ μία κόλασις δίπλα εἰς τὴν ἄλλην κόλασιν, ὅλα εἶναι ἀναρίθμητοι καὶ ἀτελεύτητοι κολάσεις καὶ εἰς τὸ ὕψος καὶ εἰς τὸ βάθος καὶ εἰς τὸ πλάτος. Ἡ ζωὴ ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀλήθεια ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἥλιος ἄνευ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ σύμπαντα χωρὶς Αὐτόν, ὅλα εἶναι τρομερὰ ἀνοησία, ἀνυπόφορον μαρτύριον, σισύφειος βάσανος, κόλασις! Δὲν θέλω οὔτε τὴν ζωήν, οὔτε τὸν θάνατον ἄνευ Σού, Γλυκύτατε Κύριε! Δὲν θέλω οὔτε τὴν ἀλήθειαν, οὔτε τὴν δικαιοσύνην, οὔτε τὸν παράδεισον, οὔτε τὴν αἰωνιότητα. Ὄχι, ὄχι! Ἐσένα μόνον θέλω. Ἐσὺ μόνο νὰ εἶσαι εἰς ὅλα, ἐν πᾶσι καὶ ὑπεράνω ὅλων!.... Ἡ ἀλήθεια, ἐὰν δὲν εἶναι ὁ Χριστός, δὲν μοῦ χρειάζεται, εἶναι μόνο μία κόλασις. Τὸ ἴδιον εἶναι κόλασις καὶ ἡ δικαιοσύνη, καὶ ἡ ἀγάπη, καὶ τὸ ἀγαθόν, καὶ ἡ εὐτυχία καὶ αὐτὸς ὁ Θεός, ἐὰν δὲν εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι κόλασις. Δὲν θέλω οὔτε τὴν ἀλήθειαν ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὴν δικαιοσύνην ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὴν ἀγάπην ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τὸν Θεὸν ἄνευ τοῦ Χριστοῦ. Δὲν τὰ θέλω ὅλα αὐτὰ κατ' οὐδένα τρόπον! Θὰ δεχθῶ κάθε εἴδους θάνατον ἂς μὲ θανατώσετε μὲ ὅποιον τρόπον θέλετε, ἀλλὰ χωρὶς τὸν Χριστὸν δὲν θέλω τίποτε. Οὔτε τὸν ἑαυτόν μου, οὔτε καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιον τὸν Θεόν, οὔτε κάτι ἄλλο μεταξὺ τῶν δύο τούτων δὲν θέλω, δὲν θέλω, δὲν θέλω!»
(Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς 1979).
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ
"ΕΡΩΤΗΣΙΣ Κ΄. Ἐκ ποίας δυνάμεως οἱ τὰ ἐναντία φρονοῦντες [καὶ πράττοντες] προφητεύουσι πολλάκις καί θαυματουργοῦσιν;
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ. Τά σημεῖα, καὶ αἱ θαυματουργίαι, καί αἱ προρρήσεις, πολλάκις καὶ δι᾿ ἀναξίων κατά τινα χρείαν ἤ οἰκονομίαν γίνονται, ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Βαλαὰμ καὶ τῆς ἐγγαστριμύθου. Καὶ πάλιν, οἱ Ἀπόστολοι, εὑρόντες τινὰ ἄπιστον, «ἐν τῶ ὀνόματι Χριστοῦ ἐκβάλλοντα δαιμόνια», καὶ κωλύσαντες αὐτόν, εἶπον τῶ Χριστῶ· καὶ εἶπε. «Μὴ κωλύετε αὐτόν· ὁ μὴ ὤν γὰρ καθ᾿ ὑμῶν», φησίν, «ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν». Οὐκοῦν ὁπόταν ἴδης καὶ δι᾿ αἱρετικῶν, καὶ διὰ ἀπἰστων σημεῖόν τι κατὰ κρῖμα Θεοῦ γινόμενον, μὴ θαμβηθῆς μηδὲ σαλευθῆς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Πολλάκις γὰρ καὶ ἡ πίστις τοῦ προσερχομένου ἐστίν, ἡ τὸ σημεῖον ποιήσασα, καὶ οὐχ ἡ ἀξία τοῦ ποιήσαντος. Καὶ γὰρ Ἰωάννης, ὁ μείζων πάντων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν, οὐ φαίνεταί τι σημεῖον πεποιηκώς· ὁ δὲ Ἰούδας πάντως πεποίηκε· καὶ γὰρ καὶ αὐτὸς μετὰ τῶν ἄλλων ἦν τῶν πεμφθέντων νεκρούς ἐγεῖραι καὶ λεπρούς καθᾶραι.
Τά στολίδια τῶν γυναικῶν -- Από τόν βίο τοῦ Ὁσίου Πέτρου:
Κάποτε ὁ Ὅσιος μέ θαῦμα γιάτρεψε τήν ἄρρωστη μητέρα τοῦ Θεοδωρήτου Ἐπισκόπου Κύρου. Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἔγραψε καί τόν βίο τοῦ Ὁσίου Πέτρου καί μάλιστα προσθέτει τό ἑξῆς περιστατικό. Ὁ Ὅσιος, λέγει, δέν γιάτρεψε μόνο τό σῶμα τῆς μητέρας του, ἀλλά καί τήν ψυχή. Διότι ἡ μητέρα του στολιζόταν μέ διάφορα χρυσά καί μεταξωτά, περιδέραια κ.λπ. Ὁ Ὅσιος μέ ἕνα πολύ σοφό παράδειγμα, τήν ἔπεισε νά τά ἀπορρίψη ὅλα αὐτά λέγοντας τά ἑξῆς. Ὅπως κάποιος ἄριστος ζωγράφος, ὅταν κατασκευάση μέ μεγάλη τέχνη κάποια εἰκόνα, καί δῆ κάποιον ἄλλον ἄτεχνο ζωγράφο νά βάλη ἄλλα χρώματα σέ αὐτήν ὀργίζεται, ἔτσι καί ὁ Πλάστης καί ζωγράφος Θεός ὀργίζεται, ὅταν οἱ γυναῖκες (τώρα τελευταῖα καί οἱ ἄνδρες) βάζουν φτιασίδια καί στολίζουν τό σῶμα τους μέ τά μάταια καί σιχαμερά στολίδια. Διότι κατά αὐτόν τόν τρόπο κατηγοροῦν τόν Θεό ὅτι εἶναι ἀμαθής καί ἄτεχνος καί δέν γνώριζε νά τίς δημιουργήση ὄμορφες καί ὡραῖες. Καί δέν σκέπτονται ὅτι ὁ Θεός κάνει ὅλα ὅσα θέλει, γνωρίζοντας ὅμως τό συμφέρον, δέν δίνει σέ ὅλους καί σέ ὅλες αὐτό πού θά ἀποβῆ βλαβερό στίς ψυχές τους, καθώς τέτοιο εἶναι καί τό σωματικό κάλλος.