Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς. ερμηνεία του 15ου Κανόνος από το νέο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε.



 ν συνεχεί στήν δια πρώτη συνέλευσι τς Συνόδου προσήχθησαν λλοι πτά πίσκοποι, ο ποοι εχαν προσχωρήσει στήν εκονομαχική αρεσι. Καί ατοί ν μετανοί, διά τήν ρνησι τς πίστεως, ζήτουν νά νταχθον πάλι στήν κκλησία. Μέ ατούς σχολήθηκε πολύ κτενέστερα Ζ΄ Οκουμενική Σύνοδος, γένοντο πάμπολλες συζητήσεις τν Πατέρων διά τό πς θά τούς ποδεχθον καί νεγνώσθησαν διάφορα κείμενα γίων Πατέρων καί Συνόδων. Σέ κάποια στιγμή τς συζητήσεως διελέχθησαν τά ξς:
«Ταράσιος γιώτατος πατριάρχης επεν· ρτίως ον καί μες κατά τόν καιρόν τοτον τήν ναφυεσαν αρεσιν πς φείλομεν δέξασθαι; ωάννης θεοφιλέστατος τοποτηρητής το ποστολικο θρόνου τς νατολς επεν · αρεσις χωρίζει πό τς
κκλησίας πάντα νθρωπον. γία σύνοδος επε· τοτο εδηλόν στιν» (π. ν.3,733).
Δηλαδή φ’ σον πάρχει αρεσις, ατός πού τήν ποδέχεται καί πάγεται ες ατήν, χωρίζεται μέσως πό τήν κκλησία. Ατό μολόγησε Οκουμενική Σύνοδος καί πό ατό πάλι καταδεικνύεται τι ν καιρ αρέσεως ποτείχισις εναι μόνη δός σωτηρίας. Τελικς καί ατούς τούς πισκόπους, φ’ σον νέγνωσαν τούς λιβέλλους ναντίον τς αρέσεως, τούς πεδέχθη Σύνοδος καί τούς πέδωσε καί τούς πισκοπικούς θρόνους των.
Πρίν κλείσομε τήν ναφορά μας στή Ζ΄ Οκουμενική καί προκειμένου νά γίνη πλήρως κατανοητό τό γιατί δέν τιμωροντο σοι ν καιρ αρέσεως δέν πετειχίζοντο πό τούς αρετικούς Πατριάρχες καί πισκόπους, θά ναφέρωμε καί να τμμα ες τό ποο ο Πατέρες, προκειμένου νά βεβαιωθον διά τό πς θά ντιμετωπίσουν τούς μετανοοντας καί πιστρέφοντας κ τς αρέσεως, νέγνωσαν τμμα τν πρακτικν της Δ΄ ν Χαλκηδόνι Συνόδου, τό ποον χει ς ξς:
« γία σύνοδος επε · ναγνωσθήτω καί τά λοιπά τν κανονικν χρήσεων. τι Κωνσταντνος ελαβέστατος διάκονος καί νοτάριος το εαγος πατριαρχείου νέγνω κ τν πεπραγμένων τς γίας καί οκουμενικς τετάρτης συνόδου τς ν Χαλκηδόνι. “Ο νατολικοί καί ο σύν ατος ελαβέστατοι πίσκοποι ξεβόησαν · πάντες μάρτομεν, πάντες συγγνώμην ατομεν. Καί αθις Θαλάσσιος, Εσέβιος καί Εστάθιος ο ελαβέστατοι πίσκοποι επον · πάντες μάρτομεν, πάντες συγγνώμην ατομεν. καί μεθ’ τερα. Καί ναστάς ελαβέστατος πίσκοπος Γουβενάλιος μα ατος μετλθον ες τό λλο μέρος · καί νεβόησαν ο νατολικοί καί ο σύν ατος ελαβέστατοι πίσκοποι · Θεός καλς νεγκέ σε ρθόδοξε, καλς λθες. καί μεθ’
τερα πλεστα. Ο λλυρικιανοί ελαβέστατοι πίσκοποι επον · πάντες σφάλημεν, πάντες συγγνώμην ατομεν”» (π. ν., 3, 736).
Ατός λοιπόν εναι λόγος διά τόν ποο ο Πατέρες ν τ εσπλαγχνί των καί φ’ σον μετανόουν διά τήν λλειψιν τς μολογίας τς πίστεως καί τόν συμβιβασμό,
δέν τιμωροσαν σους δέν πετειχίζοντο ν καιρ αρέσεως, πό τούς αρετικούς Πατριάρχες καί πισκόπους. Τό γεγονός τι καί ο διοι ο προσερχόμενοι αρετικοί
ντιμετώπιζον τούς αυτούς των ς παραβάτας ν καιρ αρέσεως, δεικνύει τι ποτείχισις το Παράδοσις τς κκλησίας. Τό πς, τώρα, δύναται νά χρησιμοποιηθ ς πιχείρημα πέρ τς δυνητικς ρμηνείας το ΙΕ εροΚανόνος τς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τό τι δηλαδή ο μή ποτειχισθέντες ν καιρ αρέσεως δέν τιμωρήθησαν,
ατό μόνο σέ μέρες λλοιώσεως το ρθοδόξου φρονήματος (πως συμβαίνει στίς μέρες μας) δύναται νά γίνη.

Επιστολαί Αγ. Νεκταρίου,


Επιστολή 29η

Εν Αθήναις τη 17 Σεπτεμβρίου 1907

Θυγάτηρ εν Κυρίω αγαπητή Ξένη εύχομαί σοι πατρικώς.
Έλαβον την από 10  και 14 υπερμεσούντος μηνός επιστολάς σας, προς ας απαντώ δια της παρούσης μου. Προς την κυρίαν Κατίγκω του Κυρίου Νικήτα να προσφέρητε τας ευχάς μου και να τη ειπήτε, ότι δια μόνου του διαγωνισμού είναι δυνατόν να γίνη μαθητής τις υπότροφος της Σχολής. Οι διαγωνισμοί εφέτος έληξαν, το ερχόμενον πιστεύω να προκηρυχθή αύθις διαγωνισμός, οφείλει δε ο υιός της να προσαγάγη εις το υπουργείον της Παιδείας απολυτήριον Σχολαρχείου, αποδεικτικόν του Δημάρχου ότι δεν είναι πλέον των 16 ετών και πιστοποιητικόν του ιατρού και του Πνευματικού του, ότι υγιαίνει σωματικώς και ψυχικώς. Ταύτα οφείλει να τα προσαγάγη εγκαίρως κατά την προθεσμίαν την διδομένην υπό του υπουργείου, το οποίον παραπέμπει αυτά εις το Συμβούλιον της Σχολής, όπερ αφού εξελέγξη, πέμπει εις ημάς, ημείς δε προσκαλούμεν τους μαθητάς εις διαγωνισμόν δια της εφημερίδος. Εάν εις τον διαγωνισμόν επιτύχη, γίνεται υπότροφος της Σχολής. Μόνον μέσον προς είσοδον εις την Σχολήν είναι ο διαγωνισμός και δι΄ αυτού η επιτυχία. Εγώ δια τον ανεψιόν μου επλήρωνα χαριστικώς το ήμισυ του διδομένου ποσού, αλλ΄ ήδη και τούτου η μετρίασις δι΄ αποφάσεως του συμβουλίου δεν επιτρέπεται, ώστε αδυνατούμεν να τη φανώμεν ωφέλιμοι…   Εις την υγείαν χάριτι θεία έχω καλώς, εύχομαι και υμίν τα΄ άριστα. 
                                                                                                                                                                         


Σας εύχομαι και διατελώ προς τον Θεόν ευχέτης.

Ο Πνευματικός Πατήρ σας

+Ο Πενταπόλεως Νεκτάριος.

Υ.Γ.  Σας στέλλω και τινας ύμνους.
Ο ίδιος.

Καλή και Ευλογημένη Ανάσταση!

"Πλάκες που στέκατε βαριές
στα μνήματα και στις καρδιές
σας έσπασε ο Χριστός μου"



Καλή και Ευλογημένη Ανάσταση στους εγγύς και τους μακράν, στους πιστούς και τους αρνητές, στους χριστιανούς και τους αγνοούντας τον λόγο Του....







Α΄ ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓ. ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ.



Ανίσως και θέλετε να σας ειπώ ένα παράδειγμα δια να καταλάβετε την δύναμιν του σταυρού, σας το λέγω: Εις την Αίγυπτον, εις το Μισίρι, ήτον ένας βασιλεύς ασεβής, είχε έναν Εβραίον βεζίρη και από Εβραίος οπού ήτον έγινε και Τούρκος, άφησε τον ένα Διάβολον και επήγε με τον άλλον. Ήξευρε γράμματα εβραϊκά και τούρκικα. Εις την Αλεξάνδρειαν ήτον ένας πατριάρχης, το όνομά του Ιωακείμ, αγιώτατος άνθρωπος, σοφός και ενάρετος. Ακούοντας ο βασιλεύς τον πατριάρχην πως ήτον άγιος άνθρωπος τον αγάπα κατά πολλά. Λέγει ο Εβραίος του βασιλέως: Κάτι πολλήν αγάπην έχεις  με τον πατριάρχην. Του λέγει ο βασιλεύς: Ο Ιωακείμ ο πατριάρχης είναι καλός, δίκαιος άνθρωπος. Του λέγει ο Εβραίος σαν βεζίρης οπού ήτον: Κράξε, βασιλεύς, τον πατριάρχην να έλθη να φιλονικήσωμεν αντάμα και να ιδής πως  να τον κάμω να μην ηξεύρη να αποκριθή. Έκραξε ο βασιλεύς τον πατριάρχην να έλθη. Λέγει του ο Εβραίος, επειδή και ήξευρε το Ευαγγέλιον: Εγώ θέλω, πατριάρχη, να φιλονικήσωμεν μερικά και περί πίστεως. Λέγει του ο πατριάρχης: Με τον ορισμόν σου, βασιλεύς, έτοιμος είμαι δια την πίστιν μου να χύσω και το αίμα μου. Και κάμνοντας αρχήν ο πατριάρχης να φιλονικά με τον Εβραίον με ένα τρόπον επιδέξιον πάντοτε τον αποστόμωνε τον Εβραίον. Λέγει ο Εβραίος του πατριάρχου: Τι θέλομεν να φιλονικώμεν; Εγώ ακούω οπού λέγει ο Χριστός σας εις το Ευαγγέλιον πως όποιος έχει πίστιν όσον με ένα σπυρί σινάπι μετατοπά ένα βουνό από τον τόπον του και πηγαίνει σε άλλο μέρος. Λέγει ο πατριάρχης: Αληθινά, έτσι το λέγει το Ευαγγέλιον. Λέγει ο Εβραίος: Λοιπόν, αν είσαι άξιος, πρόσταξε και εσύ να ασηκωθή από τον τόπον του και τότε να πιστεύσω. Εζήτησεν ο πατριάρχης τρεις ημέρες και τρεις νύκτες διορίαν. Τότε έρχεται ο πατριάρχης και λέγει του βασιλέως: Έτοιμος είμαι δια το πρόσταγμα οπού με επρόσταξες. Ήτον ένα βουνό από την Αίγυπτον έως τρεις ώρες μακριά. Λέγει ο Εβραίος: Βασιλέα, πρόσταξε τον πατριάρχην να ασηκώση εκείνο το βουνό να πιστεύσωμεν και εμείς. Τότε πιάνει ο πατριάρχης και θυμιάζει εκείνο το βουνό και κάμνοντας τον σταυρόν του τρεις φορές, λέγοντας και το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Θεού «σε προστάζω εσέ, βουνό, να ασηκωθής να έλθης εδώ». Και—ω του θαύματος—ευθύς εσηκώθηκε εκείνο το βουνό και έγινε τρία εις τύπον της αγίας Τριάδος και εκίνησε και ερχότουν. Φωνάζει ο βασιλεύς και λέγει: Δια το όνομα του Θεού, βοήθησέ μας και εχαθήκαμε. Και κάμνοντας πάλιν δέησιν ο πατριάρχης εστάθη το βουνό έως έξι μίλια μακριά από την Αίγυπτον και το ονόμασαν Ντουρ νταγ, θέλει να ειπή «στάσου βουνό». Πάλιν ο Εβραίος δεν επίστευσεν και λέγει και άλλο, πως όποιος έχει πίστιν, ανίσως και τύχη ανάγκη να πίη θανάσιμον φαρμάκι, δεν αποθαίνει. Λοιπόν πρόσταξε τον πατριάρχην να του κάμω ένα φαρμάκι να το πίη και, ανίσως και δεν αποθάνη, να πιστεύσωμεν και εμείς. Μα να ηξεύρης και τούτο, βασιλεύς, πως οι χριστιανοί έχουν τον σταυρόν και κάμνοντας τον σταυρόν τους τα διαλύουν όλα και το πικρόν το κάνουν γλυκό. Κάθεται ο Εβραίος τρεις ημέρες και κάμνει ένα φαρμάκι οπού να το εγγίξη εις το στόμα του ο πατριάρχης, ευθύς θα αποθάνη. Το επήγεν εις τον βασιλέα και του λέγει ο Εβραίος: Πρόσταξε τον πατριάρχην να το πίη και να μη κάμη τον σταυρόν του μήτε απάνου του, μήτε εις το ποτήρι. Κράζει ο βασιλεύς τον πατριάρχην να το πίη το φαρμάκι. Κάμνει ο πατριάρχης ως σοφός και άγιος οπού ήτον, θέλοντας να περιγελάσει τον Εβραίον και να τον κάμη μασκαρά, τον εφώτισε το άγιον Πνεύμα, το επήρε εις το χέρι του το ποτήρι με το φαρμάκι και λέγει: Καλά, βασιλεύς, με έδωκες τούτο το ποτήρι, μα δεν με είπες πόθεν να το πίω, από ποία μεριά. Και κάμνοντας το δεξιόν του χέρι εις τύπον ωσάν να ευλογεί ερωτώντας πόθεν να το πίη, από ποίαν μεριάν, εδώθεν, εκείθεν, απ΄ εδώ ή απ΄ εκεί και σταυρώνοντάς το εκείνοι δεν το εκατάλαβαν. Λέγει ο Εβραίος: Πίε το όθενε θέλεις. Και πίνοντάς το—ω του θαύματος!—ο πανάγαθος Θεός άνοιξε μίαν πλευράν του εις την δεξιάν  του μερέαν και έτρεξε όλο το φαρμάκι και πάλιν έμεινεν γερός. Τότε λέγει ο πατριάρχης του βασιλέως: Εγώ έπια όλον το φαρμάκι, λοιπόν πρόσταξε τον βεζίρην σου τον Εβραίον να ξεπλύνη με ολίγον νερόν το ποτήρι να το πίη και αυτός και, αν δεν πάθη τίποτες, να πιστεύσωμεν και εμείς εις την πίστιν του Εβραίου. Δεν ήθελε ο Εβραίος να το πίη, όμως τον εβίασεν ο βασιλεύς και το έπιε και, ω του θαύματος! Ότι το έγγιξεν εις το στόμα του έσκασεν και επήγεν εις την Κόλασιν να καίεται μαζί με τον πατέρα του τον Διάβολον πάντοτε.

CHRIST IS RISEN! TRULY HE IS RISEN!


"Shine, shine, O new Jerusalem! For the glory of the Lord is risen upon Thee"


Lift your glowing Paschal candle and draw it closer to your countenance. Listen to its resplendent voice proclaiming: "Shine, shine, O new Jerusalem." It is addressing each and every one of you, for you are the new Jerusalem. Fill your entire being with its glimmering light; be radiant with joy, you who are the new creation, the faithful believer saved by the Risen Christ.
In the countenance of all of you here and throughout the world who are celebrating this day, the Great Feast of Pascha, the glory that has shown forth from the life-giving tomb casts its brilliant rays upon believers everywhere. It is the glory of the Lord, and it has come to penetrate and implant in the hearts of all people the new creation, which the Church understands as the new man whose life is in Christ.