1. Για τους ανθρώπους πού είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά, ό Γέροντας Παίσιος τόνιζε: «Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή. Ο τσιγκούνης πάλι, πού αγκύλωσε το χέρι του από το πολύ σφίξιμο, έσφιξε και την καρδιά του και την έκανε πέτρινη. Για να θεραπευθεί θα πρέπει να επισκεφθεί δυστυχισμένους ανθρώπους, να πονέσει, οπότε θα αναγκασθεί να ανοίξει σιγά — σιγά το χέρι του, και θα μαλακώσει τότε και η πέτρινη καρδιά του και θα γίνει καρδιά ανθρώπινη και έτσι θα του ανοιχθεί και η πύλη του Παραδείσου».
2. Ό Γέροντας Πορφύριος έλεγε: «Το αν θα πάμε στον Παράδεισο ή στην κόλαση, δεν εξαρτάται από το αν έχουμε λίγα ή πολλά χρήματα, αλλά από τον τρόπο πού θα χρησιμοποιήσουμε αυτά πού έχουμε. Τα χρήματα, τα κτήματα και όλα τα υλικά αγαθά δεν είναι δικά μας, του Θεού είναι, εμείς έχουμε μόνο τη διαχείριση τους. Πρέπει να ξέρουμε ότι ο Θεός θα μας ζητήσει λογαριασμό και για την τελευταία δραχμή μας, αν τη διαθέσαμε σύμφωνα με το θέλημα του ή όχι».
In 1971, the then Patriarch of Serbia, German, as one of the Presidents of the "World Council of Churches (WCC)," co-signed the following "Message" of this ecumenical organization in Geneva:
And the powerful Breath of renewal will blow into the mighty arena of the Church, as well as into each of her communities; for these are not simple administrative units, but they all constitute a part of the one great Christian Church.
This is a clear formulation of the ecclesiological heresy known as the Branch Theory: that the one and great Christian Church is comprised of its constituent Christian communities. The Church of Serbia entered the WCC in 1965 ; thereafter, as Patriarch German began to participate actively in the ecumenical movement—in fact, immediately after his aforementioned declaration—, the ever-memorable dogmatist, Archimandrite Justin (Popovich), ceased to consider him an Orthodox Hierarch and ceased his canonical commemoration, as well as all ecclesiastical relations with him. It is hence noteworthy that the Patriarch did not attend the funeral of Father Justin (†March 25, 1979)….
ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ ΣΧΟΛΑΡΙΟΥ .....Έπειτα δεν θεωρώ μικρό πράγμα το μνημόσυνο του Πάπα ή οποιουδήποτε επισκόπου του.
Άλλωστε η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τελεία υποταγή προς τους γνησίους ποιμένας εκφράζεται με το μνημόσυνο.
..... Επίσης, επειδή ελπίζετε και για κάποια βοήθεια από εκεί, αυτή η ανταλλαγή απόψεων αφ' ενός θα αποκαλύψη τι είδους είναι εκείνες οι ελπίδες και αφ' ετέρου δεν θα προσκρούετε στον Θεό.
Εάν, αντίθετα, πραγματοποιήσετε πρώτα αισχρώς τον εκλατινισμό που θέλετε, και τότε για να εξαπατήσετε τους απλουστέρους βάλετε χρονικά όρια τάχα και ελπίδες λόγων και συζητήσεων, το συμπέρασμα του κακού αυτού διαβήματος θα είναι αυτό που πολλές φορές είπα. Εγώ τότε, έστω κι αν όλη η Ανατολή πάη στην Δύσι, δεν πηγαίνω. και αν όλη η Δύσις έλθη στην Ανατολή, εγώ θα σιωπήσω. και ήδη από τώρα σιωπώ. Διότι, αν όλοι εσείς και η δήθεν σύναξίς σας γίνετε Λατίνοι, με ποιους και για ποιους και τι να ομιλή πλέον ο ταπεινός Γεννάδιος υπέρ του πατρίου δόγματος; Αυτά τα έγραψα εκτενέστερα και στον μέγα δούκα, όπως γνωρίζουν οι τιμιώτατοι που ανέφερα. Τώρα μόνο τα κυριώτερα σταχυολόγησα. Έχω κοντά μου και αντίγραφο του γράμματος εκείνου, στο οποίο μου απήντησε ο μέγας δούκας με τρόπο που με εξέπληξε: «Ματαίως κοπιάζεις, πάτερ, διότι αποφασίσθηκε να επαναφέρωμε το μνημόσυνο του Πάπα και είναι αδύνατο να γίνη αλλοιώς. Με την προϋπόθεσι ότι δεν θα φέρης κανένα εμπόδιο, διότι τίποτα δεν θα πετύχης, έλα να βοηθήσης να το κάνουμε». Και εγώ του απήντησα: «Έλεγα (ότι θα έλθω), με την προϋπόθεσι ότι δεν θα γίνετε Λατίνοι. Εάν αποφασίσατε να γίνετε, και ήδη εγίνατε, όλα τελείωσαν και εγώ δεν έχω ευθύνη γι' αυτό». Λοιπόν, πατέρες άγιοι, δεν αμέλησα και γι' αυτό το συμφέρον της Πόλης. Μάλιστα ουδόλως αμέλησα για την Πίστι και για το συμφέρον της Πόλης, το οποίο κυρίως εξαρτάται από τον Θεό και την προς Αυτόν ορθόδοξο Πίστι μας. Είθε ο Κύριος να ανοίξη τα μάτια όλων. Ειδ' άλλως, τουλάχιστον εσάς και τους πιο εκλεκτούς από σας να φυλάξη σταθερούς στην Πίστι των Πατέρων, ώστε εξ αιτίας σας να υπάρχη κάποια ελπίδα εκ Θεού. Με τις ευχές σας να ελεήση και εμένα τον αμαρτωλό. Πάντως λυπούμαι πολύ.
Ο άπιστος είναι άνθρωπος δυστυχισμένος, όσο κι’αν θέλει να κρύβεται. Βλέπει γύρω του το παναρμόνιο Σύμπαν, αντικρύζει όλα τα θαυμάσια της Δημιουργίας κι εν’τούτοις προσπαθεί να κρατά τα μάτια του κλειστά. Όλα τον ωθούν να παραδεχτεί την ύπαρξη Δημιουργού κι’αυτός επιμένει με πείσμα να τον αρνήται. Γεύεται τις καλές πράξεις των συνανθρώπων του και παρ’όλα αυτά δεν θέλει να παραδεχτεί ότι εμπνευστής των ευγενικών αυτών πράξεων είναι ο Θεός, που κάποια ημέρα όλα θα τα ανταμείψει.
Στα μάτια του συμβιβάζονται, όσο κι’αν διαμαρτύρεται κρυφά η ψυχή του, τα πιο απίθανα πράγματα. Ο δολοφόνος, που ξέφυγε απ’τη δικαιοσύνη και πεθαίνει πλούσιος από τα κλοπιμαία του θύματος, είναι γι’αυτόν ένας άνθρωπος ευτυχισμένος όπως οι τίμιοι αγωνιστές της ζωής.
Δέχεται ακόμη ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, γι’αυτό δεν αισθάνεται ηθικούς δισταγμούς και προσπαθεί συνεχώς να καταπνίγει τη φωνή της συνειδήσεως που διαμαρτύρεται.
Πώς να μην είναι δυστυχισμένος ένας τέτοιος άνθρωπος;
Η ζωή πολλές φορές είναι κουραστική, σκληρή. Οι κόποι και οι ταλαιπωρίες της μας γεμίζουν πολλές φορές αηδία και η ψυχή μας κυριεύεται από μια βαρειά μελαγχολία. Η σκέψη μας τότε κατακλύζεται από ερωτήματα. «Γιατί ζώ; Ποιός είναι ο σκοπός μου; Ποιό είναι το συμφέρον που έχω απ’τη ζωή;»
Αλλοίμονο σ’εκείνον που θα φτάσει σ’αυτή την κατάσταση και δεν θάναι σε θέση να απαντήσει ότι έχει σκοπό μεγάλο, υψηλό, ουράνιο.
Αλλοίμονο σ’αυτόν που δεν θα στηριχθεί σ’αυτές τις φοβερές στιγμές, στο μόνο δυνατό κι’ασάλευτο στήριγμα, στο Θεό.
Πίστεψε, παιδί μου, ότι η ζωή χωρίς το Θεό είναι αληθινά ανυπόφορη.
Ο Βίσμαρκ έλεγε ότι ο άνθρωπος που δεν πιστεύει και δεν θέλει ν’αναγνωρίσει το Θεό είναι αναπόφευκτο να καταντήσει στο σημείο να θεωρεί τη ζωή ανυπόφορη.
Ιδανικά χωρίς Θεό, δεν υπάρχουν.
Ελπίδα χωρίς Θεό, δεν μπορεί να δοκιμάζει η ψυχή.
Χωρίς Θεό, η ζωή γίνεται ζωώδης, θλιβερή, μαύρη.
Πρόσεχε λοιπόν, παιδί μου. Η πίστη είναι η δύναμη που σε ανυψώνει, σου δίνει φτερά, σε κάνει ευτυχισμένο. Φύλαγέ την παιδί μου σαν τον πολυτιμότερό σου θησαυρό.