Τη Ζ΄ (7η) Ιανουαρίου, η Σύναξις του Τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού ΙΩΑΝΝΟΥ.

Συνέδραμε δε και η της παντίμου τούτου χειρός προς την Κωνσταντινούπολιν συνέλευσις.                                                                                                                                   

Ιωάννου του Τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού την Σύναξιν και εορτήν παρελάβομεν άνωθεν και εξ αρχής να εορτάζωμεν τη επαύριον των Αγίων Θεοφανείων, ήτοι κατά την σήμερον, επειδή ούτος υπηρέτησεν εις το μυστήριον του Βαπτίσματος του Κυρίου· όθεν δια την αιτίαν ταύτην συναριθμείται και η εορτή αύτη με τας λοιπάς εορτάς του Προδρόμου, ίνα μηδέν σιωπήσωμεν από τα εκείνου θαυμάσια και υπερφυσικά χαρίσματα. Συνέβη δε να φθάση εις την Κωνσταντινούπολιν και κατά την παρελθούσαν εσπέραν των Αγίων Θεοφανείων η της τιμίας χειρός του Τιμίου Προδρόμου μετακομιδή, ήτις τοιουτοτρόπως εγένετο.

Εις την πόλιν Σεβάστειαν, κατά την οποίαν λέγουσιν, ότι ετάφη το ιερόν του Τιμίου Προδρόμου σώμα, επήγεν ο Ευαγγελιστής Λουκάς, και λαβών την δεξιάν χείρα του προφητικού εκείνου σώματος έφερεν αυτήν εις την Αντιόχειαν, την πατρίδα του, όπου ετέλει αύτη πάμπολλα θαύματα, από τα οποία εν είναι και το ακόλουθον. Εις τα όρια της Αντιοχείας εφώλευεν εις δράκων, τον οποίον εθεοποίουν οι ειδωλολάτραι οι κατοικούντες την Αντιόχειαν, και ετίμων αυτόν κατ’ έτος με ανθρωποθυσίας. Συνέβη δε ποτε και έπεσεν ο κλήρος εις ένα Χριστιανόν να δώση το θυγάτριόν του εις τον δράκοντα, ο οποίος εξερχόμενος από την φωλεάν του και παρουσιάζων φοβερόν και φρικώδες θέαμα, ήνοιγε το στόμα του και εδέχετο μέσα τον προσφερόμενον άνθρωπον και τον εσπάραττε με τους οδόντας του. Δια τούτο ο πατήρ της κόρηςπαρεκάλει με θερμούς αναστεναγμούς και δάκρυα τον Θεόν και τον Τίμιον Πρόδρομον να ελευθερώσωσι την πατρίδα του από τοιούτον πικρόν φθορέα· παρακαλών δε εσοφίσθη να κάμη και εν τοιούτον επιχείρημα, καθότι ευκόλως ευρίσκει μηχανάς και τέχνας πας άνθρωπος εις ανάγκην ευρισκόμενος. Αυτός εζήτησε να προσκυνήση την αγίαν χείρα του Προδρόμου, και ασπαζόμενος αυτήν κόπτει κρυφίως με τους οδόντας του τον αντίχειρα, και τυχών του ποθουμένου εξέρχεται του ναού· ότε δε ήλθεν η ημέρα της θυσίας της θυγατρός του και ήτο παρόν πολύ πλήθος του λαού, ήλθε πλησίον εις τον δράκοντα και ο πατήρ κρατών ομού και την θυγατέρα του. Και καθώς είδε τον δράκοντα ότι ήνοιξε το στόμα του δια να καταπίη την θυγατέρα του, ρίπτει μέσα εις τον φάρυγγά του τον ιερόν δάκτυλον του Προδρόμου και, ω του θαύματος! ευθύς εθανατώθη ο δράκων. Τούτου δε γενομένου, ο μεν πατήρ παρέλαβε την θυγατέρα του ζωντανήν και επέστρεψεν εις τον οίκον του χαίρων και το παράδοξον διηγούμενος, το δε πλήθος του λαού, βλέποντες το τοιούτον θαυμάσιον, εξεπλάγησαν· όθεν και ηυχαρίστουν μεγάλως τον Θεόν και τον Τίμιον Πρόδρομον, και έκτισαν μέγιστον και ωραιότατον Ναόν εις το όνομά του. Λέγεται δε και τούτο ακόμη περί της αγίας ταύτης χειρός. Ότι κατά την ημέραν της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, ήτοι κατά την ιδ΄ (14ην) του Σεπτεμβρίου, υψώνετο και η τιμία αύτη χειρ του Βαπτιστού και άλλοτε μεν εξήπλωνε τους δακτύλους της, άλλοτε δε τους συνέστελλε και με την έκτασιν ή συστολήν εφανέρωνε την μέλλουσαν ευτυχίαν ή δυστυχίαν. Δια τούτο και πολλοί βασιλείς είχον αγάπην και πόθον πολύν να αποκτήσωσι τον ιερόν αυτόν θησαυρόν, εξαιρέτως δε Κωνσταντίνος και Ρωμανός οι Πορφυρογέννητοι, ων ο μεν Κωνσταντίνος εβασίλευσεν εν έτει από Χριστού 912, ο δε Ρωμανός εν έτει 959. Ότε λοιπόν αυτοί εβασίλευον, δια τινος Διακόνου της Αντιοχείας, Ιώβ καλουμένου, μετεκομίσθη εις την Κωνσταντινούπολιν η τιμία αύτη χειρ, κατ’ αυτήν την εσπέραν των Θεοφανείων, κατά την οποίαν είναι παράδοσις να γίνεται ο αγιασμός εις τους Χριστιανούς, ήτοι κατά την παραμονήν των Θεοφανείων. Όθεν ο φιλόχριστος βασιλεύς (ο Κωνσταντίνος δηλαδή) μετά πόθου πολλού ταύτην κατησπάσατο και εις τα βασίλεια αυτού απεθησαύρισε. Τελείται δε η αυτού Σύναξις εν τοις Φωρακίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου