Εθνική Αναγέννηση --- Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

«Χρωστούμε σ’ αυτούς που ήρθαν, πέρασαν, θα ‘ρθούνε θα περάσουν, κριτές θα μας δικάσουν, οι αγέννητοι και οι νεκροί» Κωστής Παλαμάς

Η κατάσταση ομοιάζει ανεξέλεγκτος και η Ελλάς ανυπερθέτως, δυνάμεθα μετά βεβαιότητας να είπωμεν ότι βαίνει εις κρημνόν, μόνον ένα θαύμα, ίσως θα μεταλλάξει άρδην την κατάσταση, εντούτοις όμως η Ελλαδική κοινωνία, τουλάχιστον δεικνύει ότι ευρίσκεται, εις τοσούτον ανυπέρβλητο λήθαργο, όπου ουδείς γνωρίζει το τι μέλλει γενέσθαι.

Άπαντες είναι αυτοπαραδομένοι, δίχως ουδεμία ικμάδα ουσιαστικής αντίστασης, δεν υφίστανται αρχές, αξίες και ιδανικά, μία κοινωνία η οποία καταβαραθρώνεται οσημέραι με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.

ΑΘΕΪΑ, Η ΣΙΩΠΗ ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙΝ -- Τοῦ αειμνήστου Στεργίου Σάκκου, Ὁμοτ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ.

Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος δέν πολυενδιαφέρεται γιά τά πνευματικά καί μάλιστα γιά τά δογματικά θέματα, πού ἀποτελοῦν τό θεμέλιο καί τήν πηγή τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τῆς σωτηρίας. Ἡ σημερινή κουλτούρα καί γενικότερα ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα ὄχι μόνο εὐνοεῖ μιά τέτοια νοοτροπία ἀλλά καί ἐξωθεῖ σʼ αὐτήν. Ἄλλωστε τό στίγμα τοῦ «φονταμενταλισμοῦ» καί ἡ μομφή τῆς μισαλλοδοξίας συνοδεύουν ἀνεξέλεγκτα κάθε προσπάθεια γιά τήν διατήρηση τῶν παραδεδομένων ἀξιῶν, πού ἀποτελοῦν τά θεμέλια τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς πνευματικῆς μας οἰκοδομῆς. Κάτω ἀπό ὅλες αὐτές τίς ἔμμεσες πιέσεις ὁ σημερινός ὀρθόδοξος χριστιανός ἀβασάνιστα ἀποδέχεται τά δελεαστικά κηρύγματα Οἰκουμενισμοῦ, αὐτοῦ τοῦ ὁδοστρωτήρα καί ἰσοπεδωτῆ τῶν δογμάτων, καί περνᾶ στά «ψιλά γράμματα» τίς δογματικές διαφορές. Ὡστόσο, εἶναι λάθος καί παράπτωμα πνευματικό νά ἀδιαφοροῦμε γιά τά δόγματα· νά τά  θεωροῦμε σχολαστική ἐνασχόληση τῶν θεολόγων, ἀνούσιο καί ἐνοχλητικό πονοκέφαλο γιά μᾶς τους «ἁπλούς χριστιανούς».

Περί Αυγουστίνου επισκόπου Ιππώνος -- Του αειμνήστου Αθανασίου Σακαρέλλου, Θεολόγου

1. Ο Αυγουστίνος(354-430) δεν είχε απλώς αιρετικές αντιλήψεις, δηλ. δεν ήταν ένας απλός αιρετικός. ΄Ηταν αιρεσιάρχης!

Εμείς οι Ορθόδοξοι αγνοούμε, για ιστορικούς κυρίως λόγους, τα όσα δίδαξε ο επίσκοπος αυτός. Το πολύ πολύ να θεωρήσουμε ότι «έπεσε έξω» σε μερικές απόψεις του.

Πάντως, η γενική εικόνα του στο χώρο της Ορθοδοξίας είναι, ότι δεν είναι αιρετικός. Θωρείται ότι είναι ένας άγιος όχι μόνο των Παπικών, αλλά και των Ορθοδόξων! Την ίδια αυτή εικόνα για τον Αυγουστίνο έχουν ακόμα και σπουδαίοι Ορθόδοξοι αντιπαπικοί θεολόγοι. Όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.

Από πλευράς Ορθοδοξίας αυτός ο οποίος μελέτησε τις διδασκαλίες του Αυγουστίνου και αποκάλυψε τις αιρέσεις του είναι ο μακαριστός π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Τα παρακάτω στοιχεία για τις αιρέσεις του Αυγουστίνου αντλήσαμε από μελέτες του κορυφαίου αυτού θεολόγου.

 2. Το πρόβλημα με τον Αυγουστίνο είναι, ότι ποτέ δεν γνώρισε την Πατερική Παράδοση για την εμπειρία της θέωσης, η οποία αποτελεί το θεμέλιο της Ορθοδοξίας.

Τη Η΄ (8η) Μαρτίου, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ Επισκόπου Νικομηδείας.

Θεοφύλακτος ο εν Αγίοις Πατήρ ημών κατήγετο εκ της Ανατολής, ακμάζων κατά τα έτη της βασιλείας των Ισαύρων, Κωνσταντίνου Ε΄ του Κοπρωνύμου (741 – 775) και των διαδόχων αυτού· πορευθείς δε εις Κωνσταντινούπολιν (περί το έτος 780), εσχετίσθη μετά του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ταρασίου (784 – 806), όταν ακόμη εκείνος ήτο πρωτασηκρήτης, δηλαδή πρώτος μεταξύ των υπηρετούντων εις τας βασιλικάς σάκρας, όπως ωνόμαζον οι Βυζαντινοί τα βασιλικά γραφεία και οι οποίοι ωνομάζοντο ασηκρήται και υπ’ αυτού καλώς εξεπαιδεύθη εις τα θεία. Όταν δε, θεία ψήφω, ανήλθεν ο ιερός Ταράσιος εις τον θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως εν έτει ψπδ΄ (784), αφ’ ου παρητήθη οικειοθελώς του θρόνου ο προ αυτού Παύλος ο Κύπριος (780 – 784), ο οποίος επειδή έλαβε την Αρχιερωσύνην παρά των εικονομάχων ωνόμαζε μόνος τον εαυτόν του ανάξιον, τότε και ο ιερώτατος Μιχαήλ ο μετέπειτα Επίσκοπος Συνάδων και ο ιερός Θεοφύλακτος ούτος έγιναν Μοναχοί και εστάλησαν υπό του θείου Ταρασίου (περί το έτος 785) εις το υπό τούτου οικοδομηθέν Μοναστήριον, το ευρισκόμενον εις την είσοδον του Ευξείνου Πόντου.

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ -- Του Οσίου Πατρός ημών Εφραίμ του Σύρου

Αδελφοί μου φιλόχριστοι, ακούσατε περί της Δευτέρας και φοβεράς Παρουσίας του Δεσπότου ημών Ιησού Χριστού. Διότι εγώ ενεθυμήθην την ώραν εκείνην και έφριξα από τον πολύν φόβον, αναλογιζόμενος όσα μέλλουσι τότε να φανερωθώσι. Διότι τις θέλει διηγηθή αυτά; Οποία τις θέλει είναι η γλώσσα, η οποία θα τα προφέρη; Ποία δε ακοή θα δυνηθή να ακούση εκείνα, όταν ο Βασιλεύς των βασιλευόντων, αφού εξαναστή από του θρόνου της δόξης, κατέλθη δια να επισκεφθή όλους τους κατοικούντας όλην την οικουμένην και να λάβη λογαριασμόν από αυτούς και να αποδώση τον καλόν μισθόν εις τους αξίους, εις δε τους αμαρτωλούς την αιώνιον κόλασιν ως απροσωπόληπτος Δίκαιος Κριτής; Όταν λοιπόν, αδελφοί μου, ενθυμούμαι αυτά, κυριεύονται τα μέλη μου από φόβον και παραλύω όλος· οι οφθαλμοί μου δακρύουσιν, η φωνή μου εκλείπει, τα χείλη μου παγώνουσιν, η γλώσσα μου φρίττει και οι λογισμοί μου παύουσιν. Ω! πόσα αναγκάζομαι να είπω δια την ωφέλειάν σας, αλλ’ ο φόβος με αναγκάζει να σιωπώ.

ΟΜΙΛΙΑ

Διατί άραγε εις την περιγραφήν της φοβεράς ημέρας της Κρίσεως ουδέ ένα λόγον είπεν ο Κριτής ουδέ περί δικαιοσύνης, ουδέ περί σωφροσύνης, ουδέ περί ταπεινώσεως, ουδέ περί άλλης τινός αρετής, αλλά παραστήσας όλην την κρίσιν αυτού γινομένην περί ελεημοσύνης, τους μεν ελεήμονας ευλόγησε και εδόξασε, τους δε ενελεήμονας κατηράσατο και επαίδευσε; Λοιπόν, λέγεις, μόνη η αρετή της ελεημοσύνης σώζει τον άνθρωπον, καν γυμνός υπάρχει των άλλων αρετών, ουδέ οι ασελγείς, ουδέ οι υπερήφανοι, αλλά μόνοι οι ανελεήμονες κολάζονται; Ναι αληθώς· αλλ’ άραγε συλλογίζεται ορθά; Εάν τις εισέλθη εις παράδεισον πλήρη παντοδαπών καρποφόρων  δένδρων, μη ιδών δε, μηδέ περιεργασθείς πάντα τα μέρη αυτού, αλλά, προσηλώσας τα όμματα εις εν μόνον μέρος, και ιδών εκεί μηλέας, συμπεράνη ότι μήλα μόνον έχει εκείνος ο παράδεισος, ορθόν άραγε είναι το συμπέρασμα αυτού;

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ (Ματθ. κε: 31 – 46)

(Νικηφόρου του Θεοτόκη)                                                                                                                                   

Ουδεμία ευαγγελική δογματική υπόθεσις ουδέ πλέον καθαρά, ουδέ πλέον φοβερά της υποθέσεως του σήμερον αναγνωσθέντος Ευαγγελίου. Ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού έρχεται πάλιν εις την γην ουχ ως το πρώτον αφανής και άδοξος, αλλά μετά πολλής δόξης και της θεϊκής μεγαλοπρεπείας και λαμπρότητος· έρχεται δε ουχ ίνα σώση τον κόσμον, ως πρότερον, αλλ’ ίνα κρίνη πάντας τους απ’ αιώνος ανθρώπους ζώντας τε και νεκρούς, ανταποδίδωσι δε εις μεν τους τα καλά πράξαντας Βασιλείαν, εις δε τους τα κακά ποιήσαντας κόλασιν· επίσης δε και η Βασιλεία και η κόλασις είναι αιώνιος και ατελεύτητος. Ταύτην την διδασκαλίαν μετά πάσης σαφηνείας και καθαρότητος διδάσκει το σημερινόν Ευαγγέλιον· εξ αυτής δε συνίσταται το άρθρον της Πίστεως, το εν τω αγίω Συμβόλω περιεχόμενον και υπό πάντων των Ορθοδόξων Χριστιανών πιστευόμενον και ομολογούμενον, ήτοι το «και πάλιν ερχόμενον κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της Βασιλείας ουκ έσται τέλος».