«Αλλ' ο λόγος του Θεού και η δύναμις της αληθείας δεν περιορίζεται, μάλλον
τρέχει και καρποφορεί»
Στόν οσιώτατο μεταξύ των ιερομονάχων και
πνευματικών, και σε μένα, εν Χριστώ, πολύ ποθεινό και σεβασμιώτατο δεσπότη και
αδελφό κύριο Θεοφάνη στον Εύριπο.
Οσιώτατε μεταξύ των ιερομονάχων και πνευματικών και σε μένα πολυπόθητε και
σεβαστέ μου δέσποτα και αδελφέ, παρακαλώ τον Θεό να δίνη υγεία και σωματικώς
στην αγιωσύνη σου, με τις άγιες ευχές της οποίας, και με το έλεος του Θεού, και
εγώ υγιαίνω μέτρια στο σώμα. Να ξέρης ότι μετά την επιστροφή μας στην
Κωνσταντινούπολη, επειδή ανέβηκε στο πατριαρχείο κάποιος από τους λατινόφρονες
που υπέγραψαν, και μας ενοχλούσε, έφυγα από ανάγκη στην εκκλησία μου. Αλλά και εκεί δεν βρήκα καμία ανάπαυσι, και επειδή αρρώστησα βαρειά, και
πάθαινα ζημία και πειραζόμουνα από τους ασεβείς, διότι δεν είχα εντολή επίσημη,
έφυγα και από εκεί με σκοπό να φύγω για το Άγιον Όρος.
Αφού πέρασα λοιπόν την Καλλίπολη και ενώ βρισκόμουν στην Λήμνο, εκεί κρατήθηκα και περιορίσθηκα από τον βασιλέα. Αλλ' ο λόγος του Θεού και η δύναμις της αληθείας δεν περιορίζεται, μάλλον τρέχει και καρποφορεί. Έτσι οι περισσότεροι από τους αδελφούς παίρνοντας θάρρος από την δική μου εξορία, βάζουν κάτω από τον έλεγχο τους αλιτηρίους και παραβάτες της ορθής πίστεως και των πατρικών θεσμών, και τους διώχνουν αυτούς από παντού ως καθάρματα, και ούτε τους ανέχονται να συλλειτουργούν, ούτε να τους μνημονεύουν τελείως ως Χριστιανούς.
Αφού πέρασα λοιπόν την Καλλίπολη και ενώ βρισκόμουν στην Λήμνο, εκεί κρατήθηκα και περιορίσθηκα από τον βασιλέα. Αλλ' ο λόγος του Θεού και η δύναμις της αληθείας δεν περιορίζεται, μάλλον τρέχει και καρποφορεί. Έτσι οι περισσότεροι από τους αδελφούς παίρνοντας θάρρος από την δική μου εξορία, βάζουν κάτω από τον έλεγχο τους αλιτηρίους και παραβάτες της ορθής πίστεως και των πατρικών θεσμών, και τους διώχνουν αυτούς από παντού ως καθάρματα, και ούτε τους ανέχονται να συλλειτουργούν, ούτε να τους μνημονεύουν τελείως ως Χριστιανούς.