Περιχαρής ο βασιλεύς ανήγγειλεν εις τον Πάπαν ότι η Ανατολική Σύνοδος
εδέχθη την δόξαν των Λατίνων και ουδέν υπελείπετο ειμή να γραφή ο όρος, να
υπογράψουν και τα δύο μέρη, να πανηγυρίσουν το γεγονός δια κοινής λειτουργίας
και είτα να αναχωρήσουν εις Κωνσταντινούπολιν. Αλλά ταύτα δεν εφάνησαν αρκετά
εις τον Πάπαν χωρίς να τελειώσουν και τα άλλα ζητήματα, άτινα ητοίμασαν να
προβάλουν οι Λατίνοι. Δια να υπογραφή ο όρος, είπον, πρέπει να μεταβάλουν οι
Ανατολικοί και άλλα έθιμα της Εκκλησίας των, ήτοι εζήτουν να δεχθούν οι
ημέτεροι τα άζυμα εις την λειτουργίαν, την δόξαν του Πουργατορίου, την
Μοναρχίαν του Πάπα, και την αποβολήν από την λειτουργίαν των επικλήσεων του
Ιερέως δια την μετουσίωσιν του άρτου και του οίνου. Ταύτα ετάραξαν και τον
βασιλέα και τον Πατριάρχην, διότι εφοβούντο δια τας λειτουργίας του Μεγάλου
Βασιλείου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αι οποίαι είναι συντεθειμέναι με τας
ιεράς επικλήσεις της μετουσιώσεως. Ευρεθείς εις δύσκολον θέσιν ο βασιλεύς
προσκαλεί πάλιν τον Άγιον Μάρκον και τον παρακαλεί να γράψη δια το ζήτημα της
θείας Μετουσιώσεως. Ο Άγιος επείσθη και έγραψε και απέδειξεν, ότι ούτω
παρέδωκαν οι Άγιοι της Εκκλησίας να αγιάζωνται τα Θεία Δώρα. Αλλά το
πεισματικώτατον γένος των Λατίνων που έμαθε να πείθεται; Τόσας ενστάσεις
προέβαλον, ώστε ηνάγκασαν και αυτόν τον βασιλέα Ιωάννην να αγανακτήση και να
ομολογήση ότι πάσα συνεννόησις μετ’ αυτών είναι αδύνατος. Και αντεστάσθη μεν
πολλάκις ο άθλιος, τέλος όμως, συλλογιζόμενος, ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να
ζήσουν, διότι διεκόπη και πάλιν η χορήγησις του σιτηρεσίου ούτε ήτο δυνατόν να
φύγουν εξ Ιταλίας, στέλλει τον Ρωσίας Ισίδωρον, όπως ερωτήση ποίαν βοήθειαν
σκέπτεται ο μακαριώτατος πατήρ να δώση εις τους Χριστιανούς. Ο Πάπας απήντησε
δια τριών Καρδιναλίων ότι θα δώση: α) τα αναγκαία έξοδα και πλοία δια την
επιστροφήν, β) τριακοσίους στρατιώτας ως φρουράν της Πόλεως με έξοδα του Πάπα·
γ) δύο πολεμικά πλοία ίνα φυλάττουν αυτήν ως σκοποί· δ) το προσκύνημα της
Ιερουσαλήμ να γίνεται εις την Πόλιν· ε) είκοσι πολεμικά πλοία δι’ εξ μήνας ή
δέκα δι’ εν έτος και στ) θα φροντίση, όπως οι ηγεμόνες της Δύσεως δώσουν
στρατιωτικήν βοήθειαν. Αφού συνεφωνήθησαν ταύτα, απέθανεν αιφνιδίως την 10ην
Ιουνίου 1439, καθ’ ην στιγμήν ητοιμάζετο να υπογράψη τον όρον, ο Πατριάρχης.
Εκεί ένθα έτρωγεν, ως λέγει ο ιστορικός Συρόπουλος, κόπρος εξήλθεν εκ του
στόματος αυτού και απέβαλε την ψυχήν πριν τελειώση η Σύνοδος, ταφείς εις τον
Ναόν του Μοναστηρίου των Δομινικανών της Αγίας Μαρίας, τον επιλεγόμενον της
Νοβέλλας. Αποθανόντος του Πατριάρχου διεπραγματεύετο πλέον την υπογραφήν του
όρου μόνος ο βασιλεύς, έχων συνεργούς τον Ρωσίας, τον Νικαίας και τον μέγαν
Πρωτοσύγκελλον.
Συνεχίζεται