Τροπάριον.
Ιερώς
ανθωμολογείτο, Άννα υποφητεύουσα, η σώφρων και Οσία, και πρέσβυρα τω Δεσπότη,
εν τω ναώ διαρρήδην· την Θεοτόκον δε ανακηρύττουσα, πάσι τοις παρούσιν
εμεγάλυνεν.
Ερμηνεία.
Ανθομολόγησις
είναι μία ευχαριστία προς τον Θεόν δια κάποιαν ευεργεσίαν και χάριν όπου έλαβε
τινάς από αυτόν. Διαφέρει δε ο Υποφήτης από τον Προφήτην· καθότι ο μεν Προφήτης
λέγει τα ύστερον από πολύν καιρόν μέλλοντα γενέσθαι πράγματα· ο δε Υποφήτης
εξηγεί ή παρόντα πράγματα, ή περασμένα, ή τα οποία μετ΄ ολίγον καιρόν μέλλουν
να γένουν. Τοιαύτη λοιπόν Υποφήτις ήτον και η θεσπεσιωτάτη Άννα η Θυγάτηρ Φανουήλ,
η σωφρονεστάτη μεν και οσία κατά την ζωήν, γερόντισσα δε κατά την ηλικίαν του
σώματος· αύτη γαρ, επειδή ηξιώθη να ιδή εν σαρκί την παρουσίαν του Μονογενούς
Υιού του Θεού, δια μέσου της οποίας ανεπλάσθη όλη η φύσις των ανθρώπων, τούτου
χάριν σεμνοπρεπώς και θεοπρεπώς ανθωμολογείτο και ευχαρίστει τον Κύριον δια την
τόσον μεγάλην ευεργεσίαν όπου εποίησεν εις όλον τον Κόσμον: «Και αύτη γαρ, φησίν
ο Ευαγγελιστής Λουκάς, αυτή τη ώρα επιστάσα ανθωμολογείτο τω Κυρίω και ελάλει
περί αυτού πάσι τοις προσδεχομένοις λύτρωσιν εν Ιερουσαλήμ» (Λουκ. β: 38).
Ευχαρίστει δε ουχί προφητεύουσα· διότι δεν επροφήτευσε προτού να γεννηθή ο
Κύριος, καθώς επροφήτευσαν οι άλλοι Προφήται, αλλά υποφήτευσεν, αφ΄ ου εγεννήθη
ο Κύριος, φωτισθείσα έσωθεν κατά την ψυχήν, και το Μυστήριον τούτο ανακηρύξασα.
Περί της Άννης ταύτης γράφει ο άγιος Μόδεστος ο Ιεροσολύμων: «Η τον
εβδομηκοστόν χρόνον σαββατίσασα μετά ανδρός Άννα προσευχαίς και νηστείαις
προσκαρτερούσα ογδοήκοντα και τεσσάρων ετών υπάρχουσα, την εκ των τεσσάρων
στοιχείων νικήσασα σάρκα, και τον νουν καθάρασα προς υποδοχήν Πνεύματος Αγίου,
και ταις γενικαίς εαυτήν αρεταίς κατακοσμήσασα, τον της ογδοηκοντάδος περέδραμε
καιρόν, και εύρεν εν τω ναώ τον Σωτήρα του μέλλοντος αιώνος εν αγκάλαις
βασταζόμενον» (Σελ. 834 της Μυριοβίβλου του Φωτίου). Και η μεν παλαιά και
συνώνυμος αυτής Άννα η Μήτηρ του Σαμουήλ κρυφίως και ησύχως επροσηύχετο και
ευχαρίστει τον Κύριον μέσα εις τα βάθη της καρδίας της· η δε Άννα αύτη ουχί
κρυφίως, αλλά φανερώς (τούτο γαρ δηλοί το διαρρήδην) και εις το μέσον του ναού
ευχαρίστει τον Κύριον· την δε Αειπάρθενον Θεοτόκον ανακηρύττουσα εις όλους τους
εκεί ευρισκομένους, ότι αύτη κυρίως και αληθώς είναι Μήτηρ του Θεού, εμεγάλυνεν
αυτήν. Τούτο δε το ρήμα είπεν ο Μελωδός δια να δείξη ότι, καθώς η Θεοτόκος
άρχισε την εννάτην ταύτην Ωδήν από το «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον», ούτω
και αυτός με την ιδίαν λέξιν ετελείωσεν αυτήν. Άμποτε δε και ημείς οι ψάλλοντες
ομού και αναγινώσκοντες και ακούοντες τον παρόντα ασματικόν Κανόνα, άμποτε να
μιμηθώμεν την σωφρονεστάτην ταύτην Άνναν, και να ευχαριστώμεν τον Κύριον ημών
Ιησούν Χριστόν δια την μεγάλην και ακατάληπτον ευεργεσίαν όπου επροξένησεν εις
ημάς, αναπλάσας την φθαρείσαν φύσιν ημών δια της εν σαρκί παρουσίας του· άμποτε
δε και να κηρύττωμεν την Αειπάρθενον Θεοτόκον, την μεσιτεύσασαν εις την
ανάπλασιν και σωτηρίαν του γένους ημών, μεγαλύνοντες αυτήν δια νοημάτων
μεγαλοπρεπών, δια λόγων θεοπρεπών, και δια έργων θεαρέστων· ίνα δια των
πρεσβειών αυτής τύχωμεν και της βασιλείας των Ουρανών, εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω
ημών, ω η δόξα και το κράτος συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι εις τους αιώνας.
Αμήν.