ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Mιά φορά κι ἕναν καιρό ἦταν ἕνας καλός βασιλιάς, πού κυβερνοῦσε τήν πιό ὄμορφη χώρα τοῦ κόσμου. Ὁ καλός αὐτός βασιλιάς εἶχε καί φίλους καί συνεργάτες, βοηθούς καί ὑπουργούς, φύλακες καί βιγλάτορες, γιά να ἀγρυπνοῦν πάνω στίς σκοπιές τους και νά βλέπουν ἀπό μακριά τόν ἐχθρό, τους λύκους καί τούς κλέφτες.
Μιά μέρα, κάποιοι ἀπό τούς κλέφτες καί τούς λύκους, πού παρουσιάζονταν τώρα μέ ἀρνίσιες προβιές καί πρότειναν ὡραῖα «μέτρα γιά τήν εἰρηνική συμβίωση λύκων καί προβάτων», εἶπαν σέ μερικούς ἀπό τούς φύλακες: Δέν εἶναι καλύτερα για ὅλους μας νά ζοῦμε εἰρηνικά καί σεῖς να μήν κουράζεστε ἐπί σκοπόν ἀγραυλοῦντες;