Αλέξ. Παπαδιαμάντης : ΙΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΒΑΒΥΛΩΝΟΣ

Ἐθεραπεύσαμεν τὴν Βαβυλῶνα, καὶ οὐκ ἰάθη. (Προφητικὸν λόγιον.)

Μ᾿ ἐτίμησε δι᾿ ἰδιορρύθμου ἀνακοινώσεως εἷς γηραιὸς κύριος, ὅστις ἐπαγγέλλεται τὸν ἠθικολόγον καὶ κοινωνιολόγον. Ἀγνοῶ ἂν ὑπάρχουν πολλοὶ εἰς τὰς Ἀθήνας ―ἢ μᾶλλον εἶμαι βέβαιος ὅτι δὲν ὑπάρχουν― τόσον ἰδιόρρυθμοι εἰς τὰς σκέψεις των ὅσον ὁ περὶ οὗ ὁ λόγος. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ καὶ οἱ παραλογισμοὶ εἰς τὸν κόσμον δὲν εἶναι σπάνιοι, ἔχουν μάλιστα πέρασιν εἰς τὴν ἐποχήν μας καὶ εἰς τὴν κατάστασίν μας τὴν νοσηράν, λαμβάνω τὸ θάρρος ν᾿ ἀναγράψω ἐνταῦθα, σχεδὸν κατὰ λέξιν, ὅλα ὅσα μοῦ εἶπε μὲ τὴν παραξενιάν του ὁ ρηθεὶς φίλος μου.

“Εἶχα τὴν σπανίαν εὐχαρίστησιν νὰ συνομιλήσω χθὲς μὲ ἕνα Ἕλληνα ἐφευρέτην. Μάθετε, εἶπεν, ὅτι ἔχω ἀπόφασιν νὰ σώσω ―ναί, ἐγώ, μόνος ἐγὼ θὰ σώσω― τὴν Ἑλληνικὴν φυλὴν καὶ τὴν κοινωνίαν μὲ τὰς πρωτοτύπους καὶ τόσον τολμηρὰς ἐφευρέσεις μου. Ἐν πρώτοις, ἐγὼ ἐφεῦρον πρὸ χρόνων τὰ σφριγοφόρα ― γνωρίζετε τί εἶναι τὰ σφριγοφόρα; Εἶναι ὅ,τι τὰ μάγια, τὰ ὁποῖα ἐθεράπευον τὸ πάλαι τὸ ἀμπόδεμα  εἰς τὰς ἡμέρας τῶν προπάππων μας. Παρομοίως καὶ τὰ σφριγοφόρα θεραπεύουν τὴν ἀναφροδισίαν, τὴν ὁποίαν οἱ ἡμιμαθεῖς ἐπαγγελματίαι μας ὀνομάζουν βαναύσως «ἀνικανότητα», κακοζήλως ξενίζοντες.
Εἶμαι βέβαιος ὅτι ἔσωσα ἀπὸ τὸ ὀλίσθημα τόσας θυγατέρας τῆς Εὔας, τῶν ὁποίων ἡ Εἱμαρμένη ἠθέλησε νὰ λάβωσι συζύγους παρήλικας ἢ ἄλλως πάσχοντας, χάριν τοῦ Μαμωνᾶ καὶ τῆς κοινωνικῆς θέσεως· ― προσέτι διετήρησα, ὅσον τὸ ἐπ᾿ ἐμοί, λεῖα καὶ χωρὶς ἴχνη ἀποφύσεων τὰ μέτωπα πολλῶν ἀνδρῶν συζύγων.

Δεύτερον, ἐγὼ ἐφεῦρον τὴν ἄτοκον. Γνωρίζετε τί εἶναι ἡ ἄτοκος; Μήπως ὑποθέτετε ὅτι πρόκειται περὶ χρημάτων δανειζομένων ἀτόκως, περὶ Λαϊκῆς Τραπέζης, περὶ ἐνεχυροδανειστηρίου ἢ ἄλλου τινός; Πλανᾶσθε. Εἶναι ἡ μέθοδος πῶς νὰ μὴ τίκτῃ τις, ἐνῷ ἔχει τὰ συστατικὰ καὶ τὰ προηγούμενα διὰ νὰ γίνῃ μήτηρ. Ἔσωσα τόσας κόρας τοῦ λαοῦ, ὅπως καὶ τῆς ἀνωτέρας τάξεως, ἀπὸ τὸ ἔγκλημα τῆς παιδοκτονίας. Ἔσωσα καὶ τὰς μαίας (μία μόνον ἐξ αὐτῶν γνώριμός μου μοὶ ἐξωμολογήθη ὅτι εἶχεν ἐκτελέσει 23 ἐκτρώσεις μὲ σχετικὴν ἐπιτυχίαν) ἀπὸ τὸ ἀνόσιον τῆς συνεργίας αὐτῆς.

Τρίτον, ἐγὼ ἐφεῦρον ἐσχάτως τὴν ἀσπίδα. Γνωρίζετε τί εἶναι ἡ ἀσπίς; ― ἡ νεωτέρα, ὄχι ἡ ἀσπὶς τοῦ ἀρχαίου ὁπλίτου; Μήπως φαντάζεσθε ὅτι εἶναι τὸ φοβερὸν ἐκεῖνο ἑρπετόν, τὸ ὁποῖον δὲν ἠξεύρω ἂν εἰσάγουν οἱ νεώτεροι Ἕλληνες δραματικοί, ἐντὸς τοῦ καλαθίου μὲ τὰ σῦκα, ὅταν δραματουργοῦσιν ἐπὶ τῆς σκηνῆς τὸν θάνατον τῆς βασιλίσσης Κλεοπάτρας; Ἡ ἀσπὶς αὕτη εἶναι, κατὰ τὸν στίχον τοῦ Ψαλτηρίου, «κωφὴ καὶ βύουσα τὰ ὦτα αὑτῆς, ἥτις οὐκ ἐπακούσεται φωνῆς ἐπᾳδόντων». Πλανᾶσθε ὅμως. Ἀσπὶς εἶν᾿ ἐκεῖνο τὸ νέον φάρμακον, τὸ ὁποῖον προλαμβάνει ὥστε ὁ νέος νὰ μὴ κολλήσῃ κανέν᾿ ἀφροδίσιον νόσημα καὶ μετὰ τὴν πεῖραν. Ἐννοήσατε;
Ἦτο καιρὸς νὰ ἐφευρεθῇ ἓν τοιοῦτον φάρμακον. Ἀφοῦ πρὸ ὀλίγων ἐτῶν διακεκριμένος ἐπαγγελματίας, ἀποκτήσας ὄχι ὀλίγα χρήματα ―φροντίζων τακτικὰ νὰ δημοσιεύωνται εἰς τὰς ἐφημερίδας εὐχαριστήρια πρὸς τὸ ἴδιον ἄτομόν του ἀπὸ ἀνθρώπους αἰσχυνομένους τάχα νὰ ὑπογράψουν ὁλογράφως τ᾿ ὄνομά των «ἕνεκα τῆς φύσεως τοῦ νοσήματος»― ἀφοῦ, λέγω, ὁ τοιοῦτος καὶ τόσα ἔχων προσόντα ἔφθασε νὰ κατηγορηθῇ ὅτι ἄφηνεν ἀνιατρεύτους τὰς τροφίμους τοῦ εἰδικοῦ Νοσοκομείου, εἰς τὰς ὁποίας ἔδιδε πιστοποιητικὰ ἄκρας ὑγείας.
Ἂν ἦτον ἄλλος, ὀλιγώτερον καπάτσος, καὶ ἂν ἦτον ἄλλη κοινωνία, ὁ τοιοῦτος πρὸ πολλοῦ θὰ εἶχε χάσει τὴν θέσιν του. Ἀλλ᾿ ὁ ἀσκληπιάδης περὶ οὗ ὁ λόγος τίποτε δὲν ἔχασε, καὶ μάλιστα «ἐβγῆκε λάδι».
Τοιοῦτοι ὅμως εἶναι σπάνιοι, ἀκόμη καὶ εἰς τὴν κοινωνίαν τὴν ὁποίαν ἔχω ἀποφασίσει νὰ σώσω. Χάριν αὐτῆς τῆς κοινωνίας, καὶ πρὸς πρόληψιν τοῦ τελείου ἐκφυλισμοῦ τοῦ Γένους, ἐφρόντισα ἐγὼ νὰ ἐφεύρω τὴν ἀσπίδα. Ἐννοήσατε;”

― Βεβαίως, ἐννόησα, ἐξηκολούθησεν, ὡς ν᾿ ἀπετείνετο πρὸς τὸν ὑποτιθέμενον ὁμιλητήν του, ὁ φίλος μου ὁ κοινωνιολόγος. Τώρα, τί ἄλλο θέλετε νὰ σᾶς πῶ; Θέλετε ταλανισμούς, κοινοτοπίας, ἱερεμιάδας;… Πιστεύομεν ὅλοι, καὶ σχεδὸν τείνω νὰ πιστεύσω κ᾿ ἐγώ, ὅτι εἴμεθα πολὺ εὐφυέστερος λαὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα τῆς Ἀνατολῆς ἐθνάρια· πλὴν ἀναντιρρήτως εἴμεθα ἐπιπολαιότερος λαὸς καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς Ἀνατολίτας καὶ ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους.
Καὶ ὅλος αὐτὸς ὁ ἀφρὸς τῆς μωρίας καὶ ἡ ὑποστάθμη τῆς ἀγυρτείας αὐτὴ θὰ ἐξακολουθῇ τακτικὰ νὰ ἐπανθῇ καὶ νὰ κατακαθίζῃ εἰς τὰς στήλας τῶν ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων! Ὕστερον ἀπὸ τόσας ἄλλας ἐφευρέσεις, ἀπὸ ἐκείνας ὁποὺ ἐμύριζαν μόσχον ψευτιᾶς (ἐτολμήθη νὰ τυπωθῇ καὶ ἡ εἰκὼν τοῦ Χριστοῦ πρὸς ὑποστήριξιν τῆς ψευτιᾶς αὐτῆς), καὶ ἀπὸ ἐκείνας αἵτινες ἐξέβαλλον ἦχον πρά… πρά… καὶ ἤχουν ὡς σκάζον πικράγγουρον, καὶ ἀπὸ τὰ αἰώνια ἐκεῖνα χάπια ἀνυπάρκτου δόκτωρος, καιρὸς ἦτο νὰ ἐπέλθωσι καὶ ἀσπίδες καὶ ἄτοκοι καὶ τόσα ἄλλα. Ἀλλὰ μὴ σοῦ κακοφαίνεται τυχόν, φίλε μου;
―Ἐμένα;… πρὸς τί νὰ μοῦ κακοφανῇ; Μήπως εἶμ᾿ ἐφευρέτης;
―Ὄχι, ἀλλ᾿ ἰδού. Νομίζω πὼς εἶσαι ὀλίγον δημοσιογράφος. Καὶ ὁ τύπος εὑρίσκεται πάντοτε πρόθυμος εἰς κάθε τι τὸ ὁποῖον παρουσιάζεται ὡς χάπι ― πρόθυμος νὰ τὸ χάφτῃ αὐτὸς καὶ νὰ πείθῃ καὶ τὸ κοινὸν νὰ τὸ χάψῃ… Ἐνθυμεῖσαι, πρὸ ὀλίγων ἐτῶν, ὅταν κάποιος ἰθύντωρ μεγάλου «ἐθνικοῦ» ἱδρύματος ἔβγαλε, νομίζω, μίαν ἐγκύκλιον, διὰ τῆς ὁποίας ἀπηγόρευεν εἰς τοὺς ὑπ᾿ αὐτὸν ὑπαλλήλους νὰ νυμφεύωνται, ἐκτὸς ἂν λάβουν μεγάλην προῖκα; Πῶς ὅλος ὁ τύπος ἀνεδημοσίευσε μὲ θαυμασμοὺς καὶ ἐγκώμια τὸ ἔγγραφον ἐκεῖνο; Οὐδὲ ἓν φύλλον εὑρέθη νὰ ἐκφέρῃ ἐπίκρισιν τινά, ἢ νὰ διατυπώσῃ μικρὰν ἐπιφύλαξιν.
―Ἔ, καὶ τί; Ποίαν σχέσιν ἔχει τοῦτο;
― Τίποτε, καμμίαν, ὡς φαίνεται. Πλὴν τὰ τοιαῦτα παρασκευάζουν τὸ ἔδαφος διὰ τὰς ἀσπίδας καὶ διὰ τὰς ἀτόκους. Ἐδῶ θεοποιεῖται φανερὰ ὁ Μαμωνᾶς. Χιλιάκις καλύτερον θὰ ἦτο ἐὰν ὑπῆρχεν ἀκόμη ἡ ἀρχαία ποιητικὴ εἰδωλολατρία. Τώρα ὅμως ἡ πράγματι ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἶναι ὁ πλέον ἀκάθαρτος καὶ κτηνώδης ὑλισμός. Μόνον κατὰ πρόσχημα εἶναι ἡ Χριστιανοσύνη.

(1925)

1 σχόλιο: