ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ

Τροπάριον.

Της Εύας νυν, δι΄ εμού καταργείσθω κατάκριμα αποδότω, δι΄ εμού το οφείλημα σήμερον· δι΄ εμού το χρέος, το αρχαίον δοθήτω πληρέστατον.

Ερμηνεία.


Δια του Τροπαρίου τούτου αναφέρει η Παρθένος την καταδίκην όπου έλαβεν η Προμήτωρ Εύα, το να γεννά δηλαδή με λύπας και αναστεναγμούς· «Πληθύνων, φησί, τας λύπας σου και τον στεναγμόν σου· εν λύπαις τέξη τέκνα, και προς τον άνδρα σου η αποστροφή σου και αυτός σου κυριεύσει» (Γέν. γ: 16). Διατί δε επληθύνθησαν αι λύπαι της γυναικός, και διατί με λύπας γεννά τα τέκνα; Εις τούτο αποκρινόμεθα ότι δια τρία αίτια, πρώτον δια τους κόπους και βάρη όπου δοκιμάζει η ταλαίπωρος γυνή εν όσω έχει εγγαστρωμένον το έμβρυον· δεύτερον, δια τους πόνους όπου υποφέρει, όταν το γεννά· και τρίτον, δια τας λύπας όπου πάντοτε λαμβάνει εις την ψυχήν της δια τας ασθενείας και δια τον θάνατον του υιού της· και αφ΄ ου γαρ το τέκνον γεννηθή, στοχαζομένη η δυστυχής μήτηρ ότι εγέννησεν ένα υιόν, ο οποίος υπόκειται εις διαφόρους ασθενείας, και τελευταίον έχει να θερισθή από το κοπτερόν δρέπανον του θανάτου, αυτοί οι στοχασμοί δεν αφίνουν την ταλαίπωρον να απολαύση καθαράν και αμιγή την χαράν, αλλά πάντοτε η χαρά της είναι μεμιγμένη με λύπην, μάλλον δε, αι λύπαι της είναι περισσότεραι από την χαράν της. Λέγει λοιπόν η Παρθένος εν τω Τροπαρίω τούτω ότι η καταδίκη αύτη της λύπης όπου έλαβεν η Προμήτωρ Εύα, κατηργήθη και αφανίσθη δια μέσου εαυτής· καθότι η Παρθένος εχάρη με χαράν άρρητον και αμιγή δια τα ευαγγέλια του παμφιλτάτου Υιού της· πρώτον, διότι εκ Πνεύματος Αγίου συνέλαβε· το οποίον είναι όλον χάρις και χαρά· δεύτερον, διότι εβάστασε το προαιώνιον έμβρυον εν τη κοιλία της, χωρίς κανέν κόπον και βάρος· τρίτον, διότι εγέννησεν αυτό χωρίς ωδίνας (κοιλοπονήματα)· και τέταρτον έχαιρεν η Παρθένος, διότι εστοχάζετο ότι εγέννησε τέκνον ζωής, όπου έχει να καταργήση τον θάνατον· ει γαρ και παθητός και θνητός ήτον ο Υιός της κατά το σώμα, αλλά τοιούτον αυτό προσέλαβεν, ίνα δια του πάθους του αφανίση τα των ανθρώπων πάθη, και δια του ιδικού του θανάτου καταλύση τον θάνατον. Δια της αφάτου λοιπόν ταύτης χαράς της Παρθένου αφανίσθη η πρώτη εκείνη της Εύας αρά και καταδίκη της λύπης. Λέγει δε ακολούθως η Θεοτόκος και ότι η Προμήτωρ Εύα ας πληρώση σήμερον πληρέστατον δια μέσου εμού το παλαιόν χρέος όπου εχρεώστει προς τον άνδρα της Αδάμ· επειδή γαρ η Εύα κατά λήψιν οικοδομήθη από την πλευράν του Αδάμ, καθώς λέγει η θεία Γραφή, «Και επέβαλεν ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και ύπνωσε· και έλαβε μίαν των πλευρών αυτού και ανεπλήρωσε σάρκα αντ΄ αυτής, και ωκοδόμησεν ο Θεός την πλευράν ην έλαβεν από του Αδάμ εις γυναίκα» (Γέν. β: 21-22), επειδή λέγω, η Εύα εχρεωστούσε εις τον Αδάμ, τούτου χάριν, λέγει η Θεοτόκος, ας πληρώση το χρέος τούτο η Εύα σήμερον, όχι δια μέσου ιδικού της, επειδή αυτή δεν εδύνετο, αλλά δια μέσου εμού της Θυγατρός και απογόνου της· διότι εγώ η Θυγάτηρ αυτής εδάνεισα σάρκα εις τον νέον Αδάμ Χριστόν· όθεν επλήρωσα το χρέος της Προμήτορός μου, και ηλευθέρωσα αυτήν από το οφείλημα και το δάνειον· νόμος γαρ είναι, όταν οι γονείς δεν έχουν να πληρώσουν το χρέος των, το πληρώνουν οι τούτων Υιοί και αι Θυγατέρες, ως κληρονόμοι της περιουσίας των. Άριστα Ιωσήφ ο Βρυέννιος φιλοσοφεί περί τούτου εν τω εις τον Ευαγγελισμόν πρώτω λόγω αυτού λέγων· «Ώσπερ πρότερον από ανδρός πλευράν λαβών ο αυτός, τέλειον άνθρωπον· ούτω και ύστερον από γυναικός σάρκα λαβών ο αυτός, τέλειον άνθρωπον έδειξε· και ον τρόπον ο Αδάμ τη του Θεού κελεύσει γυναικός δίχα γυναίκα προήγαγε· τον αυτόν τρόπον η Μαριάμ τη του Θεού επινεύσει ανδρός άνευ, άρρεν τέτοκεν αληθέστατα· τούτο και γαρ ο λόγος πιστούμενος, άνωθεν εκείνο παρέδειξε, κακείνο υπέρ έννοιαν, και τούτο υπέρ λόγον. Και ώσπερ τότε εκ των εαυτού σαρκών και οστέων πλευράν άσπορον εις διάπλασιν ο Προπάτωρ έχρησε τη Προμήτορι· ούτω νυν αντ΄ αυτής η ταύτης Θυγάτηρ τούτο το χρέος αποδιδούσα εκ των εαυτής παναγίων αιμάτων, άσπορον σάρκα δεδάνεικε τω νέω Αδάμ εις ανάπλασιν του ταύτης Προπάτορος· εκεί εις γυναικείας διάπλασιν υποστάσεως εκ παρθένου ανδρός η λήψις εγένετο· ώδε εις θεανδρικής υποστάσεως σύστασιν εκ Παρθένου γυναικός η σύλληψις γέγονεν· εκεί ο Αδάμ και την πλευράν αφηρέθη και πόνον ουχ υπέστη· ώδε η Μαριάμ και βρέφος έτεκε και οδύνην ουκ έγνω· όπου γαρ μεθ΄ ηδονής η σύλληψις, εκεί κατά λόγον μετ΄ οδύνης η γέννησις· ένθα δε το πρώτον ουδαμώς έσχε χώραν, ενταύθα επομένως κατά πάσαν ανάγκην το δεύτερον άπεστι. Σώος έμεινεν ο Αδάμ και μετά την αφαίρεσιν της πλευράς· άφθορος έμεινε και η Παρθένος, και προ της προόδου, και μετά την πρόοδον του βρέφους. Παρθένον ούσαν την Εύαν ηπάτησεν ο όφις, και Παρθένον ούσαν την Μαρίαν ευηγγελίσατο ο Γαβριήλ. Απατηθείσα η Εύα λόγον προήνεγκε θανάτου αίτιον· ευαγγελισθείσα η Μαριάμ, Λόγον εν σαρκί τέτοκε ζωής αιωνίου τοις άπασι πρόξενον. Ο λόγος της Εύας το της γνώσεως έδειξε ξύλον, δι΄ ου τον Αδάμ του Παραδείσου εξώρισεν· ο Λόγος ο εκ της Παρθένου τον Σταυρόν έδειξε ζωής ξύλον, δι΄ ου τον Αδάμ και τους εξ Αδάμ, εισάγει πάλιν εις τον Παράδεισον». Έφη δε και ο θείος Κύριλλος Ιεροσολύμων Κατηχήσει ιβ΄ «Έπρεπε γαρ τω αγνοτάτω και διδασκάλω της αγνείας εξ αγνών εξεληλυθέναι παστάδων· ει γαρ ο τω Υιώ καλώς ιερατεύων απέχεται γυναικός, αυτός ο Υιός, πως έμελλεν εξ ανδρός και γυναικός προέρχεσθαι; (ήτοι γεννηθήναι) ότι συ ει (φησίν εν ψαλμοίς) ο εκσπάσας με εκ γαστρός, σημαίνων το χωρίς ανδρός εκ Παρθένου γαστρός και σαρκός αυτόν εκσπασθέντα γεγεννήσθαι»· κατωτέρω, «Εχρεωστείτο τοις ανδράσι παρά του θήλεος γένους η χάρις· η γαρ Εύα εκ του Αδάμ εγεννήθη, ουκ εκ μητρός συλληφθείσα, αλλ΄ εκ μόνου του ανδρός ώσπερ αποτεχθείσα. Απέδωκεν ουν η Μαρία της χάριτος το χρέος, ουκ εξ ανδρός, αλλ΄ εξ αυτής μόνης αχράντως εκ Πνεύματος Αγίου δυνάμει Θεού γεννήσασα». Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει: «Ώσπερ ο Αδάμ άνευ γυναικός γυναίκα ήνεγκεν· ούτω σήμερον η Παρθένος άνευ ανδρός άνδρα έτεκεν· επειδή γαρ εχρεώστει το γυναικείον γένος τοις ανδράσι την χάριν, ως του Αδάμ άνευ γυναικός γυναίκα πλάσαντος· δια τούτο σήμερον η Παρθένος έτεκεν άνευ ανδρός άνδρα υπέρ της Εύας εκτίνουσα το χρέος τοις ανδράσιν. Ίνα γαρ μη μέγα φρονή ο ανήρ, ως άνευ γυναικός γυναίκα πλάσας, δια τούτο σήμερον η Παρθένος άνευ ανδρός άνδρα έτεκεν, ίνα τω κοινώ του θαύματος δείξη το ομότιμον της φύσεως» (Λόγος εις την Χριστού Γέννησιν ρλβ΄ Τόμ. ε΄). Εγώ δε και τούτο προσθέτω ενταύθα, ότι, επειδή ύστερον ο Δεσπότης Χριστός επί του Σταυρού κρεμάμενος εκεντήθη εις την πλευράν από την λόγχην του στρατιώτου, και ανέβλυσεν εξ αυτής αίμα και ύδωρ, με τα οποία ανέπλασε την φθαρείσαν Εύαν, την εκ της πλευράς πλασθείσαν του Αδάμ, τούτου χάριν πάλιν έμεινεν εις το χρέος η γυνή, και πάλιν χρεωστεί εις τον νέον Αδάμ Χριστόν το γένος όλον των γυναικών· επειδή, όταν εις συνερισίαν έλθουν Κτίστης και κτίσμα, αδύνατον είναι να νικήση το κτίσμα τον Κτίστην εις τας δωρεάς, καν εις όσον αγιότητος προκόψη και χάριτος· αλλά πάντοτε ο Κτίστης νικά το κτίσμα και υπόχρεων τούτο ποιεί· όθεν είπεν ο Θεολόγος Γρηγόριος: «Ουδέποτε νικήσεις μεγαλοδωρεάν Θεού, καν πάντα πρόη τα όντα, αν τοις ούσι σαυτόν προσθής· και τούτο γαρ εστι λαβείν το τω Θεώ δοθήναι· όσον αν εισενέγκης, πλείον αεί το λειπόμενον· και ουδέν δώσεις ίδιον, ότι πάντα παρά Θεού. Και ώσπερ ουκ έστιν υπερβήναι την εαυτού σκιάν, υποχωρούσαν καθόσον προϊεμεν· ούτως ουδ΄ οις δίδομεν νικήσαι Θεόν· ου γαρ έξω τι των αυτού δίδομεν, ουδέ υπέρ την εκείνου φιλοτιμίαν» (Λόγος περί φιλοπτωχείας). Ο δε ανώνυμος απορεί, διατί η Παρθένος είπε να αποδώση δι΄ αυτής η Εύα το χρέος ουχί πλήρες, αλλά πληρέστατον; Λύων ουν την απορίαν λέγει ότι πληρέστατον αυτό είπε δια δύο αίτια, ή διότι μίαν πλευράν εκ του Αδάμ η Θεοτόκος δανεισαμένη δια της Προμήτορος Εύας, ολόκληρον άνδρα τον Χριστόν αντιδέδωκεν, ή διότι η Εύα μεν ηπάτησε τον Αδάμ και του Παραδείσου αυτόν εξέβαλεν· όθεν ήτον υπόχρεος και την απάτην και την εκβολήν του Παραδείσου επανορθώσασθαι· η δε Θεοτόκος τον Χριστόν έτεκεν, όστις και την απάτην εθεράπευσε, και την εν τω Παραδείσω πάλιν διαγωγήν εχαρίσατο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου