ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


Τη αυτή ημέρα, Κυριακή εβδόμη από του Πάσχα, την εν Νικαία ΠΡΩΤΗΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΝ ΣΥΝΟΔΟΝ εορτάζομεν, των Τριακοσίων Δέκα και Οκτώ θεοφόρων Πατέρων.

Πόλου νοητού αστέρες σελασφόροι,                                                                                                              Ακτίσιν υμών φωτίσατέ μοι φρένας.
Κατά του Αρείου
Ξένον τον Υιόν Πατρός ουσίας λέγων                                                                                                                                         Άρειος ήτο της Θεού δόξης ξένος.


Η Αγία αύτη και Μεγάλη Α΄ Οικουμενική Σύνοδος των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων συνηθροίσθη εν Νικαία της Βιθυνίας εν έτει τκε΄ (325) μ. Χ. βασιλεύοντος Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306-337), ετάχθη δε παρά των Πατέρων της Εκκλησίας να εορτάζεται κατά την παρούσαν Κυριακήν η μνήμη αυτής δια την εξής αιτίαν. Επειδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός πληρώσας άπασαν την ένσαρκον Αυτού οικονομίαν ανήλθεν εις ουρανούς και αποκατέστη εις τον θρόνον της μεγαλωσύνης Αυτού, θέλοντες οι Άγιοι και Θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας να δείξουν ότι αληθώς ο Υιός του Θεού τέλειος ων Θεός εγένετο και τέλειος άνθρωπος και σαρκωθείς και σταυρωθείς και ταφείς και εκ νεκρών αναστάς ανελήφθη εις ουρανούς και εκάθισεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς και ότι η Αγία αύτη Πρώτη Οικουμενική Σύνοδος πρεπόντως Αυτόν ανεκήρυξε και ωμολόγησεν ομοούσιον και ομότιμον τω Πατρί, δια τούτο ευθύς μετά την εορτήν της ενδόξου Αυτού Αναλήψεως την παρούσαν εθέσπισεν εορτήν τιμώσα ούτω τον σύλλογον των τοιούτων Πατέρων, οίτινες τον εν σαρκί αναληφθέντα Θεόν αληθινόν και εν σαρκί τέλειον άνθρωπον ανεκήρυξαν. Συνηθροίσθη δε η Αγία αύτη Α΄ Οικουμενική Σύνοδος υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου δια την εξής αιτίαν. Ευθύς ως είχον παύσει οι από των τυράννων της Ρώμης διωγμοί και οι δεινοί χειμώνες εκείνοι, οι κατά της Εκκλησίας εγερθέντες υπό του σατανά, ειρήνη δε γλυκεία επέλαμψεν εις τα Χριστιανικά πλήθη, βασιλεύσαντος εκ θείας προνοίας του αοιδίμου Κωνσταντίνου, όστις πρώτος τα σκήπτρα της Βασιλείας υπέταξεν εις τον σταυρωθέντα Ιησούν Χριστόν, με του οποίου την ακαταμάχητον δύναμιν κατέλυσε και εις το τέλος εξηφάνισε τους αθέους τυράννους, ως άλλος δε ήλιος εξαπέστειλε πανταχού τας γλυκυτάτας ακτίνας της ειρήνης και οι φυλακισμένοι απελύθησαν, οι εξόριστοι ανεκλήθησαν, οι θείοι Ναοί ηνεώχθησαν και άλλοι νέοι ανηγείροντο και ο κόσμος όλος ανέπεμπον δόξαν και ευχαριστίαν τω φιλανθρώπω Σωτήρι δια την γαλήνην και αταραξίαν της οποίας ηυδόκησε παραδόξως να αξιωθούν, ευθύς, λέγω, ως αι του Θεού Εκκλησίαι είδον τας γλυκείας ακτίνας της ειρήνης, εξαίφνης ιδού και νέα ταραχή, και ταραχή μεγάλη και φοβερά, ηγέρθη εις την Εκκλησίαν του Θεού, από της πόλεως Αλεξανδρείας της Αιγύπτου εξαπολυθείσα.

H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

Γνωρίζει ο “Σεβασμιώτατος” ότι οι μνημονεύοντες τον λατινόφρονα «κ.» Βαρθολομαίο, είναι εχθροί της Κυρίας Θεοτόκου και του Υιού Της;

Διαβάζω: 
Των ιερών ακολουθιών της πανηγύρεως στην Ιερά Μονή Εσφιγμένου (σ.σ. 
μνημονεύουν τον λατινόφρονα προδότη Βαρθολομαίο), επί τη εορτή της Αναλήψεως, προέστη ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός, προσκεκλημένος του Καθηγουμένου αυτής Αρχιμ. Χρυσοστόμου, κατά το τριήμερο της 12ης , 13ης και 14ης  Ιουνίου ε.ε. Με την ευκαιρία αυτή χειροτόνησε σε Πρεσβύτερο τον Διάκονο της Μονής π. Ιωακείμ κατά τη Θεία Λειτουργία της κυριωνύμου ημέρας.
Στην προσφώνησή του ο Σεβασμιώτατος εξέφρασε την αγάπη του και την εκτίμηση του προς τον Καθηγούμενο και την αδελφότητα της Μονής και εξήρε τον αγώνα τους για την απόδοση του δικαίου και την αποκατάσταση της αταξίας.i.m.esfigmenou-61


Τότε :

Οι λατινόφρονες με τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννην Βέκκον ήλθον εις το Άγιον Όρος μετά στρατιωτικής δυνάμεως, και αφού έπραξαν εκείνα τα οποία έπραξαν εις τας άλλας Μονάς, ήλθον τελευταίον και εις την Ιεράν Μονήν του Ζωγράφου, πυρ και μανίαν πνέοντες κατά των οικούντων αυτήν Μοναχών. Κατ’ εκείνον δε τον φρικτόν και φοβερόν δια το Άγιον Όρος καιρόν, πλησίον της Μονής Ζωγράφου ηγωνίζετο κατά μόνας εις Μοναχός, έχων συνήθειαν ιεράν να αναγινώσκη πολλάκις καθ΄ εκάστην τον Ακάθιστον Ύμνον της Θεοτόκου ενώπιον της θείας Εικόνος Αυτής. Εν μια λοιπόν των ημερών, ότε εις τα χείλη του Γέροντος αντηχούσεν ο Αρχαγγελικός ασπασμός της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας, το «Χαίρε», ακούει αίφνης ο Γέρων εκ της αγίας Αυτής Εικόνος τους εξής λόγους: «Χαίρε και συ, Γέρων του Θεού!», ο δε Γέρων εγένετο έντρομος. «Μη φοβού», εξηκολούθησεν ησύχως η εκ της Εικόνος θεομητορική φωνή, «αλλ’ απελθών ταχέως εις την Μονήν, ανάγγειλον εις τους αδελφούς και εις τον Καθηγούμενον ότι οι εχθροί εμού τε και του Υιού μου επλησίασαν. Όστις λοιπόν υπάρχει ασθενής τω πνεύματι, εν υπομονή ας κρυφθή, έως ότου παρέλθη ο πειρασμός, οι δε επιθυμούντες μαρτυρικούς στεφάνους ας παραμείνωσιν εν τη Μονή, άπελθε λοιπόν ταχέως».   ….είκοσι δε και εξ Μοναχοί, oι μη μνημονεύοντες τον λατινόφρονα Βέκκο, μετά των οποίων και ο Καθηγούμενος, έμειναν εις την Μονήν και εισήλθον εντός του Πύργου, αναμένοντες τους εχθρούς αυτών και προσδοκώντες τους μαρτυρικούς στεφάνους. Το αποτέλεσμα: εικοσιέξ Οσιομάρτυρες Ζωγραφίται, οι ελέγξαντες τους λατινόφρονας, τον τε βασιλέα Μιχαήλ και τον Πατριάρχην Βέκκον, επάνωθεν του Πύργου πυρί τελειούνται.




O Συναξαριστής της ημέρας.

Κυριακή, 16 Ιουνίου 2013 (ώρα Ελλάδος).

ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (α Οικ. Συνόδου).
Τύχωνος επισκόπου Αμαθούντος της Κύπρου.

Ἡ ἕκτη κατὰ σειρὰ Κυριακὴ μετὰ τὸ Ἅγιο Πάσχα εἶναι ἀφιερωμένη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὴν μνήμη τῶν 318 Ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἔλαβαν μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ συνῆλθε στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ 325 μ.Χ. Ἡ σύνοδος συνῆλθε κατὰ πρόσκληση τοῦ Μέγα Κωνσταντίνου κατὰ τὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς βασιλείας του καὶ εἶχε διάρκεια 3,5 χρόνια. Διακριθεῖσες μορφὲς τῆς συνόδου ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Ἀλεξανδρείας, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ Εὐστάθιος ὁ Ἀντιοχείας, ὁ Μακάριος ὁ Ἱεροσολύμων, ὁ Παφνούτιος, ὁ Σπυρίδων, ὁ Νικόλαος, κ.ἄ.

Η Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καταδίκασε τὸν Ἄρειο καὶ τὸν Ἀρειανισμό. Διατύπωσε τοὺς πρώτους ὅρους ὀρθοῦ Χριστιανικοῦ δόγματος καὶ ἰδιαίτερα τὰ περὶ τοῦ δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς ὁμοούσιον τῷ Θεῷ Πατρί. Συνέταξε τὰ πρῶτα ἑπτὰ ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως.

Συνοπτικὴ παράθεση τῶν ἱερῶν Κανόνων

Κανὼν Α:      Καταδικάζει τὴ συνήθεια τοῦ οἰκοιοθελοὺς εὐνουχισμοῦ καὶ ἀπαγορεύει τὴ χειροτονία εὐνουχισμένων, πλὴν ὅσων γιὰ ἰατρικοὺς λόγους ἢ λόγω βασανιστηρίων ἐξετμήθησαν.
Κανὼν Β:       Ἀπαγορεύει τὴ χειροτονία ὡς κληρικῶν στὰ νέα μέλη (νεόφυτοι) τῆς ἐκκλησίας.
Κανὼν Γ:       Καταδικάζει τὴν συνήθεια τῶν κληρικῶν ὅλων τῶν βαθμῶν νὰ συζοῦν μὲ νεαρὲς γυναῖκες τὶς ὁποῖες δὲν εἶχαν παντρευτεῖ (συνείσακτοι).
Κανόνες Δ-Ε: Εἰσάγεται τὸ «μητροπολιτικὸ σύστημα», τὸ ὁποῖο ἴσχυε στὴν ὀργάνωση τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, καὶ καθορίζουν τὴν ἁρμοδιότητα τῆς ἐπαρχιακῆς συνόδου στὴ χειροτονία τῶν ἐπισκόπων.
ΚανὼνΣΤ:     Ἀναγνωρίζει κατ’ ἐξαίρεση τὸ ἀρχαῖο ἔθος τῆς συγκεντρωτικῆς δικαιοδοσίας τοῦ ἐπισκόπου τῆς Ἀλεξανδρείας στὶς ἐκκλησίες τῆς Αἰγύπτου, Λιβύης καὶ Πεντάπολης —ὅπως συνέβαινε καὶ μὲ τὴν ἐκκλησία τῆς Ρώμης— ἐνῶ ἑξαιρεῖ τὴ Ρώμη καὶ τὴν Ἀντιόχεια ἀπὸ τὸ γενικὸ μέτρο τοῦ μητροπολιτικοῦ συστήματος.
Κανὼν Ζ:      Ὁρίζεται ὅτι ὁ ἐπίσκοπος Αἰλίας (δηλ. Ἱερουσαλήμ) νὰ εἶναι ὁ ἑπόμενος στὴ σειρὰ ἀπόδοση τιμῶν.
Κανὼν Η:      Ὁρίζει τὸν τρόπο ἐπιστροφῆς στὴν ἐκκλησία τῆς Αἰγύπτου τῶν λεγόμενων «Καθαρῶν» (Μελιτιανὸ σχίσμα).
Κανὼν Θ:      Ἀναφέρεται στὴν συνήθη περίπτωση χειροτονίας πρεσβυτέρων τῶν ὁποίων δὲν ἐξετάστηκαν τὰ προσόντα ἢ οἱ ὁποῖοι δὲν παραμένουν ἄμεμπτοι.
Κανὼν Ι:        Καταδικάζει τὴ χειροτονία πεπτωκότων.
Κανόνες ΙΑ-ΙΒ:         Καθορίζεται ἡ μετάνοια τῶν πεπτωκότων, μὲ αὐστηρότερα κριτήρια.
Κανὼν ΙΓ:      Δέχεται ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ παρασχεθεῖ Θεία Εὐχαριστία ἐπὶ τῆς ἐπιθανατίου κλίνης.
Κανὼν ΙΔ:     Ὁρίζεται ἡ μετάνοια τῶν πεπτωκότων κατηχουμένων.
Κανόνες ΙΕ-ΙΣΤ:      Καταδικάζεται ἡ ἐπιδίωξη κληρικῶν γιὰ μετάθεση σὲ ἄλλες ἐκκλησίες.
Κανὼν ΙΖ:     Καταδικάζει τὴν πλεονεξία καὶ αἰσχροκέρδεια τῶν κληρικῶν ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν ἔντοκο δανεισμό.
Κανὼν ΙΗ:     Ἀπαγορεύει στοὺς διακόνους νὰ μεταδίδουν καὶ νὰ ἀγγίζουν τὴ Θεία Εὐχαριστία πρὶν ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους, καὶ δὲν ἐπιτρέπεται τὸ νὰ κάθονται μεταξὺ τῶν πρεσβυτέρων.
Κανὼν Κ:      Ἀπαγορεύει τὴ γονυκλισία στὴ Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς καὶ τὴν διάρκεια τῆς Πεντηκοστῆς.

Ἐπισπρόσθετα καθορίστηκε ἡ κοινὴ ἡμέρα ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα.
 
Τὰ συμπεράσματα τὶς συνόδου ὑπογράφηκαν ἀπὸ περισσότερους ἀπὸ 318 καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς ἐπικράτησε γιὰ συμβολικοὺς λόγους. Οἱ ἐπίσκοποι ποὺ ἦταν παρόντες στὴ σύνοδο συνοδεύονταν ἀπὸ κατώτερους κληρικοὺς τῶν ὁποίων ὁ συνολικὸς ἀριθμὸς ἀνερχόταν στὸ τριπλάσιο ἢ τετραπλάσιο τῶν Ἐπισκόπων.


Ο OΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ :

 «Διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον. Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας. Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του θεανθρωπίνου σώματός της.
Έτσι έχουν κατ’ αρχήν αποκοπή οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, …, κατόπιν οι Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, …».



[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Ἀναδημοσιεύτηκε στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» στίς 29/6/2007 ]

Στήβεν Ράνσιμαν : Ιστορία των Σταυροφοριών



H λεηλασία τής Κωνσταντινουπόλεως δεν έχει το αντίστοιχό της στην ιστορία. Επί εννέα αιώνες η μεγάλη πόλη υπήρξε η πρωτεύουσα τού χριστιανικού πολιτισμού. Είχε γεμίσει με έργα τέχνης, πού είχαν επιζήσει από την αρχαία Ελλάδα και με τα αριστουργήματα των δικών της έξοχων καλλιτεχνών. Οι Ενετοί ήξεραν την αξία αυτών των πραγμάτων. Όσοι μπόρεσαν άρπαξαν θησαυρούς και τους μετέφεραν για να στολίσουν τις πλατείες και τις εκκλησίες και τα παλάτια της πόλεώς των. Αλλά οι Γάλλοι και οι Φλαμανδοί είχαν κυριευθεί από μία μανία καταστροφής. Ξεχύθηκαν ένας ωρυόμενος όχλος στους δρόμους και στα σπίτια, αρπάζοντας οτιδήποτε γυάλιζε και καταστρέφοντας ό,τι δεν μπορούσαν να κουβαλήσουν, σταματώντας μόνο για να σκοτώσουν και για να βιάσουν ή για ν’ ανοίξουν τα κελάρια για να πιουν. Δεν γλύτωσαν ούτε τα μοναστήρια, ούτε οι βιβλιοθήκες. Στη ίδια την Αγιά Σοφία έβλεπε κανείς μεθυσμένους στρατιώτες να σχίζουν τις μεταξωτές κουρτίνες και να γκρεμίζουν και να κομματιάζουν το μεγάλο ασημένιο εικονοστάσιο, ενώ ποδοπατούσαν ασεβέστατα άγιες εικόνες και ιερά βιβλία. Επί τρεις ημέρες εξακολούθησαν οι φρικιαστικές σκηνές της λεηλασίας και της αιματοχυσίας, ώσπου η τεράστια και ωραία πόλη έγινε ένα ερείπιο. Ακόμη και οι Σαρακηνοί θα είχαν δείξει περισσότερο οίκτο, αναφωνεί ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης και λέει την αλήθεια.

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)

Η θεόπνευστος λατρεία της Εκκλησίας συνεχώς επαναλαμβάνει ότι ο Θεός είναι «Θεός του ελέους», «Θεός της αγαθότητος», «Θεός της φιλανθρωπίας», δηλαδή με μίαν λέξιν Θεός πάσης αρετής. Και πράγματι εις την ιστορίαν της ανθρωπίνης ζωής ως τοιούτος Θεός ενεφανίσθη ο Θεάνθρωπος Χριστός, ο οποίος όντως είναι η προσωποποίησις και ο υπογραμμός και το πρότυπον, πάσης αρετής και χάριτος. Αυτός είναι η τελεία Αγάπη, τελεία Αγαθότητα, τελεία Φιλανθρωπία, η Θεανθρωπίνη δηλαδή τελειότης κάθε αρετής, η Παναρετή. Δια τούτο ο σκοπός της ζωής του κάθε χριστιανού είναι η παναρετοποίησις, η χριστοποίησίς του, δηλαδή η θεανθρωποποίησίς του, η τριαδοποίησίς του. Λέγω δε τριαδοποίησις διότι όπου είναι ο Υιός, εκεί και ο Πατήρ και το Πνεύμα, η μία αδιαίρετος τρισυπόστατος Θεότης. Όλαι αι αρεταί αποτελούν μίαν οργανικήν ολότητα, ένα οργανισμόν και δη θεανθρώπινον τοιούτον. Αυταί αυξάνουν αμοιβαίως, ζουν η μία μέσα εις την άλλην, και λαμβάνουν δύναμιν η μία από την άλλην, διαιωνιζόμεναι αμοιβαίως. Επομένως κάθε αρετή είναι τρόπον τινά παναρετή. Ούτω η πίστις δύναται να ονομασθή παναρετή, διότι δια να ζήση πρέπει να τρέφεται με την αγάπην και την ελπίδα, με την νηστείαν και την ευσπλαγχνίαν, με την μετάνοιαν και όλας τας άλλας αρετάς. Με τον αυτόν τρόπον και όταν αι άλλαι αρεταί, όπως η προσευχή, η αγάπη, η ελπίς, η νηστεία κλπ. Τρέφονται η μία με την άλλην, ζωοποιούνται και τελειοποιούνται και αφθαρτοποιούνται αμοιβαίως.