ιε΄. Ἅγιος Μᾶρκος
ὁ Εὐγενικός: Οἱ ἀγῶνες καί ἡ ἀποτείχισίς του.
Θά ἀναφερθοῦμε ἐν συνεχείᾳ στόν τελευταῖο πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας
πρίν ἀπό τήν πτῶσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τόν ἅγ. Μᾶρκο τόν Εὐγενικό, τον
ἐπωνομαζόμενο
ἄτλαντα τῆς Ὀρθοδοξίας καί θά τόν δείξωμε και αὐτόν ἀπολύτως σύμφωνο μέ τόν
περί ἀποτειχίσεως ΙΕ΄ ἱερό Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου.
Ὅπως εἶναι
γνωστό ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὅπως ὅλοι οἱ μετά τό σχίσμα Πατέρες, ἀγωνίσθηκε
ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκμεταλλευόμενος τήν παντελῆ ἐξασθένησι τοῦ
Βυζαντίου, ἠθέλησε κατά τό λόγιο νά ξυλεύση πρίν ἀκόμη πέση ἡ δρῦς καί νά ὑποτάξη
τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία θά τοῦ ἐδίδετο ἐκ τῶν προτέρων ὡς ἀντάλλαγμα, προκειμένου
νά βοηθήση, ὅπως ἔλεγε, στρατιωτικά καί
οἰκονομικά
τήν καταρρέουσα αὐτοκρατορία. Εἶναι γεγονός ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχε κατ’ εὐδοκία Θεοῦ
σ’ αὐτήν τήν κρίσιμη γιά τήν Ὀρθοδοξία περίοδο ὁ ἅγ. Μᾶρκος, θά εἶχε ὅλη ἡ Ἀνατολή
φραγκέψει καί ἡ ἀληθινή πίστις θά εἶχε ἐξαλειφθῆ ἀπό τή γῆ.
Τό σπουδαῖο εἶναι
ὅτι ὁ ἅγ. Μᾶρκος δέν ἀγωνίσθηκε μόνο κατά τή Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας-Φερράρας, πρᾶγμα
πού εἶναι σέ πολλούς γνωστό, ἀλλά ἀγωνίσθηκε καί μετά τήν ὑπογραφή τῆς
συμφωνίας καί τήν ἐπάνοδο στην Κωνστατινούπολι. Αὐτοί μάλιστα οἱ τελευταῖοι ἀγῶνες
του, οἱ ὁποῖοι σέ πολλούς εἶναι ἄγνωστοι, ἔχουν ἴσως μεγαλύτερη σημασία, διότι
θά ἠδυνάμεθα νά εἴπωμε ὅτι οἱ κατά τήν Σύνοδο ἀγῶνες του δέν ἐτελεσφόρησαν, ἐφ’
ὅσον ὑπεγράφη τελικῶς ἡ ἕνωσις τῶν «Ἐκκλησιῶν», ἐνῶ οἱ μετά τήν Σύνοδο εἶχαν
πλήρη ἐπιτυχία, ἐπειδή ἔγιναν αἰτία
νά ἐπανέλθωμε
εἰς τήν Ὀρθοδοξία καί νά καταδικασθῆ συνοδικά ἡ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας καί μαζί
ὁ Παπισμός.
Τό πρῶτο καί
βασικό τό ὁποῖον ἔκανε ὁ ἅγιος μετά την ἐπάνοδον εἰς τήν Κωνστατινούπολι, ἦτο ὅτι
διέκοψε την ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ ὅλους ὅσους ὑπέγραψαν τήν ἕνωσι στήν
Φλωρεντία καί ὅσους τούς ἀκολουθοῦσαν. Ἡ ἀποτείχισις αὐτή τοῦ ἁγίου διήρκησε
μέχρι τοῦ θανάτου του. Ὁ ἅγιος ἀπεβίωσε τήν 23/6/1444 ἤ κατ’ ἄλλους 1445 (Θ.Η.Ε. τόμ. 8:761), ἡ δέ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας
ἐπερατώθη τό
1439. Τά πέντε λοιπόν αὐτά ἤ ἕξι χρόνια, μετά τήν παπική Σύνοδο, ἦτο ὁ ἅγιος ἀποτειχισμένος
ἀπό ὅλους ὅσους ὑπέγραψαν καί ὅσους τους ἀκολουθοῦσαν. Ἐπί πλέον δέ ἔγινε, τά
τελευταῖα αὐτά χρόνια τῆς ζωῆς του, ὁ ἀρχηγός τῶν ἀνθενωτικῶν μέ τούς ἀγῶνες
του καί διέσωσε τήν Ὀρθοδοξία ἀπό τήν λατινική ὑποταγή.
Εἶναι ἀλήθεια
ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι τήν ἐποχή ἐκείνη τοῦ ἁγίου ἦταν πολύ πιό εὐαίσθητοι στά θέματα
τῆς πίστεως ἀπό τούς Ὀρθοδόξους τῆς ἐποχῆς μας. Διά τοῦτο, ὡς ἀπό ἐνστίκτου θά
λέγαμε, ἀπετειχίζοντο ἀπό τούς ἑνωτικούς καί λατινόφρονες Ἐπισκόπους καί
κληρικούς. Ὁ ἅγ. Μᾶρκος σέ ἐπιστολή του ἀπό τήν Λῆμνο ὅπου ἦτο ἐξόριστος, πρός
τόν ἱερομόναχο Θεοφάνη εἰς τόν Εὔριπον
περιγράφει αὐτήν
τήν ἀποτείχισι: «Διαπεράσας οὖν εἰς τήν Καλλίπολιν καί διερχόμενος διά τῆς
Λήμνου ἐκρατήθην ἐνταῦθα καί περιωρίσθην παρά τοῦ βασιλέως. Ἀλλ’ ὁ λόγος τοῦ
θεοῦ καί ἡ τῆς ἀληθείας δύναμις οὐ δέδεται, τρέχει δέ
μᾶλλον καί εὐοδοῦται
· καί οἱ πλείονες τῶν ἀδελφῶν τῇ ἐμῇ ἐξορίᾳ θαρροῦντες βάλλουσι τοῖς ἐλέγχοις
τούς ἀλιτηρίους καί παραβάτας τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῶν πατρικῶν θεσμῶν, καί ἐλαύνουσι
πανταχόθεν αὐτούς ὡς καθάρματα, μήτε
συλλειτουργεῖν
αὐτοῖς ἀνεχόμενοι, μήτε μνημονεύειν ὅλων αὐτῶν ὡς Χριστιανῶν» (Σπ. Π. Λάμπρου, Παλαιολόγεια
καί Πελοποννησιακά, τόμ. Α΄, σελ. 21).