Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) : ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ


Απωθούν από το πλάσμα του Θεού την πρωταρχικήν γνώσιν και την λογικότητα, την οποίαν έσπειρε μέσα εις αυτό ο Θεός Λόγος όταν το εδημιούργησε. Πράγματι, η αμαρτία και ο θάνατος είναι το μόνον παράλογον εις αυτόν τον κόσμον, το μόνον ά-λογον, η μόνη αλογία. Έως ότου ευρίσκεται εις τον άνθρωπον η αμαρτία και ο θάνατος, το παράλογον του ερημώνει και την αυτοσυναίσθησιν, και την αυτοσυνειδησίαν, και την ζωήν, και την κτίσιν. Μόνον όταν ο άνθρωπος κοινωνήση της χαράς της αναστάσεως του Χριστού, τότε επανέρχεται εις την ψυχήν του το αληθινόν νόημα και ο λόγος, η αληθινή λογική και λογικότης, και τον οδηγούν εις την θαυμαστήν αθανασίαν και απεραντοσύνην του Χριστού. Άνευ του Γλυκυτάτου Κυρίου Ιησού είναι φοβερά και χωρίς νόημα και αυτή η βραχυχρόνιος επίγειος ζωή, πολύ δε περισσότερον η απέραντος και ατελεύτητος αθανασία. Όπου ευρίσκεται ο θάνατος, εκεί δεν υπάρχει πραγματική χαρά. Με άλλους λόγους: όπου δεν είναι παρών ο Χριστός, εκεί δεν υπάρχει αληθινή χαρά. Οι άνθρωποι, μέσα εις το παραλήρημα της αμαρτίας, μέσα εις την μέθην των από της αμαρτίας την ηδονήν, διακηρύσουν ως χαράν της ζωής πολυαρίθμους ανοησίας και μικρότητας. Και είναι πράγματι ανοησία και μικρότης κάθε τι που απομακρύνει τον άνθρωπον από τον Χριστόν, κάθε τι που δεν του εξασφαλίζει την αγιότητα και την αθανασίαν του Χριστού. Και κάτι άλλο: όπου υπάρχει θάνατος, εκεί δεν υπάρχει πραγματική αλήθεια και δικαιοσύνη και αγάπη. Μόνον εκείνος που θα νικήση τον θάνατον και θα λυτρώση το ανθρώπινον γένος από τον θάνατον, αυτός έχει πραγματικήν αγάπην. Τι αγάπη είναι αυτή, η οποία δεν λυτρώνει εκείνον που αγαπά από τον θάνατον; Δι΄ αυτό ο Κύριος Ιησούς είναι ο Μόνος Φιλάνθρωπος. Και η ολοκληρωτική αγάπη (η «παναγάπη»), ένεκα τούτου είναι ολοκληρωτική, διότι περιέχει όλην την αλήθειαν, όλην την δικαιοσύνην και ό,τι το υψηλόν, το ευγενές, το αθάνατον, το ευλογημένον, το θείον. Εις την πραγματικότητα το ταλαίπωρον ανθρώπινον γένος έχει ένα μόνον γνήσιον φίλον: τον Σωτήρα Χριστόν, διότι Αυτός το ελύτρωσε από τον μεγαλύτερον εχθρόν του, τον θάνατον. Δια της ενδόξου αναστάσεώς Του ο Κύριος εισήγαγε το ανθρώπινον γένος εις το ρεύμα του ποταμού της αθανασίας, ο οποίος εκβάλλει εις την αιώνιον ζωήν. Και από τότε και αι σκέψεις και αι αισθήσεις και τα έργα των ανθρώπων του Χριστού, γίνονται όλα μικρά ρυάκια αθανασίας, τα οποία, καθώς περνούν μέσα από τους βράχους του χρόνου και του χώρου, κελαρύζουν και τρέχουν με χαράν προς το χωρίς όχθες πέλαγος της θαυμαστής αιωνιότητος και θεανθρωπότητος του Χριστού. Όταν από τον χρόνον αφαιρεθή η αμαρτία και ο θάνατος, τότε ο χρόνος γίνεται ένα θαυμάσιον προοίμιον εις την θείαν αιωνιότητα, μία έξοχος εισαγωγή εις την θεανθρωπότητα, σύμφωνα με τον παναληθινόν λόγον του Αιωνίου, του Θεανθρώπου: «Ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 6,47). Η πικρία του χρόνου προέρχεται από τον θάνατον και την αμαρτίαν, και γίνεται γλυκύς ο χρόνος με την αθανασίαν και την αναμαρτησίαν. Χωρίς τον Χριστόν, τον Μόνον Παντοδύναμον, ο χρόνος είναι ένα βαρύ φορτίον. Μαζί Του γίνεται ελαφρόν. Αλλά και ο παράδοξος δίδυμος αδελφός του χρόνου, ο χώρος, με ό,τι κλείει μέσα του, και αυτός με όλο το βάρος του πιέζει και συντρίβει τον άνθρωπον. Φοβερόν λοιπόν και τρομοκρατικόν είναι το φορτίον του ανθρώπου, βαρύς και ακανθώδης ο ζυγός του. Μόνον με την βοήθειαν του παναγάθου και παντοδυνάμου Θεανθρώπου ο ζυγός αυτός γίνεται «χρηστός» και το φορτίον «ελαφρόν». Κατά τον αληθινόν λόγον της Αληθείας: «Ο ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστιν» (Ματθ. 11, 30). 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου