Επιστολαί Αγ. Νεκταρίου


Επιστολή15η

Εν Αθήναις τη 31 Οκτωβρίου 1905

Οσιωτάτη εν Κυρίω θυγάτηρ Ξένη, εύχομαι σοι πατρικώς.
Έλαβον τας επιστολάς σας παρά της μητρός της Ειρήνης και ευχαριστήθην, είθε η θεία χάρις δια πρεσβειών της Κυρίας Θεοτόκου να σκέπη την ιεράν σας μονήν και να διαφυλάττη πάσας εν υγεία ψυχική και σωματική.
Επειδή ο λόγος περί της χάριτος της Κυρίας Θεοτόκου αναγγέλω υμίν ευχαρίστως, ότι η Κυρία Θεοτόκος  με ηξίωσε να φέρω εις πέρας την βουλήν την οποίαν εθέμην, ήτοι να εντείνω εις μέτρα της αρχαίας ελληνικής ποιήσεως τα Θεοτόκια (ή θεοτοκία) όλα όσα έχει η Παρακλητική και τους κανόνας της Κυρίας Θεοτόκου. Η βουλή αύτη σήμερον ακριβώς την 9ην ώραν εγένετο τέλειον έργον. Άπαντα τα θεοτόκια και οι κανόνες της Θεοτόκου εγένοντο έμμετροι. Όθεν γνωρίζω υμίν, ότι έγραψα 103 ωδάς, 30 ύμνους και 11 κανόνας. Τα πάντα ανέρχονται εις 5.000 στίχους. Μοι φαίνονται ωραίοι και κατανυκτικοί και αισθάνομαι μίαν ευχαρίστησιν ου μόνον εκ της συγγραφής, αλλά και εκ της σκέψεως του ότι αι ευσεβείς ψυχαί θα ευρίσκωσι πνευματικήν ευφροσύνην. Δια την ευχαρίστησιν ταύτην, ην η Κυρία Θεοτόκος με ηξίωσε να λάβω, σας παρακαλώ να ψάλλητε μίαν ευχαριστήριον ωδήν εις την Κυρίαν Θεοτόκον και μίαν παράκλησιν, όπως μοι ενισχύη εις όμοια έργα και φέρω ταύτα εις αίσιον πέρας. Ήδη προτίθεμαι, να συντάξω όσους δυνηθώ ύμνους και ωδάς εις τον εν Τριάδι Θεόν, τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα. Επιθυμώ να παρακαλέσητε την Κυρίαν Θεοτόκον να μεσιτεύση προς τον Κύριον, ίνα μοι αποστείλη ακτίνα του θείου φωτός και φωτισθώ και δυνηθώ, ν΄ αναλάβω και φέρω εις αγαθόν πέρας, το οποίον προτίθεμαι σπουδαιότατον έργον. Τα έργα μοι ταύτα θα ώσιν η περιουσία μου και η περιουσία σας. Εις τον Πατέρα Ανδρόνικον είπον φροντίση να κοπώσιν οι βράχοι και να διορθωθή και ο δρόμος και να υψωθή και ο τοίχος έως τον δρόμον και ν΄ ανοίξη και την καταβόθρα έξω από τον δρόμον και να μοι γράψη πόσα θα δαπανηθώσι χρήματα, ίνα τω τα στείλω, διότι φρονώ, ότι πρέπει πλέον να τελειώση εκείνη η οδός, δια να διευκολύνησθε και δια το νερόν. Επειδή ο λόγος δια τον δρόμον ενεθυμήθην το φρέαρ, επιθυμώ να πίνητε νερόν από της κυράς Χρυσής το φρέαρ, διότι φοβούμαι μήπως το νερόν του μικρού φρέατος, εξ ου υδρεύεσθε και πίνετε δεν είναι καθαρόν και εντεύθεν ασθενείτε. Να βάλητε τινα να το καθαρίση και ύστερον να πίνητε. Μέχρι του καθαρισμού του να λαμβάνητε εκ του φρέατος της κυράς Χρυσής. Ενθυμηθείς την Κυρά Χρυσή, σας αναγγέλω μίαν γνώμην μου, την οποίαν επρότεινα δια της Αμαλίας εις την μητέρα της και ήτις την εδέχθη. Είναι δε η εξής. Να δώσουν εις τον Γεώργη της Χρυσής την αδελφήν της Αμαλίας και ούτως και η Μητέρα της Αμαλίας θα είναι εις τας εργασίας της μονής και η οικογένεια της Χρυσής δεν θα είναι ξένη εις την Μονήν και η Αμαλία θα έλθη το ταχύτερον. Εάν το εγκρίνητε, ανακοινώσατε τούτο από μέρους μου εις την κυρίαν Ελένην Πετάλα, ίνα αύτη κάμη την πρότασιν εις την κυρίαν Χρυσήν και γράφητε την απάντησιν εις την Αμαλίαν.
Πρόσφερε τας ευχάς μου εις την κυρίαν Ελένην, την Φιλοθέην, την Ελισάβετ, την Ακακίαν, την οποίαν παρακαλώ, να προφυλάσσηται και τη εύχομαι αμετάπτωτον υγείαν, επίσης και εις την γερόντισσαν Αναστασίαν και την Ειρήνην και την Μαργαρίταν. Τας ευχάς μου εις τον Πατέρα Ανδρόνικον. Εις την Κασσιανήν φράφω ιδιαιτέρως.

Σε εύχομαι
+Ο Πενταπόλεως  Νεκτάριος.

Υ.Γ.  Να γνωρίσητε εις τας αδελφάς, μάλιστα εις την Ειρήνην, ότι οφείλουσιν άπασαι να σοι εξαγορεύωνται τους λογισμούς των και αν ακόμη είναι υβριστικοί, συ δε να τους δέχησαι μετ΄ αγάπης, ίνα νικάς τους πειρασμούς.

Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς. ερμηνεία του 15ου Κανόνος από το νέο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε.

Θά ναφερθομε ν συνεχεί δεικνύοντας τήν Παράδοσι τς κκλησίας διά τήν σχέσι τν ρθοδόξων μέ τούς αρετικούς, ο ποοι δέν χουν καταδικασθ πό Σύνοδο, στόν γ. ωάννη τόν Χρυσόστομο. Παρ’ τι Χρυσορρήμων γιος ζησε σέ περίοδο πού εχαν ερηνεύσει τά πράγματα πό τούς ρειανούς καί Πνευματομάχους, διδασκαλία του εναι δια σχετικά μέ τήν πικοινωνία τν ρθοδόξων μέ τούς αρετικούς πρό συνοδικς κρίσεώς των. Στήν ρμηνεία λοιπόν το ρητο «πείθεσθε τος γουμένοις μν καί πείκετε...» (βρ. 13,17) γιος ναφέρει: «κακόν μέν ναρχία πανταχο, καί πολλν πθεσις συμφορν, καί ρχή ταξας καί συγχσεως · μλιστα δέ ν κκλησίᾳ τοσοτον πισφαλεστρα στίν, σον καί τό τς ρχς μεζον καί ψηλτερον... κρεττον γάρ πό μηδενός γεσθαι πό κακο γεσθαι. μέν γάρ πολλκις μέν σθη, πολλκις δέ κινδνευσεν · οτος δέ πντως κινδυνεσει, ες βραθρα γμενος. Πς ον Παλς φησι · Πεθεσθε τος γουμνοις μν, καί πεκετε; νωτρω επών, ν ναθεωροντες τήν κβασιν τς ναστροφς μιμεσθε τήν πστιν, ττε επε, Πεθεσθε τος γουμνοις μν, καί πεκετε. Τ ον, φησίν, ταν πονηρός , καί μή πειθμεθα; Πονηρός, πς λγεις; ε μέν πστεως νεκεν,φεγε ατόν καί παρατησαι, μή μνον ν νθρωπος , λλά κν γγελος ξ ορανο κατιν · ε δέ βου νεκεν, μή περιεργζου. Καί τοτο οκ οκοθεν λγω τό πδειγμα, λλ’ πό τς θεας Γραφς...» (ΕΠΕ 25, 370 · P.G. 63, 231). Πολύ ραα δ γιος ξεκαθαρίζει τά πράγματα, ναφέροντας καί θαυμάσια παραδείγματα. διδασκαλία του συνοψίζεται ες τι «ε μέν πίστεως νεκεν (άν δηλαδή προεστώς χει αρετική πίστι) φεγε ατόν καί παραίτησαι, μή μόνον ν νθρωπος , λλά κν γγελος ξ ορανο κατιών · ε δέ βίου νεκεν μή περιεργάζου». δ θαυμάζομε τήν πόλυτον ταύτησι το γίου μέ τήν γ. Γραφή καί τήν Παράδοσι τς κκλησίας. Δηλαδή διά τά θέματα τς πίστεως δέν περιμένομε ποφάσεις Συνόδων, λλ’ πομακρυνόμεθα πάραυτα, φ’ σον βεβαιωθήκαμε τι προεστώς χει αρετικά φρονήματα. Δεδομένου δέ τι γιος πευθύνετο χι σέ κληρικούς καί μοναχούς, λλά στό ποίμνιό του, ξυπακούεται τι σφαλής δός διά τά θέματα τς πίστεως εναι μεσος κκλησιαστική πομάκρυνσις πό τόν αρετικό προεσττα καί χι ναμονή συνοδικς ποφάσεως. Διά νά γίνη ατό πλέον κατανοητό θά ναφέρωμε να λλο χωρίο πό τήν διδασκαλία το γίου, ες τό ποο γιος προτρέπει πακοή στούς προεσττες, ταν ατοί σφάλλουν, χι σέ θέματα πίστεως, λλά σέ λλα προσωπικά καί καθημερινά πράγματα. Λέγει λοιπόν γιος ρμηνεύοντας τήν β΄ πρός Τιμόθεον πιστολή το π. Παύλου καί ξηγντας, πς Θεός νεργε καί γιάζει τά μυστήρια τά ποα τελονται πό ναξίους ερες. «Τ ον; φησ · πντας Θεός χειροτονε, καί τούς ναξους; Πντας μέν Θεός ο χειροτονε, διά πντων δέ ατός νεργε, ε καί ατοί εεν νξιοι, διά τό σωθναι τόν λαν... πεί ε μλλοιμεν τούς βους ρευνν τν ρχντων, ατοί μλλομεν εναι χειροτονηταί τν διδασκλων, καί τά νω κτω γνεται, νω ο πδες, καί κτω κεφαλ.... καστος τά αυτο μεριμντω. Ε μέν γάρ δγμα χει διεστραμμνον, κν γγελος , μή πεθου · ε δέ ρθά διδσκει, μή τ βίῳ πρσεχε, λλά τος ρμασιν. χεις Παλον καί δι’ ργων καί διά λγων ρυθμζοντ σε πρός τό δον. λλ’ ο δδωσι πνησι, φησίν, οδέ καλς διοικε. Πθεν σοι τοτο δλον; Πρίν μθς, μή μμψ, φοβθητι τάς εθνας. Πολλά πό πονοας κρνεται... Ε δέ κατμαθες καί ξτασας καί εδες, νμενε τόν κριτν · μή προαρπσς το Χριστο τήν τξιν · κενου τατ στιν ξετζειν, ο σο · σύ δολος ε σχατος, ο δεσπτης · σύ πρβατον ε · μή τονυν περιεργζου τόν ποιμνα, να μή καί φ’ ος κενου κατηγορες, εθνας δς» (ΕΠΕ 23, 492-494). δ μέ σαφήνεια γιος ξηγε τι μόνο διά τά θέματα τς πίστεως λέγχομε τόν προεσττα, ν λα τά λλα τά φήνομε στήν κρίσι το Θεο.

Συνεχίζεται.





(ΑΛΗΘΙΝΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ)
Ήταν πολύ περήφανος για τον μοναχογιό του
ο κ. Μιχάλης ο Φαρμακοποιός.
Καλός στα γράμματα από μικρός, φιλομαθής, φιλόδοξος και υπάκουος.
Γι αυτό και δεν τα λυπήθηκε τα τόσα χρήματα που ξόδεψε
για να τον σπουδάσει έξω.
Βλέπετε εκείνα τα χρόνια ήταν καλύτερα
να σπουδάσει κανείς στο εξωτερικό,
γι αυτό δεν νοιάστηκε και με όλη του την καρδιά
κάθε μήνα του έστελνε τα χρειαζούμενα.
Και δεν λάθεψε.
Ο γιός του τέλειωσε τις σπουδές του στην φαρμακευτική
και επέστρεψε στην πατρίδα με το πτυχίο στο χέρι.
Χαρά, δάκρυα ευτυχίας και ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Κύριο.
Αυτό το ευχαριστώ ήταν αλλιώτικο, κάθε μέρα έστρεφε τα μάτια του
έστω και για λίγες στιγμές στην Εικόνα
του αγκαθοστεφανωμένου Χριστού,
αυτή που 30 χρόνια τώρα έστεκε πάνω από τον πάγκο του
μα τώρα το ένιωθε πιότερο από κάθε άλλη φορά αυτό το ευχαριστώ.



Μπορούσε τώρα να αποσυρθεί ο κ. Μιχάλης και να περιμένει
και άλλες χαρές, ίσως και κανένα εγγονάκι.
Το φαρμακείο του αυτό που έφτιαξε με πολύ μόχθο και λαχτάρα
για προσφορά στους συνανθρώπους του,
θα το αναλάμβανε πλέον ο γιός του.

-Μόνο μην ξεχάσεις τούτο παιδί μου, να νοιάζεσαι τον άλλον σαν τον εαυτό σου
και τον φτωχό πάντα να τον διευκολύνεις.

-Εντάξει Πατέρα, μόνο που θα κάνω κάποιες αλλαγές στο Φαρμακείο,
έχω κάποιες ιδέες να το κάνουμε πιο σύγχρονο.

-Ό,τι εσύ κρίνεις σωστό γιέ μου αυτό να κάνεις,
δικό σου είναι τώρα, εσύ αποφασίζεις.

Έτσι και έγινε. Μια καινούρια φωτεινή επιγραφή παραγγέλθηκε,
καινούρια ράφια,καινούριο γραφείο και μια αναπαυτική
δερμάτινη πολυθρόνα για τις διανυκτερεύσεις.
Μια χαρούμενη αναστάτωση επικρατούσε στο Φαρμακείο.
Πολύτιμος βοηθός του νέου της ιστορίας μας, ο Ανέστης.
Από μικρό παιδί τον είχε πάρει ο πατέρας του βοηθό στο φαρμακείο.
Είχε μάθει καλά την δουλειά και πολλές φορές τον άφηνε στο πόδι του,
αλλά και πόσο τον ξεκούραζε έχοντας αναλάβει
όλες τις εξωτερικές δουλειές.
αποθήκες ,ταμεία, φάρμακα σε ηλικιωμένους κατ΄οίκον.
Πάντα χαμογελαστός και πρόθυμος.

-Ανέστη μόλις τελειώσεις με τα ράφια θέλω να κάνεις ακόμα μια δουλειά.
Αυτήν την Εικόνα του Χριστού σε παρακαλώ ξεκρέμασέ την
και βάλε στην θέση της αυτόν εκεί τον πίνακα
που έφερα από την Ρώμη.



Σάστισε ο βοηθός.
-Μα κύριε Δημήτρη αυτήν την εικόνα ο πατέρας σας
την έχει εκεί 30 χρόνια., θα στενοχωρηθεί.

-Ο πατέρας δεν έχει πρόβλημα. άλλωστε τον άκουσες.,
είπε να κάνω ό,τι εγώ κρίνω σωστό,
λοιπόν αυτά είναι ξεπερασμένα Ανέστη.,
είπαμε θα το κάνουμε σύγχρονο τα φαρμακείο,
αυτά ήταν για πρίν 30 χρόνια, αστεία θα λέμε;
Τώρα ο κόσμος έχει προχωρήσει. Καλά εσύ που ζείς;
Δεν το βλέπεις πως αλλάξαμε;

Δεν είπε τίποτα ο βοηθός. Ανέβηκε στην σκάλα
και με τρεμάμενα χέρια
έκανε αυτό που πρόσταξε το νέο αφεντικό.

-Πού να την βάλω; Ψέλλισε.

-Βάλ' την εκεί στο κάτω συρτάρι που δεν το χρησιμοποιούμε.

Έτσι και έγινε. Όλα λοιπόν άλλαξαν. έγιναν μοντέρνα.
-Λοιπόν πατέρα πως σου φαίνεται; Αγνώριστο δεν έγινε;

-Ναι γιέ μου είπε ευτυχισμένος ο πατέρας μπαίνοντας στο φαρμακείο
και θέλησε πάλι να ευχαριστήσει Εκείνον για όλα. όπως πάντα το συνήθιζε.
Μα δεν τον βρήκε στην θέση του. Ένα μελαγχολικό χαμόγελο ζωγραφίστηκε
στο πρόσωπό του, μα μόνο ο Ανέστης το κατάλαβε.
Δεν μίλησε., δεν είπε κουβέντα. βρήκε μια καλή πρόφαση
και έφυγε πικραμένος για το σπίτι., εκεί τουλάχιστον το Εικονοστάσι του
θα του απάλυνε για λίγο τον πόνο.



Κύλησε ο καιρός. Το φαρμακείο δούλευε καλά και η πελατεία
είχε αυξηθεί αρκετά. Μόνο κάτι τον στενοχωρούσε τον Δημήτρη.,
ο πατέρας του σπάνια ερχόταν.,
όλο κάποια δικαιολογία έβρισκε και δεν ερχόταν.

-Σε ζητούν οι παλιοί σου πελάτες πατέρα.,
του έλεγε ο Δημήτρης προσπαθώντας να τον κάνει να έρχεται.

-Έχουν εσένα τώρα., απαντούσε ο κυρ-Μιχάλης με εκείνο το γνωστό πικρό
χαμόγελο, που μόνο ο Ανέστης μπορούσε να καταλάβει το τί το γεννούσε.!

-Διανυκτέρευση σήμερα Ανέστη. πήγαινε σπίτι σου θα μείνω εγώ.
είπε ο Δημήτρης και κάθισε στην αναπαυτική του πολυθρόνα
αφού πρώτα κλείδωσε την πόρτα.
Έκλεισε για λίγο τα μάτια και προσπάθησε να ξεκουραστεί
από τον φόρτο της ημέρας.
Αποκοιμήθηκε και μόνο ένας παρατεταμένος χτύπος
τον ξύπνησε κάπως απότομα.
Ήταν ένα μικρό κορίτσι., δε θα 'ταν πάνω από 12 χρονών.,
ήταν αναστατωμένη τα μάτια της κλαμένα και μιλούσε βιαστικά.

-Γρήγορα κύριε., η μητέρα μου., πρέπει να της φτιάξετε αυτό το φάρμακο.,
να η συνταγή. μόνο βιαστείτε.
-Ηρέμισε κορίτσι μου. θα κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ.
Να ορίστε. έτοιμο.

- Αφήνω τα χρήματα και τρέχω είπε το κορίτσι.

-Τα ρέστα σου. μόλις που πρόλαβε να πεί ο Δημήτρης
μα το κορίτσι είχε εξαφανιστεί. Τι ήταν κι αυτό.!
σκέφτηκε κλειδώνοντας την πόρτα., ευτυχώς που δεν ήταν ο Ανέστης.,
ήταν δύσκολη η συνταγή.
Στην σκέψη αυτήν πάγωσε και σχεδόν τρέχοντας πήγε στο εργαστήριο.
Η αναπνοή του κόπηκε μόλις συνειδητοποίησε το λάθος του.
Δεν είχε χρησιμοποιήσει το σωστό μπουκάλι και είχε ρίξει.,
αλλοίμονο., δηλητήριο στο φάρμακο.
Βγήκε έξω φωνάζοντας. έτρεξε απεγνωσμένα μήπως
και έβρισκε το κοριτσάκι. μα τίποτα.
Ήταν καταδικασμένος. πάνε τα όνειρά του για την ζωή το φαρμακείο.,
τώρα μια εφιαλτική σκέψη κυριαρχούσε. φόνος εξ αμελείας.,
φυλακή., απόγνωση.

-Χριστέ μου. είπε και ένιωσε μεγάλη έκπληξη σε αυτήν την φράση.
Δεν θυμόταν ποτέ να την είχε ξαναξεστομίσει .!
Θυμήθηκε τότε το .κάτω συρτάρι.
Σε λίγο αυτός ο .σύγχρονος επιστήμων με τις φρέσκιες ιδέες
και τα μεγαλεπίβολα σχέδια μιλούσε σε μια Εικόνα.

-Χριστέ μου. κάνε ένα θαύμα σε παρακαλώ. και εγώ θα σε πιστέψω.,
απόδειξέ μου ότι υπάρχεις. σε ικετεύω.



Έμεινε εκεί να κοιτά Εκείνον προσμένοντας. απάντηση.
Τρόμαξε όταν απότομα η πόρτα άνοιξε. ήταν πάλι το κοριτσάκι
πιο αναστατωμένο από πρίν και κλαίγοντας ασταμάτητα τώρα.

-Τι. τι. συνέβη, ρώτησε τρέμοντας ο Δημήτρης.,
το. το. πήρε η Μητέρα σου το φάρμακο;

-Όχι κύριε. δεν το πήρε. εκεί που έτρεχα να της το πάω.,
σκόνταψα χωρίς να καταλάβω το πώς και έπεσα.
Το μπουκαλάκι μου έσπασε. και άλλα χρήματα δεν έχω.
φτιάξτε μου ένα καινούριο και θα σας τα φέρω αύριο. σας το υπόσχομαι.

-Κορίτσι μου αν ήξερες τι ήταν αυτό που μου είπες.; Δεν θέλω χρήματα.,
περίμενε στο φτιάχνω αμέσως. και στρέφοντας το βλέμμα του σε Εκείνον
είπε και αυτός νοερά για πρώτη φορά στην ζωή του
ένα Eυχαριστώ στην αγαπημένη Εικόνα του πατέρα του.

-Πατέρα σε περιμένω σήμερα σου έχω μια έκπληξη.,
δεν δέχομαι κουβέντα., να πάρε και τον Ανέστη.

-Ναι, κύριε Μιχάλη, πρέπει να ρθείτε σήμερα!
Σας περιμένουμε, οπωσδήποτε πρέπει να ρθείτε, εγώ σας παρακαλώ.

Πικρό χαμόγελο δεν ξαναζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του πατέρα.
Πλέον δεν περνούσε μέρα χωρίς να περάσει από το Φαρμακείο.
Και πάντα μπαίνοντας, έλεγε το μεγάλο του ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
κοιτάζοντας με λαχτάρα πάνω από τον αγαπημένο του πάγκο.

Ο γιός του είχε κάνει τόσες αλλαγές, μα άλλη μια τώρα τελευταία
τον έκανε πιο ευτυχισμένο από ποτέ, ένα μικρό καντηλάκι
φώτιζε πλέον ακοίμητο το άκρως ταπεινό
και αγκαθοστεφανωμένο πρόσωπο του Χριστού.
Εκείνου που πάντα έχει το φάρμακο για όλες τις ψυχές.



Ευχαριστούμε τον φίλο της αδελφότητός μας που μας τόστειλε,
αδελφό Δημήτριο από την Γερμανία!