Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς.ερμηνεία του 15ου Κανόνος.

Τό «ο σχίσματι τήν νωσιν τς κκλησίας κατέτεμον»
πίσης σημαίνει τι νωσις τς κκλησίας καί νσωμάτωσις ες ατήν γίνεται διά τς ληθος καί ρθοδόξου πίστεως, καί ς κ τούτου άν κάποιο μέλος κπέσει ες
αρεσιν, κπίπτει καί το σώματος το Χριστο δηλαδή τς κκλησίας. Δι’ ατό προφανς ερός Κανών διδάσκει, τι δέν φίσταται σχίσμα ες τήν κκλησία μέ τήν πομάκρυνσι πό τούς αρετικά φρονοντας καί πράττοντας. ν πάλι κ το ντιθέτου, ν δηλαδή πίσκοπος δημοσίως καί π’ κκλησίας κηρύττει αρεσιν κατεγνωσμένη, ο κληρικοί δέ καί ο λαϊκοί δέν ποτειχίζονται πό ατόν,
(περιμένοντας προφανς τήν πόφασι τς Συνόδου), τότε ποδεικνύομε μπράκτως:
α. τι κκλησία εναι πισκοποκεντρική καί χι Χριστοκεντρική,
β. τι νσωμάτωσις ες ατήν δέν γίνεται διά τς ρθοδόξου πίστεως, λλά διά το πισκόπου,
γ. τι ποτείχισις πό τόν πίσκοπο διά λόγους πίστεως σημαίνει σχίσμα καί χι ρθόδοξο μολογία καί, κατά τήν ρολογία το Κανόνος πόδοσις «τς πρεπούσης
τιμς τος ρθοδόξοις»,
δ. τι πίσης κκλησία δέν ταν ποτέ, οτε πρόκειται νά εναι, σπιλος καί μώμητος, λλά ταν καί θά εναι σπιλωμένη καί βεβορβορωμένη, φ’ σον πάντοτε πρχαν καί θά πάρχουν, εδικά στίς μέρες μας, πίσκοποι αρετικοί μή καταδικασθέντες πό Συνόδου καί
ε. τι ρθόδοξος πίστις ( ρθοδοξία) εναι ξ λοκλήρου στήν διάθεσι καί στήν διάκρισι (μλλον διάβρωσι) τν πισκόπων καί δέν ποτελε τήν «παξ παραδοθείσ τος γίοις πίστει» (Καθολ. πιστ. ούδα στιχ. 3). Δηλαδή κοντολογίς νατρέπομε λη τήν ρθόδοξο κκλησιολογία καί πίστι, ν παραμείνωμε νσωματωμένοι σ’ ναν τέτοιο πίσκοπο. Ατό, ς κ περισσο ναφέρομε τι, εναι καρδιά καί λη δομή καί παρξις το Παπισμο. Γίνεται λοιπόν φανερό τι παρών Κανών τς Πρωτοδευτέρας Συνόδου δέν εναι νας πλός ερός Κανών (πως θά καταδείξωμε στή συνέχεια συγκρίνοντάς τον μέ λλους), ποος δύναται λλοτε νά τηρται καί λλοτε νά μήν τηρται· νας Κανών, δηλαδή, πού παρέχει πλς προτροπή καί δυνατότητα φαρμογς καί δέν πισημαίνει νάγκη · λλά εναι νας ερός Κανών ποος μέσα σέ λίγες γραμμές καταγράφει μία λόκληρο ρθόδοξο Παράδοσι, πισφραγισμένη μέ γνες καί θυσίες γίων καί μολογητν· ριοθετε πιπλέον τήν ρθόδοξον δό, διασφαλίζει σπιλο καί μόλυντο τήν κκλησία καί παγορεύει ες τήν πίστι κάθε νθρώπινη αθαιρεσία. ς κ τούτου γίνεται ντιληπτό τι κκλησία δέν κινδυνεύει πό τούς ποτειχιζομένους πό τόν αρετικό πίσκοπο, λλά πό τόν διο τόν πίσκοπο καί φυσικά πό σους τόνκολουθον καί τόν ποδέχονται ς πίσκοπο, νσωματωμένοι κκλησιαστικά μέ ατόν.

Συνεχίζεται.

Σκοπός των είναι η εξαφάνισις της Ορθοδοξίας

Ο μακαριστός Πατριάρχης Ιεροσολύμων Διόδωρος έγραφε:

Να διατί ελάβομεν την απόφασιν να διακόψωμεν τον διάλογον με τους παποαιρετικούς.  Διότι οι παποαιρετικοί είναι αμετακίνητοι εις την κακοδοξίαν των και την πλάνην των.  Σκοπός των είναι η εξαφάνισις της Ορθοδοξίας και η επικράτησις του Παπισμού και του Οικουμενισμού.  Τα πρόσφατα γεγονότα της Ουκρανίας το επιβεβαιώνουν κατά τρόπον αναμφισβήτητον.  Δι’αυτό και ημείς θα προχωρήσωμεν, έστω και μόνοι, εις τον αγώνα δια την άμυναν της αγίας μας Ορθοδοξίας.  Διότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη μας Ελπίς.

(Ορθόδοξος Τύπος  Αρ. Φύλ. 866).

ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ. Άγ. Ιουστίνος (Πόποβιτς)

Ο  Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα δια τους ψευδοχριστιανισμούς, δια τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του ευρίσκεται η καρδία όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών, με επικεφαλής τον Παπισμόν. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινόν ευαγγελικόν όνομά των είναι η παναίρεσις. Διατί; Διότι εις το διάστημα της ιστορίας αι διάφοροι αιρέσεις ηρνούντο ή παρεμόρφωνον ιδιώματα τινά του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού, αι δε ευρωπαϊκαί αύται αιρέσεις απομακρύνουν ολόκληρον τον Θεάνθρωπον και εις την θέσιν του τοποθετούν τον Ευρωπαίον άνθρωπον. Εδώ δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ του Παπισμού, Προτεσταντισμού, Οικουμενισμού και άλλων αιρέσεων, ων το όνομα «λεγεών». Το ορθόδοξον δόγμα, μάλλον το πανδόγμα περί της Εκκλησίας, απερρίφθη και αντικατεστάθη δια του λατινικού αιρετικού παν-δόγματος περί του πρωτείου και του αλαθήτου του πάπα, δηλαδή του ανθρώπου. Εξ αυτής δε της παναιρέσεως εγεννήθησαν και γεννώνται συνεχώς άλλαι αιρέσεις: το Filioque, η αποβολή της Επικλήσεως, τα άζυμα, η εισαγωγή της κτιστής χάριτος, το καθαρτήριον πυρ, το θησαυροφυλάκιον των περισσών έργων, η μηχανοποιημένη διδασκαλία περί της σωτηρίας και ως εκ τούτου μηχανοποιημένη διδασκαλία περί της ζωής, ο παπακαισαρισμός, η Ιερά Εξέτασις, τα συγχωροχάρτια, ο φόνος του αμαρτωλού δια την αμαρτίαν, ο ιησουητισμός, η σχολαστική, η καζουϊστική, ο μοναρχισμός, ο κοινωνικός ατομικισμός διαφόρων ειδών…         Ο Προτεσταντισμός; Είναι το πλέον πιστόν τέκνον του Παπισμού, το οποίον δια της ορθολογιστικής σχολαστικής του πίπτει δια μέσου των αιώνων από την μίαν αίρεσιν εις την άλλην αίρεσιν και πνίγεται συνεχώς εις τα διάφορα δηλητήρια των αιρετικών πλανών του. Προς τούτοις, η παπιστική υψηλοφροσύνη και η «αλάθητος» αφροσύνη βασιλεύει απολυταρχικώς και ερημώνει τας ψυχάς των πιστών του. Κατ΄ αρχήν έκαστος Προτεστάντης είναι ένας ανεξάρτητος πάπας εις όλα τα ζητήματα της πίστεως. Τούτο δε πάντοτε οδηγεί από τον ένα πνευματικόν θάνατον εις τον άλλον. Τέλος αυτού του «αποθνήσκειν» δεν υπάρχει, καθ΄ ότι ο αριθμός των πνευματικών θανάτων του ανθρώπου είναι αναρίθμητος. Αφού ούτως έχουν τα πράγματα, τότε δια τον παπιστικόν-προτεσταντικόν Οικουμενισμόν με την ψευδοεκκλησίαν του και τον ψευδοχριστιανισμόν του δεν υπάρχει διέξοδος από το αδιέξοδόν του, άνευ ολοψύχου μετανοίας ενώπιον του Θεανθρώπου Χριστού και της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας Του. Η μετάνοια είναι το φάρμακον δι΄ εκάστην αμαρτίαν, φάρμακον δοθέν εις τον άνθρωπον από τον μόνον Φιλάνθρωπον. Άνευ της μετανοίας και εισδοχής εις την Αληθινήν Εκκλησίαν του Χριστού είναι αφύσικον και αδιανόητον να ομιλή τις περί της ενώσεως «των Εκκλησιών», περί του διαλόγου της αγάπης, περί της intercommunio (δηλ. διακοινωνίας). Το σπουδαότερον όλων είναι να γίνη τις «σύσσωμος» του Θεανθρωπίνου σώματος της Εκκλησίας του Χριστού και δια τούτου κοινωνός της ψυχής της Εκκλησίας, του Αγίου Πνεύματος, και κληρονόμος όλων των αιωνίων αγαθών του Θεανθρώπου.