ΠΩΣ ΝΑ ΑΡΧΙΣΗΣ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ.

Αντιγράφω από τον «Λόγον ΝΣΤ» του Αγίου Ισαάκ του Σύρου:

«Οταν θέλης να αρχίσης τον καλόν αγώνα, κατά Θεόν, πρώτον να κάνης την διαθήκη σου, όπως εκείνος,
που ετοιμάστηκε για τον θάνατον, και άφησε την ελπίδα της παρούσης ζωής, ωσάν να έφθασε η ορισμένη ώρα της προθεσμίας σου και ως να μη έχεις πια να ζήσης άλλον χρόνον σ᾽ αυτήν την ζωήν. Και να το θυμάσαι αυτό καλά, για να μη εμποδισθής με την ελπίδα της παρούσης ζωής, από
του να αγωνισθής και να νικήσης. Διότι η ελπίδα γι᾽ αυτήν την ζωήν αποχαυνώνει την διάνοια. Γι᾽ αυτό μη τα πολυσκέφτεσαι αυτά τα πράγματα (τα γήϊνα), αλλά με την πίστη δυνάμωσε την διάνοιά σου, και να θυμάσαι τις μακρές ημέρες της μελλούσης ζωής και τους απερίγραπτους αιώνες, αυτούς, που αρχίζουν μετά τον θάνατον και την κρίσιν, και δεν θα χαυνωθής και δεν θα αμελήσης ποτέ, κατά τον σοφόν, που λέγει ότι “χίλια χρόνια του κόσμου τούτου δεν αντιστοιχούν ούτε σε μιαν ημέρα του ατέλειωτου αιώνος των δικαίων” (Ψαλμ. ΠΘ´ 4).

Ο παπα-Τύχων

Πριν αρχίση τις συμβουλές του ο Γέροντας, είχε τυπικό να κάνη πρώτα προσευχή, να επικαλεσθή το Άγιο Πνεύμα, για να τον φωτίση, και αυτό συνιστούσε και στους άλλους. Έλεγε: «Ο Θεός άφησε το Άγιο Πνεύμα, για να μας φωτίζη. Αυτό είναι νοικοκύρης. Γι' αυτό και η Εκκλησία μας, αρχίζει με το Βασιλεύ Ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας». Ενώ έλεγε αυτά για το Άγιο Πνεύμα, αλλοιωνόταν το πρόσωπο του, και πολλοί ευλαβείς άνθρωποι την έβλεπαν αυτή την αλλοίωση.
Μερικοί τον τραβούσαν και καμιά φωτογραφία κρυφά. Άλλοι του ζητούσαν ευλογία για να τον φωτογραφίσουν, και αυτός το δεχόταν απλά. Σηκωνόταν αμέσως, πήγαινε στο Ναό και φορούσε το Αγγελικό του Σχήμα. Έπαιρνε και τον Σταυρό στο ένα χέρι και με το άλλο ξέπλεκε την μεγάλη του γενειάδα, την οποία έδενε κότσο, και φαινόταν πράγματι σαν τον Πατριάρχη Αβραάμ, ιδίως στα υστερνά του, που είχε γίνει ολόλευκος πια εσωτερικά και εξωτερικά. Αφού λοιπόν ετοιμαζόταν, στεκόταν κάτω από την ελιά, για να τον φωτογραφίσουν, και έπαιρνε μια στάση μικρού παιδιού. Είχε ωριμάσει πια πνευματικά και είχε γίνει σαν μικρό παιδί, όπως μας συνιστά ο Χριστός να γίνουμε σαν τα άκακα παιδιά.
Οι Πατέρες πού τον συμβουλεύονταν, στα γεράματα του τον επισκέπτονταν πιο τακτικά, για να του προσφέρουν καμιά βοήθεια, και τον ρωτούσαν:
- Γέροντα, μήπως θέλεις να σου κόψουμε ξύλα; Εκείνος απαντούσε:
- Κάνετε υπομονή, εάν δεν πεθάνω το καλοκαίρι, να μου κόψετε ξύλα για τον χειμώνα.
Το 1968 είχε προαισθανθή πια τον θάνατό του, γιατί συνέχεια ανέφερε για τον θάνατο. Τον είχαν εγκαταλείψει και οι λίγες σωματικές του δυνάμεις. Μετά της Παναγίας(τον Δεκαπενταύγουστο) είχε πέσει στο κρεβάτι και έπινε μόνο νερό, γιατί καιγόταν εσωτερικά. Παρόλο πού βρισκόταν σ΄ αυτή την κατάσταση, πάλι δεν ήθελε να μένη άνθρωπος κοντά του, για να μη τον περισπά στην αδιάλειπτη προσευχή του.
Όταν είχε πλησιάσει η τελευταία εβδομάδα της ζωής του επί της γης, τότε μου είπε να καθήσω κοντά του, γιατί θα αποχωριζόμασταν πια, αφού θα έφευγε εκείνος για την αληθινή ζωή. Ακόμη και αυτές τις δέκα ήμερες δεν με άφηνε να μένω συνέχεια κοντά του, αλλά μου έλεγε να πηγαίνω στο διπλανό κελλάκι, για να προσεύχωμαι κι εγώ μετά από την μικρή βοήθεια πού του πρόσφερα. Φυσικά, δεν είχα τα απαιτούμενα για να τον ανακουφίσω όσο έπρεπε, αλλά, επειδή δεν είχε ανακουφισθή ποτέ το ταλαιπωρημένο του σώμα, και η ελάχιστη βοήθεια του φαινόταν πολύ μεγάλη.
Μια μέρα, είχα οικονομήσει δύο λεμόνια και του έκανα μια λεμονάδα. Μόλις ήπιε λίγο δροσίστηκε και με κοιτούσε παράξενα.
-Πά-πά-πά, παιδί μου! αυτό το νερό είναι πολύ καλό! Που το βρήκες; Ό Χριστός να σου δώση σαράντα χρυσά στεφάνια.
Φαίνεται δεν είχε πιή ποτέ λεμονάδα ή είχε πιή, όταν ήταν πολύ μικρός, και είχε ξεχάσει την γεύση της.

Η συνέχεια αύριο πρώτα ο Θεός.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ.


Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (Φιλοκαλία Ε/τ.) γράφει γιὰ τὴν «νοερὰ προσευχή»
(αὐτὴ ποὺ γίνεται σιωπηλὰ μέσα μας) τὰ ἑξῆς:

«Αὐτὴ λοιπὸν ἡ θεία προσευχή, ἡ ἐπίκλησις δηλαδὴ τοῦ Σωτῆρος, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ,Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με» καὶ προσευχὴ εἶναι καὶ εὐχὴ καὶ ὁμολογία πίστεως καὶ γεμάτη ἀπὸ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ χορηγὸς θείων δωρεῶν καὶ κάθαρσις τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἀπομάκρυνσις τῶν δαιμόνων καὶ ἐνοίκησις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν καρδιά μας... καὶ ἀπολύτρωσίς μας ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες...».

«ΧΡΙΣΤῼ ΣΥΝΕΣΤΑΥΡΩΜΑΙ»

Γιά νά ἀκολουθήσει κάποιος τόν Χριστό πρέπει νά ἀρνηθεῖ τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό του. Αὐτό δέν εἶναι εὔκολο οὔτε γίνεται ἀπό τή μιά μέρα στήν ἄλλη. Θέλει καί χρόνο καί κόπο. Καί πάλι ὁ ἀγώνας μένει ἀνοιχτός, γιατί διαρκῶς οἱ πειρασμοί ἐνοχλοῦν τόν ἀγωνιστή καί στοχεύουν στήν ἐπιστροφή του στό παλιό τρόπο ζωῆς, δηλαδή στή φιλήδονη ἱκανοποίηση τῶν παθῶν του. Ὁ ἀγώνας γίνεται εὐκολότερος, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπάει τόν Χριστό καί στοχάζεται τήν θυσία Του πάνω στό Σταυρό.
Αὐτό τό εἶχε κατορθώσει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γι᾽ αὐτό κι ἔλεγε: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός· ὅ δέ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἐμοῦ». Δηλαδή, «διά τοῦ βαπτίσματος ἔχω σταυρωθῆ καί ἀποθάνει μαζί μέ τόν Χριστόν, καί ἀφοῦ εἶμαι πεθαμένος δέν ἔχει πλέον καμμίαν ἰσχύν δι᾽ ἐμέ ὁ νόμος. Ναί, ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι πεθαμένος, δέν ζῶ δέ πλέον ἐγώ, ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζῇ μέσα μου ὁ Χριστός. Τήν φυσικήν δέ ζωήν, πού ζῶ μέσα εἰς τό σῶμα μου τώρα, πού ἐπέστρεψα εἰς τόν Χριστόν, ζῶ ἐμπνεόμενος καί κυριαρχούμενος ἀπό τήν πίστιν εἰς τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μέ ἠγάπησε καί παρέδωκε τόν ἑαυτόν του διά τήν σωτηρίαν μου», ὅπως λέει ὁ ἑρμηνευτής. Ὁ πνευματικός ἀγώνας προφανῶς δέν εἶναι ἕνα θεωρητικό ἄθλημα. Εἶναι ἕνας ἀγώνας, πού στοχεύει στήν καταπολέμηση τῶν παθῶν, τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, τόν ἐξαγιασμό τῆς ψυχῆς καί τήν ἀπόκτηση ἀρετῶν. Ὅσοι μιλοῦν γιά πνευματικό ἀγώνα χωρίς τά παραπάνω, πλανῶνται καί ἄς εἶναι θεολόγοι μέ πολλούς τίτλους. Δέν πρέπει νά γίνονται οἱ χριστιανοί θύματα αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δέν γνωρίζουν τό ἀλφάβητο τῆς κατά Θεόν ζωῆς.
Καθημερινή, λοιπόν, ἔγνοια τῶν χριστιανῶν πρέπει νά εἶναι ἡ συσταύρωσή τους μέ τόν Χριστό, μένοντας πάντα ἀνεπηρέαστοι ἀπό τόν ἁμαρτωλό κόσμο.
Πρωτ. Δ.Δ.Τ.
http://www.orthodoxostypos.gr/

Καιρός πλέον να εκδηλωθεί η αντίδραση

Εμείς οι απλοί πιστοί, κληρικοί και λαϊκοί, ζούμε την δραματική αντινομία μέσα εις την Εκκλησία μας. ζούμε αφ΄ ενός την καθαρότητα, την αγιότητα, την πνευματική ανάταση, τη λυτρωτική φορά προς τα άνω που μας χαρίζει η Μητέρα Εκκλησία με τους λειτουργικούς θησαυρούς Της και τους αξίους εκπροσώπους Της, οι οποίοι ευρίσκονται εις την θέση των με το Ορθόδοξο και Πατερικό ήθος εις «τύπον Χριστού», και αφ΄ ετέρου αντικρίζουμε έντονα και την αθλιότητα της οικουμενιστικής αιρέσεως και φραγκοπαποδουλικής υποταγής. Όλα αυτά, γνωστά από τις παλαιές εποχές της εκκλησιαστικής ιστορίας, έχουν αποκτήσει εις τις ημέρες μας επικίνδυνον έκταση. Εκείνο όμως που προκαλεί εις τας ψυχάς των πιστών πνιγμό και αίσθημα βαθέως και πυκνού σκότους αδιεξόδου είναι η έλλειψη αντιδράσεως εκ μέρους του υγιούς τμήματος της Εκκλησίας μας. Καιρός πλέον να εκδηλωθεί η αντίδραση διότι το μέγεθος της συντελουμένης προδοσίας της Πίστεώς μας πολλές φορές είναι σε τέτοιο σημείο, που φαίνεται απίστευτη, έστω κι΄ αν αποκαλύπτεται μόλις ένα μέρος της!

Η ΠΙΣΤΗ ΞΕΠΕΡΝΑ ΤΗΝ ΝΟΗΣΗ.

 Πολλοί, δυστυχώς, συζητούν τα της πίστεως, αλλά και την ίδια  την πίστη με την λογική και προσπαθούν να την εξηγήσουν  με την νόησή τους. Οι Άγιοι Πατέρες όμως μας λένε ότι αυτό είναι λάθος, όπως ο Άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής Εκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων), όπου λέγει:
«Η πίστις είναι γνώσις, που δεν μπορεί να αποδειχθή. Και αφού είναι γνώσις, που δεν δέχεται απόδειξιν, άρα είναι μια υπερφυσική σχέσις, με την οποίαν ενωνόμαστε με τον Θεόν με τρόπον άγνωστον και χωρίς αποδείξεις, σε μια ένωση, που ξεπερνά την νόηση».

Προσευχή προς την Παναγία, Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά

 Υπεράγαθε Δέσποινα Θεοτόκε, επάκουσον της οικτράς μου δεήσεως και μη καταισχύνης με από της προσδοκίας μου,η μετά Θεόν ελπίς πάντων των περάτων της γης. Τον βρασμόν της σαρκός μου κατάσβεσον. Τον εν τη ψυχή μου αγριότατον κλύδωνα κατεύνασον. Τον πικρόν θυμόν καταπράϋνον. Τον τύφον και την αλαζονείαν της ματαίας οιήσεως εκ του νοός μου αφάνισον. Τας νυκτερινάς φαντασίας των πονηρών πνευμάτων και τας μεθημερινάς των ακαθάρτων εννοιών προσβολάς εκ της καρδίας μου μείωσον. Παίδευσόν με την γλώσσαν λαλείν τα συμφέροντα. Δίδαξον τους οφθαλμούς μου βλέπειν ορθώς της αρετής την ευθύτητα. Τους πόδας μου τρέχειν ανυποσκελίστως ποίησον την μακαρίαν οδόν των του Θεού εντολών. Τας χείρας μου αγιασθήναι παρασκεύασον , ίνα αξίως αίρω αυτάς προς τον Ύψιστον. Κάθαρόν μου το στόμα, ίνα μετά παρρησίας επικαλείται Πατέρα τον φοβερόν Θεόν και πανάγιον. Άνοιξόν μου τα ώτα, ίνα ακούω αισθητώς και νοητώς τα υπέρ μέλι και κηρίον γλυκύτερα των αγίων Γραφών λόγια , και βιώ κατ ʽ αυτά από σου κραταιούμενος.
… Δια γαρ σου , πανύμνητε και υπεράγαθε Δέσποινα, περισώζεται πάσα βροτεία φύσις αινούσα και ευλογούσα Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, την παναγίαν Τριάδα και ομοούσιον, πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.

Από το « Αγιοπατερικό Προσευχητάρι »