Εἰς τήν «Ὁμολογίαν Πίστεως» πού ὑπέβαλεν εἰς τήν «ἱεράν σύνοδον τῆς ἐκκλησίας τῆς Κύπρου» ὁ Ἐπίσκοπος Τυχικός, ἀφήνει εὐκόλως νά ἐννοηθῇ ὅτι εἶναι ἐναντίον τῆς ἀποτειχίσεως, διότι δέν ὑπάρχουν δῆθεν αἱ δύο προϋποθέσεις πού θέτει ὁ ΙΕ' Κανών τῆς ἐπί Μ. Φωτίου Πρωτοδευτέρας (ΑΒ') Συνόδου (861) διά τἠν ἀποτείχισιν πρό Πανορθοδόξου συνοδικῆς διαγνώσεως, ἤτοι (1) ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός δέν κηρύσσεται δῆθεν παρρησίᾳ καί δημοσίως, (2) οὔτε εἶναι δῆθεν κατεγνωσμένη αἵρεσις ὑπό Συνόδων ἤ Πατέρων! Ὁ ἴδιος, μάλιστα, προσθέτει καί τρίτην προϋπόθεσιν, ὑπονοῶν ὅτι οἱ Πατέρες τῆς ΑΒ' Συνόδου ... παρέλειψαν νά τήν ἐπισημάνουν, ἤτοι (3) ὅτι ἡ ἀπόφασις ν’ ἀποτειχισθῇ τις ἤ ὄχι ἀπό τήν αἵρεσιν προϋποθέτει «θεῖον φωτισμόν»! Τοὐτέστιν, ὅποιος σκέπτεται ν’ ἀποτειχισθῇ ἄς ἀναρωτηθῇ πρῶτον ἄν διαθέτῃ «θεῖον φωτισμόν» καί νά προχωρήσῃ εἰς ἀποτείχισιν μόνον ἐάν ἀπαντήσῃ καταφατικῶς εἰς τό ἐρώτημα τοῦτο!
Ὡς πρός τήν δευτέραν «προϋπόθεσιν», ἐάν δηλαδή ὁ Οἰκουμενισμός ἔχῃ καταγνωσθῆ καί καταδικασθῆ ὡς αἵρεσις ὑπό Συνόδων ἤ Πατέρων, ἐρωτῶ τόν κ. Τυχικόν: (1) Δέν γνωρίζει τά ἀναθέματα Οἰκ. Συνόδων κατά ἐπί μέρους αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; (2) Δέν γνωρίζει τό ἀνάθεμα κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τῆς ὑπό τόν Ἅγιον Φιλάρετον Ρωσσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς (ΡΟΕΔ, 1983), καθώς καί τό ἀνάθεμα τῆς Συνόδου τοῦ Πατρίου Ἑορτολογίου (1998); (3) Δέν γνωρίζει τήν κατάγνωσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς αἱρέσεως, ἤ μᾶλλον «παναιρέσεως», ὑπό συγχρόνων ἁγίων καί Πατέρων, ὅπως τοῦ Ἁγίου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου (+1955), τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Μαξίμοβιτς (+1966), τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς (+1979), καί πολλῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων θεολόγων; Λοιπόν, κ. Τυχικέ, ὑπάρχει ἤ ὄχι καί ἡ δευτέρα προϋπόθεσις ἀποτειχίσεως;
Ὡς πρός τήν τρίτην «προϋπόθεσιν», ἐάν δηλαδή ὁ εὑρισκόμενος εἰς δίλημμα ν’ ἀποτειχισθῇ ἤ ὄχι διαθέτῃ «θεῖον φωτισμόν», τήν ὁποίαν βεβαίως ὁ ἐν λόγῳ ἱερός Κανών δέν ἀναφέρει, νομίζω ὅτι πρόκειται περί πονηρᾶς προσθήκης, ἡ ὁποία θυμίζει τόν «Μόρφου», ὁ ὁποῖος ἔχει δηλώσει ὅτι ἡ ἀποτείχισις εἶναι δι’ ὀλίγους, ὅπως διά τόν π. Θ. Ζήσην, πού «γνωρίζει τά ὅρια»! Ὅμως, τό νά συμπεράνῃ κάποιος διά τόν ἑαυτόν του ὅτι ἔχει «θεῖον φωτισμόν» εἶναι ἔνδειξις ὅτι εἶναι ἤδη πεπλανημένος καί ἄρα θά «ἔχουν δίκαιον» οἱ Οἰκουμενισταί πού χαρακτηρίζουν τούς «ἀποτειχιστάς» [sic] πεπλανημένους καί μέ ἑωσφορικόν ἐγωϊσμόν! Ἀλλ’ ὁ Κύριος φωτίζει ὅλους τούς καλοπροαιρέτους πού ἔχουν καθαράν καρδίαν νά διακρίνουν τόν ἀληθῆ ἀπό τόν ἀλλότριον ποιμένα: «Ὁ δὲ εἰσερχὸμενος διὰ τῆς θύρας ποιμήν ἐστι τῶν προβάτων. Τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρὸβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει ... καὶ τὰ πρὸβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ· ἀ λ λ ο τ ρ ί ῳ δ ὲ ο ὐ μ ὴ ἀ κ ο λ ο υ θ ή σ ω σ ι ν, ἀλλὰ φ ε ύ ξ ο ν τ α ι ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι ο ὐ κ ο ἴ δ α σ ι τ ῶ ν ἀ λ λ ο τ ρ ί ω ν τ ὴ ν φ ω ν ή ν» (Ἰω. 10:2-5). Διό καί ὁ Μ. Ἀθανάσιος λέγει: «Πᾶς ἄνθρωπος, τό διακρίνειν παρά Θεοῦ εἰληφώς, κολασθήσεται, ἐξακολουθήσας ἀπείρῳ ποιμένι, καί ψευδῆ δόξαν ὡς ἀληθῆ δεξάμενος· τίς γάρ κοινωνία φωτί πρός σκότος;» (Patrologia Graeca ἤ, ἐν συντομίᾳ, P.G., 26, σ. 1321). Συνεπῶς, κ. Τυχικέ, καί ἡ τρίτη «προϋπόθεσις», τήν ὁποίαν ἐσύ αὐθαιρέτως προσέθεσες εἰς τόν Κανόνα, ὑπάρχει.
Ὡς συμπέρασμα, ἡ ἐκ μέρους σου καταδίκη τῆς ἀποτειχίσεως εἰς τήν «Ὁμολογίαν Πίστεως» πού ὑπέβαλες εἰς τούς Οἰκουμενιστάς, κ. Τυχικέ, εἶναι ἐσφαλμένη. Δυστυχῶς, ἔτσι ὁδηγεῖς εἰς τήν κόλασιν (κατά τόν Μ. Ἀθανάσιον, ὅπως μόλις ἀνεφέρθη) καί ὅσους μετά ταῦτα ἀποφασίζουν νά παραμείνουν εἰς κοινωνίαν μέ τούς παναιρετικούς Οἰκουμενιστάς. «Ἐχθρούς γάρ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καί πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο» (Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, P.G. 99, σ. 1049). Καλή μετάνοια.