Η δογματική προσέγγιση του Παλαιού των Ημερών και της Προσκύνησης του Θεού. Του Ασλανίδη Σταύρου, (συνέχεια…)

Γ΄ Μέρος. Το Αδιαίρετο του Θεού.

Η Διάκριση στον Θεό, στα Πρόσωπα, στη Θεότητα Του και στις δύο φύσεις του Χριστού

Η θεολογική γραμματεία έχει εκφράσει με δικό της τρόπο τις θεωρίες προσέγγισης του Θεού. Αν και περιέχει μια εσωτερική λογική, η Εκκλησία εκφράζει με εντελώς διαφορετικό τρόπο την προσέγγιση του ίδιου και των διακριτών μερών του Θεού, αφού Τον δέχεται ως άρρητο, τόσο στην ύπαρξη των Προσώπων Του όσο και στο περιβάλλον Του.


Οι διαφωνίες και οι αιρέσεις πάνω στον τρόπο προσέγγισης του Θεού εμφανίστηκαν ιστορικά από τους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας και συνεχίζουν να υφίστανται, προάγοντας τη μετατροπή Του σε ένα κοσμικό αντικείμενο μελέτης. Αμφισβητείται η διάκριση των Προσώπων της Αγίας Τριάδας, ενώ παρουσιάζονται από κάποιους ως αδιαίρετα και από άλλους ως πλήρως χωρισμένα. Κάποιοι εξ αυτών περιγράφουν τον Θεό ως μία ύπαρξη που έχει τρία ονόματα, ενώ άλλοι μιλούν για χωρισμό και ανεξάρτητη θέση του καθενός, διαφορετική μορφή και κίνηση για κάθε ένα από τα Μέρη Του. Άλλοτε τα Πρόσωπα θεωρούνται απλώς ρηματικές εκφάνσεις της μονάδας, άλλοτε ως άθροισμα δύο ή τριών αυτόνομων οντοτήτων, και άλλοτε εισάγονται σύμβολα. Αυτά θα γίνουν πιο κατανοητά με τη μελέτη συγκεκριμένων παραδειγμάτων, τα οποία παρατηρούμε πρακτικά σε μεγαλύτερες ή μικρότερες αιρέσεις, ορισμένες από τις οποίες θα αναφερθούν στη συνέχεια.

Ο Θεός και τα τρία Πρόσωπα Του δεν παρομοιάζονται με κανένα ανθρώπινο μοντέλο. Στα κτίσματα, ο Πατέρας διαφέρει από τον Υιό του ως προς την τιμή, τη μορφή και την προσκύνηση. Αντίθετα, ο Χριστός δίδαξε: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἓν ἐσμέν» (Ιω. 10:30) και «Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα» (Ιω. 14:9). Ο Παλαιός των ημερών και ο ερχόμενος Υιός είναι ένα. Υπάρχει μία Προσκύνηση του Τριαδικού Θεού, ομότιμη και ομόδοξη.

Ας τα δούμε αυτά πιο αναλυτικά.
Ο Κύριος είπε: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἓν ἐσμέν» (Ιω. 10:30). Από αυτή τη φράση, ούτε το «ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ» υπονοεί δύο φαινομενικά ονόματα ενός Προσώπου, ούτε το «ἓν ἐσμέν» αναιρείται δίνοντας περισσότερη σημασία στην ύπαρξη δύο χωριστών Προσώπων. Εντούτοις, και τα δύο μέρη της φράσης του Χριστού, μεθερμηνευόμενα μαζί, ισότιμα και ισοδύναμα, μας τονίζουν την ένωση δύο διακριτών, όχι όμως ταυτόσημων ή διαιρεμένων, Προσώπων. Ο Θεός είναι ταυτόχρονα και αχωρίστως μαζί, ο Πατέρας και ο Χριστός, είναι όλος στον ουρανό και όλος στο Πρόσωπο του Χριστού, και ταυτόχρονα είναι ένας, όχι δύο ή τρία χωριστά Πρόσωπα στον κόσμο, στην αίσθηση, στην όραση, στην προσκύνησή Τους.

Σύμφωνα με αυτήν την θεολογία, αλλού ο Κύριος δήλωσε: «Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα» (Ιω. 14:9), διδάσκοντας πάλι για τη «διάκριση μιας διπλής μονάδας». Ακόμα σε άλλο σημείο της Αγίας Γραφής αναφέρεται: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου, κάθου ἐκ δεξιῶν μου» (Ψαλμ. 110:1). Μαζί με αυτά και πολλά ακόμα, υπάρχει και η διήγηση στο όραμα του Δανιήλ με τον «Παλαιὸ τῶν Ἡμερῶν» και τον «Υἱὸ τοῦ Ἀνθρώπου», οι οποίοι παρουσιάζονται στην διήγηση όχι σαν δύο χωριστά πρόσωπα, αλλά σαν μία μορφή, μία δόξα και μία προσκύνηση. Αφού σε όλη την Αγία Γραφή παρουσιάζεται ο Θεός σαν Τριαδική και άλλοτε σαν Δυαδική Μονάδα, επειδή είναι διακριτός και αδιαίρετος, τότε γιατί κάποιοι ιδιώτες εξαιρούν κάποιες διηγήσεις, όπως του Δανιήλ και του Αβραάμ, και μιλούν για την επιφάνεια πολλών προσώπων – από εδώ ο ένας, από εκεί ο άλλος – γιατί κάνουν πολυπρόσωπες παραστάσεις και γιατί προσκυνούν πολλά και χωριστά πρόσωπα;

Σε καμία περίπτωση στο όραμα του Δανιήλ, η εμφάνιση δύο Προσώπων δεν σημαίνει τοπική ή χρονική διάσταση, δεν έχει άλλη εξουσία ή θέληση ο ένας από τον άλλο, ούτε υπάρχει διαίρεση στην ενέργεια ή στο έργο του Θεού, ούτε αλλαγή στη θεία φύση. Η ερμηνεία προχωρά από την μονάδα και συναντά τον Θεό μέσω της θεολογίας. Είναι δια Χριστού Προσκυνητός και παραμένει Απερίγραπτος. Ο Χριστός, ο μόνος αρχηγός της πίστεως μας, πρόσταξε: «βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28:19). Δεν μίλησε για ένα εκ των τριών ρηματικό όνομα, αλλά για Τριαδική Μονάδα ή Αδιαίρετη Τριάδα. Είναι μία επίκληση, μία μορφή, μία προσ-κύνηση και των τριών Προσώπων. Πάντα και μόνο ως Τριαδική Μονάδα έχουμε να κάνουμε με τον Θεό. Ποτέ ο Υιός, ποτέ ο Πατήρ, ποτέ το Άγιο Πνεύμα δεν είναι απομονωμένα, ούτε βέβαια η Τριάδα χωρίς την Μονάδα και το Αδιαίρετο Της.

Πάντα η ερμηνεία είναι: «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ εἴμαστε διακριτοί, ἀλλὰ πάντα ἑνωμένοι». Ωστόσο, αυτά τα λόγια δεν τα αντιλαμβάνονται πλήρως οι κοσμικοί, είτε αυτοί είναι μέσα είτε έξω από την εκκλησία, αφού τα μυστήρια του Θεού υπερβαίνουν την κοσμική λογική. Ωστόσο, η Εκκλησία έχει κεφαλή τον Χριστό και πιστεύει στα λόγια του και όχι στη λογική. Μόνο τα δικά Του λόγια έχουν την αιώνια Ζωή και μόνο χάρη σ' αυτά αποφεύγουμε την αίρεση. Τα λόγια των προφητών και των Αγίων είναι δεύτερη πηγή, διότι η θεολογία τους προέρχεται μόνο από Αυτόν. Δεν υπάρχει θεολογία χωρίς Χριστό και δεν ομολογείται Χριστός χωρίς να τονίζεται ότι είναι πλήρης Θεός. Στο Πρόσωπο Του γνωρίσαμε την Αδιαίρετη Τριάδα. Η Θεολογία μας παρέδωσε την Τριαδική Μονάδα, γνωστή και ως Αδιαίρετη Τριάδα.

Η Τριάδα είναι διακριτή μέσα από την πίστη, αλλά όχι διαιρετή σε τρία αυτόνομα πρόσωπα, ούτε συγχωνευμένη σε μία μονάδα. Η Μονάδα δεν σημαίνει ένα μόνο ατομικό Πρόσωπο, και η Τριάδα δεν ανεξαρτητοποιείται από την Αδιαίρετη Μονάδα. Δεν προκύπτουν από τις Άγιες Γραφές τρία πρόσωπα με ξεχωριστή μορφή, θέση ή προσκύνηση. Ωστόσο, όταν κάποιος αμφισβητεί την Μονάδα είτε την Τριάδα από την Τριαδική Μονάδα του Θεού, τότε το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: διαστρεβλώνεται η αλήθεια της προσκύνησης και της κοινωνίας με τον Θεό. Αλλάζει η μορφή σε αυτό που περισσότερο αντιπαθεί ο άνομος, στη Θέωση.

Οι ιστορικές αιρέσεις και ποια είναι η διαστρέβλωσή τους στη διάκριση του Θεού

Ο Θεός δεν γίνεται αντιληπτός με τη λογική. Η παράλειψη της διάκρισης οδηγεί σε διαίρεση και πλάνη. Η πρωταρχική αιτία είναι η αμαρτία και η υπερηφάνεια, αλλά οι περισσότερες αιρέσεις ξεκινούν με την τόλμη να αφαιρέσουν τη διάκριση από τον Θεό. Η εκκοσμίκευση του Θεού, σε οποιαδήποτε μορφή κι αν εμφανιστεί, βρίσκεται στα άκρα, ενώ η αλήθεια Του είναι μόνο στο Άκτιστο. Η ορθή πίστη δεν είναι ένα ενδιάμεσο σημείο μεταξύ αιρέσεων, αλλά η πίστη στον άκτιστο και άρρητο Θεό. Αν θέλει να δει κάποιος μια ομοιότητα στις αιρέσεις, αυτή μάλλον δεν είναι αυτή καθ' εαυτή η άρρητη αλήθεια του Θεού, αλλά είναι η αλήθεια καθώς την προσεγγίζουμε, διότι όταν την προσεγγίζουμε έρχεται η Θέωση, και η τελευταία είναι ο θανάσιμος εχθρός του άνομου.

Είπαμε και άλλη φορά ότι μητέρα και πάνω από όλες τις αιρέσεις είναι η τριπρόσωπη παράσταση του Θεού. Αυτό δεν λέχθηκε μόνο για το ότι περικλείει όλες τις μεγάλες αιρέσεις, αλλά κυρίως για το ότι ήρθε λάθρα και εγκαταστάθηκε σε τόπο άγιο. Το μέγεθος της αιρέσεως προκύπτει αντιστρόφως από το μέγεθος του αφορισμού της. Στις αφορισμένες αιρέσεις η ιεραρχία και ο λαός της εκκλησίας δεν φέρει ευθύνες. Ας δούμε τις αιρέσεις που έχουν παρουσιαστεί έχοντας όλες ως κοινή τους βάση το τρόπο που προσεγγίζουν τον Θεό, διαστρεβλώνοντάς Τον. Μεταλλάσσουν την αδιαίρετη Τριάδα και Δυάδα είτε σε διαίρεσή Τους ή αντίθετα τους συνθλίβουν και μετά τους παρουσιάζουν σαν ομογενοποιημένη μονάδα:

  • Ιουδαϊσμός: Οι Ιουδαίοι αναμένουν τον Θεό τους, περιμένουν σημεία από τον ουρανό. Περιμένουν τον θεό τους να κατέβει από τον ουρανό. Οι Έλληνες πάλι συνομιλούσαν μαζί με τον θεό τους μέσα από ομοιώματα και είδωλα στο ναό τους. Αυτά ήρθαν και έγιναν αποδεκτά στον χριστιανισμό από ομάδες με το χαμηλότερο θεολογικό επίπεδο. Για κάποιους η προσέγγιση του θεού έρχεται μετά από μία «ἔκλαμψη» ή μετά από ένα «σημεῖο» από τον ουρανό. Αυτή η «ἀποκάλυψη» γίνεται η κοινωνία με τον θεό τους, μιλούν για συμβατή «ὅραση» και «σχήματα» του θεού τους, μέσα από κάποιον σκιώδη συμβολισμό, ενώ προσχηματικά αποκλείουν μόνο την δια ζώσης αφή του. Έτσι από το απρόσιτος και απερίγραπτος πάνε σε μία παρόμοια με την προσέγγιση των αγγέλων κατάσταση και μιλούν για αόρατα κτίσμα που είναι συμβολικά ορατό και ακούγεται. Ενώ είναι αναφής ο ίδιος, υπάρχουν ινδάλματα και ομοιώματα μέσα από τα οποία γίνεται με μαγικό τρόπο προσκυνητός. Αυτός ο τρόπος καθίσταται από μόνος του ένα εντυπωσιακό γεγονός, που μπορεί να συνοδεύεται με κοσμικά φώτα, με σχήματα και με δόξα. Οι πιστοί τους, μένουν προσηλωμένοι σε ένα Θεό που κατεβαίνει με δόξα από τον ουρανό. Τάχα ο Πατήρ κάθεται σε θρόνο και το Άγιο Πνεύμα είναι αναγκασμένο να κινεί τις φτερούγες του για να αιωρείται δίπλα του.
  • Τριθεΐα: Οι υποστηρικτές της τριθεΐας μιλούν για τρις διαιρεμένους θεούς και για μία ουσία τους. Αυτό νοείται παρόμοια με τη σχέση που προκύπτει από τη μία ουσία τριών ανθρώπων. Έτσι βάζουν και τα τρία πρόσωπα του θεού να έχουν τη διαφορετικότητά τους, τη δική τους θέση στον χώρο, την ατομική δόξα, τη ξεχωριστή τιμή και την τριπρόσωπη προσκύνησή τους. Θέλει προσοχή διότι η μία ουσία και τα τρία πρόσωπα έχουν την ίδια ορολογία και φιλοσοφία με την ορθόδοξη εκκλησία, αλλά με διαφορετική ερμηνεία. Αυτή η διαστρέβλωση έχει και μια δεύτερη παραλλαγή της.
  • Πολυθεΐα: Η δεύτερη πλάνη είναι χειρότερη της πρώτης. Η πρώτη με τη διαίρεση των προσώπων εκκοσμικεύει τον Θεό, ενώ η δεύτερη Του προσθέτει κτιστά σύμβολα, αντι-προσώπους. Κάποιοι πήραν από την Αγία Γραφή τα συμβολικά ονόματα που αναφέρονται στον Θεό και τη Θεότητα και τα μετατρέψανε σε σχηματικούς αντιπροσώπους του θεού στον κόσμο. Ωστόσο, ο Χριστός είναι το μόνο σύμβολο του Θεού, το ενυπόστατο σύμβολο και η εικόνα, και ο ίδιος ο Θεός. Η περιστερά, οι πύρινες γλώσσες, η νεφέλη, ο παλαιός των ημερών, εκφράζουν ρηματικά τα άρρητα της θεότητας. Έτσι λοιπόν, ενώ η «διαίρεση» σε τρία πρόσωπα εισάγει την τριθεΐα, η συμπλήρωση και η απόδοση συμβόλων στην κάθε Υπόσταση εισάγει την πολυ-πολυθεΐα.
  • Η Χριστομαχία: Η Χριστομαχία παρουσιάζεται με τρις Κύριες Μορφές. Σύμφωνα με την πρώτη, αμφισβητείται η αδιαίρετη διάκριση με τα πρόσωπα του Θεού, ή να το πούμε αλλιώς, το μυστήριο της Τριαδικής Μονάδας καταλήγει να ερμηνεύεται είτε ως τρία αυτόνομα Πρόσωπα είτε ως Μονάδα, ένα Πρόσωπο. Η δεύτερη μορφή είναι η άρνηση ότι στο Πρόσωπο του Χριστού είναι δύο φύσεις ασύγχυτες και τέλειες και ταυτόχρονα με τέλεια ένωση. Αυτή είναι η μόνη και πρωτότυπη ένωση και κοινωνία μεταξύ Θεού και κτίσεως. Αυτή είναι Τέλεια, κατά φύση, και η θύρα για να έρθουν όλες οι επόμενες κατά χάρη ενώσεις ή η κατά χάρη κοινωνία ή η κατά μέθεξη όραση του Θεού. Η τρίτη μορφή της χριστομαχίας είναι στο ένα μονογενές και Τέλειο έργο Του. Αυτός είναι μόνος, το πλήρωμα της Θεότητας μας δόθηκε μόνο δι' Αυτού, και το έργο Του μόνο Απ' Αυτόν και γι' Αυτόν και προς Αυτόν. Ήρθε στον κόσμο για τη σωτηρία μας. Τα πάντα τα έκανε Τέλεια Αυτός και μόνο Αυτός. Δεν ήρθε άλλος να Τον συμπληρώσει, δεν ήρθε άλλος για να Τον ενισχύσει, δεν ήρθε άλλος να Τον βεβαιώσει. Είτε το έργο Του δεν είναι Τέλειο, είτε αν είναι τέλειο, αυτό ούτε συμπληρώνεται ούτε αμφισβητείται ούτε βεβαιώνεται. Μιλούν βέβαια οι Γραφές για τη βεβαίωσή Του, αλλά αυτό δεν ήταν κάτι επιπλέον από αυτό που έδωσε. Ήρθε το Άκτιστο, το Άρρητο να βεβαιώσει το αισθητό. Δεν ήρθε άλλο αισθητό να βεβαιώσει το αισθητό, ούτε υπάρχει άλλο Άρρητο να βεβαιώσει το Άρρητό Του. Στη βάπτιση του Χριστού, ήρθε και βεβαίωσε το Πρόσωπο και την προέλευσή Του η Θεϊκή Του ενέργεια, η Θεότητά Του. Αυτή που εδώ βεβαίωσε πριν την ανάσταση, είναι η ίδια με το Άγιο Πνεύμα που έδωσε καθολικά την Πεντηκοστή. Απόδειξη όλων αυτών ότι μόνο ο Χριστός έφερε το Άρρητο, και ότι κοινωνία με το άρρητο είναι η σωτηρία, είναι ότι η σωτηρία του ανθρώπου δεν έρχεται στους πολύ καλούς ανθρώπους, αλλά στην εκκλησία, σε όσους λάβουν μέρος και γευθούν μυστηριακά τη ζωή του Χριστού, μόνο μέσα στην εκκλησία. Τα Πάντα λοιπόν, έρχονται μόνο και μόνα από τον Χριστό, πραγματοποιούνται δι' Αυτού, είναι γι' Αυτόν και πάνε προς Αυτόν. Τελεία και παύλα, δεν υπάρχει κάτι άλλο ως συνέχεια αυτών.
  • Σαβελλιανισμός: Ο Σαβέλλιος αφαίρεσε παντελώς κάθε διάκριση σε τρία διαφορετικά Πρόσωπα. Από το «ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἓν ἐσμέν», κράτησαν μόνο το «ἓν ἐσμέν». Αποδέχονται τον Θεό τους με ένα Πρόσωπο, ο οποίος καλείται στον πληθυντικό μόνο και μόνο επειδή έχει τρία ή περισσότερα ονόματα. Οι Γραφές μιλούν για μια τριάδα ονομαστική και όχι πραγματική. Ο Σαβέλλιος συγχέει τις Υποστάσεις σε μία.
  • Αρειανισμός: Ο Άρειος σχίζει την ουσία της Θεότητας, σχίζει και διαφοροποιεί τα πρόσωπα σε μείζον και ελάσσων. Αρνείται την αδιαίρετη διάκριση των προσώπων του θεού. Κηρύσσει διαφορετικά το «εἶναι» του Πατρός, από το «εἶναι» του Υιού και το «εἶναι» του Αγίου Πνεύματος.
  • Νεστοριανισμός: Ο Νεστόριος μετέτρεψε τη διάκριση των δύο φύσεων του Χριστού σε διαίρεση, και Τον παρουσίασε με δύο χωριστές φύσεις. Μετέτρεψε τη διάκριση σε διαίρεση.
  • Μονοφυσιτισμός: Οι Μονοφυσίτες ένωσαν και έφτιαξαν μία υπέρ ενισχυμένη φύση, αρνούμενοι την ασύγχυτη διάκριση των δύο φύσεων.
  • Έκτη Οικουμενική Σύνοδος: Δίδαξε ότι ο Χριστός έχει δύο διακριτές και ασύγχυτες, αλλά αδιαίρετες ενέργειες, οι οποίες ήταν και παρέμειναν ακέραιες και πλήρεις και σε συμφωνία με τις δύο Φύσεις Του. Η μία μόνο είναι ορατή η άλλη αόρατη και μάλιστα άρρητη και μεθεκτή στους αξίους.
  • Η Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος: Η Σύνοδος ομολόγησε τέλεια διάσταση μεταξύ Θεού και ανθρώπου, μεταξύ Ακτίστου και κτίσματος. Μόνη γέφυρα είναι ο Χριστός, μόνη προσκύνηση είναι δια Χριστού ο Χριστός. Μόνος Μεσίτης Θεού και ανθρώπων ο Χριστός, ενώ όλοι οι Άγιοι, οι άγγελοι και όλα τα άγια είναι «δεύτεροι» μεσίτες. Πιο συγκεκριμένα, αυτοί είναι μεσίτες μεταξύ Χριστού και ανθρώπων. Όλοι οι Άγιοι έγιναν μεσίτες από τη σάρκωση και άρρητη Γέννηση του Χριστού. Για αυτό τον λόγο το απολυτίκιο της αναστήλωσης των εικόνων μιλάει για την εικόνα του Χριστού. Αυτός είναι ο μόνος, και πέρα από Αυτόν δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Αυτός είναι η Αρχή και το Τέλος κάθε προσκύνησης.
    Για αυτό τον λόγο το συνοδικό επώνυμα χαρακτηρίζει την εικονομαχία ως χριστομαχία. Αυτό το έκανε όχι επειδή οι εικονομάχοι πολέμησαν επώνυμα το Πρόσωπο Του. Απεναντίας, είχαν κάποια διαλλακτική στάση μόνο για τον Χριστό, διότι σαν μερική εξαίρεση στην πλάνη τους δέχονταν να παραμείνει η μορφή μόνο του Χριστού, εντούτοις σε απρόσιτα σημεία από τους πιστούς. Άρα οι θεόπνευστοι πατέρες δεν αποκάλεσαν χριστομαχία την εικονομαχία γιατί πολέμησαν τον Χριστό ονομαστικά οι εικονομάχοι. Αποκάλεσαν την εικονομαχία ως χριστομαχία, διότι ακριβώς αυτό δήλωνε η απαξίωση οποιασδήποτε εικόνας, είτε Αγίου, είτε αγγέλου. Η πολεμική πράξη τους σε οποιασδήποτε εικόνα ευθέως πολεμούσε (εν γνώσει ή σε άγνοια των εικονομάχων) τη μία γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπων.
    Για παράδειγμα, η θεολογία των εικονόφιλων μας διδάσκει ότι προσκυνούμε την εικόνα ενός Αγίου, όπως του Μεγάλου Βασιλείου, σε άμεση σύνδεση με το ότι ο Χριστός ήρθε στη γη, σαρκώθηκε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε, ανελήφθη και έστειλε το Άγιο Πνεύμα την Πεντηκοστή. Μετά και μαζί και προς την Πεντηκοστή, ο Άγιος είναι Άγιος. Έτσι λοιπόν ακριβώς το ίδιο συμβαίνει, σε κάθε εικόνα Αγίου. Η θεολογία λοιπόν και η εξίσωση της εικονομαχίας με την ονομασία χριστομαχία καθιστά σαφή τη θεολογία επί του θέματος. Διδάσκει ότι αυτός που αμφισβητεί τις εικόνες αμφισβητεί τη δια της ενώσεως των δύο φύσεων του Χριστού προσκύνηση, αμφισβητεί το έργο Του, αμφισβητεί την Πεντηκοστή. Διότι δι' Αυτού και μόνο, έχουμε τη Μία προσκύνηση του Θεού. Αμφισβητεί στην πράξη τις συνέπειες στην προσκύνηση στο ένα Πρόσωπο του Χριστού.
    Σήμερα λοιπόν εμφανίστηκαν οι μαθητές των εικονομάχων ή μάλλον χριστομάχων. Αυτοί βέβαια δεν καταργούν την εικόνα του Χριστού, διότι αυτό θα τους απομόνωνε. Δόλια ήρθαν και την απαξιώνουν λέγοντας ότι υπάρχουν εξίσου με αυτήν και διπλά της, στα «δεξιά» και στα «αριστερά» της, και άλλοι τρόποι που ο θεός έφερε τη σωτηρία και την προσκύνηση του θεού. Δεν ήρθε μόνο η Σάρκωση και το έργο του Χριστού, δεν προσέγγισε μόνο εκεί το κτιστό με το άκτιστο. Υπάρχουν και άλλοι σύνδεσμοι με τον θεό. Στήθηκαν και οικοδομήθηκαν από τον Θεό και από άλλες γέφυρες, άλλοι μεσίτες· υπάρχει όχι μία προσκύνηση του Χριστού, αλλά και η τριπρόσωπη προσκύνηση του Θεού. Εξισώνονται λοιπόν με τον Χριστό τα νέα «μαγικά» σύμβολα του Θεού!!!
    Έτσι λοιπόν, οι εικονομάχοι αν κατανοούσαν το αδιαίρετο της προσέγγισης του θεού, τότε δεν θα πολεμούσαν το Ένα και όλα τα οποία είναι δι' Αυτού. Διότι όλη η θεολογία, η πίστη, η λατρεία, η μυστηριακή ζωή είναι η αδιαίρετη διάκριση της μιας πνευματικής ζωής. Μία είναι η όραση, η θεοφάνεια, η προσκύνηση και η θέωση. Αν κάποιος δεν κατανοεί αυτή τη διάκριση, είτε ομογενοποιήσει το περιβάλλον του θεού και τον ίδιο τον θεό, είτε τους ξεχωρίσει μεταξύ τους, είτε προσθέσει και άλλους νέους φανταστικούς αντιπροσώπους, είτε αρνηθεί μια εξ αυτών, αυτός αρνείται ότι ο Θεός είναι αδιαίρετος, ομοούσιος, με ασύγχυτη διάκριση.
  • Λατινική Διδασκαλία (Φιλιόκβε): Οι Λατίνοι κατ' αρχήν ένωσαν και ταύτισαν την αΐδια εκπόρευση με την αποστολή και την πέμψη στον κόσμο. Αρνήθηκαν αυτή τη διάκριση και τελικά προέκυψε η διαίρεση και το ανόμοιο στα πρόσωπα του θεού. Από το «ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἓν ἐσμέν», έμεινε το: μία φορά ήταν δύο πρόσωπα και μία φορά ήταν η μονάδα τους. Μεταξύ τους είναι δύο πρόσωπα, ο ένας Γεννάει και ο άλλος είναι Γεννητός. Ωστόσο, ως προς το Άγιο Πνεύμα οι δύο είναι το ίδιο, ο καθένας τους Εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα. Η διδασκαλία τους περιγράφει τρις θεούς, με τον ένα να γεννάει και να εκπορεύει, τον άλλο μόνο να εκπορεύει, και ένα κατά τις σχέσεις του πιο αδύναμο Πρόσωπο που δεν έχει κάποια αρχή. Συμπερασματικά κατά τους Λατίνους, η Τριάς σημαίνει τρία Πρόσωπα με τρις διαφορετικές και διαβαθμισμένες αρχές.
  • Λατινική Θεολογία (Ενέργεια): Επιπλέον αυτών που προαναφέρθηκαν, οι Λατίνοι δεν δέχονται τη διάκριση της ουσίας και της ενέργειας, που φυσικά αναφέρονται πάνω στις υποστάσεις του θεού. Αρνούνται καθολικά τη θεολογία περί της ενέργειας του Θεού και δεν δέχονται ότι η υπόσταση είναι κατά την ουσία της ή το «είναι» της απρόσιτη, και μόνο κατά την ενέργειά της είτε μόνο στους αξίους μεθεκτή, είτε δια των κτισμάτων σε όλους προσιτή. Οι Λατίνοι άλλοτε διαχωρίζουν την ενέργεια και την λαμβάνουν με υλικό σχήμα, ενώ άλλοτε την ταυτίζουν με την ουσία Της υποστάσεως.
  • Σύνοδος του 1071: Τόνισε ότι οποιοδήποτε όνομα του Θεού εμφανίζεται, οποιοδήποτε και αν μνημονεύεται, πάντα σ' αυτό συνεπάγεται η παρουσία του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, ομοούσια, αδιαιρέτως και ασυγχύτως.
  • Σύνοδοι του 14ου αιώνα: Ανέπτυξαν περαιτέρω τη διδασκαλία της Έκτης Οικουμενικής Συνόδου: κήρυξαν ότι ολόκληρη η Υπόσταση του Θεού είναι ταυτόχρονα ουσία και ενέργεια – όχι άθροισμα – αλλά μνημονεύεται και είναι αδιαίρετη διάκριση. Για τη διάκριση – και όχι για διαίρεση – της Υποστάσεως του Θεού, μιλούσε και ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Διέκρινε την Υπόσταση αδιαίρετος. Κατά το «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἓν ἐσμέν» (Ιω. 10:30), έλεγε, η ουσία και η ενέργεια του Θεού είναι ένα. Πολλές φορές μιλήσαμε για αυτήν την αδιαίρετη διάκριση.
    Ωστόσο, οι αντίπαλοί του δεν διέκριναν την «ουσία» και «ενέργεια», αφαιρούσαν ή ταύτιζαν την ενέργεια με την ουσία του Θεού. Δεν καταλάβαιναν με τη λογική και δεν δέχονταν τη διάκρισή τους, γι' αυτό την ερμήνευαν είτε με ταύτιση είτε με διαίρεση. Έτσι λοιπόν, παρουσιάστηκαν από τους αντιπάλους του, διαστρεβλωμένα τα λόγια του Αγίου και των ακολούθων του. Κατηγορήθηκε από εκείνους άδικα και λανθασμένα και τον αποκάλεσαν «διθεϊστή», «εισάγει δύο αρχές στον Θεό». Αφού πρώτα οι αντίπαλοί του, εξίσωσαν τη διάκριση με τη διαίρεση, στη συνέχεια τον κατηγόρησαν ότι κηρύσσει δύο αρχές, και άλλοτε δύο Θεούς. Μάλιστα, ακόμα και σε εκείνα τα χρόνια που ήταν σε παγκόσμια άνθηση η ορθόδοξη γραμματεία, παρασύρθηκαν πολλοί και υπήρξε ψεύδο-σύνοδος που καταδίκασε τον Άγιο και τη θεολογία που πρέσβευε. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα αποκαταστάθηκε και αναγνωρίστηκε από το πατριαρχείο η ορθοδοξία του Αγίου. Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς μαζί με τη διάκριση κήρυξε ότι μόνο η ενέργειά του Θεού είναι μεθεκτή, ενώ η ουσία Του είναι απρόσιτη. Η ενέργεια του Θεού, ως προς την πηγή της, είναι μία, αδιαίρετη και κοινή και των τριών Προσώπων.
    Επιπλέον αυτών, σημειώνουμε και κάτι ακόμα που σχετίζεται με την παρούσα εργασία. Ο Γρηγοράς επιζητώντας να εξηγήσει τη Θεοφάνεια του Θεού στη Μεταμόρφωση και πάντα, αφού αφαίρεσε το λόγο στην ενέργεια του Θεού, εισήγαγε λάθρα στη συζήτηση τα ινδάλματα (σύμβολα) του Θεού. Αυτό παρέμεινε και συνεχίζει να παρουσιάζεται μέχρι και σήμερα.
  • Η «συνολική» ματαίωση ή «με κάποιες μορφές» η περιφρόνηση του Σταυρικού δρόμου του Κυρίου: Ο απόστολος (στην Επιστολή Α' Κορ. 1, 18-24) μας διδάσκει για τη δόξα του σταυρού στους χριστιανούς. Ενώ για τους Ιουδαίους ο Σταυρός του Χριστού θεωρήθηκε «σκάνδαλο», επειδή δεν ταίριαζε ο ατιμωτικός θάνατος στον ένα Θεό που ανέμεναν. Περίμεναν έναν ισχυρό, κοσμικού χαρακτήρα βασιλιά. Για τους Έλληνες πάλι ο σταυρός ήταν «ἀνοησία», γιατί σ' αυτούς μόνο το κακό τιμωρείται και όσο πιο μεγάλο το κακό τόσο πιο ταπεινωτικός επέρχεται ο θάνατος του. Ωστόσο, για τους χριστιανούς η αρετή συνδέεται με το πνεύμα. Στους αξίους, με την απάθεια, το πνεύμα πάει στο άρρητο, όχι σαν ένα κοσμικό γεγονός ή σαν ένα υλικό σχήμα, ούτε είναι κάτι που λαμβάνει διαστάσεις στον χώρο και στον χρόνο. Είναι μια υπερκόσμια κοινωνία, ένωση ή όραση του Θεού. Για τους ορθοδόξους ο Σταυρός είναι η δόξα, ο δρόμος και θύρα της σωτηρίας.
    Πολέμιοι λοιπόν του σταυρού, είναι όλοι αυτοί που παρουσιάζουν την όραση του Θεού καθιστώντας την ως ανεξάρτητη από τον σταυρό. Έτσι υποβιβάζουν την όραση του Θεού, την αποσπούν από το άρρητο και την μεταφέρουν στο υλικό. Ερμηνεύουν τα οράματα και μοιράζουν και οι ίδιοι τζάμπα και χωρίς κόπο, τριπρόσωπες εικόνες εις ανάμνηση της καταστάσεως της όρασης του Θεού, της κοινωνίας με τον Θεό, της θεώσεως και της θεοφάνειας. Κηρύσσουν αυθαίρετα ότι φάνηκε ο Θεός τους και υπόσχονται την προσκύνηση του τριπρόσωπου Θεού τους. Μιμούνται και αντιγράφουν τα πλέον απόκρυφα και μυστικά μυστήρια. Υπόσχονται και ενεργούν σαν όλα αυτά έγιναν και μπορούν να γίνουν αντίγραφα και τριπρόσωπες παραστάσεις τους, σε όλους διάφανα και μετοχικά είτε πρόωρα, είτε εκτός εκκλησίας και προς όλους!!! Ακόμα και οι Απροετοίμαστοι μπορούν δήθεν να έρθουν σε άμεση κοινωνία με τον Θεό Πατέρα, να κοινωνήσουν μαζί του, να συνομιλήσουν, να τον προσκυνήσουν!!! Έφεραν πραγματικά το βδέλυγμα της ερημώσεως μέσα στον αγνότερο τόπο.
  • Οι Σχολαστικοί: Απορρίπτουν κάθε τι που δεν κατανοείται, και υψηλότερα από όλα τα ακατανόητα είναι το άρρητο του Θεού. Κάθε αναφορά σ' Αυτό δεν την αντέχουν με τίποτα. Εντούτοις, ο Χριστός έφερε το Άρρητο, και Άρρητη η περιστερά, Άρρητος ο Παλαιός των ημερών. Αυτοί λοιπόν τα λαμβάνουν και με τη λογική. Τα μετατρέπουν σε λογικά κατανοητά κομμάτια και σύμβολα. Για παράδειγμα, στη βάπτιση του Χριστού λένε ότι μίλησε μόνο ο Πατέρας. Ακόμα, επειδή ο Υιός σαρκώθηκε, γι' αυτό λένε Αυτός ήταν ο επιφανής Χριστός που λέει το απολυτίκιο. Όσο αφορά το τρίτο Πρόσωπο, και το Άγιο Πνεύμα, δεν θα μπορούσαν αλλιώς να το παρουσιάσουν το άρρητο, γι' αυτό και λένε ότι ήρθε με ένα σύμβολο. Πηγαίνοντας στο όραμα του Δανιήλ πάλι μας λένε: περιγράφονται δύο ατομικά πρόσωπα, από εδώ κάθεται ο ένας Θεός τους και από εκεί μετακινείται ο άλλος.

Συνοπτικά συμπεράσματα:

Η Ορθοδοξία μιλάει για άκτιστο Θεό. Αυτό σημαίνει ότι είναι μοναδικός, γι' αυτό γίνεται αποδεκτός με πίστη και όχι με λογική. Σεβόμαστε το μυστήριό Του και το αποδεχόμαστε όπως μας παραδόθηκε, χωρίς να επιχειρούμε να το υποβάλουμε σχολαστικά στη λογική και στον κόσμο. Βρίσκεται στην Τριαδική Μονάδα και διακρίνεται αδιαιρέτως.

Ο Πατέρας και ο Υιός είναι δύο διακριτά Πρόσωπα, αλλά είναι ένας Θεός, με μία Θεότητα, και έχουν Μία Λατρεία, Μορφή, Δόξα, Τιμή και Προσκύνηση (είναι Ομοούσια Τριάδα). Αποδεχόμαστε τόσο την ταυτότητα της ουσίας (ομοουσιότητα) όσο και τη διαφορά των Προσώπων. Στη Μονάδα, συμβολίζουμε τον ένα Θεό· στην Τριάδα, ομολογούμε τον τρόπο ύπαρξης των Προσώπων (Γέννηση, Εκπόρευση).

Με σεβασμό αναφερόμαστε στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, χωρίς να Τους εκκοσμικεύουμε, να Τους τοποθετούμε χωριστά στο χώρο, να Τους υποτιμούμε μέσα από σύμβολα και είδωλα, ή να Τους αλλοιώνουμε με ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι αρνούμαστε τη διάκριση των Προσώπων. Πιστεύουμε στην ύπαρξη των τριών Προσώπων, αλλά διατηρούμε τον μυστικό χαρακτήρα και τον σεβασμό στην Τριαδική Μονάδα. Δεν ορίζουμε πού, πώς και πότε βρίσκεται το κάθε Πρόσωπο, και γι' αυτό δεν δεχόμαστε τριπρόσωπες εικόνες ή σύμβολα. Δεν υπάρχει προσευχή που να απευθυνόμαστε αποκλειστικά σε ένα Πρόσωπο. Ομολογούμε τη διαφορετική ύπαρξή Τους αναφέροντας λεκτικά τα τρία ονόματα των Προσώπων του Θεού, μέσω των υποστατικών ιδιωμάτων που μας αποκαλύφθηκαν: Αυτός που Γεννάει και Εκπορεύει είναι ο Πατέρας, Αυτός που Γεννήθηκε είναι ο Υιός και Αυτός που Εκπορεύεται είναι το Άγιο Πνεύμα.

Ωστόσο, όταν πρόκειται να διαχωρίσουμε τα Πρόσωπα, να Τον αναγνωρίσουμε, να Τον καταδείξουμε ή να Τον προσκυνήσουμε – με εικόνα, σύμβολο, όνομα ή λατρεία – αδυνατούμε παντελώς να Τα διαχωρίσουμε, σε κάθε περίπτωση. Έχουμε πάντα μπροστά μας τη Μονάδα του Θεού, όπου βρίσκουμε την πληρότητα της Αγίας Τριάδας. Μπορούμε να αναφερθούμε στην Τριάδα, αλλά αδυνατούμε να ξεχωρίσουμε εμπειρικά το κάθε Πρόσωπο.

Με απλά λόγια, το Άγιο Πνεύμα είναι ένα και ταυτόχρονα αδιαιρέτως διακριτό. Το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που από τον Υιό, τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα πέμπεται και γίνεται μεθεκτό, όπως υποσχέθηκε και τελικά έστειλε στους μαθητές Του την ημέρα της Πεντηκοστής. Ταυτόχρονα, όμως, είναι Αυτό που μόνο ο Πατέρας εκπορεύει αιώνια. Σε αυτά τα δύο κάνουμε μόνο διάκριση και καμία διαίρεση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου