Από συνέχεια. Το άρθρο είναι απάντηση στον Ιώβ. Του Ασλανίδη Σταύρου

Το αδιαίρετο του Θεού δεν καταλύθηκε. Δεν προσεγγίστηκε ποτέ μια δυάδα θεών στο όραμα του Δανιήλ. Δεν είναι από τη μία ο Υιός του Ανθρώπου και από την άλλη ο Παλαιός των Ημερών.

Θα επανέλθουμε στα λόγια του Ιώβ, όχι επειδή θέλουμε να στοχοποιήσουμε τον άνθρωπο, ούτε γράφουμε κάτι εναντίον του, ούτε θέλουμε να τον εξουθενώσουμε. Αυτά δεν αρμόζουν στους χριστιανούς, αλλά επανερχόμαστε διότι αυτά που λέει είναι η κυρίαρχη λογική του κόσμου, και εκφράζει το αντίθετο από αυτά που γράφουμε. Είναι όντως η λογική ερμηνεία του κοσμικού φρονήματος. Οι περισσότεροι καταλαβαίνουν αυτά που λέει ο Ιώβ, ενώ η θεολογία θέλει δουλεία για να γίνει αποδεκτή, διότι τα λέει αλλιώς.

Πράγματι, το κείμενο από το Ευαγγέλιο λέει ότι είδαμε το Άγιο Πνεύμα σαν περιστερά, και οι σχολαστικοί, μαζί με τον Ιώβ, παρουσιάζουν το εν λόγω κείμενο για να πουν ότι το αγιογραφικό κείμενο μιλάει για τη μορφή του προσώπου του Αγίου Πνεύματος. Παρόμοια, ο Δανιήλ λέει ότι ο Θεός είναι ο Παλαιός των Ημερών και ο ερχόμενος Υιός είναι στα δεξιά Του (θα δούμε την ερμηνεία του αρρήτου αλλού) και οι σχολαστικοί λαμβάνουν κοσμικά και την περιγραφή αυτή και λένε: «Η Γραφή μιλάει για δύο πρόσωπα σε τοπική θέση, με σωματική μορφή, σε αναλογία (κατά τον Ακινάτη) και σχέση μεταξύ τους». Το ίδιο συμβαίνει και με κείμενα που αναφέρονται στην Πεντηκοστή. Ο Κύριος κατά το γράμμα της Γραφής, μας υποσχέθηκε ότι θα στείλει το Άγιο Πνεύμα, και όταν αυτή η χάρη Του εμφανίστηκε με τη μορφή πύρινων γλωσσών, οι σχολαστικοί μας λένε: «Να η μορφή του Αγίου Πνεύματος». Παρόμοια έχουμε αισθητή ερμηνεία για την φωνή του Πατρός. Ο Θεός μίλησε και ενώ η Χάρη ήταν αυτή που έγινε μεθεκτή στο Βάπτισμα και στη Μεταμόρφωση. Ωστόσο οι σχολαστικοί λένε ότι δεν είναι μέθεξη, αλλά ακοή, και αυτός που μας μίλησε είναι ο ίδιος ο Πατέρας. Αυτό είναι διαστρέβλωση, ακολουθούν σωματική και ανθρωπομορφική ερμηνεία ενώ αδιαφορούν για την θεολογία.

Σε αυτήν την ανθρωπομορφική και σχολαστική ερμηνεία από την αρχή αντιλέγουμε και αυτήν προσπαθούμε να αποβάλουμε. Οι θεοφάνειες είναι ότι το υψηλότερο ήρθε και έγινε μεθεκτό στη γη, είναι εμπειρία του Ακτίστου, είναι άρρητο και χωρίς σχήματα· μόνο σεβασμός αρμόζει. Δεν μας δόθηκε για να έχουμε εικόνες, αλλά προς επιβεβαίωση της ύπαρξης του Αρρήτου. Το άρρητο και μετά την θεοφάνεια παραμένει ακριβώς το ίδιο άρρητο. Αυτό που αλλάζει είναι ότι βεβαιώνεται η πίστη σχετικά με το ότι υπάρχουν όλα αυτά που μας δίδαξε ο Χριστός για το Άρρητο. Αυτά ακριβώς μας τα βεβαίωσαν τόσο οι Προφήτες όσο και, πολύ πιο αποκαλυπτικά, οι Απόστολοι.

Εμείς, λοιπόν, ερχόμαστε από αδύναμη θέση, έχοντας εναντίων σε όσα λέμε την λογική. Λέμε: «Μην πιστεύετε στη λογική, αλλά στο Άρρητο της πίστεως. Μην πιστεύετε τους σχολαστικούς και τους γλωσσολόγους ερμηνευτές που αποκόπτουν από τη Γραφή τον Παλαιό των Ημερών, την περιστερά, τη φωνή και τις πύρινες γλώσσες και λένε ότι η Αγία Γραφή μας τα παραδίδει έτσι ανθρωπομορφικά». Εξάλλου, δεν είναι οι μόνοι που εργάζονται έτσι. Σήμερα είναι σύνηθες από αιρέσεις, να αποκόπτουν κάποια χωρία από την Αγία Γραφή, να αποκρύπτουν άλλα χωρία και να μιλούν για τις σχολαστικές τους ερμηνείες. Όλοι αυτοί έχουν πατέρα τους το ψεύδος και τη διαστρέβλωση. Εμείς να προτιμήσουμε το σεβαστό, το άρρητο, μαζί με το σταυρό και τις εντολές του Χριστού· αυτά και μόνο φέρνουν την όραση. Να αφήσουμε τα θεάματα, τα φώτα, τις εορτές και τις εμφανίσεις από τον ουρανό.

Ξεκινάμε λοιπόν με το μειονέκτημα –ή μάλλον πλεονέκτημα– αφήνουμε την λογική και προσπαθούμε να προσεγγίσουμε την θεολογία. Η θεολογία του Ακτίστου προσεγγίζεται με πίστη και σταυρό: «ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται» (Μαρ. 16,16) δεν έρχεται με αποδείξεις από τον ουρανό. Προσεγγίζουμε το θέμα με αποδεικτικό λόγο, παραμένοντας πιστοί στα λόγια, την υμνολογία της εκκλησίας και την παράδοση. Από την μια μεριά έχουμε τη λογική εναντίον μας, αλλά από την άλλη έχουμε πρότυπο τη ζωή του Χριστού, με τον σταυρό και αυτή είναι με το μέρος μας. Ο Κύριος κήρυξε ανέβηκε και επιβεβαίωσε το σταυρό στην ζωή μας, όχι τα σημεία και τα θεάματα από τον ουρανό. Ο καθένας, λοιπόν, ας διαλέξει πώς θέλει τη ζωή του στην Εκκλησία: θέλει με πίστη να οδηγείται με το σταυρό, ή μέσα από τυραννική επιβολή που εκπέμπουν τα σημεία του ουρανού, να βαδίζουν με οδηγό τη μαρτυρία των οραμάτων. Όποιος δεν προετοιμαστεί, αυτός που δεν είναι με ταπείνωση έτοιμος, το σημείο του ουρανού του αφαιρεί την ελευθερία, επιβάλλεται δια της ανυπέρβλητης δύναμης του. Αν ο θεός φανερωνόταν με δύναμη πολύ στον ουρανό, τότε οι Ιουδαίοι και αναπολόγητοι θα ήταν, αλλά και χωρίς την ελεύθερη βούληση και πειθαναγκαστηκά θα τον ακολουθούσαν. Διότι ποιος μπορεί να κάνει αλλιώς από αυτό που του λέει ο θεός, όταν έρθει πάνω από το κεφάλι του. Ωστόσο ο θεός δεν ήθελε πλήθος σκλάβων, αλλά ελεύθερους ανθρώπους που με πίστη θα τον αγαπήσουν.

Είναι αλήθεια ότι δεν μπορούμε και θα μπορούσαμε να βρούμε κείμενα που να λένε ότι «δεν είδαμε το Άγιο Πνεύμα», ούτε κείμενα που να λένε «δεν ήταν το Άγιο Πνεύμα η περιστερά», «δεν είναι ο Πατέρας ο Παλαιός των Ημερών» ή «δεν μίλησε ο Πατέρας από τον ουρανό», ή κάτι αντίστοιχο. Πράγματι, στη θεοφάνεια φανερώθηκε ο Πατέρας και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, και μάλιστα εμείς λέμε ότι όχι μόνο φάνηκαν, αλλά στην φανέρωση, όποια και αν ήταν , φανερώθηκε όλη η Αγία Τριάδα, καθώς κατά τη Σύνοδο του 1071, μόνο ολόκληρη υπάρχει η τριάδα, πάντα και παντού. Ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι στις Θεοφάνειες ο πλήρης Θεός με την θεότητα ους μαζί. Αντίθετα, οι σχολαστικοί λένε: « Αλλού και αλλιώς φάνηκε ο Πατέρας, με άλλη μορφή, και σε άλλο χώρο και χρόνο φάνηκε το Άγιο Πνεύμα, και αλλού και αλλιώς ήρθε η φωνή του Πατρός». Επίσης μας λένε: «Ο Πατέρας κοντοστάθηκε στον Αβραάμ», ενώ «τα δύο άλλα πρόσωπα, μόνοι τους με την απουσία του τρίτου πήγαν στον Λωτ»!!! Αυτά λένε και πολλές παρόμοιες ανοησίες, προβάλλοντας ανθρωπομορφικά το θεό τους.

Ωστόσο, αυτό που φάνηκε από τον Τριαδικό Θεό δεν είναι ούτε κατ' ουσίαν των Υποστάσεων, ούτε είχαν κάτι ξεχωριστό και ιδιωτικό της κάθε Υπόστασης που να φανερώνει ποια ακριβώς είναι η διαφορετική Υπόσταση που φανερώθηκε!!! Αντίθετα με αυτές τις ανόητες σχολαστικές θεωρίες που ακούγονται, άλλη είναι η αλήθεια. Αυτό που φανέρωσε την ύπαρξη των τριών Υποστάσεων και της θεότητάς τους είναι η ενέργεια του Θεού, αλλά αυτή θεολογήθηκε και μάλιστα διασαφηνίστηκε πολύ, πολύ μετά από τα κείμενα της Αγίας Γραφής και των Αποστολικών Επιστολών. Αυτό πάλι δεν επικράτησε· σύντομα ήρθε και ξεχάστηκε στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και περισσότερο μάλλον πολεμήθηκε μέσα από τη φράγκικη προπαγάνδα, όπου υπερίσχυσε η φιλοσοφία του κόσμου, και σήμερα συνεχίζει να επικρατεί η αμφισβήτηση της ύπαρξης και της φανέρωσής της στη θεοφάνεια. Δυστυχώς, επικράτησε από αιώνες η τριπρόσωπη μορφή του θεού, είτε σαν παράσταση μέσα από την Φιλοξενία του Αβραάμ, είτε σαν δύο άντρες με την περιστερά να αιωρείται συνεχώς. Προς Θεού, δεν έχουμε κάτι, ούτε αντιμαχόμαστε την πραγματική εικόνα της Φιλοξενίας του Αβραάμ, αλλά λέμε η πραγματική θέση της, είναι μαζί με τις άλλες εικόνες που εικονίζουν σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη. Η λαμπρότητα των Χριστιανών είναι άλλη πολύ ποιο ζωντανή. Την συναντάμε σε αυτά που μας έφερε ο ένας και μόνος Προφήτης, ο κύριος των οραμάτων, ο Χριστός. Όλοι οι άλλοι είναι δεύτεροι προφήτες, όλοι και όλα τα δανείστηκαν μόνο και μόνον από Αυτόν.

Το Ευαγγέλιο, λοιπόν, δίνει την θεολογία, η οποία είναι κάτι που δεν στηρίζεται στη λογική, ούτε γίνεται με τα κοσμικά κριτήρια κατανοητή. Αυτό είναι αλήθεια και το δεχόμαστε ως ένα ακόμα εμπόδιο στο να λάμψη η αλήθεια. αφ΄νοντας την λογική στην συνλεχεια βρίσκόμαστε αντιμέτωποι με τους σχολαστικούς που έρχονται να ερμηνεύσουν με τη λογική τους τις Άγιες Γραφές, διότι άλλο θεολογία και άλλο ανθρωπολογία.

Κάποιοι στέκονται στο γραμμα της Γραφής και λένε ότι μίλησε στον Ιορδάνη και στο Θαβώρ ο πατέρας. Ωστόσο η θεολογία μας λέει ότι ποτέ δεν μίλησε χωρίς τον Λόγο ο Πατέρας. Δεν μίλησε στο Θαβώρ και στον Ιορδάνη, ενώ ήταν άλογος ο Πατέρας. Επιπλέον, δεν στάθηκε μόνος στον ουρανό ο Πατέρας και μίλησε από εκεί ο ίδιος, ενώ ο Λόγος ήταν πάλι ατομικά μόνος στα νερά του Ιορδάνη. Αντίθετα, λέμε και πάλι, δεν μίλησε μόνος ο Πατέρας αλλά με την πληρότητα του θεού. Όλος ο Θεός ήταν στον ουρανό, και αυτός ο Τριαδικός Θεός μίλησε· ομοίως η Μία Θεότητα φανερώθηκε με την περιστερά και με τη φωνή, ενώ αυτά που «ακούστηκαν» ήταν ήταν άρρητα, και άκτιστα λόγια, μας τα έφερε ο ενυπόστατος Λόγος, ήταν η εμπειρία της σωτηρίας και τα πάντα έγιναν δια του Υιού. Πάντα και μόνο, έχουμε τριάδα και πάντα και μόνο ο επιφανής είναι ο Χριστός.

Το Ευαγγέλιο θεολογεί για κάποιες θεοφάνειες που δεν είναι ούτε λογικές ούτε κατανοητές. Ωστόσο, το ότι μας παρουσιάζει Πατέρα και Υιό χωριστά είναι ένα ακόμα ψέμα των σχολαστικών. Το διαψεύδουν τα λόγια του Χριστού που μας λένε ότι «εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα», και αλλού: «ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοὶ». Ενώ ο Χριστός μας λέει «εγώ και ο Πατέρας», αυτό το κάνει για να πιστοποιήσει έτσι τα διαφορετικά Πρόσωπα τους. Έτσι ακριβώς και στο όραμα του Δανιήλ μας λέει: «Στα δεξιά του Παλαιού των Ημερών, ο Υιός του Ανθρώπου ερχόμενος». Αυτό όμως δεν αποκόπτεται από τη συνέχεια του χωρίου της Καινής Διαθήκης. Στη συνέχεια, μας συμπληρώνει: «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα», για να λογιστεί η αδιαίρετη διάκρισή τους. Προσκυνούμε Πατέρα, Υιό και Άγιο Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιο και αχώριστη. Η Τριάδα και η Μονάδα είναι μαζί· δεν ξεκόβει το πρώτο και μετά από αυτό και μόνο του έρχεται το αδιαίρετο και το ένα στον Θεό. Όλο το βάρος και το βάθος της θεολογίας (και σε αντίθεση με τον σχολαστικισμό) είναι να μιλήσουμε για την δυάδα (ή αλλού για την τριάδα) της ύπαρξή Τους, αλλά ποτέ για να λογιστούν διαιρεμένα Πρόσωπα.

Είναι προϊόν του σχολαστικισμού, το να ληφθούν ξεχωριστά τα Πρόσωπα μεταξύ τους. Άμα ο Πατήρ, άμα ο Υιός, άμα το Άγιο Πνεύμα. Κατά τη Σύνοδο του 1071, ποτέ και σε τίποτα δεν ξεχώρισε ο ένας εκ των τριών. Όπου ο ένας, πάντα και πάντοτε όλη η Τριάδα. Αυτά όμως τα λέει μόνο η θεολογία, όχι η λογική. Η λογική είναι παντελώς αρνητική στο παντοτινό και απόλυτο αδιαίρετο της τριάδας. Δέχεται το κατά επιλογή αδιαίρετο, ή το μερικό αδιαίρετο των προσώπων του Θεού. Αυτή και είναι η διαφωνία μας με τον Ιώβ.Έτσι, είναι ανθρώπινο έργο, από τις χοϊκές επιθυμίες τους, η προσθήκη συμβόλων στο Πρόσωπο του Πατέρα και του Αγίου Πνεύματος, αφού εκτός που εξοστρακίζει τον Χριστό από την μόνη μεσιτεία ανάμεσα θεού και ανθρώπων, αυτά φέρνουν και την τριθεΐα. Τα παρουσιαζόμενα σύμβολα των προσώπων του Θεού, απολαμβάνουν την ατομική θέση τους στον κόσμο, και με χωριστά Πρόσωπα, παρουσιάζουν ως τριπρόσωπο τον θεός τους.

Εμείς ποτέ δεν αρνηθήκαμε να πούμε ότι στην θεοφάνεια είναι ο Πατέρας και το Άγιο Πνεύμα. Ωστόσο λέμε αυτό δεν είναι από μόνο του αρκετό. Μαζί με αυτό λέμε ότι είναι ταυτόχρονα και ομότιμα όλος ο Θεός μαζί, η τριάδα είναι αδιαίρετη πάντα. Λέμε: Δεν διαιρείται ο Θεός σε ατομικά Πρόσωπα, δεν αποδεχόμαστε τις φράσεις: από εδώ ο ένας θεός και από εκεί ο άλλος Θεός, πότε ο ένας πότε ο άλλος, άλλος φανερώθηκε στον Αβραάμ άλλος στον Μωυσή και άλλος στον Δανιήλ. Πράγματι, εμφανίστηκαν υπέρ των αισθήσεων, άρρητα σύμβολα, τα οποία συγκαταβατικά, δηλαδή για το έργο της σωτηρίας. Αυτά μας δόθηκαν από την Γραφή και αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς παρά μόνο ανθρωπομορφικά: ο Παλαιός των Ημερών, η περιστερά, η νεφέλη, οι πύρινες γλώσσες, η φωνή εξ ουρανού, ο τρίτος ουρανός κ.ά. Εντούτοις, πάντα η ενέργεια του Θεού είναι το σύμβολο, το όνομα και η εικόνα από την ύπαρξη των Υποστάσεων του Αδιαιρέτου Θεού. η θεοφάνεια μας δίδαξε και απόδειξε το “ότι εστίν” Θεός και όχι “το τι” ‘η “το ποιος” είναι ο Θεός.

Το άκτιστο ενώ παραμένει άρρητο ονομάζεται με συμβολικό όνομα. Οι σχολαστικοί και αυτό το διαστρεβλώνουν και λένε το άκτιστο και το άρρητο ότι δίνει την θέση του, ως δια μαγείας, στο σύμβολο. Μαγικά λοιπόν “έκαναν” την εικόνα του Πατρός δίνοντας του την μορφή από το σύμβολο του παλαιού των ημερών. Αντίστοιχα “έκαναν” την εικόνα του του Αγίου Πνεύματος δίνοντας του την μορφή από το σύμβολο της περιστεράς!!! Κάποιοι σχολαστικοί ζούνε στο κόσμο της μαγείας!!!

Ωστόσο, λέμε ξανά: Αυτά τα σύμβολα μας τα δίνει νοητά η Γραφή, αλλά δεν αποτελούν ιδιαίτερα και ξεχωριστά ονόματα και σύμβολα ξεχωριστών Υποστάσεων. Αναφερονται σε όλος τον θεό και στην μία πλήρη θεότητα του. Εξάλλου μόνο οι ενέργειες του Θεού προσεγγίστηκαν, ή με άλλα λόγια έγιναν ορατές από τα κτίσματα. Αυτές είναι πολλές, και ονομάζονται κατά το πως ενεργούν στα κτίσματα: της δημιουργίας, της φιλανθρωπίας, της θέας, της πρόνοιας, της ζωής, του αγιασμού, των χαρισμάτων, της συγχωρίσεως, της γνώσεως, της προσκύνησης. Είναι πολλές οι ενέργειες, αλλά είναι Μία ως προς την πηγή τους. Είναι Μία, αχώριστη και κοινή για το αδιαίρετο των τριών Υποστάσεων. Πράγματι, λοιπόν, φάνηκε η εικόνα του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Ωστόσο είναι μία και αδιαίρετη και των τριών υποστάσεων, η εικόνα του Θεού. Αυτά λοιπόν μας ερμηνεύουν ποια είναι η μορφή του Παλαιού των Ημερών, της περιστεράς, των πύρινων γλωσσών, της φωνής από τον ουρανό, το άκτιστο φως, η ακοή του Θεού, ο τρίτος ουρανός, η αποκάλυψη και όλα τα άρρητα που γεύονται οι Άγιοι.

Γι' αυτό και δεν δεχόμαστε τους σχολαστικούς που έρχονται να το ερμηνεύσουν την θεοφάνεια με τη λογική τους. Δεν μίλησε ο Πατέρας στο Θαβώρ χωρίς να έχει Λόγο από τον Λόγο, ούτε στον Ιορδάνη μπήκε ο Χριστός χωρίς να είναι έχει μέσα του την αιτία της Αΐδιας ύπαρξης του, τον Πατέρα. Εντούτοις, Πάντα και Μόνο έχουμε, άμα ο Πατήρ, άμα ο Υιός, άμα το Άγιο Πνεύμα. Όλες οι Σύνοδοι μίλησαν για έναν αδιαίρετο Θεό. Η Σύνοδο του 1071 μίλησε πιο ξεκάθαρα· είπε: «Ποτέ και σε τίποτα δεν ξεχώρισε ο ένας εκ των τριών Προσώπων· η Τριάδα, είτε αναφέρεται είτε όχι, είναι πάντα είναι μαζί».

Η μητέρα των αιρέσεων

Αποφάσισα να γράψω για την Τριαδική Μονάδα του Θεού, και όλα αυτά που λέγονται στην παρούσα μελέτη αποσκοπούν σε ένα αποτέλεσμα: να κατανοηθεί ότι η Τριτοπρόσωπη εικόνα του Θεού, εκτός των άλλων, φέρνει Τριθεΐα, Χριστομαχία και παραπλανά τον άνθρωπο σε άλλον δρόμο από το δρόμο του σταυρού. Αυτή είναι η μητέρα των αιρέσεων. Ως μητέρα κρίνεται και λέγεται, όχι από το αν είναι χειρότερα αυτά που λέει από αυτά που λένε άλλες αιρέσεις. Αν και δεν υστερεί σε αυτό, εντούτοις δεν μπαίνουν σε ζυγαριά οι πλάνες, δεν συγκρίνονται κατά το ποια από όλες είναι πιο προσβλητική στον Θεό. Ωστόσο άλλος είναι ο λόγος που χαρακτηρίστηκε έτσι. Το «μητέρα των αιρέσεων» έχει να κάνει με το πόσο νοσηρή και ύπουλη είναι η προβαλλόμενη θεωρία και πόσο περισσότερο κακό μπορεί να κάνει. Όταν η πλάνη δεν έχει καταγγελθεί επαρκώς ή φοβούνται κάποιοι να την καταγγείλουν, τότε αυτό ανεβάζει κατακόρυφα το κακό που προκαλεί. Όταν πάλι έχει μπει μέσα στην Εκκλησία και διαδίδεται από ιερείς, τότε όντως είναι άκρως επικίνδυνη και μητέρα όλων των άλλων που έχουν καταγγελθεί. Μάλιστα, προσωπική μου θέση είναι ότι αυτή η πλάνη είναι χειρότερη και από τον οικουμενισμό, διότι σε αυτόν έχει γίνει επίσημα η καταγγελία του ως αίρεση, όμως στο σχίσιμο του θεού στα τρία δεν έχει γίνει.

Ο διαχωρισμός και επιπλέον η αντιπροσωπεία του Θεού από τα δήθεν ομοιώματα Του

Ωστόσο οι σχολαστικοί που παρουσιάζουν ως τρεις θεούς τον θεό τους παρακάμπτουν πρώτα τον Χριστό ως Μεσίτη και προβάλουν αντί αυτού αντίχριστα σύμβολα. Αυτό απομονώνει και περιορίζει τον Κύριο Ιησού Χριστό. Ωστόσο, εκτός από την Τριθεΐα και την Χριστομαχία, επιπλέον η θέα του θεού στον ουρανό και όχι μέσα μας (διότι η βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας), δίνει δόξα και κοσμική δύναμη στο θεαθήναι και στα φώτα του ουρανού, αποπροσανατολίζει από την μια πορεία της πνευματικής ζωής. Εκκοσμικεύει τον Θεό, επιτρέπει τον άνθρωπο να μιλάει απευθείας με το κάθε πρόσωπο και θεό του, να τον εορτάζει και να τον προσκυνάει ξεχωριστά. Έτσι ο άνθρωπος μπορεί να βλέπει και να προσκυνάει τριπλός το Θεό του. Μία πλάνη που έχει, και θα σταματήσουμε, χωρίς να επεκταθούμε σε αυτήν, είναι ότι αποπροσανατολίζει και διαστρέφει από την δια του Σταυρού πνευματική ζωή.

Μάλιστα, ενώ υπάρχει κάποια συζήτηση επί του θέματος αυτού, η απογοήτευση είναι ότι και αυτή η διαφωνία στέκεται στην καλαισθησία της απόδοσης του Θεού. Οι κατά κόσμον θεολόγοι αποδέχονται και την τριπρόσωπη παράσταση και την προσκύνηση του Τριαδικού Θεού και διαφωνούν αν αυτή πρέπει να έχει τη μορφή τριών αγγέλων ή δύο ανθρώπων ενός γέροντος και ενός νεαρότερου στην ηλικία και ενός πτηνού. Αφήνουν λοιπόν την πλάνη της διαίρεσης και της παρουσίας τριπρόσωπης μορφής και ασχολούνται με την καλαισθησία τους. Οι απόψεις διίστανται κατά το ποια από τις δύο τριπρόσωπες παραστάσεις είναι ποιο καλαίσθητη και ακριβής στο γράμμα της Γραφής.

Εντούτοις, η Ορθόδοξη Εκκλησία ενώ έχει πολλούς μεσίτες μεταξύ Χριστού και πιστών, ωστόσο, έχει έναν και μοναδικό ενυπόστατο Μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων, και όχι καρικατούρες (σύμβολα, ομοιώματα ή ινδάλματα), ούτε περιστερές. Ο Χριστός είναι Μεσίτης και Τέλειος Θεός. Ο πιστός προσκυνάει τον Χριστό και αναφέρεται σε Τριάδα Προσώπων. Βαπτίζει τους πιστούς στο ένα όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Ομολογεί τρία Πρόσωπα, τα οποία είναι τόσο ασύγχυτα όσο και αδιαίρετα. Με άλλα λόγια, κηρύσσει το Δόγμα της Τριαδικής Μονάδας του Θεού.

Η διαίρεση του Θεού

Ο διαιρών τον Πατέρα από τον Υιό και προσκυνώντας τον Πατέρα ξεχωριστά από τον Λόγο, προσκυνάει άλογο Πατέρα, και αν προσκυνήσει και μετά τον Λόγο, προσκυνάει αναίτιο Λόγο. Αφού λοιπόν προσκυνάει ανύπαρκτα Πρόσωπα, που δεν έχουν την πληρώτητα του θεού μέσα τους, προσκυνάει είδωλα.

Τοῦτο ὁ κύριος ἔλεγεν· «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν». Οὔτε γὰρ ὁ λόγος κεχώρισται τοῦ πατρός, οὔτε ὁ πατὴρ ἄλογος πώποτε ἦν ἤ ἐστιν. Καὶ ὁ λόγος οὖν θεὸς καὶ ὁ πατὴρ οὐκ ἄλογος· διὰ τοῦτο «ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοὶ» εἴρηκεν. (Μ. Αθανασίου. Κατὰ Ἀρειανῶν λόγος Δ΄).

Αλλά και μετά από αυτό, επανερχόμαστε στην αρχή και το ένα επιβεβαιώνει το άλλο. Το ότι δεν είναι κτίσμα ο Λόγος, δεν είναι ανυπόστατος, φαίνεται από τα λόγια του Χριστού: «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν» καί: «ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί».

9 «Ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν». Τὰ δύο ἓν εἶναί φατε, ἢ τὸ ἓν διώνυμον, ἢ πάλιν τὸ ἓν εἰς δύο διῃρῆσθαι. Εἰ μὲν οὖν τὸ ἓν εἰς δύο διῄρηται, ἀνάγκη σῶμα εἶναι τὸ διαιρεθέν, καὶ μηδέτερον τέλειον, μέρος γὰρ ἑκάτερον καὶ οὐχ ὅλον· εἰ δὲ τὸ ἓν διώνυμον, Σαβελλίου τὸ ἐπιτήδευμα τὸν αὐτὸν υἱὸν καὶ πατέρα λέγοντος καὶ ἑκάτερον ἀναιροῦντος, ὅτε μὲν υἱός, τὸν πατέρα, ὅτε δὲ πατήρ, τὸν υἱόν. Εἰ δὲ τὰ δύο ἕν, ἀνάγκη δύο μὲν εἶναι, ἓν δὲ κατὰ τὴν θεότητα καὶ κατὰ τὸ ὁμοούσιον εἶναι τὸν υἱὸν τῷ πατρί, καὶ ἐξ αὐτοῦ τοῦ πατρὸς εἶναι τὸν λόγον, ὥστε δύο μὲν εἶναι, ὅτι πατήρ ἐστιν καὶ υἱός, ὅ ἐστι λόγος, ἓν δέ, ὅτι εἷς θεός. Εἰ γὰρ μὴ οὕτως ἐστίν, ἔδει εἰπεῖν· «ἐγώ εἰμι ὁ πατήρ» ἢ «ἐγὼ καὶ ὁ πα τήρ εἰμι». Νῦν δὲ ἐν τῷ «ἐγὼ» τὸν υἱὸν σημαίνει, ἐν δὲ τῷ «καὶ ὁ πατὴρ» τὸν γεννήσαντα, ἐν δὲ τῷ «ἓν» τὴν μίαν θεότητα καὶ τὸ ὁμοούσιον αὐτοῦ. Οὐ γὰρ καθ' Ἕλληνας ὁ αὐτὸς σοφὸς καὶ σο φία ἐστίν, ἢ ὁ αὐτὸς πατὴρ καὶ λόγος ἐστίν· ἀπρεπὲς γὰρ αὐτὸν ἑαυτοῦ πατέρα εἶναι. Ἡ δὲ θεία διδασκαλία οἶδε πατέρα καὶ υἱόν, καὶ σοφὸν καὶ σοφίαν, καὶ θεὸν καὶ λόγον· καθόλου μέντοι φυλάττει ἀδιαίρετον καὶ ἀδιάστατον καὶ ἀμέριστον κατὰ πάντα. 10 Ἐὰν δέ, ὅτι δύο ἐστὶν ὁ πατὴρ καὶ ὁ υἱός, ἀκούων τις δια βάλλοι, ὡς δύο θεῶν καταγγελλομένων–τοιαῦτα γάρ τινες ἑαυτοῖς ἀναπλάττονται καὶ εὐθέως γελῶσιν, ὅτι δύο θεοὺς λέγετε–λεκτέον πρὸς τοὺς τοιούτους· εἰ ὁ πατέρα καὶ υἱὸν γινώσκων δύο θεοὺς λέγει, ὥρα καὶ τὸν λέγοντα ἕνα ἀναιρεῖν τὸν υἱὸν καὶ Σαβελλίζειν. Εἰ γὰρ ὁ λέγων δύο Ἑλληνίζει, οὐκοῦν ὁ λέγων ἓν Σαβελλίζει. Τοῦτο δὲ οὐκ ἔστι· μὴ γένοιτο! Ἀλλ' ὥσπερ ὁ λέγων πατέρα καὶ υἱὸν δύο ἕνα θεὸν λέγει, οὕτως ὁ λέγων ἕνα θεὸν δύο φρονείτω, πατέρα καὶ υἱόν, ἓν ὄντας τῇ θεότητι καὶ τῷ ἐξ αὐτοῦ ἀμέριστον καὶ ἀδιαίρετον καὶ ἀχώριστον εἶναι τὸν λόγον ἀπὸ τοῦ πατρός. Ἔστω δὲ παράδειγμα ἀνθρώπινον τὸ πῦρ καὶ τὸ ἐξ αὐτοῦ ἀπαύ γασμα, δύο μὲν τῷ εἶναι καὶ ὁρᾶσθαι, ἓν δὲ τῷ ἐξ αὐτοῦ καὶ ἀδιαίρετον εἶναι τὸ ἀπαύγασμα αὐτοῦ. (Μ. Αθανασίου. Κατὰ Ἀρειανῶν λόγος Δ΄).

Μας λέει ένα παράδειγμα ο Άγιος κατά το πως δεχόμαστε ως δυάδα αχώριστη τον Πατέρα με τον Υιό. Ο πατέρας και ο Υιός παρουσιάζεται με τη διττή μορφή που έχουν, το πυρ και το απαύγασμα, δυάδα κατά διάκριση, αλλά έχουμε μονάδα και αδιαίρετο στην εξ αυτών μορφή και ενέργεια. Δεν παριστάνεται ποτέ η φωτιά και δίπλα της το απαύγασμα, ούτε δεν τελειώνει κάπου το ένα και αρχίζει από κάπου αλλού το άλλο, αλλά τα δύο μας δίνονται ως μία εικόνα και εμείς νοητικά έτσι τα δεχόμαστε. Αυτό συμβαίνει μεταξύ πατρός και Υιού. Δεν έχουμε τίποτα από την διαίρεσή τους, αλλά έχουμε διδαχθεί σε λεκτικό επίπεδο τη διαφορά και την διάκριση τους. Ξερουμε την διάκριση αλλά ποτε΄δεν μπορούμε εμπειρικά να του ξεχωρισουμε. Μετά από αυτό τονίζουμε ότι κανένα παράδειγμα δεν μπορεί να μας αποδώσει την αλήθεια που έχει ο Θεός· τα παραδείγματα λέγονται για να ξεμπροστιαστούν οι ανοησίες και ο σχολαστικός τρόπος ερμηνείας ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Πέραν αυτού το άρρητο και άκτιστο παραμένει εντελώς ακατανόητο.

Οὐκ ἔτι οὖν πλατύνεσθαι ἔδει λέγειν, ἀλλ' ἡ μονὰς τριῶν ποιητική, ὥστε εἶναι μονάδα, εἶτα καὶ πατέρα καὶ υἱὸν καὶ πνεῦμα. Εἰ γὰρ ἐπλα τύνθη αὕτη καὶ ἐξέτεινεν ἑαυτήν, αὐτὴ ἂν εἴη, ὅπερ ἐξετάθη. Καὶ τριὰς μὲν πλατυνθεῖσα οὐκ ἔτι μονάς ἐστιν· μονὰς δὲ οὖσα οὔπω ἦν τριάς. Καὶ ὁ πατὴρ ἄρα ὢν οὔπω ἦν υἱὸς καὶ πνεῦμα· γενόμενος δὲ ταῦτα, οὐκ ἔτι πατὴρ μόνον ἐστίν. Ταῦτα δὲ καταψευδόμενος ἄν τις εἴποι τοῦ θεοῦ σῶμα καὶ παθητὸν αὐτὸν εἰσάγων· τί γάρ ἐστι πλατύνεσθαι ἢ πάθος τοῦ πλατυνομένου; Ἢ τί ἐστι τὸ πλατυνόμενον ἢ τὸ πρότερον μὴ τοιοῦτον, ἀλλὰ στενὸν τυγχάνον; ταὐτὸν γάρ ἐστι χρόνῳ μόνον διαφέρον ἑαυτοῦ. 14 Τοῦτο καὶ ὁ θεῖος γινώσκει ἀπόστολος πρὸς Κορινθίους ἐπιστέλλων· «μὴ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν· πλατύνθητε δὲ καὶ ὑμεῖς, Κορίνθιοι». Τοὺς γὰρ αὐτοὺς ἀπὸ στενότητος εἰς πλατυσμὸν μεταβάλλειν συμβουλεύει. Ὥσπερ δὲ εἰ ἐπλατύνθησαν πάλιν Κορίνθιοι καὶ στενοχωρούμενοι οὐκ ἄλλοι ἐτύγχανον, ἀλλὰ πάλιν ἦσαν Κορίνθιοι, οὕτως εἰ ὁ πατὴρ ἐπλατύνθη εἰς τριάδα, ἡ τριὰς πάλιν ἐστὶν ὁ πατὴρ μόνος. Τὸ αὐτὸ δὲ πάλιν φησίν· «ἡ καρδία ἡμῶν πε πλάτυνται»· καὶ ὁ Νῶε λέγει· «Πλατύναι ὁ θεὸς τῷ Ἰάφεθ»· ἡ αὐτὴ γὰρ καρδία καὶ ὁ αὐτὸς Ἰάφεθ ἐστὶν ἐν τῷ πλατυσμῷ. Εἰ μὲν οὖν ἡ μονὰς ἐπλάτυνεν, ἄλλοις ἂν ἐπλάτυνεν· εἰ δὲ αὐτῇ ἐπλά τυνεν, αὐτὴ ἂν εἴη, ὅπερ ἐπλατύνθη. Τί δέ ἐστιν ἢ ὁ υἱὸς καὶ πνεῦμα ἅγιον; Ἐρέσθαι δὲ αὐτὸν τοιαῦτα λέγοντα καλόν· τίς ἡ ἐνέργεια τοῦ τοιούτου πλατυσμοῦ; ἢ ὡς ἐπ' αὐτῆς ἀληθείας, διὰ τί ὅλως ἐπλατύνθη; Τὸ γὰρ μὴ μένον τὸ αὐτό, ἀλλ' ὕστερον πλα τυνόμενον, ἔχειν ἀνάγκῃ δεῖ τὴν αἰτίαν, δι' ἣν καὶ ἐπλατύνθη. Εἰ μὲν οὖν ἵνα λόγος καὶ πνεῦμα συνῇ αὐτῷ, περιττὸν τὸ λέγειν «μονάς», εἶτα «ἐπλατύνθη». Οὐ γὰρ ὕστερον λόγος καὶ πνεῦμα, ἀλλ' ἀεί, ἵνα μὴ ἄλογος ὁ θεὸς κατὰ τοὺς Ἀρειανούς. Ὥστε εἰ ἀεὶ ἦν λόγος καὶ πνεῦμα, ἀεὶ πλατεῖα καὶ οὐ πρῶτον μονάς. Εἰ δὲ ὕστερον ἐπλατύνθη, ὕστερον καὶ λόγος. Εἰ δὲ διὰ τὴν ἐνανθρώπησιν ἐπλα τύνθη καὶ γέγονε τότε τριάς, ἄρα πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως οὔπω ἦν τριάς. (Μ. Αθανασίου. Κατὰ Ἀρειανῶν λόγος Δ΄).

Η εικόνα ποτέ δεν εικονίζει τον άγνωστο θεό και θεότητα, που μόνο κατά την πίστη είναι ορατός. Αυτό που δίνεται από τις Γραφές είναι η βεβαιότητα της ύπαρξης τους. Η εικόνα και το σύμβολο αναπαριστάνει την εμπειρία και την κοινωνία και το βίωμα, δεν βεβαιώνει απλά την ύπαρξη αλλά πολύ περισσότερο από αυτό. Αναφέρται στο τι ή στο ποιος είναι το πρωτότυπο της. Ο απρόσιτος και απερίγραπτος Θεός λέγεται έτσι επειδή είναι παντελώς μακρυά από κάθε προσέγγιση στο είναι Του. Μάθαμε μόνο την ύπαρξή Του, και αυτό μας το δίδαξε ο Χριστός. Η θεοφάνεια ήρθε και βεβαίωσε τα λόγια του Χριστού.

«Εἰκών τοίνυν ζῶσα, φυσική καί ἀπαράλλακτος τοῦ ἀοράτου θεοῦ ὁ υἱός, ὅλον ἐν ἑαυτῷ φέρων τόν πατέρα, κατά πάντα ἔχων τήν πρός αὐτόν ταυτότητα, μόνῳ δέ διαφέρων τῷ αἰτιατῷ. Αἴτιον μέν γάρ φυσικόν ὁ πατήρ, αἰτιατόν δέ ὁ υἱός· οὐ γάρ πατήρ ἐξ υἱοῦ, ἀλλά Υἱός ἐκ πατρός. Ἐξ αὐτοῦ γάρ, εἰ καί μή μετ᾿ αὐτόν ἔχει τό εἶναι, ὅπερ ἐστίν ὁ γεννήσας πατήρ». (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, τομ. III. Πρός τούς διαβάλλοντας τάς ἁγίας εἰκόνας, κεφ. Ι, 9, έκδοση B. Kotter, Βερολίνο 1975, σελ. 84).

Η θεολογία του παρόντος αντιρρητικού λόγου. Το πώς λογίζεται το διακριτό και ταυτόχρονα το αδιαίρετο των Προσώπων του Θεού. Πώς λαμβάνουμε την Τριαδική Μονάδα.

Ο Τριαδικός Θεός προσεγγίζεται πάντοτε στη Μονάδα Του, ενώ είναι Τριπρόσωπος· ταυτόχρονα, σε εμάς είναι και Αδιαίρετος. Στην παρούσα μελέτη επειδή αναφερόμαστε στο όραμα του Δανιήλ αναφερόμαστε στην αδιαίρετη δυάδα του Πατρός και του Υιού. Ο Χριστός μας είπε: «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα», και «ο Πατέρας μένει σε εμένα». Και «ο εωρακός εμέ εώρακε τον Πατέρα». Σε αυτά είναι η διαφωνία μας, γι' αυτό και στεκόμαστε σε αυτά και τα επαναλαμβάνουμε.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει ότι ενυπόστατη εικόνα στη Θεολογία είναι μόνο ο Χριστός. Αυτός είναι η κατά φύση εικόνα του Πατρός. Η Ορθοδοξία, μαζί με τους εικονόφιλους, λέει τα λόγια του Μ. Βασιλείου: «Η της εικόνας τιμή επί το πρωτότυπο διαβαίνει». Όταν, λοιπόν, αφήσουμε το Ομότιμο του Θεού και αν η τιμή γίνει προς τη δήθεν τριτοπρόσωπη μορφή, τότε κάθε Προσκύνηση θα ομολογεί διαιρεμένη Τριάδα και χωρισμένα Πρόσωπα. Πραγματικά, τα χωρισμένα ή σχισμένα Πρόσωπα μπορούν να εικονίζονται ή να συμβολίζονται χωρίς μεσίτες και σε αυτόνομα σχήματα. Αυτό είναι τριθεΐα.

Ο Λόγος είναι Ομοούσιος και Αδιαίρετος Τριαδικός Θεός. Ο ίδιος Λόγος “Σαρξ εγένετο”, ή, με άλλα λόγια, Σαρκώθηκε. Έτσι, λοιπόν, λέμε ότι στον Χριστό είναι η ανθρώπινη φύση «ενωμένη» με τον Λόγο, και ο Κύριος είναι Πλήρης Θεός, δηλαδή «μέσα» Του είναι όλη η Αγία Τριάδα. Οι όροι «ένωση» και «μέσα» Του δεν έχουν σωματική ή τοπική διάσταση, αλλά λέγονται Θεολογικά.

Για να κατανοηθεί το πώς ο Πατέρας είναι χωριστό Πρόσωπο από τον Λόγο και το πώς είναι Αδιαίρετα Πρόσωπα, ή το πώς το κάθε Πρόσωπο είναι μέσα στο άλλο, θα πούμε κάποια ακόμα λόγια πάνω σ' αυτό. Ο Πατέρας είναι διαφορετικό και ασύγχυτα άλλο Πρόσωπο από τον Υιό. Αυτό μας το δίδαξε ο Κύριος, η μόνη πηγή της Θεολογίας. Αυτό το πιστεύουμε, το ομολογούμε και αναφερόμαστε σ' αυτό. Μόνο λεκτικά θεολογούμε για δύο φύσεις στον Χριστό, για τρία πρόσωπα στο Χριστό και για ουσία και ενέργεια στις Υποστάσεις του Θεού. Δεν έχουμε εξουσία και δεν δίνουμε εμπειρικά κάτι από αυτά σε άλλους και άρα δεν κάνουμε εικόνες και σχήματα για να τα μοιράσουμε στις αισθήσεις των άλλων.

Στην θεολογία μιλάμε για διάκριση όχι για διαίρεση. Η διάκριση ενέχεται σε αυτά: «Ο Θεός είναι τρία Πρόσωπα», «ο Χριστός έχει δύο ασύγχυτες φύσεις», «το κάθε Πρόσωπο του Θεού διακρίνεται αχώριστα σε ουσία και σε ενέργεια». Ποτέ δεν διαχωρίζουμε πρακτικά αυτά μεταξύ τους, ούτε μπορούμε να πούμε: «Από εδώ το ένα και από εκεί το άλλο», «σήμερα προσεγγίσαμε τον πρώτο και αύριο ήρθε κοντά μας το άλλο», «στον Ιορδάνη φανερώθηκε το ένα και στο Θαβώρ εμφανίστηκε κάτι άλλο». Αν γίνει κάτι από αυτά, έχουμε αντίστοιχα τριθεΐα, Νεστοριανισμό και τη βλάσφημη ονομασία που είχαν προσάψει οι βλάσφημοι Βαρλαάμ και ο Ακίνδυνος στον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά· τον ονόμαζαν διθεϊστή επειδή μιλούσε για την διάκριση σε Ενέργεια και στην ουσία του Θεού.

Έχουμε, λοιπόν, στη Θεολογία την Αδιαίρετη Διάκριση. Διακρίνονται και διαφοροποιούνται τα Πρόσωπα όταν προσεγγίζεται ο Θεός κατά τον τρόπο ύπαρξης των Προσώπων. Αυτό όμως σταματάει να υφίσταται όταν αφήνουμε τη ρηματική παραδοχή όσων διδαχθήκαμε από τον μόνο Διδάσκαλο μας, διότι Αυτός είναι ο Μόνος προφήτης και δάσκαλος που γνωρίζει τον Θεό. Όταν πλέον έρχεται η πρακτική προσέγγιση, που αφορά πλέον εμάς και όχι τη διδασκαλία που πήραμε, τότε εμφανίζεται η Αγία Τριάδα με Μία μορφή. Αυτό εξάλλου συνηθίζεται και στην κτίση. Όταν αγνοούμε παντελώς σε τι διαφέρει το Α από το Β, ή μεταξύ τους δύο σταγόνες από τον ωκεανό, τότε θεωρούμε σε αυτές τις δυάδες ότι είναι Αδιαίρετες, οι ίδιες, ενώ ρηματικά συνεχίζεται να αναγνωρίζεται η ύπαρξη της δυάδας τους.

Έτσι, στην Ορθοδοξία, και ΜΟΝΟ σ' αυτήν, έχουμε τις δύο αλήθειες. Την Αδιαίρετη Διάκριση του Θεού και την Τριαδική Μονάδα Του. Έχουμε μια Μονάδα και μια Τριάδα μαζί. Έτσι, η Τριάδα δεν αναφέρεται σε αριθμητική τριάδα, και η Μονάδα είναι διαφορετική από το αριθμητικά ένα Πρόσωπο. Η Ορθοδοξία μιλάει για Τριαδική Μονάδα, και η Αριστοτελική παιδεία μιλάει χωριστά ή σε διαδοχή, για τριάδα και για μονάδα. Στην εκκλησία, όταν θέλουμε να Δοξολογήσουμε, να Τιμήσουμε… και να Προσκυνήσουμε τα Τρία Πρόσωπα, βρίσκουμε μπροστά μας την Αδιαίρετη Μονάδα. Εδώ έχουμε το Ομόδοξο, το Ομότιμο… και τη Μία Προσκύνησή Τους.

Ποτε μόνο έχουμε ιδιωτικά το ένα πρόσωπο του Θεού.

Οι αριθμοί «Μονάδα» και «Τριάδα» δεν είναι αρκετοί και ικανοί να σταθούν από μόνοι τους. Σχίζουν μάλλον σε κομμάτια, παρά περιλαμβάνουν όλη την Αλήθεια του Θεού. Είναι δύο αριθμητικά νούμερα, και η αριθμητική είναι δεξιότητα που ανήκει στα κτίσματα. Η Θεολογία έχει πολύ πιο υψηλό νόημα και προορισμό από τα κτίσματα και ξεπερνάει τα σωματικά και την λογική. Ο Πατέρας είναι Πλήρης, και σ' Αυτόν είναι όλος ο Τριτοπρόσωπος Θεός. Ο Υιός είναι Πλήρης και είναι όλος ο Τριτοπρόσωπος Θεός. Το Άγιο Πνεύμα είναι Πλήρης και όλος ο Τριτοπρόσωπος Θεός. Ομοίως, ο Τριαδικός Θεός είναι Πλήρης και όλος ο Θεός. Για να έρθει το Ιδιωτικό και να μείνει μόνος του ο Πατέρας ή ο Υιός ή το Άγιο Πνεύμα, πρέπει να μεσολαβήσει, να γίνει αναφορά και εισαγωγή στο Υποστατικό Ιδίωμα του κάθε προσώπου. Ο Υιός και μόνο Γεννάται και ο Πατέρας και μόνο Αυτός έχει την αρχή της Γέννησης. Με την Γέννηση και μόνο Πατέρας είναι η μία Υπόσταση, και ο Γεννητός είναι άλλη μία Υπόσταση. Με την Γέννηση ο Υιός είναι Υιός και δεν πληθύνεται σε Τριάδα, και ο Πατέρας είναι ο Πατέρας και δεν είναι πλήρης από τα άλλα Πρόσωπα του Θεού.

Η Τριαδική Μονάδα.

Σε κάθε άλλη περίπτωση ο Πατέρας είναι πλήρης Θεός και αδιαίρετος με την τριάδα και Υιός είναι πλήρης Θεός και Αχώριστος με τη τριάδα. Έτσι, οι Πατέρες της Εκκλησίας ήρθαν σε αντίθεση με τη λογική και την αριθμητική. Θεολόγησαν σε αντίθεση με τις Αριστοτελικές αιρέσεις που δεχόντουσαν τις τρεις Υποστάσεις του Θεού σαν αριθμητική τριάδα με αυτόνομα ονόματα. Στην εκκλησία ο Πατέρας έχει την Αρχή της Γέννησης και της Εκπόρευσης έναντι του Υιού και του Αγίου Πνεύματος αντίστοιχα. Ωστόσο, μαζί με τα άλλα δύο Πρόσωπα ως προς τη μορφή, τη Δόξα, την Τιμή, την Προσκύνηση, τη Θέληση, τη Βούληση, την Απόφαση, την Ενέργεια· μία η κυριότητα, μία η δεσποτεία, μία η βασιλεία του Θεού. Γενικά, και σε οτιδήποτε άλλο, πλην μόνου του Υποστατικού Ιδιώματός Του ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι μαζί και Αχώριστοι.

Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ευαγγελιστής και Θεολόγος μας λέει ότι τον Θεό, ή τον Πατέρα, δεν τον είδε κανείς.

«Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε» Ιωάννης 1:18

«Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται» Α΄ Ιωάννου 4:12

«καὶ ὁ πέμψας με πατήρ, αὐτὸς μεμαρτύρηκε περὶ ἐμοῦ. οὔτε φωνὴν αὐτοῦ ἀκηκόατε πώποτε οὔτε εἶδος αὐτοῦ ἑωράκατε» Ιωάννης 5:37

«οὐχ ὅτι τὸν πατέρα τις ἑώρακεν, εἰ μὴ ὁ ὢν παρὰ τοῦ Θεοῦ, οὗτος ἑώρακε τὸν πατέρα». Ιω. 6,46

Μας λέει στην Μονάδα του, είτε μας λέει το Θεό είτε τον Πατέρα, ενώ δεν λέει στον πληθυντικό, την τριάδα του Θεού δεν την είδε κανένας. Διότι μία είναι η όραση του Θεού, μία η Μορφή Του, μία η Ενέργεια Του, Κοινή πάντα ως προς την Πηγή της, ως προς την Μονάδα του τριαδικού Θεού.

Τα σύμβολα.

Ο Θεός είναι Απλός. Δεν μπορεί να διακριθεί, αλλά και ακόμη περισσότερο δεν μπορεί να συνυπάρξει με ατομικά σύμβολα το κάθε Πρόσωπό Του. Τα ατομικά σύμβολα… Η παρουσίαση συμβόλων των Προσώπων του Θεού ξεφεύγει ακόμα και της τριθεΐας και εισάγει πολυ-πολυθεΐα. Εισάγει πέντε, ή έξι, ή ακόμα περισσότερους θεούς. Η λατρεία μέσα από σύμβολο του Θεού είναι επιπλέον Θεός ή είδωλο. Η παρουσίαση τριπρόσωπης περιγραφής του Θεού, και μάλιστα όχι κατ' εικόνα, αλλά με αισθητά και σχηματικά σύμβολα, φτάνει στα όρια της τρέλας. Συνεχίζονται με όλο και ποιο μεγάλες οι προσβολές στο Όνομα του θεού, με την αποδοχή και τον σχηματισμό τριπρόσωπων παραστάσεων. Συνυπάρχουν δύο σύμβολα που συγκάθονται και συγχρωτίζονται με την πραγματική μορφή του σαρκωθέντος Χριστού!!!

Ο Χριστός είναι ο Πλήρης Θεός.

Όλα τα Πρόσωπα, όλος ο Θεός (η Αγία Τριάδα), είναι στον Χριστό. Προσοχή, όμως, σε αυτό που μοναδικά συμβαίνει. Η Μονάδα διατηρεί ασύγχυτη την Τριάδα Της, με παντελώς χωριστές τις Υποστάσεις Της. Τονίζεται, αυτό δεν είναι μια ιδιαιτερότητα που έχει μόνο ο Υιός. Ομοίως με Αυτόν, και ο Πατέρας έχει όλη την Τριάδα, είναι πλήρης Θεός με παντελώς χωριστές Υποστάσεις, και το Άγιο Πνεύμα είναι Πλήρης Θεός και έχει όλη την Τριάδα με παντελώς χωριστές Υποστάσεις. Ωστόσο, η ιδιαιτερότητα και η μοναδικότητα είναι ότι, μόνο ο Χριστός είναι Εικόνα του Θεού, Αυτός μόνο προσεγγίζεται από εμάς, και Αυτός είναι ο μόνος Μεσίτης του Τριαδικού Θεού. Ο Υιός σαρκώθηκε, αλλά ο πλήρης Θεός ήρθε μέσα και μαζί με τον Χριστό και έφερε την σωτηρία. Ο Χριστός σαρκώθηκε “εκ του Αγίου Πνεύματος” σημαίνει εκ του Πλήρη Θεού, διότι μία η θέληση, μία η βούληση, μία η απόφαση και στα τρία πρόσωπα του Θεού. Δεν έχει το Άγιο Πνεύμα κάτι που δεν έχουν τα άλλα δύο πρόσωπα, ούτε συμμετείχε σε κάτι από μόνο Του. Για αυτό και η Σάρκωση έγινε από όλο τον Θεό και την Θεότητα Του και από την Μαρία την Θεοτόκο. Ωστόσο Αυτός που σαρκώθηκε είναι το ιδιωτικό Πρόσωπο όχι η πληρότητα του Θεού, Σαρκώθηκε μόνο ο Υιός. Αυτά μας λέει και το Σύμβολο της Πίστεως με τα λόγια:

Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα.

Αυτή η αχώριστη διαίρεση τριών ασύγχυτων Προσώπων και ταυτόχρονα το Αδιαίρετο του Θεού δεν είναι αντικείμενο της λογικής, δεν τα συναντάμε στην Αριστοτελική παιδεία, αλλά προσεγγίζεται με την πίστη, αφού στηρίζεται σε αδιάψευστες πατερικές μαρτυρίες. Αντίθετα, η λογική με σύμμαχο τον Αριστοτέλη μας έμαθε ότι ο καθένας έχει την αξία του, τη μορφή του, την εορτή του, την εικόνα του και τον χώρο Του. Στον Αριστοτέλη η Μονάδα είναι Μονάδα, η Τριάδα παραμένει Τριάδα, και την ίδια στιγμή η Μονάδα και η Τριάδα διαδέχεται η μία την άλλη και ποτέ δεν είναι μαζί. Οι σχολαστικοί λοιπόν συνεχίζοντας να πιστεύουν στις θεωρίες του φιλοσόφου, δέχονται την κάθε υπόσταση ξεχωριστά … Παριστάνουν ομοιώματα ξεχωριστά για το καθένα πρόσωπο και άλλοτε τα συναθροίζουν και παρουσιάζουν την τριπρόσωπη παράσταση. Δεν διστάζουν να κάνουν και ξεχωριστή εορτή για το Άγιο Πνεύμα. Μάλιστα, το Άγιο Πνεύμα, σαν να αλλάζει πουκάμισα στον χρόνο, παρουσιάζεται με ποικίλες μορφές. Αυτά, είναι οι μέγιστες βλασφημίες που ακούστηκαν ποτέ ενάντια στον Τριαδικό Θεό.

 

«Τοίνυν μίαν τῆς Τριάδος τὴν φύσιν εἶναι πιστεύομεν, μίαν οὐσίαν ἐν τρισὶν ἰδιότησιν γνωριζομένην, τὴν ἐξουσίαν ἀμέριστον, τὴν βασιλείαν ἀδιαίρετον, μία θεότητά τε καὶ κυριότητα. Οὕτω γὰρ καὶ μονάς ἐν τῷ ταὐτῷ τῆς οὐσίας δείκνυται, καὶ ἡ Τριάς οὐκ ἐν ψιλοῖς τοῖς ὀνόμασι, ἀλλ᾽ ἐν ταῖς ὑποστάσεσι γνωρίζεται. Οὐ γάρ ἕν λέγομεν τριώνυμον… οὐ τρία ἀλλόφυλά τε καὶ ἑτερούσια… τρεῖς μὲν τὰς ὑποστάσεις, μίαν δὲ τῆς Τριάδος τὴν φύσιν», Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Περί τῆς ἁγίας καί ζωοποιοῦ Τριάδος, ΚΗ΄, PG 75, 1188ΒC.

 

«Ἐπὶ πᾶσι, καὶ πρὸ πάντων, φύλασσέ μοι τὴν καλὴν παρακαταθήκην, ᾗ ζῶ καὶ πολιτεύομαι, ἣν καὶ συνέκδημον λάβοιμι, μεθ' ἧς καὶ ἀλγεινὰ πάντα φέρω, καὶ τερπνὸν ἅπαν διαπτύω, τὴν εἰς Πατέρα, καὶ Υἱὸν, καὶ ἅγιον Πνεῦμα ὁμολογίαν. Ταύτην πιστεύω σοι σήμερον· ταύτῃ καὶ συμβαπτίσω καὶ συνανάξω σε. Ταύτην δίδωμι παντὸς τοῦ βίου κοινωνὸν καὶ προστάτιν, τὴν μίαν θεότητέ τε καὶ δύναμιν ἐν τοῖς τρισὶν εὑρισκομένην ἑνικῶς, καὶ τὰ τρία συλλαμβάνουσαν μεριστῶς· οὔτε ἀνώμαλον οὐσίαις ἢ φύσεσιν, οὔτε αὐξομένην, ἢ μειουμένην ὑπερβολαῖς καὶ ὑφέσεσι, πάντοθεν ἴσην, τὴν αὐτὴν πάντοθεν, ὡς ἓν οὐρανοῦ κάλλος καὶ μέγεθος· τριῶν ἀπείρων ἄπειρον συμφυΐαν, Θεὸν ἕκαστον καθ' ἑαυτὸ θεωρούμενον, ὡς Πατέρα καὶ Υἱὸν, ὡς Υἱὸν καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, φυλασσομένης ἑκάστῳ τῆς ἰδιότητος. Θεὸν τὰ τρία σὺν ἀλλήλοις νοούμενα, ἐκεῖνο διὰ τὴν ὁμοουσιότητα, τοῦτο διὰ τὴν μοναρχίαν. Οὐ φθάνω τὸ ἓν νοῆσαι, καὶ τοῖς τρισὶ περιλάμπομαι· οὐ φθάνω τὰ τρία διελεῖν, καὶ εἰς τὸ ἓν ἀναφέρομαι. Ὅταν ἕν τι τῶν τριῶν φαντασθῶ, τοῦτο νομίζω τὸ πᾶν, καὶ τὴν ὄψιν πεπλήρωμαι, καὶ τὸ πλεῖον διέφυγεν. Οὐκ ἔχω τὸ μέγεθος τούτου καταλαβεῖν, ἵνα δῶ τὸ πλεῖον τῷ λειπομένῳ. Ὅταν τὰ τρία συνέλω τῇ θεωρίᾳ, μίαν ὁρῶ λαμπάδα, οὐκ ἔχων διελεῖν ἢ μετρῆσαι τὸ φῶς ἑνιζόμενον.» (Γρ. Θεολόγου, Λόγος Μʹ, Εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα Παράγρ. ΜΑ΄).

 

«Φαμὲν δὲ ἕκαστον τῶν τριῶν τελείαν ἔχειν ὑπόστασιν, ἵνα μὴ ἐκ τριῶν ἀτελῶν μίαν σύνθετον φύσιν τελείαν γνωρίσωμεν, ἀλλ᾿ ἐν τρισὶ τελείαις ὑποστάσεσι μίαν ἁπλῆν οὐσίαν, ὑπερτελῆ καὶ προτέλειον· πᾶν γὰρ ἐξ ἀτελῶν συγκείμενον σύνθετον πάντως ἐστίν, ἐκ δὲ τελείων ὑποστάσεων, ἀδύνατον σύνθεσιν γενέσθαι. ῞Οθεν οὐδὲ λέγομεν τὸ εἶδος ἐξ ὑποστάσεων, ἀλλ᾿ ἐν ὑποστάσεσιν». (Ιω. Δαμασκηνός. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Κεφ. 8. Περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος).

Αυτά μας τα λέει και η υμνολογία και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Θα δούμε άλλη φορά, αν το θέλει ο Θεός, ένα δοξαστικό της Πεντηκοστής και τον 8ο λόγο από τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τι μας διδάσκουν και αυτοί για το ίδιο θέμα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου