Ο ΑΝΤΙΠΑΠΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΜΗΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΥΧΟΥ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ

πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)

Σύντομο συναξάριο της Οσίας

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη  το 1210. Ο πατέρας της ονομαζόταν Ιωάννης Πετραλίφας και ήταν σεβαστοκράτορας και διοικητής της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Η μητέρα του Ελένη ανήκε σε οικογένεια αριστοκρατών της Κωνσταντινουπόλεως. Η οικογένεια του πατέρα της «ήλκε»  την καταγωγή του από την φημισμένη ιταλική οικογένεια των Πετραλίφα. Πρόγονός της υπήρξε ο Πέτρος di Alife, ο οποίος είχε πάρει μέρος στην Α΄ Σταυροφορία, τον 11ο αιώνα.

 Ανάμεσα στα έτη 1224-1230 πέθανε ο πατέρας της και ανάλαβε την προστασία της ο Δεσπότης της Ηπείρου Θεόδωρος Άγγελος Κομνηνός – Δούκας. Πληροφοριακά αναφέρουμε ότι την εποχή αυτή δεν υφίσταται η βυζαντινή αυτοκρατορία, αφότου την κατέλυσαν οι σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας (1204), αλλά κάποια βασίλεια – δεσποτάτα. Ένα από αυτά ήταν αυτό της Ηπείρου, που είχε έδρα την Άρτα. Οι Κομνηνοδούκες έφυγαν από την Κωνασταντινούπολη και ίδρυσαν το Δεσποτάτο της Ηπείρου το 1204.

 Στα 1230 ο Θεόδωρος υπέστη ήττα από τους Βουλγάρους και γι’ αυτό αναγκάστηκε να παραδώσει την εξουσία στον ανεψιό του Μιχαήλ Β΄, γιο του Μιχαήλ Α,  ιδρυτή του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Ο Μιχαήλ Β΄ γνώρισε την νεαρή Θεοδώρα και εντυπωσιάστηκε από την σπάνια ομορφιά της και από την πνευματική της καλλιέργεια και γι’ αυτό αποφάσισε να τη ζητήσει σε γάμο. Σύντομα παντρεύτηκαν και την ανέβασε ως βασίλισσα στο θρόνο του Δεσποτάτου της Ηπείρου..

Μετά τη γέννηση του γιου τους Νικηφόρου ο Μιχαήλ, σύναψε σχέσεις με κάποια αρχόντισσα αρτινή, «ονόματι  Γαγγρινή», την οποία λίγο αργότερα την εγκατέστησε στο παλάτι και έκανε μαζί της δύο νόθους γιους, απομακρύνοντας την Θεοδώρα από το παλάτι.

Όπως αφηγείται ο βιογράφος της Θεοδώρας, κάποιος λόγιος μοναχός ονόματι Ιώβ, ο οποίος έζησε τον 17ο αιώνα, η αγία βασίλισσα, μαζί με το παιδί της τριγυρνούσε για πέντε ολόκληρα χρόνια στα κακοτράχαλα βουνά της Πίνδου, ζώντας σε πλήρη ένδεια. Τρέφονταν με άγρια χόρτα και στεγάζονταν στις σπηλιές των βουνών. Μάλιστα ο βιογράφος της την  αποκαλεί «λαχανευομένη», από την μοναδική τροφή της άτυχης αρχόντισσας και του παιδιού της.

Παρ’ όλα τα βάσανά της ουδέποτε γόγγυσε κατά του Θεού και ούτε στιγμή έχασε την βαθιά της πίστη στην πρόνοιά Του. Μετά από απίστευτες περιπέτειες, πέντε χρόνων, τη βρήκε κάποιος ενάρετος κληρικός, ο οποίος την περιμάζεψε στο χωριό Πρένιστα, το σημερινό ορεινό χωριό Κορφοβούνι της Άρτας.

 Εν τω μεταξύ έγινε γνωστή η εύρεση της βασίλισσας στον πιστό και ευλαβή λαό της Άρτας. Η χαρά των Αρτινών μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε οργή κατά του μοιχού Μιχαήλ. Εξαγριώθηκαν οι υπήκοοί του και απαιτούσαν την άμεση επιστροφή της Θεοδώρας στο παλάτι και την αποκατάσταση στο θρόνο της. Στην αρχή ο Μιχαήλ αγνοούσε τη λαϊκή κατακραυγή, αλλά όταν διαπίστωσε πως δεν ηρεμούσαν οι εξαγριωμένοι αρτινοί, αναγκάστηκε να την δεχτεί στο παλάτι, να την αποκαταστήσει στο θρόνο της και να διώξει τη μοιχαλίδα Γαγγρινή από τη βασιλική αυλή.

Μια νέα σελίδα ανοίχτηκε για την ευσεβή βασίλισσα. Μετά την περιπέτειά της, την οποία θεώρησε δοκιμασία από το Θεό, άρχισε ένα πρωτόγνωρο θεάρεστο και φιλάνθρωπο έργο. Κατόρθωσε επίσης με την προσευχή και την επιμονή της να κάνει τον Μιχαήλ να μετανοήσει για την συζυγική του απιστία. Έκανε μαζί του άλλα πέντε  παιδιά: τον Ιωάννη, το Δημήτριο, την Ελένη και την Άννα και μία ακόμη κόρη που δεν διασώθηκε το όνομά της.

    Ο Μιχαήλ, μάλιστα, για να εξιλεωθεί για τον έκλυτο βίο του και την αμαρτία της μοιχείας κατά της Θεοδώρας, έκτισε ονομαστές Μονές και λαμπρές εκκλησίες στην Άρτα, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα και προκαλούν το θαυμασμό μας. Ίδρυσε την Ιερά Μονή της Κάτω Παναγιάς, την Μονή του Αγίου Δημητρίου στην Κυψέλη Θεσπρωτίας ,την Μονή της Παντάνασσας στην Φιλιππιάδα και το μοναστήρι της Μεταμόρφωσης στο Γαλαξείδι.

  Το 1270 πέθανε ο Μιχαήλ και η Θεοδώρα αποσύρθηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου, όπου μόνασε για δέκα χρόνια, ως το θάνατό της το 1280, ή το 1281 και θάφτηκε στο νάρθηκα του ναού της Μονής, ο οποίος αφιερώθηκε κατόπιν σε αυτήν.

      Οι ευσεβείς κάτοικοι της Άρτας και των γύρω περιοχών, την ανακήρυξαν αμέσως αγία, λόγω της πίστης της στο Θεό, της αγίας ζωής της και του μεγάλου φιλανθρωπικού της έργου. Η μνήμη της εορτάζεται στις 11 Μαρτίου και τιμάται ιδιαίτερα στην Άρτα, της οποίας είναι πολιούχος και προστάτης. Το τίμιο λείψανό της βρίσκεται σε μια κόγχη στα δεξιά του ναού , σε ασημένια λάρνακα. Κάθε χρόνο στην μνήμη της γίνεται λαμπρή λιτάνευση στην πόλη της Άρτας.

 

Εισαγωγικά.

O αντιπαπικός αγώνας της Οσίας Θεοδώρας, της πολιούχου της Άρτας, δεν φαίνεται να έχει απασχολήσει εκτενώς μέχρι τώρα  τους ιστορικούς και εκκλησιαστικούς  μελετητές, παρότι στο βίο και την πολιτεία της Οσίας υπάρχουν πολλά ιστορικά στοιχεία για το θέμα. Μόνο που για να τα ανακαλύψουμε πρέπει να εμβαθύνουμε και  να τα αναλύσουμε θεολογικά. Οι περισσότεροι των μελετητών αρκούνται στις λεγόμενες διπλωματικές πρωτοβουλίες της Οσίας, αλλά αυτό δεν αρκεί. Ίσως και η επικείμενη σχεδιαζόμενη Ένωση με τους Παπικούς επιβάλλει τη σιωπή στο θέμα αυτό, όπως και σε πολλά άλλα.  

Προκειμένου να παρουσιάσουμε τον ομολογιακό και αντιπαπικό αγώνα της Αγίας Θεοδώρας θα κινηθούμε σε δύο επίπεδα με βάση  το βίο και την πολιτεία της.

Α. Η Οσία ως κτιτόρισσα ναών.

Β. Η οσία ως Ορθόδοξη μητέρα και παιδαγωγός.

Στην προσπάθειά μας αυτή θα στηριχτούμε σε ιστορικά στοιχεία καθώς και σε στοιχεία που διασώζει η Ορθόδοξη προφορική Αρτινή  παράδοση.

Η Οσία Θεοδώρα ως κτιτόρισσα ναών.

Η προφορική Αρτινή παράδοση διέσωσε μέχρι τώρα  το πώς  έζησε η Οσία στα Τζουμέρκα τα πέντε χρόνια, όταν απομακρύνθηκε με δόλιο τρόπο από τα ανάκτορα εξ αιτίας της Γαγγρινής.Τα στοιχεία αυτά τα δημοσιεύσαμε στον τοπικό τύπο σε σχετικά  άρθρα με τίτλο «Άγνωστες πτυχές από το μαρτύριο  της Οσίας Μητρός ημών  Θεοδώρας»

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, η Οσία ήταν η πρώτη κτιτόρισσα του αρχικού  ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Μονής Σέλτσου (όχι με τη σημερινή μορφή)   μετά από τη θαυματουργική διάσωσή της. Από το συναξάριο του Ιώβ Μέλη και το Χρονικό του Γαλαξειδίου πληροφορούμαστε ότι η Οσία Θεοδώρα ήταν κτιτόρισσα και ανακαινίστρια  μαζί με το σύζυγό της Μιχαήλ (μετά τη μετάνοιά του) και των εξής ναών και μονών.

1.Του καθολικού της Μονής της Κάτω Παναγιάς, που είναι αφιερωμένο στη Γέννηση της Θεοτόκου.

2.Του  ναού της Παρηγορήτισσας της Άρτας, που τιμάται στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και του οποίου η ανοικοδόμηση συνεχίστηκε από τον γιο της Οσίας Νικηφόρο Α και τη σύζυγό του Άννα Παλαιολογίνα Καντακουζηνή

3.Της μονής της Παντάνασσας στη Φιλιππιάδα.

4.Της μονής του Αγίου Δημητρίου στην Κυψέλη Θεσπρωτίας.

5.Της Μονής της Μεταμόρφωσης στο Γαλαξείδι.

Το θέμα που θα εξετάσουμε στη συνέχεια είναι  το γιατί η Οσία διάλεξε να κτίσει ναούς αφιερωμένους στη Θεοτόκο, στη Μεταμόρφωση του Χριστού  και στον Άγιο Δημήτριο.

Η Θεοτοκοφιλία της Οσίας Θεοδώρας

Η Θεοτοκοφιλία της Οσίας Θεοδώρας δεν ήταν τυχαία. Ήθελε μέσα από την ανοικοδόμηση θεομητορικών ναών και μονών να τονίζει διαχρονικά και συνεχώς  στο λαό του Δεσποτάτου της Ηπείρου, από την πρωτεύουσά του την Άρτα, τις βασικές πτυχές του  ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ  ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΟΥ  ΔΟΓΜΑΤΟΣ. Αυτό  διαφέρει κατά πολύ από το αντίστοιχο παπικό και αποτελεί ΑΣΦΑΛΕΣ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ και τείχος προστασίας των Ορθοδόξων από τις πλανεμένες απόψεις του Βατικανού. Για να το καταλάβουμε αυτό, θα πρέπει να αναλύσουμε γιατί  η Οσία  ως κτιτόρισσα ναών γίνεται προστάτης και διδάσκαλος των Ορθόδοξων δογμάτων.

Γιατί η Μονή της Κάτω Παναγιάς είναι αφιερωμένη στη Γέννηση της Θεοτόκου;

1.Για να τονίσθεί  το μεσιτευτικό έργο της Παναγίας!

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία η μονή ανοικοδομήθηκε μετά τη μετάνοια του συζύγου της Αγίας Μιχαήλ Β. Το Θεομητρορικό  μεσιτευτικό έργο διασώζεται μέχρι σήμερα από την επιγραφή που υπάρχει σε εξωτερικό τοίχο του καθολικού της Μονής. Εκεί υπάρχει γραμμένη η εξής ικεσία του Μιχαήλ:  «Πύλας ημίν άνοιξον, ω Θε(ού)  Μ (ητερ), της μετανοίας του φωτός ουσα πύλη» (ΜΧ-ΔΚ)..Δ(εσπότου ) Μ(ιχαήλ)  π(αράσχου)  ρ(ύσιν) αμαρτημάτων.

2.Για να διδάσκονται οι Ορθόδοξοι  το μέρος του Ορθοδόξου Θεομητορικού δόγματος που έχει σχέση με τη γέννηση της Θεοτόκου και δεν έχει σχέση με την παπική πλάνη της Άσπιλης σύλληψης. Στην Ορθοδοξία έχουμε «άφθορον σύλληψιν» του Χριστού και όχι «άσπιλον σύλληψιν της Θεοτόκου».

Η Παναγία γεννήθηκε με βάση τους βιολογικούς νόμους από τον Ιωακείμ και την Άννα, έχοντας  το προπατορικό αμάρτημα, όπως όλοι μας και απαλλάχτηκε από αυτό κατά τον Ευαγγελισμό. Τότε με τη σύλληψη εκ πνεύματος Αγίου και τη Γέννηση του Χριστού αναδεικνύεται Θεομήτωρ  και Θεοτόκος. Έτσι  παίρνει την πιο υψηλή θέση μεταξύ όλων των κτιστών όντων και εντάσσεται στο σχέδιο  της Θείας Οικονομίας για τη σωτηρία των ανθρώπων ως  όργανο κατά χάρη.

Αντίθετα, στον Παπισμό υπάρχει άμωμη σύλληψη της Παναγίας, που σημαίνει ότι αυτή γεννήθηκε χωρίς τη νομική ενοχή (προπατορικό αμάρτημα) που βαραίνει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, εξαιτίας της παράβασης του Αδάμ. Η διδασκαλία αυτή εισήχθη στη Δύση τον 12ον αιώνα από δυο Βρετανούς μοναχούς, τους Έντμερτ και Όσμπερτ, το δε 1140 θεσπίστηκε και σχετική εορτή με αυτή την Παπική πλάνη.

Στην Ορθοδοξία δεχόμαστε, ότι μόνο ο Χριστός γεννήθηκε αναμάρτητος εκ Πνεύματος Αγίου και ότι η Παναγία δεν ήταν αναμάρτητη εκ φύσεως, αλλά κατόρθωσε εν τούτοις να καλλιεργήσει τις αρετές με πολλή άσκηση, με προσευχή, με νηστείες, με εγκράτεια, με αγνότητα ιδιαιτέρως και να φθάσει στα ύψη αυτά της αγιότητος, συνεργώντας και κοπιάζοντας η ίδια.

Γιατί  η Παρηγορήτισσα είναι αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου;

Σύμφωνα με το συναξάριο του Ιώβ Μέλη, ο ναός της Παρηγορήτισσας άρχισε να χτίζεται το 1260 από τον Μιχαήλ Β´ Άγγελο Κομνηνό και τη σύζυγό του μετέπειτα Οσία  Θεοδώρα. Αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό (=αναγγέλω κάτι το ευχάριστο)  μετά την εξάμηνη παράταση της ζωής της με τις μεσιτείες της Παναγίας.

Όμως υπάρχει και ακόμα βαθύτερος Δογματικός  λόγος. Mεταξύ Ορθόδοξης θεολογίας και Παπισμού  υπάρχει διαφορά θεολογικής  ερμηνείας στον χαιρετισμό του Αγγέλου κατά τον Ευαγγελισμό.

Σύμφωνα με το Ορθόδοξο Θεομητορικό δόγμα, η Παναγία δεν ήταν αναμάρτητη, όπως αναφέραμε προηγουμένως. Η αγιότητά της οφείλεται στην ασκητική της ζωή. Με αυτή έγινε «Κεχαριτωμένη».

Στον Παπισμό υπάρχει η αιρετική άποψη ότι  η αναμαρτησία της Θεοτόκου στηρίζεται στο χωρίο του Λουκά «χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου» (1. 28) και ερμηνευόμενο το «κεχαριτωμένη», ότι σημαίνει αναμαρτησία της Θεοτόκου, ως πεπληρωμένης χαρίτων εκ γενετής λόγω της άσπιλης Σύλληψης.

Γιατί εκλέχτηκε το Θεοτοκωνύμιο «Παντάνασσα» στην ομώνυμη Μονή στην Φιλιππιάδα.

Η λέξη «παντάνασα» σημαίνει βασίλισσα των πάντων. Είναι ένα θεοτοκωνύμιο που εκφράζει τη θέση της Παναγίας στην Ορθοδοξία σύμφωνα με την Ζ Οικουμενική Σύνοδο. «Τιμάν και μεγαλύνειν εμάθομεν πρώτον μεν και κυρίως και αληθώς την του Θεού Γεννήτριαν και τας αγίας και αγγελικάς Δυνάμεις και τους ενδόξους Μάρτυρας, αλλά και τους αγίους άνδρας και τούτων αιτείν τας πρεσβείας».

Δηλ. στην τιμή των Αγίων προηγείται η Θεοτόκος και ακολουθούν οι Άγγελοι, οι μάρτυρες και οι υπόλοιποι Όσιοι. Γι΄αυτό ψάλουμε και το τροπάριο «Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκουσα, την όντως Θεοτόκον σε μεγαλύνομεν».

Αντίθετα, ο Παπισμός διδάσκει ότι  η Παναγία ως άσπιλη είναι Θεά. Έτσι την συγκαταλέγουν στην Αγία Τριαδα (που γίνεται τετράδα). Αυτό εκφράζεται με τον τρόπο με τον οποίο κάνουν το Σταυρό τους οι Παπικοί, χρησιμοποιώντας όχι τρία αλλά τα τέσσερα δάκτυλα του δεξιού χεριού.

Με βάση τα παραπάνω  και η Μονή της Παντάνασσας στη Φιλιππιάδα, με το όνομά της μας διδάσκει ότι η  Ορθόδοξη εκκλησία σέβεται και τιμά και υμνεί τη Θεοτόκο, δεν κάνει όμως την Παναγία Θεά. Την τοποθετεί μετά τη Θεότητα. «τα δευτερεία της Τριάδος η έχουσα».

Γιατί η Οσία Θεοδώρα ανοικοδόμηση ναό αφιερωμένο στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος;

Για δύο λόγους. Πρώτα, για να δείξει τη μεταμόρφωση δια της μετανοίας του συζύγου της Μιχαήλ, που παραμορφώθηκε από τα πάθη της πορνείας και της μοιχείας, εξ αιτίας της Γαγγρινής. Η πραγματική μετάνοια είναι Χαρισματική κατάσταση και επιτυγχάνεται μυστηριακά με τη συνέργεια ανθρώπου και Θείας Χάριτος.

Ο δεύτερος λόγος ήταν, για να θυμίζει στους Ορθοδόξους του Δεσποτάτου της Ηπείρου τη διαφορά στη  Θεολογία της Μεταμόρφωσης του Χριστού μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Συγκεκριμένα:

Στην Ορθοδοξία, η θεολογία της Μεταμορφώσεως του Κυρίου συγκεφαλαιώνει όλη την πνευματική ζωή της Εκκλησίας και τη σημασία της Άκτιστης Χάρης στην εν Χριστώ Μεταμόρφωση του ανθρώπου δηλ.τη θέωση.

Eκείνο που πολύ καθαρά μας δίνει τις προϋποθέσεις βιώσεως της χορηγίας χάρης της Μεταμορφώσεως είναι ο ύμνος που λέει: «κα μες στράψωμεν, τας θείαις λλοιώσεσιν, ατν κατασπαζόμενοι (την θείαν Μεταμόρφωσιν). ρος ψηλότατον τν καρδίαν, κεκαθαρμένην κ παθν, χοντες ψόμεθα, Χριστο τν Μεταμόρφωσιν, φωτίζουσαν τν νον μν».
Έχοντας την καρδιά μας ως υψηλότατο όρος, καθαρισμένη από τα πάθη, θα δούμε τη Μεταμόρφωση του Χριστού να φωτίζει το νου μας. Η κάθαρση της καρδιάς μας, δια της μετανοίας και της τηρήσεως των εντολών του Χριστού, είναι η προϋπόθεση για να δούμε κι εμείς το φως του Χριστού να λάμπει μέσα μας. Ο άνθρωπος μπορεί με τη χάρη του Θεού και το δικό του προσωπικό αγώνα να φτάσει να δει και να γίνει μέτοχος αυτού του ακτίστου φωτός και της δόξας του Θεού και από αυτή τη ζωή, με τον προσωπικό αγώνα και την πραγματική μετάνοια. Δηλ.να μεταμορφωθεί εν Χριστώ. Παράδειγμα είναι  ο Μιχαήλ Β ο σύζυγός της.

Οι αιρετικοί δυτικοί έχουν άλλη αντίληψη για το μυστήριο της μετανοίας. Το συνδέουν με το Πρωτείο και Αλάθητο του Πάπα, τις αντιμισθίες και το καθαρτήριο πυρ και το αποσυνδέουν από τη Χάρη του Θεού (που είναι οι άκτιστες ενέργειες του Θεού, ενώ αυτοί τις θεωρούν κτιστές).

Γιατί επιλέχτηκε να τιμάται ο Άγιος Δημήτριος στο καθολικό της ομώνυμης μονής στην Κυψέλη Θεσπρωτίας.

Η οσία Θεοδώρα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και ως εκ τούτου συναισθηματικά ήταν δεμένη με τον πολιούχο της πόλεως Άγιο Δημήτριο. Για τρεις λόγους θεωρούσε Μεγάλο Άγιο, τον Άγιο Δημήτριο και ήθελε αυτό να το διδάσκει στους ορθόδοξους χριστιανούς του κράτους της Ηπείρου.

(α) Ο πρώτος λόγος είναι  ότι το μαρτύριό του σχετίστηκε με το μαρτύριο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ο Κύριός μας «ελογχίσθη επί του Σταυρού»· αλλά και για τον άγιο  ο Μαξιμιανός έστειλε στρατιώτες να τον κατατρυπήσουν με λόγχες και παρέδωσε την αγία του ψυχή με αυτό το μαρτύριο. Έτσι ο Άγιος γίνεται πρότυπο μάρτυρα.

(β) Δεύτερον, «ο άγιος θεωρείται μεγάλος, γιατί ήταν παρθένος και το όνομά του σχετίζεται με την Παρθένο Παναγία μας. Θα το εξηγήσω αυτό, γιατί έχει μία ωραία ερμηνεία το θέμα. Το όνομα «Δημήτριος» είναι παλαιό. Αρχικά ήταν «Δη-μήτερ», «Δημήτριος». Οι παλαιοί τη γη την έλεγαν «μητέρα», γιατί απ αυτήν καταγόμεθα (χώμα είναι το σώμα μας), απ αυτήν τρεφόμεθα (όλοι οι καρποί είναι από τη γη) και σ αυτήν επανερχόμεθα με την ταφή μας. Γι αυτά τα τρία οι παλαιοί έλεγαν την γη «τρισαγάθη» και «μητέρα». «Γη-μήτερ», έλεγαν. Από αυτό είναι και το όνομα «Δημήτριος». Για μας όμως «Γη-Μητέρα» είναι η Παναγία, η Οποία, όπως η γη στην αρχή εβλάστησε παρθενικά δια μόνου του λόγου του Θεού (βλ. Γεν. 1,11), έτσι και Αυτή παρθενικά, δια Πνεύματος Αγίου, συνέλαβε και έτεκε τον Υιόν του Θεού. Γι αυτό και λέγουμε στην Ακολουθία των Χαιρετισμών: «Χαίρε άρουρα (= γη) βλαστάνουσα ευφορίαν οικτιρμών». Με αυτή, λοιπόν, την ερμηνεία ο άγιος Δημήτριος συνδέεται με τη Θεοτόκο, όπως και δια το μαρτύριό του συνδέεται με τον Εσταυρωμένο Κύριο». (Μητροπολίτης Μεγαλουπόλεως κυρός Ιερεμίας Φούντας)

Η Οσία Θεοδώρα ως Ορθόδοξη μητέρα και παιδαγωγός.

Τα γνήσια τέκνα του Μιχαήλ Β΄ και της Θεοδώρας ήταν: ο Νικηφόρος Α΄, ο Ιωάννης, ο Δημήτριος, η Άννα, η Ελένη και μια ακόμη κόρη ανώνυμη και άγνωστου βίου για την οποία ελάχιστες πληροφορίες μας παραδίδει ο Παχυμέρης, γράφοντας ότι ήταν σύζυγος του Αλέξιου Ραούλ τον οποίο η Αγία Θεοδώρα δέχτηκε ως γαμπρό της με πολλή χαρά. Όλα τα παιδιά της η Οσία  τα ανέθρεψε με μεγάλη αγάπη και στοργή και με φόβο Θεού. Τους έδωσαν αρκετή μόρφωση, και εμφύσησαν παράλληλα στις ψυχές τους τα ελληνορθόδοξα ιδανικά. Η μητέρα τους με τις συμβουλές της, αλλά κυρίως και πρωτίστως με το καλό παράδειγμά της, εμφυσούσε μέσα τους την ευγένεια, την καλοσύνη, το σεβασμό προς τον συνάνθρωπο, τη φιλανθρωπία, την αγάπη και την πίστη στον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Τους δίδαξε την αυτοθυσία, προκειμένου να υπερασπίζονται τα ιδανικά τους. Με αυτς τις αρχές και αξίες όλα της τα παιδιά πορεύτηκαν σε όλη τους τη ζωή. Και κάποια θυσιάστηκαν ακόμη για την υπεράσπιση της ορθοδοξίας, για την οποία η Αγία Θεοδώρα, η μητέρα τους, αγωνίστηκε πολύ σε όλη της τη ζωή.

Τα ιστορικά στοιχεία που αποδεικνύουν την αντιπαπική και ορθόδοξη ανατροφή των τέκνων της φαίνονται στα παρακάτω ιστορικά γεγονότα.

Ο Νικηφόρος Α, ως πιστός ορθόδοξος χριστιανός, συνεργάστηκε με τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄ για τη διαφύλαξη της ορθόδοξης πίστης και την ακύρωση των ενεργειών για τη θρησκευτική ένωση με τους Λατίνους, την οποία είχε επιδιώξει οπροκάτοχος του Ανδρόνικου Β΄, ο Μιχαήλ Η΄ και ακολουθώντας το παράδειγμα της Αγίας μητέρας του συνέχισε την ανοικοδόμηση του περίτεχνου ναού  της Παναγίας της Παρηγορήτισσας.

Ο Ιωάννης Δούκας, είναι το δεύτερο γνήσιο τέκνο του Μιχαήλ Β΄ και της Θεοδώρας. Γεννήθηκε στην Άρτα προφανώς μετά το 1237. Ο  Ιωάννης Δούκας, μετά από επιθυμία του Μιχαήλ Η΄, παντρεύεται  τη δεύτερη κόρη του Σεβαστοκράτορα Κωνσταντίνου Τορνικίου. Όμως λόγω των αντιπαπικών του φρονημάτων  συνελήφθη αργότερα από τον ΦΙΛΟΠΑΠΙΚΟ και ΦΙΛΕΝΩΤΙΚΟ Μιχαήλ  Η Παλαιολόγο, ο οποίος τον τύφλωσε, τον φυλάκισε και πέθανε γύρω στο 1283.

Η Ελένη Αγγελίνα Δούκαινα (η αδικημένη ομολογήτρια της Ορθοδοξίας)

Όπως έχουμε ξαναδημοσιεύσει, η Ελένη παντρεύεται τον Μαμφρέδο, γιο του Φρειδερίκου Β΄ Χοενστάουφεν, αυτοκράτορα της Γερμανίας. Ο Παχυμέρης αναφέρει ότι η Οσία Θεοδώρα δέχτηκε το γάμο αυτό, επειδή απέκτησε γαμπρό, που ήταν αντίπαλος του πάπα και φίλος των Ορθοδόξων.

Η Ελένη όμως αναδείχθηκε σε μία τραγική βασίλισσα. Ο βασιλιάς Μαμφρέδος, ενώ πολεμά επί επτά έτη εναντίον των στρατευμάτων του πάπα, το 1266 νικάται από τον Γάλλο Κάρολο του Ανζού, υποστηρικτή του πάπα και χάνει τη ζωή του. Η Ελένη και τα παιδιά της συλλαμβάνονται από πράκτορες του Καρόλου και φυλακίζονται. Η μεν Ελένη στο  φρούριο της Νοκερίας  και τα μικρά παιδιά της αλλού. Στη συνέχεια αρνείται  πεισματικά την πρόταση του Καρόλου να προχωρήσει σε ένα δεύτερο γάμο με τον Ισπανό Ερρίκο Ινφάντη της Καστιλλίας, διότι πρώτα έπρεπε να αρνηθεί την Ορθοδοξία και να γίνει Παπική. Στη συνέχεια, αν δεχόταν το συνοικέσιο,  ο Κάρολος θα  έπαιρνε την προίκα της, θα  μπορούσε να διευρύνει τις κτήσεις του σε  βάρος του πατέρα της  Μιχαήλ Β΄ και υπέρ πάπα. Σε αυτή την περίπτωση η Ελένη έπραξε υπέρ της Ορθοδοξίας και κατά των επεκτατικών σχεδίων του πάπα, εφαρμόζοντας στην πράξη ό,τι της έμαθε η μητέρα της Θεοδώρα. Η Ελένη τελικά πέθανε φυλακισμένη σε ηλικία περίπου 30 ετών.

Ο μελετητής της ζωής της Ελένης Μιχαήλ Δένδιας, διατύπωσε στην εργασία του την εξής ενδιαφέρουσα άποψη:
«Είναι κρίμα ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία εσκέφθη να αγιάση την μητέρα αυτής Θεοδώρα μόνην, ουχί δε και την Ελένην. Ο λόγος είναι ότι η Εκκλησία αύτη υπήρξε μακράν των παθημάτων της θυγατρός της Αγίας Θεοδώρας, δεν εγένετο μάρτυρας της εμμονής αυτής εις την αρετήν, δεν εγνώρισε ποτέ την χριστιανικήν αυτής εγκαρτέρησιν εν τη θλίψει, εν τω πόνω, εν τη συμφορά, εν τη ταλαιπωρία, δεν επληροφορήθη ποτέ τα κατά την στάσιν αυτής απέναντι των εν Ιταλία αντιπροσώπων της πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας. Η κόρη του «ευγενούς Μιχαλίτση», εμαρτύρησεν αληθώς υπέρ της αρετής, υπέρ της ευγενείας του έθνους αυτής».

Τέλος ο Δημήτριος ήταν ο νεότερος γιος του Μιχαήλ Β. Έλαβε ιδιαίτερη μόρφωση και ακολούθησε καριέρα στο βυζαντινό στρατό.

Το 1281 διακρίθηκε στον πόλεμο κατά του Καρόλου του Ανζού (σύμμαχος του Πάπα), ο οποίος είχε φυλακίσει την αδερφή του Ελένη μαζί με τα παιδιά της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου