Ἡ Χαναναία ἐβγῆκεν ἀπό τά σύνορα ἐκεῖνα, εἰς τά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος καί ἐφώναξε δυνατά καί εἶπε: «Ἐλέησον με, Κύριε, ἔνδοξε ἀπόγονε τοῦ Δαυίδ. Ἡ θυγατέρα μου κατέχεται ἀπό δαιμόνιο· καί ὑποφέρει φριχτά, ἐγώ δέ ὡς μάνα φριχτότερα. Κύριε, ἐλέησόν με τήν ἁμαρτωλή καί ταλαίπωρη καί δῶσε τήν Χάριν Σου· μή μέ ἀφήσεις παραπάνω νά πειρασθῶ ἀπ΄ ὅ,τι μπορῶ. Θεωρῶ τόν ἑαυτό μου πιό ἁμαρτωλό ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτό μοῦ λέει ὁ λογισμός μου». [1]
Παπουλάκος (Χριστοφόρος): Δεν ωφελούν σε τίποτα οι κλάψες. Χρειάζεται καινούργιος ξεσηκωμός, καινούργια Άγια Λαύρα.
Ο Χριστοφόρος βουβός σιγόκλαιγε και πότιζε με δάκρυα τα σανίδια του κελιού και το ράσο του.
–Δεν φτάνει να πονούμε και να κλαίμε, Χριστοφόρε, φώναξε ο Κοσμάς. Η καινούργια επιδρομή είναι χειρότερη από του Ιμπραήμ. Κείνος σκότωνε κορμιά κι αφάνιζε το βιος μας, αλλά αυτοί σκοτώνουν τις ψυχές μας. Ό,τι ιερό φυλάξαμε τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς ποδοπατιέται, ό,τι μας κράτησε όρθιους, σαν ασάλευτο αντιστήλι, γκρεμίζεται. Σε τέτοιο γιουρούσι του σατανά, κάθε υποταγή είναι άρνηση του Χριστού, άρνηση της Πίστης και παράδοση στο διάβολο. Προδίνουμε τον αγώνα του εικοσιένα, το αίμα που χύθηκε στο Μεσολόγγι, στ΄ Αρκάδι, στην Τριπολιτσά, στα Δερβενάκια στα Ψαρά… Ιούδες γινόμαστε Χριστοφόρε και το κακό δε σταματά ως εδώ…