Αγαπητέ κύριε Διευθυντά,
ΤΟ ΠΑΠΙΚΟΝ ΠΡΩΤΕΙΟΝ -- του αειμνήστου Στεργίου Σάκκου, Ομ. Καθ. Α.Π.Θ.
Είμαστε χριστιανοί χωρίς ζήλο...
Ο Χριστός επαίνεσε τον εκατόνταρχο για την ταπείνωση και την πίστη που είχε, ενώ ήλεγξε τους κληρονόμους της Βασιλείας των Ουρανών για την απιστία τους, αλλά και την πνευματική τους αδιαφορία. Πρέπει να προσέξουμε πολύ τα λόγια του Χριστού μας, γιατί και εμείς είμαστε κληρονόμοι της Βασιλείας αλλά δεν έχουμε τον ανάλογο τρόπο ζωής και κινδυνεύουμε να τη χάσουμε. Αυτοκαλούμαστε συνειδητοί χριστιανοί και ζούμε με οκνηρία, με κοιμισμένη τη συνείδησή μας και κομμένη την ελπίδα της μέλλουσας ζωής. Είμαστε χριστιανοί χωρίς ζήλο, χωρίς πνευματική ανησυχία, χωρίς το φωτισμό του Ευαγγελίου. Χριστιανοί με κοσμικό φρόνημα και με καρδιά κολλημένη στα υλικά αγαθά. Γι΄ αυτό και κινδυνεύουμε να βρεθούμε «εις το σκότος το εξώτερον».
Aν έχετε την καλοσύνη,δημοσιεύστε την συνοδική καταδίκη των Νεοημερολογιτών που έγινε υπό των τριών Επισκόπων το 1935.
Ομολογία,1935
Τό κείμενον του εγγράφου, το οποίον απέστειλαν την 14ην Μαΐου (Ο.Η.) πρός τήν
"Διοικούσαν Σύνοδον της ᾿Εκκλησίας Ελλάδος", οι Δημητριάδος Γερμανός,
πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος καί Ζακύνθου Χρυσόστομος έχει ως κάτωθι:
"ΠΡΟΣ ΤΗΝ Ι. ΣΥΝΟΔΟΝ
ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ"
.Είναι γνωστόν εις την Ιεραρχίαν της Ελλάδος, ότι ανέκαθεν ετάχθημεν αντιμέτωποι
προς την γνώμην Αυτής, όσον αφορά την προσαρμογήν του Εκκλησιαστικοῦ
ημερολογίου προς το πολιτικόν. Και αν συνεμορφώθημεν προς την απόφασιν της
πλειοψηφίας της Ιεραρχίας, εφαρμόσαντες και ημείς εις τας επαρχίας ημών το νέον
ημερολόγιον, τούτο επράξαμεν δια δύο λόγους: το μεν, ίνα αποφύγωμεν τας
συνεπείας Εκκλησιαστικοῦ Σχίσματος, το δε, διαθρυπτόμενοι πάντοτε υπό της
ελπίδος, ότι η Ιεραρχία προς πρόληψιν της διαιρέσεως των Χριστιανών θα αγαθυνθή
να επιστρέψη εις το παλαιόν Εκκλησιαστικόν εορτολόγιον, θυσιάζουσα και την
προσωπικήν φιλοτιμίαν Της δια την αγάπην των πιστών υπέρ ων Χριστός απέθανεν.
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: Καλόν σχίσμα καί κακή ὁμόνοια --- Διά τήν ἀντιγραφήν: Δημήτριος Χατζηνικολάου
«Ἔστι γάρ σχισθῆναι καλῶς. Διό καί αὐτός ἔλεγεν· Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί τήν γῆν, ἀλλά μάχαιραν. Ἔστι γάρ καί κακή ὁμόνοια, ἔστι καί καλή διαφωνία. Καί γάρ οἱ τόν πύργον οἰκοδομοῦντες, ὡμονόησαν ἐπί κακῷ τῷ ἑαυτῶν· καί οἱ αὐτοί οὗτοι πάλιν, ἄκοντες μέν, ἐπί συμφέροντι δέ ὅμως ἐσχίσθησαν. Καί οἱ ἐπί Κορέ δέ κακῶς ὡμονόησαν, διά τοῦτο καλῶς ἐσχίσθησαν καί Ἰούδας ὡμονόησε μετά τῶν Ἰουδαίων κακῶς. Ἔστιν οὖν σχισθῆναι καλῶς, καί ἔστιν ὁμονοῆσαι κακῶς. Διό τοῦτό φησίν· Ἐάν ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζῃ σε, ἔκκοψον αὐτόν· ἐάν ὁ πούς σου, ἔκτεμε αὐτόν. Εἰ δέ ἀπό μέλους [σ.σ. τοῦ σώματος] ἀποσχίζεσθαι χρή κακῶς συνημμένου, οὐ πολλῷ μᾶλλον ἀπό φίλων κακῶς ἡνωμένων ἡμῖν; Ὥστε οὐ πανταχοῦ ὁμόνοια καλόν, ὥσπερ οὖν οὐδέ πανταχοῦ ἡ διάστασις κακόν. Ταῦτα λέγω ἵνα φεύγωμεν πονηρούς καί διώκωμεν ἀγαθούς. Εἰ γάρ μέλεσι τό σεσηπός καί ἀνιάτως ἔχον ἐκκόπτομεν, φοβούμενοι μή καί τό λοιπόν τήν αὐτήν λύμην ὑποδέξηται σῶμα· καί ποιοῦμεν τοῦτο, οὐκ ἐκείνου καταφρονοῦντες, ἀλλά τό λοιπόν διαφυλάξαι βουλόμενοι· πόσῳ μᾶλλον ἐπί τῶν συνόντων ἡμῖν ἐπί κακίᾳ τοῦτο πράττειν ἀναγκαῖον; Εἰ μέν γάρ δυνάμεθα κἀκείνους διορθῶσαι, καί αὐτοί μή παραβλαβῆναι, πάντα ποιεῖν χρή· εἰ δέ κἀκεῖνοι μένοιεν ἀδιόρθωτοι, καί ἡμᾶς παραβλάπτοιεν, ἐκκόπτειν αὐτούς καί ῥίπτειν ἀναγκαῖον».
Πηγή: Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου
Κωνσταντινουπόλεως, Τά Εὑρισκόμενα, Ὁμιλία ΝΖ', Patrologia Graeca, Τόμος 59, σελ. 314. (Προσοχή! Εἰς τόν αὐτόν τόμον, ἀμέσως μετά ἀπό
αὐτήν τήν σελ. 314, ἀκολουθεῖ ἡ ἐπίσης
σελ. 314 εἰς τά Λατινικά.)
Διά τήν ἀντιγραφήν: Δημήτριος Χατζηνικολάου
Ἁγίου Νικηφόρου τοῦ Ὁμολογητοῦ: Ἀποτείχισις ἀπό αἱρετικούς, Συνοδική Κρίσις αὐτῶν καί ποῖοι ἀποτελοῦν τήν ἀληθῆ Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ
«Εἰ δέ ὁμολογοῦσιν εἰδωλολατρῆσαι πρό τοῦ παρόντος καιροῦ, ὡς εἰδωλολάτραι κρινέσθωσαν, καί ἔστωσαν κατηχούμενοι, καί μετά Χριστιανῶν μή μιγνύσθωσαν· ἀρκέσει γάρ αὐτοῖς καί τοῦτο εἰ μεταμεληθεῖεν ἐφ’ οἷς ἀβούλως ἐμελέτησάν τε καί ἔπραξαν· ὥσπερ μή τά κατ’ αὐτούς οἰκονομηθῆναι, καί τήν μετάνοιαν αὐτῶν παρά τῇ Ἐκκλησίᾳ δεχθῆναι· εἰ δέ διαμένουσιν ἐν τῇ αὐτῇ αἱρέσει, καὶ ἴσως καὶ ἑτέρους τινὰς ἀμαθεστέρους καὶ ἁπλουστέρους δυνηθῶσιν ἀποβουκολῆσαι, κἄν ὀχλαγωγήσωσι καὶ πλῆθος συνάγωσιν, ἔξω τῶν ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας περιβόλων εἰσίν· εἰ δὲ καί πάνυ ὀλίγοι ἐν τῇ ὀρθοδοξίᾳ καὶ εὐσεβείᾳ διαμείνωσιν, οὗτοι εἰσὶν Ἐκκλησία, καὶ τὸ κῦρος καὶ ἡ προστασία τῶν ἐκλησιαστικῶν θεσμῶν ἐν αὐτοῖς κεῖται· κἄν κακοπαθῆσαι αὐτοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας δεήσοι· ὅπερ ἐστίν εἰς καύχημα αἰώνιον, καὶ ψυχικῆς σωτηρίας πρόξενον· ὅτι οὐδέ συζητήσεις περί τῶν ἱερῶν εἰκόνων ποιεῖσθαι δεῖ· οὐ γάρ προσφάτως ἀνεφύη τό περί αὐτῶν δόγμα, ἀλλ’ ἐκ πλείονος χρόνου ζητηθέν, τήν κύρωσιν παρά τῆς συνόδου ἔλαβε· καί πᾶν γάρ ζήτημα δογματικόν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ ἀναφυέν, μετά ζήτησιν συνοδικήν καί ἐκφώνησιν πέπαυται, ἀμφιβολίαν δέ τήν οἱανοῦν οὐκ ἐπιδέχεται· οὕτως γάρ ἐπί τῶν λοιπῶν ἁγίων καί οἰκουμενικῶν συνόδων γέγονε».
(Ἁγίου Νικηφόρου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ὁμολογητοῦ, Patrologia Graeca, Τόμος 100, σελ. 844-845, https://babel.hathitrust.org/cgi/pt?id=nnc1.0046980229&view=1up&seq=430 ).
Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη.
«Διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον. Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας. Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του θεανθρωπίνου σώματός της.
[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, Lausanne 1995 - Ἀναδημοσιεύτηκε στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» στίς 29/6/2007 ]