1
Ό,τι ξέρετε από τη ζωή μου κράτησε λίγες στιγμές. Για
ό,τι προηγήθηκε κάνετε απλές υποθέσεις. Το τι ακολούθησε μοιάζει συχνά να μη
σας ενδιαφέρει καν. Μοιάζετε σαν τα μικρά εκείνα παιδιά που κρατιούνται σ΄ όλη
τη διάρκεια του παραμυθιού από τη βεβαιότητα του “έζησαν αυτοί καλά κι εμείς
καλύτερα”. Σ' όλες τις δυσκολίες του ήρωα, σ' όλα τα βάσανα και τις κακοτυχιές
του, σ' όλα τα λάθη και τις πτώσεις του σφιχταγκαλιάζετε την σιγουριά του καλού
τέλους των πραγμάτων (κατόρθωμα κάθε καλού παραμυθά) και διώχνετε σαν
ενοχλητική λεπτομέρεια όσα έγιναν πριν από εκείνο. Μακάρι να μπορούσα να κάνω
κι εγώ το ίδιο. Μα ό,τι είχα ζήσει ως τα τότε ήταν αδύνατο να με κάνει να
πιστέψω πως θα είχε καλό τέλος η ζωή μου.
Στην κοινωνία μας το να είσαι πόρνη σε έκανε υποχρεωτικά να συμβιβαστείς με το αναπόφευκτο κακό τέλος σε τούτη τη ζωή και στην άλλη. Η παρουσία των ρωμαίων κατακτητών πρόσφερε βέβαια μια μικρή ανακούφιση τη σύγκριση σου με τα δικά τους ήθη. Και κείνη όμως χανόταν αμέσως μόλις συνειδητοποιούσα πως εγώ δεν ανήκα σε εκείνους. Δεν θα κρινόμουν ούτε από τους ανθρώπους ούτε από το Θεό όμοια μ’ εκείνους. Είχα το “χάρισμα” και την κατάρα να ανήκω στον εκλεκτό λαό του Θεού. Χάρισμα και κατάρα σαν δύο όψεις του κήνσου που άφηναν οι πελάτες μου φεύγοντας από κοντά μου. Συχνά σκεφτόμουν πόσο γρήγορα τα χαρίσματά μας μεταμορφώνονται σε κατάρες και πλήθος παραδείγματα τριβέλιζαν τις νύχτες το μυαλό μου: το χρήμα, ο έρωτας, το έθνος, ο λαός ο εκλεκτός. Ποια μεγαλύτερη κατάρα από το να μη μπορείς να φανείς ξεκάθαρα και χωρίς καμιά αμφιβολία αντάξιος του ρόλου του εκλεκτού;