Τρείς Ιεράρχες. Μελίρρυτος ποταμός Σοφίας. --- Μυργιώτης Παναγιώτης Μαθηματικός

Εορτάζει και πανηγυρίζει η αγία εκκλησία τους τρείς μελιρρύτους ποταμούς, τους τρεις  ιεράρχες, που συνέδεσαν άρρηκτα και άρρητα την Ορθοδοξία και τον ελληνισμό, ώστε να μπορούμε να ομιλούμε για ελληνορθοδοξία.

Μεγάλα εκκλησιαστικά αναστήματα, πατέρες της ορθοδοξίας και για την εποχή τους πανεπιστήμονες. Σπούδασαν όλες τις τότε σύγχρονες επιστήμες στο πανεπιστήμιο της ειδωλολατρικής Αθήνας. Αφοσιωμένοι στην σπουδή τους, γνωρίζοντας δυο δρόμους∙ από το σπίτι στο σχολείο και από το σπίτι στην εκκλησία.

Νέοι ήταν, αλλά δεν παρασύρθηκαν στην ευκολία και στην μόδα της εποχής των. Γνώριζαν τον προορισμό τους, να σώσουν την αθάνατη ψυχή και όχι να ικανοποιήσουν και να κορέσουν∙ τα πάθη του φθαρτού σώματος.

Θεοτόκε Παρθένε, χαῖρε, κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετὰ Σοῦ


Βουνόν δε δασύ και κατάσκιον είναι η Θεοτόκος· βουνόν μεν λέγεται διότι καθώς το όρος και το βουνόν ούτε αροτριάται, ούτε γεωργείται, ούτε σπείρεται από ανθρώπους αλλ΄ αυτοφυώς και αγεωργήτως βλαστάνει τα υψηλά δένδρα και τα χαμόκλαδα και το χορτάρι· ούτω και η Θεοτόκος ασπόρως και αγεωργήτως εβλάστησε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, ως δένδρον μεν υψηλόν, δια το ύψος της Θεότητος ως χαμόκλαδον δε, δια την ταπεινότητα της ανθρωπίνης φύσεως και ως χόρτον, διότι τρέφει τους αυτώ πιστεύοντας. Δασύ δε βουνόν λέγεται η Θεοτόκος καθώς εις το δασύ βουνόν δεν μπαίνει τσεκούρι, ούτε χέρι ανθρώπου κόπτει τα ξύλα αυτού δια την πολλήν δασύτητα. Σίδηρος = (λογισμός πονηρός) δεν ανέβη εις Αυτήν ο γεννών σκωρίαν: (μολυσμόν και φθοράν πάθους σαρκικού), ούτε χειρ ανθρωπίνη ίνα κόψη την παρθενίαν Αυτής. Όθεν ο Δανιήλ είπε περί του όρους τούτου της Παρθένου: «Εθεώρουν, έως ου ετμήθη λίθος από όρους άνευ χειρός». Δανιήλ β: 45.

Τη ΚΘ΄ (29η) Ιανουαρίου, η ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Ιερομάρτυρος ΙΓΝΑΤΙΟΥ του θεοφόρου.

Ιγνάτιος ο Θεοφόρος έγινε διάδοχος των Αποστόλων, δεύτερος Επίσκοπος χρηματίσας Αντιοχείας, μετά τον Εύοδον· εμαθήτευσε δε ομού με τον Σμύρνης Πολύκαρπον πλησίον εις τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην τον Θεολόγον. Ούτος λοιπόν εν έτει ρι΄ (110) εφέρθη έμπροσθεν του βασιλέως Τραϊανού και αφού υπέμεινεν όλας τας δοκιμασίας των βασάνων και έμεινεν αβλαβής από τούτων, τη χάριτι του Χριστού, εστάλη παρά του βασιλέως εις την Ρώμην, δια να πολεμήση με τα θηρία. Γενομένου  δε τούτου, διεσπαράχθη ο Όσιος υπό των λεόντων, καθώς επεθύμει και ηύχετο· τα δε τίμια αυτού λείψανα συνάξαντες τινές Χριστιανοί, έφεραν αυτά εις την Αντιόχειαν και τα προσέφεραν ως δώρον πολυτιμότατον και ποθούμενον εις τους εκεί αδελφούς, οι οποίοι μετά πάσης ευλαβείας απεθησαύρισαν αυτά υποκάτω εις την γην. Όθεν, τούτου χάριν, εορτήν χαρμόσυνον εορτάζει σήμερον η του Χριστού Εκκλησία την σεπτήν ταύτην ανακομιδήν των λειψάνων του.

Νην ξεχνάμε: Η ενεργός συμμετοχή μας στην αγωνιζομένη Ορθοδοξία, στο «μικρό ποίμνιο» είναι θέμα πίστης και σωτηρίας.

Ο Θεός ου μυκτηρίζεται. Δεν εμπαίζεται. Δεν μπορούμε να δουλεύομε σε δύο Κυρίους. Οι τρεις παίδες επροτίμησαν να ριφθούν στην επταπλασίως καιομένη κάμινο για να μην προσκυνήσουν την αντίθεη εικόνα του Ναβουχοδονόσορος. Ελπίζουμε πρώτα στη δύναμη του Θεού και στη θεία επέμβαση και μετά στους ανθρώπους. Γι΄ αυτό πρέπει να αγωνιζόμαστε με τις δυνάμεις που έχουμε ελπίζοντας πάντα στο Θεό. Εάν ασεβήσουμε προς τον Θεό και την Ορθόδοξη πίστη μας, τότε ποιος θα μας σώσει; Ποιος θα μας βοηθήσει κατά των δυνάμεων του Αντιχρίστου; Έτσι η ενεργός συμμετοχή μας στην αγωνιζομένη Ορθοδοξία, στο «μικρό ποίμνιο» είναι θέμα πίστης και σωτηρίας. Και εις τα της πίστεως δεν χωρεί συγκατάβαση, υποχωρητικότητα. Πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις.

Reading from the Synaxarion:

Ephraim the Syrian

Saint Ephraim was born in Nisibis of Mesopotamia some time about the year 306, and in his youth was the disciple of Saint James, Bishop of Nisibis, one of the 318 Fathers at the First Ecumenical Council. Ephraim lived in Nisibis, practicing a severe ascetical life and increasing in holiness, until 363, the year in which Julian the Apostate was slain in his war against the Persians, and his successor Jovian surrendered Nisibis to them. Ephraim then made his dwelling in Edessa, where he found many heresies to do battle with. He waged an especial war against Bardaisan; this gnostic had written many hymns propagating his errors, which by their sweet melodies became popular and enticed souls away from the truth. Saint Ephraim, having received from God a singular gift of eloquence, turned Bardaisan's own weapon against him, and wrote a multitude of hymns to be chanted by choirs of women, which set forth the true doctrines, refuted heretical error, and praised the contests of the Martyrs.