Τη Θ΄ (9η) Σεπτεμβρίου, μνήμη των Δικαίων Θεοπατόρων ΙΩΑΚΕΙΜ και ΑΝΝΗΣ.

Ιωακείμ και Άννης των Αγίων Θεοπατόρων την μνήμην εορτάζομεν σήμερον, διότι εγένοντο πρόξενοι της παγκοσμίου χαράς, με την γέννησιν της θυγατρός αυτών και Κυρίας ημών Θεοτόκου· η κυρίως όμως μνήμη της τελευτής αυτών εορτάζεται κατά την εικοστήν πέμπτην του Ιουλίου.                                                                                                     

 

ΕΓΚΩΜΙΟΝ εις τους Αγίους Θεοπάτορας ΙΩΑΚΕΙΜ και ΑΝΝΑΝ                                                                                           

Κοσμά του Βεστίτορος.                                                                                                                                                                      

Η χθες της Θεοτόκου γενεθλιακή πανήγυρις, την της παγκοσμίου χαράς ημίν εορτήν ευφήμοις δεδοξολόγημεν υμνωδίαις· η δε σήμερον ημέρα, την ευχαριστίαν τοις γεννήτορσι προσφέρει της Θεομήτορος, ων η αφορμή, απαρχή της απάντων γέγονε σωτηρίας.

Τοίνυν της θυγατρός εστιν η των γονέων πανήγυρις· ώσπερ γαρ επί δόξη μητρός συνδοξάζεται τέκνον, ούτω και επί υμνωδία τέκνου, συμμεγαλύνεται μήτηρ· και η σήμερον ευφροσύνη, μνήμη εστι Δικαίων μετ’ εγκωμίων. Εγένετο εν τοις παλαιοίς καιροίς ανήρ δίκαιος εκ φυλής Ιούδα, ω όνομα Ιωακείμ· ανήρ ένδοξος εν οσιότητι και ευλαβεία· ανήρ επίσημος εν ευγενεία και πλούτω· ανήρ φιλότιμος εν προσαγωγαίς θυσιών· ανήρ εν πάσιν ευάρεστος τω Θεώ· ανήρ επιθυμιών των του Πνεύματος, ότι περ άτεκνος ων και επιθυμία επί τέκνω συνεχόμενος, την του παναγίου Πνεύματος γεγένηκε Νύμφην· ανήρ ως αληθώς επιτυγχάνων, ότι εισήκουσεν ο Θεός των ευχών αυτού δωρησάμενος τούτω την υπέρ πάντα τα ποιήματα των ουρανίων και επιγείων υψηλοτέραν αξίως θυγατέρα. Τώδε ην γυνή θεοσεβής, όνομα αυτή Άννα, εκ της βασιλικής φυλής του Ιούδα, ήτοι του Δαβίδ, καταγομένη· γυνή, παντός απεχομένη κακού· γυνή, πιστώς τα προς τον Θεόν συνοικούσα τω ανδρί· γυνή, προσφοραίς και προσευχαίς μεγαλοδώροις συν τω ιδίω ανδρί τω Ναώ του Θεού προσκαρτερούσα· γυνή, εν ομονοία ψυχής και σωφροσύνη σώματος το μονότροπον αεί της γνώμης μετά του ανδρός κτησαμένη· κατά γαρ την πλάσιν του συζευχθέντος αυτή παρά Θεού, το οστούν διέσωσεν ασυντρίπτως του ανδρός, δια το φιλόθεον, το φίλανδρον αυτώ φυλάξασα της ξυνωρίδος. Ου γαρ βλαπτικώς ως η Εύα μετεποιήθη, αλλά βοηθός τω ανδρί συνηρμόσθη επί τε τοις των αρετών πολιτεύμασιν, επί τε ταις προς Θεόν ικεσίαις· ίσως γαρ άμφω περί την δέησιν της του τέκνου επιθυμίαις συνέκαμνον. Καθάπερ γεωργός άμα τη αυτού γυναικί χώραν καλλιεργήσαντες χέρσον, τον σπόρον καταβαλλόμενοι, της ευφορίας των καρπών επιτυχείν δι’ ευχής εκδέχονται. Ουχ ως η Εύα ζήσασα τω Αδάμ, αλλ’ ως συνεργός ευχρηστίας· και συμπονούσα μετ’ αυτού επί ταις ψυχικαίς εργασίαις, και ως αληθώς μερίς αγαθή τελεσφορήσασα την κοίτην τω ανδρί. Η μεν γαρ Εύα δια καρπόν φυτού, τω κόσμω λύπης εγένετο πρόξενος· η δε του Ιωακείμ Άννα δια καρπόν κοιλίας, τω κόσμω την χαράν εμνηστεύσατο. Πάσι μέντοι γνωστόν ως εν τη Γαλιλαία των Εθνών η Θεοτόκος ευηγγελίσθη Μαρία, εν τω οίκω του τέκτονος Ιωσήφ του και χρηματίσαντος μνήστορος αυτής· εύδηλον δε πάλιν ως εν Βηθλεέμ γεγέννηκε τον Χριστόν, ότι και πατρίς αύτη η πόλις ετύγχανεν ως από μητρός, καθά παρακατιών ο λόγος παραστήσει. Ο γαρ πατρικός αυτής οίκος, ο την προβατικήν περικλείων εν Ιερουσαλήμ υπήρχεν, ως ο λόγος, κολυμβήθραν, εν η τον εν οκτώ και τριάκοντα χρόνοις κατακείμενον παράλυτον ο Χριστός και Θεός ημών εθεράπευσεν εξεγείρας, ως εξ εκείνου μέλλων συμβολικώς του οίκου εκπορεύεσθαι ποιμήν των λογικών προβάτων· είτα και δια της εκείσε του ύδατος κολυμβήθρας, του θείου προτυπουμένου Βαπτίσματος και χρίσματος. Και γαρ της χρονίας πλάνης η νόσος, τας των ανθρώπων ως εν τάξει μελών παραλύσασα ψυχάς, τη καθάρσει του πνεύματος δι’ ύδατος εφυγαδεύθη. Ώσπερ και εν προσώπω της Βηθλεέμ ο άρτος εφυράθη ο νοητός της ζωής, ένθα και ο Χριστός αγγελοφανώς υπεδείχθη τω Αβραάμ, ο και τω Ιακώβ συμπαλαίσας Αγγέλου μορφή. Αυτός γαρ εστιν ο ελθών ευαγγελίσασθαι τοις μακράν και τοις εγγύς· αυτός εστι το Ευαγγέλιον της δικαιοσύνης· αυτός εστιν ο διαγγέλων το πρόσταγμα του Θεού και Πατρός· αυτός ο της μεγάλης βουλής Άγγελος ώτινι ο Πατήρ σύμβουλος γεγονώς, ειρήκει «ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν». Ούτός εστι και της αληθινής ζωής ο άρτος ο τω Βηθλεέμ ονόματι προκυρωθείς· Βηθλεέμ γαρ οίκος άρτου ερμηνεύεται. Ο εν τη σκηνή του βραάμ εγκρυφίως πεμφθείς, ήγουν εν μυστηρίω Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας. Πρόσφορον ουν ειπείν δια ταύτα: Ηυλόγησε Κύριος τον οίκον Δαβίδ του Βασιλέως, δια την εκ σπέρματος αυτού φανείσαν Παρθένον. Ηυλόγησε τον οίκον Ιωακείμ και Άννης των δικαίων, δια την τούτων ηγιασμένην θυγατέρα. Ηυλόγησε τον οίκον Ιωσήφ, δια την μυστικώς αυτώ παραδοθείσαν Νύμφην, την όντως αγνήν και αεί Παρθένον του Χριστού Μητέρα, την Θεοτόκον Μαρίαν. Όθεν επί τούτοις μακάριοι αληθώς της Θεομήτορος οι γεννήτορες, οις ο κόσμος αξίαν έχει την οφειλήν· οι μεν γαρ Προφήται, ότι περ δι’ αυτών αψευδώς εχρηματίσθησαν περί της ενανθρωπήσεως του Χριστού· οι Απόστολοι, ότι δια της αυτών θυγατρός υιοί φωτός εγεννήθησαν· οι Άγιοι, ότι μαρτυρικώς εστεφανώθησαν· οι Όσιοι και Δίκαιοι, ως των μελλόντων αγαθών κληρονόμοι· οι αμαρτωλοί, ως ταις πρεσβείαις ελεούμενοι της αειπαρθένου και Θεοτόκου· οις και βοώμεν ευχαρίστως. Χαίρε πάνσεπτε Πάτερ, της μετά Θεόν ελπίδος ημών Ιωακείμ· χάρις τη οσφύϊ σου. Χαίρε Μήτερ πάντιμε, της μητρός της ζωής ημών Άννα· δόξα τη νηδύϊ σου. Χαίροις Πάτερ, του πολυσπόρου γεννήματος γεωργέ. Χαίροις Μήτερ της σωτηρίας ημών. Χαίρε Πάτερ, του ουρανίου βότρυος υπηρέτα· Χαίρε Μήτερ, της αγαθής γης εκατονταπλασίων άρουρα. Χαίρε Πάτερ, του εμψύχου παραδείσου γεωργέ· Χαίρε Μήτερ, του ακλινούς κλάδου δένδρον. Χαίρε Πάτερ, του ασπίλου μαργαρίτου φύλαξ· Χαίρε Μήτερ, του καθαρού σμαράγδου πέτρα. Χαίρε Πάτερ, της ζωηρρύτου πηγής φλέξ· Χαίρε Μήτερ, της τεκνογόνου δίψης υδρία. Πληρούται το στόμα ημών του υμνήσαι της αγιωσύνης υμών τα εξαίρετα. Αλλ’ ουκ εσμέν ικανοί την θεόζευκτον υμών υμνήσαι δυάδα, ει μη γε κατά την φωνήν του εγγόνου υμών κατά σάρκα Χριστού αμφοτέρους μακαρίσαι και ειπείν· «Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς»· υμείς γάρ εστε οι δια την ατεκνίαν ονειδισθέντες άγιοι και ρημάτων ακούσαντες πονηρών, αλλ’ ευφρανθέντες μετ’ ολίγον επί τεκνογονία· και αρκεί υμίν προς έπαινον Μητέρα Θεού γεγενηκέναι. Αληθώς γαρ ως άξιοι προωρίσθησαν οι Δίκαιοι της Θεοτόκου γεννήτορες και συγγενείς γενέσθαι κατά σάρκα Χριστώ και ως εκ γένους επισήμου βασιλικού, λέγω, και ιερατικού τιμηθήναι· εξ αμφοίν γαρ η Θεοτόκος σεμνολογείται, επιμίκτων των δύο φυλών απ’ αρχής κατά διαφόρους τρόπους γεγενημένων. Ένθεν λοιπόν και επί των της Θεοτόκου γονέων ούτω: Ζαχαρίας ο πατήρ Ιωάννου αδελφόν έσχε συνιερέα καλούμενον Αγγαίον προ αυτού τετελευτηκότα· τούτου του Αγγαίου θυγατέρα προς γάμον ηγάγετο Ιωσήφ ο τέκτων, εξ ης τέσσαρας έσχεν υιούς και θυγατέρας δύο, ων εις ην Ιάκωβος ο επικληθείς αδελφός του Κυρίου, ο και πρώτος Επίσκοπος Ιεροσολύμων· και το όνομα της γυναικός τούτου Σαλώμη, ουχ η μαία αλλ’ ετέρα· μετά δε τον θάνατον ταύτης, μνηστεύεται ο Ιωσήφ την Θεοτόκον Μαρίαν, κατά το μητρικόν γένος καταγομένην από Ματθάν του Ιερέως, και αυτού από Σολομώντος του υιού Δαβίδ καταγομένου, ως φησί το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον γενεαλογούν. Ούτος γαρ ο Ματθάν τρεις έσχε θυγατέρας εκ Μαρίας της γυναικός αυτού, ων τα ονόματα Μαρία, Σωβή, Άννα. Η ουν Μαρία γεννά Σαλώμην την μαίαν· η δε Σωβή γεννά την Ελισάβετ την μητέρα του Ιωάννου του Βαπτιστού. Η δε Άννα, γεννά την Θεοτόκον Μαρίαν εν Βηθλεέμ, την κατά το όνομα της μάμμης και θείας επικληθείσαν Μαρίαν. Ως είναι την Ελισάβετ ανεψιάν μεν της Άννης, εξαδέλφην δε της Θεοτόκου, κυρούντος αμφότερα του Ευαγγελίου, δια μεν το πατρώον γένος και σαρκικόν του Χριστού «ην, φησίν, ο Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος, ων, ως ενομίζετο, υιός του Ιωσήφ, του Ηλί, του Ματθάν»· δια δε το μητρώον «Ιδού, φησίν, Ελισάβετ η συγγενής σου». Ων ένεκα, δόξα τη συγκαταβάσει του Θεού ημών, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου