Ἀπό τήν ἐπιστολήν τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων πρός τόν Βασιλέα Μιχαήλ Παλαιολόγον -- Τοῦ Δημητρίου Χατζηνικολάου, Ἀν. Καθηγητοῦ Οἰκονομικῶν τοῦ Παν/μίου Ἰωαννίνων

Πολλοί «ὀρθόδοξοι» σήμερον νομίζουν ἐσφαλμένως ὅτι ἡ ἐν γνώσει ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἄμεσος ἤ ἔμμεσος, μέ σχισματο-αιρετικούς ψευδεπισκόπους τοῦ τύπου Βαρθολομαίου, Ἱερωνύμου κ.ἄ. δέν κολάζει, ἀλλ’ ἀρκεῖ ν’ αὐτοπροσδιορίζηταί τις ὡς «ἀντι-οικουμενιστής», νά γράφῃ ἀντι-οικουμενιστικά ἄρθρα κ.λπ. καί ταυτοχρόνως δύναται νά κοινωνῇ μέ τούς ὡς ἄνω ψευδεπισκόπους, κατά τήν αἵρεσιν τοῦ «δυνητικοῦ κανόνος» τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, συμφώνως πρός τήν ὁποίαν δύναταί τις νά συμπορεύηται καί μέ τόν Χριστόν καί μέ τόν Διάβολον! αἵρεσις αὐτή ἔχει πολλάκις καταρριφθῆ μέ βιβλία καί ἄρθρα, ὡς προφανής διαστροφή τῆς Ἀληθείας, ἀλλά παραμένει ὡς ἡ ἐπικρατοῦσα στάσις, ἐπειδή «βολεύει» τά μάλα.

Στόχος τοῦ παρόντος εἶναι νά ὑπενθυμίσωμεν, διά πολλοστήν φοράν, εἰς τούς ὀπαδούς τῆς αἱρέσεως τοῦ «δυνητισμοῦ» ἤ «ἀχρικαιρισμοῦ» ὅτι ἡ στάσις των αὐτή τούς καθιστᾶ ἐνόχους διά τά ἐγκλήματα τῶν αἱρετικῶν μέ τούς ὁποίους κοινωνοῦν.

Αὐτό διδάσκουν ὅλαι αἱ Γραφαί, ὅλαι αἱ Σύνοδοι καί ὅλοι οἱ Πατέρες, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Μάρκος Εὐγενικός, συνοψίζων ἄριστα τήν ’Ορθόδοξον διδασκαλίαν τῆς ἀποτειχίσεως ἀπό αἱρετικούς ψευδεπισκόπους: «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι καί πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί φεύγειν τούς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καί τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι» (P.G. 160, σ. 101, ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος). Ἀντί παραθέσεως πολλῶν ἀκόμη ἁγιογραφικῶν καί ἁγιοπατερικῶν χωρίων, καθώς καί παραδειγμάτων ἀπό τήν Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν, πού τεκμηριώνουν αὐτήν τήν διδασκαλίαν, παραθέτομεν ἁπλῶς τό παράδειγμα τῶν ἐπί «πατριάρχου» Βέκκου ἀγωνισθέντων καί θεαρέστως μαρτυρησάντων Ἁγιορειτῶν Πατέρων. Εἰς τήν γνωστήν ἐπιστολήν των, τήν ὁποίαν ἔγραψαν περί τό 1275 πρός τόν Βασιλέα Μιχαήλ Παλαιολόγον,[1] ἀντιδρῶντες εἰς τάς πιέσεις πού ἐδέχοντο νά μνημονεύσουν τόν «πάπαν», μετά ἀπό τήν ἑνωτικήν ψευδο-σύνοδον τῆς Λυῶνος, ἐπεκαλέσθησαν, μεταξύ ἄλλων, καί τό ἀκόλουθον χωρίον τῆς Καινῆς Διαθήκης: «Εἴ τις ἔρχεται πρός ὑμᾶς καί ταύτην τήν διδαχήν οὐ φέρει, μή λαμβάνετε αὐτόν εἰς οἰκίαν, καί χαίρειν αὐτῷ μή λέγετε· ὁ γάρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Ἰω. Β΄, 10-11). Τό χωρίον τοῦτο ἀνέλυσαν ὡς ἑξῆς (εἰς ἐλευθέραν μετάφρασιν τοῦ γράφοντος):

Ἄν ἐμποδιζώμεθα ἁπλῶς νά τόν χαιρετίσωμεν [τόν «πάπαν»] καθ’ ὁδόν καί νά τόν εἰσαγάγωμεν εἰς μίαν συνήθη οἰκίαν, τότε πῶς θά τόν εἰσαγάγωμεν, ὄχι εἰς οἰκίαν, ἀλλά εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ; ... Καί ἄν ὁ ἁπλοῦς χαιρετισμός του ἰσοδυναμεῖ μέ κοινωνίαν μέ τά πονηρά του ἔργα, πόσον μᾶλλον ἡ μνημόνευσίς του ἐκφώνως ἔμπροσθεν τῶν θείων καί φρικτῶν μυστηρίων; Ἄν δέ Αὐτός πού κεῖται ἔμπροσθεν ἡμῶν εἶναι ἡ Αὐτοαλήθεια, τότε πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀνεχθῇ τοῦτο τό μέγα ψεῦδος, τό νά κατατάσσηται δηλαδή αὐτός μεταξύ τῶν λοιπῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν; Θέατρον θά παίξωμεν ἐνώπιον τῶν φρικτῶν μυστηρίων; Πῶς εἶναι δυνατόν ν’ ἀνεχθῇ τοιοῦτόν τι ἡ ὀρθόδοξος ψυχή, χωρίς ν’ ἀπομακρυνθῇ ἀμέσως ἀπό τούς μνημονευτάς, θεωρῶντας αὐτούς ἱεροκαπήλους; Διότι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ τήν ἀναφοράν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως ἐνώπιον τῶν ἀδύτων μυστηρίων ὡς τελείαν συγκοινωνίαν. Εἰς τήν ἑρμηνείαν τῆς θείας λειτουργίας ἔχει γραφῇ ὅτι ὁ ἱερουργῶν ἀναφέρει τό ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως, διά νά δείξῃ ὅτι ὑποτάσσεται εἰς αὐτόν καί ὅτι εἶναι κοινωνός τῆς πίστεώς του... Καί ὁ μέγας πατήρ ἡμῶν καί ὁμολογητής Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ταῦτα λέγει: μολυσμόν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ ἀναφέρειν τόν αἱρετικόν, ἀκόμη καί ὅταν ὁ ἀναφέρων εἶναι ὀρθόδοξος ... Ἀλλά θά δεχθῶμεν τό μνημόσυνον κατ’ οἰκονομίαν; Καί πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι ἀποδεκτή μία οἰκονομία πού βεβηλώνει τά θεῖα μυστήρια καί διώκει ἀπό αὐτά τό Ἅγιον Πνεῦμα, στερῶντας ἔτσι τούς πιστούς ἀπό τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν των καί τήν χάριν τῆς υἱοθεσίας; Ὑπάρχει τι ζημιωδέστερον τούτου; Ἡ κοινωνία μετ’ αὐτῶν εἶναι προφανής ἔκπτωσις καί ἀνατροπή τῆς Ὀρθοδοξίας. Διότι ὁ αἱρετικόν δεχόμενος τοῖς αὐτοῦ ἐγκλήμασιν ὑπόκειται καί ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν ἀκοινώνητός ἐστιν, ὡς συγχέων τόν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας (ἡ ἔμφασις τοῦ γράφοντος).

Ὥστε, λοιπόν, κατά τούς Ἁγιορείτας Πατέρας τοῦ 1275, «ἱεροκάπηλοι» εἶναι οἱ μνημονευταί τῶν αἱρετικῶν! Ὡς γνωστόν, οἱ τότε Οἰκουμενισταί τοῦ Βέκκου ἄλλους ἀπό αὐτούς τούς Ἁγιορείτας ἀπεκεφάλισαν, ἄλλους ἐκρέμασαν, ἄλλους ἔκαψαν ζωντανούς και ἄλλους ἔπνιξαν. Εἶναι, βλέπετε, στενός, ἀκανθώδης καί μαρτυρικός ὁ δρόμος τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας, τόν ὁποῖον ἀκολουθοῦν ὀλίγοι, ἐνῶ ὁ δρόμος τῆς ἀπωλείας εἶναι πλατύς, τόν ὁποῖον δυστυχῶς ἀκολουθοῦν οἱ πολλοί.



[1] Βλ. V. Laurent καί J. Darrouzes, Dossier Grec de L´Union de Lyon (1273-1277), Institut Francais D´Etudes Byzantines, Paris 1976, σ. 377-403, 2Βλ. V. Laurent καί J. Darrouzes, . ., σελ. 397-399.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου