Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Ἐ. Βολουδάκη
Η ΣΥΓΚΥΡΙΑ τῆς ἐφαρμογῆς
τοῦ νέου «Ἀντιρατσιστικοῦ Νόμου» μᾶς ἐπιβάλλει νὰ θυμηθοῦμε πῶς νομοθετοῦσαν στὰ
χρόνια τῆς πνευματικῆς ὑγείας οἱ Ὀρθόδοξοι λαοί. Γι’ αὐτὸ ἐπιχειροῦμε νὰ
θυμίσουμε κάποιες ξεχασμένες ἀλήθειες, ποὺ κρύβονται στὸ νομοθετικὸ βιβλίο τῆς
Αὐτοκρατόρισσας τῆς Ρωσίας Μ. Αἰκατερίνης μὲ τίτλο «ΝΑΚΑΖ= ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ». Μέσα ἀπὸ
τὴν «Εἰσήγηση» τῆς Μ. Αἰκατερίνης, ποὺ ἀπετέλεσε τὸ νομοθετικὸ πλαίσιο ἀλλὰ καὶ
τὴν κατευθυντήρια ψυχὴ τοῦ Ρωσικοῦ Δικαίου, ἀναδεικνύεται ἡ ἀβυσσαλέα διαφορὰ τῆς
μυωπικῆς καὶ διατεταγμένης ἀπὸ τὴ σκοπιμότητα πολιτικῆς, ἀπὸ τὴν πολιτικὴ
διορατικότητα, ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὰ πάνσοφα κριτήρια καὶ τὴν ἁγιοπνευματικὴ πεῖρα
τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό διέκρινε καί ὁ σοφός Διδάσκαλος τοῦ Γένους μας Εὐγένιος
Βούλγαρης -Διάκονος τότε- καί τό μετέφρασε στήν Ἑλληνική γλῶσσα, γιά νά
χρησιμεύση ὡς πολιτικός ὁδηγός στήν ἀνασύσταση τοῦ Ἔθνους μας. Τὸ ἴδιο
διεπίστωσε καὶ ὁ Φωτιστής τοῦ Γένους μας ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ τό ἐγκωμίασε
ὡς πολυτιμώτατο ὄχι μόνον διά τὴν πολιτεία ἀλλὰ καὶ «διά τὴν Ἐκκλησία». Τό
Νομοθέτημα «ΝΑΚΑΖ=ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ» τό ἔχουμε σχολιάσει διεξοδικά στήν ἐπανέκδοσή του,
πού ἔγινε τό 2013. Μέ τό ἄρθρο μας αὐτό θά ἐπιχειρήσουμε νά προβάλλουμε μόνο
κάποια χαρακτηριστικά σημεῖα του.
Ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας
Ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας, ὁρίζεται μέ βάση τίς Ἀρχές
τῆς Πίστεώς μας καί ὄχι μέ τήν νοοτροπία τοῦ κόσμου. Ἡ ἐλευθερία δέν ὁρίζεται ὡς
δυνατότητα ἐπιλογῆς, γιά νά κάνη ὁ καθένας ὅ,τι θέλει, ἀλλά ὡς ἐξασφαλισμένη ἀπό
τό Κράτος δυνατότητα νά θέλη ὁ πολίτης νά πράττη καί νά μπορῆ νά πράξη, αὐτά
πού πρέπει (σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ) νά θέλη. Εἶναι ἀδύνατον νά σταθῆ
πολίτευμα, στό ὁποῖο δέν κυριαρχοῦν ἀμετακίνητες Ἀρχές, μή προερχόμενες ἀπό ἀνθρώπινες
ἐπινοήσεις, ἀπό τά πάθη καί τίς ροπές τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀπορρέουσες ἀπό τίς Ὁδηγίες
τοῦ Θεοῦ. Ἄλλως, γιατί ὁ καθένας μας νά πειθαρχῆ σέ ἀνθρώπινες διατάξεις καί ἐπινοήσεις;
«Εἰς μίαν Ἐπικράτειαν, τουτέστιν εἰς μίαν ἀνθρώπων κοινωνίαν, εἰς ἣν εὑρίσκονται
Νόμοι, ἡ ἐλευθερία εἰς οὐδὲν ἄλλο ὑφίσταται, πάρεξ εἰς τὸ νὰ δύναται ἕκαστος νὰ
πράττῃ ἐκεῖνο ὁποῦ πρέπει νὰ θέλῃ, καὶ εἰς τὸ νὰ μὴ καταναγκάζεται νὰ πράττῃ ἐκεῖνο
ὁποῦ δὲν πρέπει νὰ θέλῃ». Στίς σύγχρονες κοινωνίες οἱ πολῖτες ἀναγκάζονται νά
μή πράττουν ἐκεῖνα πού πρέπει νά θέλουν, γιατί μέ τό ‘’ἔτσι θέλω’’ τό ἐπιβάλλουν
οἱ δυναμικές μειοψηφίες πού κυριαρχοῦν, ὅπως μέ τό νά ἐμποδίζονται στίς ἀπεργίες
νά προσέλθουν στίς ἐργασίες τους ὅσοι πολῖτες τό ἐπιθυμοῦν καί οἱ μαθητές στά
Σχολεῖα τους. Ὅμως, πολιτική ἐλευθερία δέν σημαίνει ἀσυδοσία, γι’ αὐτο «εἶναι ἀναγκαῖον
νὰ εἰδοποιηθῇ ὁ Νοῦς ἑκάστου μίαν ἰδέαν ἐναργῆ καὶ ἠκριβωμένην τῆς ἐλευθερίας. Ἡ
ἐλευθερία εἶναι, ἡ ἄδεια εἰς τὸ νὰ πράττῃ ἕκαστος ἐκεῖνο ὁποῦ συγχωροῦσιν οἱ
Νόμοι. Καὶ ἄν ὁ Πολίτης ἠδύνατο νὰ πράττῃ ἐκεῖνο ὁποῦ οἱ Νόμοι ἀπαγορεύουσι,
τότε δέν ἔμενε πλέον ἡ ἐλευθερία: ἐπειδὴ καὶ οἱ λοιποὶ ἤθελαν ἔχουν ἐπίσης τὴν
αὐτὴν δύναμιν. Ἡ λύση εἶναι ἁπλῆ καί φέρνει τήν εἰρήνη καί τήν γαλήνη στό
Κράτος: «Ἡ πολιτικὴ ἐλευθερία τοῦ Πολίτου, εἶναι ἐκείνη ἡ γαλήνη τῆς ψυχῆς, ἥτις
προέρχεται εἰς ἕνα ἕκαστον ἀπὸ τὴν τῆς ἰδίας ἑαυτοῦ ἀσφαλείας ὑπόληψιν. Καὶ διὰ
νὰ σώζεται ἡ ἐλευθερία αὕτη, πρέπει ἡ Διοίκησις τοιαύτη νὰ εἶναι, ὁποῦ ὁ ἕνας
Πολίτης νὰ μὴ ἔχῃ νὰ φοβῆται τὸν ἄλλον, ἀλλὰ σύμπαντες ὁμοῦ νὰ φοβοῦνται τοὺς
Νόμους» (Ἄρ θρο 39). Ἄν ἐφαρμόζονταν αὐτά σήμερα, δέν θά κυριαρχοῦσε ἡ
τρομοκρατία καί ἡ ἀνασφάλεια τῶν πολιτῶν. Αὐτά, ὅμως, ἀπαιτοῦν πιστούς στόν Θεό
κυβερνῆτες! Καλλιέργεια ἑνός πνεύματος, πού θά μορφώνη καί θά «πολιταγωγῆ» Ἀπαραίτητη
σέ ἕνα Κράτος εἶναι ἡ καλλιέργεια ἑνός πνεύματος πού θά μορφώνη καί θά
«πολιταγωγῆ» - κατά τήν ἔκφραση τῆς Μ. Αἰκατερίνης- τούς πολῖτες. Αὐτά εἶναι «ἡ
Θρησκεία, τὸ Κλῖμα, οἱ Νόμοι, αἱ τῆς Ἡγεμονίας Γνῶμαι, τὰ Παραδείγματα τῶν
προγεγονότων, τὰ Ἤθη, τὰ Ἔθιμα». Πρῶτο καί κυρίαρχο ἡ Θρησκεία. Ἀπό αὐτήν
πρέπει νά ἀπορρέουν οἱ Νόμοι, ἡ ζωή καί ἡ ἱστορία τῶν προγόνων, τά Ἤθη καί τά Ἔθιμα».
Ἄν δέν ἀπορρέουν ἀπό τόν Θεό ὅλα αὐτά, δηλαδή ὁλόκληρη ἡ ζωή, τότε ἡ μόνη
λογική συνέπεια εἶναι ἡ ἀναρχία, ἀφοῦ δέν εἶναι δυνατόν νά ἀνεχθῆ ὁ ἄνθρωπος
κανένα ἀνθρώπινο ‘’ἀφεντικό’’ στό κεφάλι του, παρά μόνο διά τῆς βίας. Αὐτό, ὅμως,
τό μόνο λογικό καί αὐτονόητο, εἶναι ἀκατανόητο γιά τούς σημερινούς Κυβερνῆτες,
οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ γκρέμισαν τόν Θεό ἀπό τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, προσπαθοῦν (ὤ τῆς
ἀνοησίας τό μέγεθος) νά πείσουν τούς ἀνθρώπους νά πειθαρχήσουν στά διατάγματά
τους! Ἄν δέν ἀπορρέη ἀπό τόν Θεό ὁλόκληρη ἡ ζωή, τότε ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου
κατακερματίζεται, καί ἡ κατακερματισμένη ζωή δέν εἶναι ἀνεκτή ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους,
ἀλλά μόνο ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν λίγες πνευματικές ἀπαιτήσεις ἀπό τήν ἐπίγεια
ζωή τους καί ἔχουν συρρικνώσει τό πνεῦμα τους στίς βιωτικές καί ἐγκεφαλικές
τους ἐνασχολήσεις. Αὐτός ὁ κατακερματι σμός, προέκυψε σάν ἀποτέλεσμα τῆς ἀτομικῆς
φιλοσοφίας γιά τή ζωή. Στόν Πύργο τῆς Βαβέλ ὁ Θεός ἔβαλε διαχωριστικές γραμμές,
ἀπομονώνοντας κάθε κατακερματισμένη μερίδα ἀπό τίς ἄλλες, συγχέοντάς τους τήν
γλῶσσα, γιά νά δοθῆ ἡ δυνατότητα στόν κάθε ἄνθρωπο νά τοποθετηθῆ ὑπεύθυνα ὡς
πρός τό πῶς θέλει νά ζήση. Δέν ξεχώρισε Ἔθνη στή Βαβέλ ὁ Θεός, ἀφοῦ Ἔθνη δέν ὑπῆρχαν.
Ἕνα ἦταν τό Γένος τῶν ἀνθρώπων. Ξεχώρισε ὁμάδες ὁμοφρόνων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι,
καί μόνο αὐτοί, καταλάβαιναν τή γλῶσσα τῶν ὁμοφρόνων τους καί κανείς ἄλλος. Ἔτσι,
μέ τό νά ἀφήση ὁ Θεός κάθε ἀνθρώπινο χαρακτῆρα νά ἀνήκη ἐκεῖ πού ἐπέλεξε,
δημιουργήθηκαν τά διάφορα Ἔθνη, ἀπαρτιζόμενο τό καθένα ἀπό ὁμοιογενεῖς ἀνθρώπους
στόν τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι καί τοῦ ζῆν. Βεβαίως κανένα Ἔθνος δέν μπορεῖ νά
καυχηθῆ ὅτι ἔχει μόνο ἀρετές καί ὄχι ἐλαττώματα, ἐφ’ ὅσον «οἱ διάφοροι χαρακτῆρες
τῶν Ἐθνῶν εἶναι ἀνάμικτοι ἐξ ἀρετῶν καὶ ἐλαττωμάτων· ἐξ ἰδιωμάτων καὶ ἀγαθῶν,
καὶ κακῶν» (Ἄρθρο 52).
Ὁ ὅρκος ἐνώπιον τῶν Δημοσίων
Ἀρχῶν
Ὁ ὅρκος ἐνώπιον τῶν Δημοσίων Ἀρχῶν στή Ρωσσία ἐδίδετο μέ ἀσπασμό τοῦ
Τιμίου Σταυροῦ. Συνιστᾶται νά μή γίνεται κατάχρησή του, γιατί «ἐὰν ὁ ὅρκος
κατασταθῇ πρόχειρος καὶ κοινός, ἐξασθενεῖ καὶ διαφθείρεται ἡ δύναμὶς του. Ὁ
πολλὰ τοῦ Σταυροῦ ἀσπασμός δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέπεται, εἰμὴ ὅταν ὁ ὁρκιζόμενος εἶναι
ἔξω τοῦ ἰδίου καὶ προσωπικοῦ συμφέροντος, καθὼς οἱ Κριταὶ καὶ οἱ εἰσαγόμενοι
μάρτυρες». Στήν Πατρίδα μας τά τελευταῖα χρόνια γίνεται ζωηρός λόγος γιά τήν
κατάργηση τοῦ ὅρκου ἐνώπιον τῶν Δημοσίων Ἀρχῶν καί, δυστυχῶς, πρωτοστατοῦν σ’ αὐτό
καί κάποιοι Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι δέν διαβάζουν σωστά τήν Ἁγία Γραφή γιά τό θέμα
αὐτό, οὔτε τήν ὑπερχιλιόχρονη Ἱστορία τῆς Ρωμιοσύνης. Ἔτσι, χωρίς νά τό
καταλαβαίνουν, συνηγοροῦν μέ τούς ἐχθρούς τῆς Πίστεως πολιτικούς, οἱ ὁποῖοι,
βεβαίως, δέν ἐπιδιώκουν τήν κατάργηση τοῦ Ὅρκου ἀπό σεβασμό στήν Ἁγία Γραφή, ἀλλά
γιά νά κερδίσουν ἕνα ἀκόμη βῆμα γιά τήν ἐξάλειψη τῆς Πίστεως ἀπό τήν Δημόσια
ζωή. Ἡ Φύσις κάθε λαοῦ Εἶναι ἐκπληκτικές οἱ παρατηρήσεις τῆς Μ. Αἰκατερίνης γιά
τή φύση κάθε λαοῦ, ἰδιαιτέρως χρήσιμες γιά κάθε Κυβερνήτη, πού πρέπει νά
γνωρίζη τήν ἰδιοπροσωπία τοῦ λαοῦ του ἀλλά καί κάθε λαοῦ, ἀφοῦ γιά τούς κυβερνῶντες
σήμερα, ἡ συναλλαγή μέ ὅλους τούς λαούς εἶναι ἐπιβεβλημένη: «Ἡ Φύσις καὶ τὸ Κλῖμα
κυριεύουσι τοὺς ἀγρίους, καὶ μήπω ἡμερωθέντας ἀνθρώπους. Τὰ ἔθη διϊθύνουσι τοὺς
Κινέζους. Οἱ Νόμοι τυραννοῦσι τοὺς Ἰαπωνίτας. Τὰ Ἤθη ἔδιδον ἄλλοτε τὸν τόνον εἰς
τοὺς Λακεδαίμονας. Αἱ Γνῶμαι τῆς Ἡγεμονίας, καὶ τὰ ἤθη τὰ παλαιά, τὸν ἔδιδον εἰς
τὴν Ῥώμην». Αὐτό σήμερα παρατηρεῖται στήν Ἀγγλί α. «Ἡ ἐμπιστοσύνη τῶν Ἱσπανῶν ἦτον
ἀνέκαθεν διὰ παντὸς θρυλουμένη. Ἡ Ἱστορία μᾶς διηγεῖται πόσον αὐτοὶ ἦσαν πιστοὶ
εἰς τὰ αὐτοῖς παρακατατιθέμενα. Συχνάκις ὑπέμειναν τὸν θάνατον, διὰ νὰ τὰ
φυλάξουν ἀπόῤῥητα· καὶ ἡ τοιαύτη πίστις τὴν ὁποίαν αὐτοὶ ἔκπαλαι εἶχον, σώζεται
παρ’ αὐτοῖς μέχρι τῆς σήμερον. Ὅλα τὰ Ἔθνη ὁποῦ πρα γματεύονται εἰς Γάδιτζ, ἐμπιστεύονται
τὴν αὐτῶν περιουσίαν εἰς τοὺς Ἱσπανούς, καὶ οὐδέποτε μετενόησαν. Ἀλλ’ ὅμως τοῦτο
τὸ ἀξιάγαστον ἰδίωμα, ἑνωμένον μὲ τὴν αὐτῶν ῥαθυμίαν, ἀπογεννᾷ ἕνα μῖγμα ἐξ οὗ
προέρχονται τινὰ ἀποτελέσματα εἰς αὐτοὺς ὀλέθρια. Τὰ Ἔθνη τῆς Εὐρώπης κάνουν ἔμπροσθεν
εἰς τὰ ὀμμάτιά των, ὅλην τὴν πραγματείαν τῆς Μοναρχίας των». Ἔτσι ἐξηγεῖται τό
πῶς καί σήμερα ἡ Ἱσπανία ἔγινε οἰκονομικό θῦμα τῆς Εὐρώπης. «Ὁ χαρακτὴρ τῶν
Κινέζων συσταίνει ἓν ἄλλον μῖγμα ὅλον ἐναντίον τοῦ χαρακτῆρος τῶν Ἱσπανῶν. Ἡ ζωὴ
ἐκείνων, ἡ, διὰ τὴν Φύσιν τοῦ Κλίματος καὶ τῆς Γῆς, ἐνδεὴς καὶ ἐπίπονος, ἐναπογεννᾷ
εἰς αὐτοὺς μίαν δραστηριότητα θαυμασίαν, καὶ μίαν φιλοκέρδειαν τόσον ὑπερβολικήν,
ὁποῦ κανένα ἐμπορικὸν Ἔθνος δὲν ἠμπορεῖ νὰ τοὺς ἐμπιστευθῇ. Ἡ γνωστὴ καὶ ἤδη
πασίδηλος αὐτῶν ἀπιστία, διεφύλαξεν εἰς αὐτοὺς τὴν ἐμπορίαν τῆς Ἰαπωνίας». Ἡ
«πασίδηλος αὐτῶν ἀπιστία» ἔχει λησμονηθῆ στίς μέρες μας ἀπό τούς πολιτικούς,
σάν νά ἔχη ἀλλάξει ὁ λαός αὐτός μέ τά χρόνια, παρ’ ὅτι ἱστορικά «οὐδεὶς τῶν ἐν
Εὐρώπῃ πραγματευομένων δὲν ἐρριψοκινδύνευσε ποτὲ νὰ πραγματευθῇ ὡς ἐξ ὀνόματος ἐκείνων·
ἀγκαλὰ ἡ ἐπιχείρησις ἤθελεν εἶναι, διὰ τῶν παραθαλασσίων τῆς Κίνας Ἐπαρχιῶν εὐκολωτάτη»!
Γνωρίζουν, ἆραγε, οἱ Κυβερνῆτες μας τίς ἰδιαιτερότητες αὐτές ἤ θεωροῦν πώς οἱ
λαοί ἀλλάζουν χαρακτῆρα μέ τά χρόνια καί τίς κοινωνικές ἐξελίξεις, χωρίς
πραγματική ἀλλαγή στόν πνευματικό τους προσανατολισμό; «Ὅλα τὰ πολιτικὰ ἐλαττώματα,
δὲν εἶναι ἐλαττώματα Ἠθικά· οὐδὲ ἀνάπαλιν τὰ ἐλαττώματα τὰ Ἠθικά, ἐλαττώματα
πολιτικά» Σημαντικές, ἐπίσης, εἶναι οἱ ὑπογραμμίσεις τῆς Μ. Αἰκατερίνης: α) «ὅτι
ὅλα τὰ πολιτικὰ ἐλαττώματα, δὲν εἶναι ἐλαττώματα Ἠθικά· οὐδὲ ἀνάπαλιν τὰ ἐλαττώματα
τὰ Ἠθικά, ἐλαττώματα πολιτικά. Καὶ τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο ὁποῦ δὲν ἔπρεπε νὰ ἀγνοοῦσιν
οἱ Νομοθετοῦντες, διὰ νὰ μὴ θεσπίζωσι Νόμους εἰς τὸ καθόλου πνεῦμα τοῦ Ἔθνους ἀντικρούοντας»
καί β) ὅτι «ὅσῳ περισσοτέραν συγκοινωνίαν ἔχουσιν οἱ λαοὶ πρὸς ἀλλήλους, τόσῳ εὐκολώτερα
μεταβάλλουσι τὰ Ἔθη τὰ ἴδια» (πρβλ. «φθείρουσιν ἤθη χρηστά ὁμιλίαι κακαί»).
Σήμερα, αὐτή καθ’ ἑαυτήν ἡ Παγκοσμιοποίηση εἶναι ἡ πηγή τοῦ κακοῦ καί ἡ αἰτία τῆς
παγκοσμίου διαφθορᾶς τῶν ἠθῶν. «Διὰ τῶν Νόμων ρυθμίζονται τὰ διωρισμένα ὑπὸ τῶν
Νόμων, διὰ δὲ τῶν Ἐθῶν τὰ ὑπὸ τῶν Ἐθῶν!» Γιά τίς ἀναγκαῖες καί πολλές φορές
ριζικές μεταρρυθμίσεις, προβάλλει ἡ «Εἰσήγησις» ἕνα «χρυσοῦν» κανόνα, ὁ ὁποῖος
βοηθεῖ τήν πολιτειακή τελειοποίηση χωρίς νά ἀναστα τώνη τά ἤθη τῶν πολιτῶν: «ὅταν
τύχῃ ἀνάγκη νὰ γένουν μεγάλαι μεταβολαὶ εἰς ἓν Ἔθνος πρὸς μείζονα αὐτοῦ εὐπραγίαν,
πρέπει νὰ μεταῤῥυθμίζωνται διὰ μὲν τῶν Νόμων τὰ διωρισμένα ὑπὸ τῶν Νόμων, διὰ δὲ
τῶν Ἐθῶν τὰ ὑπὸ τῶν Ἐθῶν. Εἶναι ἕνα πολιτικὸν πολλὰ ἀδόκιμον, τὸ νὰ θέλῃ νὰ
μεταβάλῃ τὶς διὰ Νόμων, ἐκεῖνο ὁποῦ διὰ τῶν Ἐθῶν πρέπει νὰ λάβῃ τὴν μεταῤῥύθμισιν».
Μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς Αὐτοκρατόρισσας, ποὺ εἶναι καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας
μας, θὰ ἦταν ἀδιανόητο νὰ ἐκδοθῆ ποτὲ ὁ διαβόητος «Ἀντιρατσιστικὸς Νόμος», ποὺ ἀνατρέπει
ὁλοσχερῶς τὸ ἦθος τοῦ Γένους μας, ἀφοῦ ―συμφώνως πρὸς τὸ κατὰ Θεὸν νομοθετεῖν―
τὰ ἤθη δὲν καθορίζονται μὲ Νόμους τοῦ Κράτους, ὅταν τὸ Κράτος θέλει τὴν
πραγματικὴ προκοπὴ τῶν πολιτῶν καὶ ὄχι τὴν ἠθικὴ ἐξαθλίωσή τους, ὅπως ἐπιδιώκουν
τὰ σύγχρονα Πολιτεύματα. Αὐτό, δηλαδή, ποὺ ἡ Μ. Αἰκατερίνη χαρακτηρίζει
«πολιτικὸν πολλὰ ἀδόκιμον» ἡ σύγχρονη πολιτικὴ γραμμὴ τὸ χαρακτηρίζει «πολιτικῶς
ὀρθὸν» καί, μάλιστα, ἐπιβεβλημένο! «Ο Tempora, o mores»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου