ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Ότι το Πνεύμα όπερ εφάνη σήμερον εις τους Αποστόλους δεν ήτο η υπόστασις του Πνεύματος, αλλ’ η Χάρις των τριών Προσώπων, και ότι άλλο χάρις και άλλο υπόστασις.                                                    

Και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου και ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις, καθώς το Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι. (Πράξ. β: 4).                                                         

Μεγαλόδωρος ο παντελεήμων και αναλλοίωτος Θεός, χαρίζει όχι μόνον εκείνο το οποίον θέλει υποσχεθή, αλλά και ακόμη περισσότερον. Και όχι μόνον εις τους φίλους του, αλλ’ ακόμη και εις τους εχθρούς του, επειδή ο ίδιος είπεν· «Ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι» (Ματθ. κδ: 35). Υπεσχέθη εις τον Δαβίδ ότι από το γένος του θα γεννηθή ο Μεσσίας· παροργίζει ο Δαβίδ τον Θεόν βαρέως και μεθ’ όλον τούτο ο Θεός δεν παρέβη την υπόσχεσίν του. Υπεσχέθη εις τον Ισραηλιτικόν λαόν να τους δώση Νόμον θεόγραφον, αν και αυτοί υποσχεθώσιν, ότι θα τον φυλάξωσι. Κατεφρόνησαν εκείνοι την υπόσχεσιν, αλλ’ ο Θεός δεν ηθέτησεν εκείνο το οποίον τους υπεσχέθη. Έταξεν εις τον γέροντα Συμεών να μη ίδη θάνατον, προ τού να ίδη οφθαλμοφανώς τον Δεσπότην της ζωής και του έδωσε περισσότερα, από όσα υπεσχέθη, επειδή όχι μόνον τον ηξίωσε να ίδη τον Χριστόν με αισθητούς οφθαλμούς, αλλά και να τον πιάση με τας χείρας του και να τον δεχθή εις τας αγκάλας του.

Υπεσχέθη να βλαστήση η ράβδος εκείνου, όστις έμελλε να φανή άξιος ιερεύς και εβλάστησεν η ράβδος του Ααρών, όχι μόνον φύλλα, αλλά και άνθη και καρπούς. Υπεσχέθη εις τον βασιλέα Εζεκίαν, όταν ήτο στενοχωρημένος από το στράτευμα Σεναχειρίμ του βασιλέως, ότι ουδείς από τους εχθρούς του θέλει εισέλθει εντός της Ιερουσαλήμ και όχι μόνον αυτήν την υπόσχεσιν επλήρωσεν, αλλ’ ακόμη δια χειρός ενός Αγγέλου εθανάτωσεν εις μίαν νύκτα χιλιάδας εχθρών. Τόσον πιστός ο Θεός εις την υπόσχεσίν του, τόσον μεγαλόδωρος εις τα χαρίσματά του, ώστε δεν δίδει μόνον εκείνο όπερ έταξεν, αλλ’ ακόμη περισσότερον. Δεν δίδει μόνον εκείνο το οποίον θα του ζητήσωμεν, αλλά και εκείνα τα οποία δεν γνωρίζομεν να του ζητήσωμεν. Εζήτησεν ο παραλυτικός την υγείαν του σώματος και ο μεγαλόδωρος Δεσπότης όχι μόνον αυτό του έδωσεν, αλλά και την υγείαν της ψυχής. Εζήτησεν η Παρθένος και Μήτηρ από τον Μονογενή της Υιό να δώση εις τον γάμον της εν Κανά Γαλιλαίας παρηγορίαν τινά εις την έλλειψιν του οίνου και ο μεγαλόδωρος Υιός, όχι μόνον αυτό εποίησεν, αλλά και άφησεν εις εκείνον τον οίκον εξ αγγεία πλήρη οίνου. Εζήτησεν ο ευγνώμων ληστής να τον ενθυμηθή ο εσταυρωμένος Ιησούς, όταν έλθη εις την Βασιλείαν Του και Αυτός όχι μόνον αυτό τω εχάρισεν, αλλά και όλον τον Παράδεισον. Εζήτησεν εις το Ευαγγέλιον άρχων τις την σωματικήν υγείαν του υιού του και ο γλυκύς Ιησούς όχι μόνον του υιού έδωσε την υγείαν του σώματος, αλλά και του πατρός την ψυχικήν ασθένειαν ιάτρευσεν. Εζήτησεν ο Μωϋσής από τον Θεόν να ίδη καν το πρόσωπόν του και Αυτός απεκρίθη, ότι όχι μόνον αυτό θέλει εις αυτόν δώσει, αλλά και παν άλλο αγαθόν. Αληθώς πιστός ο Θεός εν πάσι τοις λόγοις Αυτού, καθώς και σήμερον φαίνεται του ηλίου λαμπρότερον. Τις δεν το ήκουσεν ότι ο Κύριος υπεσχέθη εις τους ηγαπημένους Του Μαθητάς, ότι θέλει πέμψει εις αυτούς το Πνεύμα το Άγιον; «Εάν γαρ εγώ μη απέλθω, ο Παράκλητος ουκ ελεύσεται» (Ιωάν. ιστ: 7). Και όμως όχι μόνον μίαν χάριν του Παναγίου Πνεύματος έπεμψεν εις αυτούς, αλλά τόσα πολλά και μεγάλα χαρίσματα, όσα μας διηγείται το Ευαγγέλιον, ότι προεξένησαν εκείναι αι πύριναι γλώσσαι, αίτινες εκάθισαν εφ’ ένα έκαστον των Αποστόλων· όσα δύναται να εννοήση ανθρώπινος νους, όταν έβλεπε ανθρώπους ιδιώτας και αγραμμάτους να ομιλώσι διαφόρους γλώσσας, να αναστήνωσι νεκρούς, να διώκωσι δαίμονας, να θεραπεύωσι με ψιλόν λόγον ανιάτους ασθενείας, να ανθίστανται μετά παρρησίας πολλής ενώπιον βασιλέων και τυράννων. Ω της πολλής μεγαλοδωρίας του Θεού! Ω του ακαταλήπτου πλούτου! Ω των ανεκδιηγήτων χαρισμάτων, τα οποία εχάρισε τότε η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος εις τους μακαρίους εκείνους Αποστόλους! Αλλά τι να είπω εις τον φθόνον του διαβόλου, όστις φυτρώνει πάντοτε εις τα καλά; Αυτός έσπειρεν εις όλας τας καρδίας των δυτικών βλάσφημα και πικρότατα ζιζάνια, αυτός τους εδίδαξε να λέγωσιν, ότι εκείνο το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον εφάνη τότε εν είδει πυρίνων γλωσσών, ήτο αυτή αύτη η υπόστασις και ουσία του Παναγίου Πνεύματος και όχι τα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος. Βλασφημία τόσον φρικτή, την οποίαν ούτε εδέχθη ούτε ήκουσεν η Ορθόδοξος Εκκλησία. Δια τούτο ημείς αφήνοντες εις άλλον καιρόν τους χαρμοσύνους λόγους της σημερινής πανηγύρεως, ας στηρίξωμεν τον λόγον εις το θεμέλιον τούτο, δια να αποδείξωμεν, ότι αυτό το Πνεύμα, το οποίον εφάνη εις τους Αποστόλους τότε, δεν ήτο η υπόστασις του Παναγίου Πνεύματος, αλλ’ η κοινή χάρις των τριών προσώπων· επειδή άλλο είναι Χάρις και άλλο υπόστασις· και αυτό είναι η υπόθεσις του σημερινού μας λόγου· επειδή όμως είναι θεολογική, απαιτεί και προσοχήν περισσοτέραν παρά ποτέ. Δια να εννοήσωμεν πλέον σαφέστερον ταύτην την αλήθειαν, πρέπει να εξετάσωμεν, άραγε ο Θεός έχει ενέργειαν ή όχι; Βεβαιότατα έχει· επειδή η φύσις εκάστης ουσίας, δύναμις, κίνησις, ενέργεια λέγεται, καθώς ο εκ Δαμασκού φωστήρ περί Ορθοδόξου Πίστεως θεολογεί (Βιβλ. β΄ Κεφ. μ΄). Επίσης ο θείος Μάξιμος, το αποτέλεσμα της φυσικής δυνάμεως ενέργειαν λέγει και ο συλλογισμός φανερός· επειδή πάσα ουσία και φύσιν έχει και ενέργειαν. Ο Θεός είναι ουσία και φύσις και μάλιστα υπέρ φύσιν και ουσίαν, άρα έχει ενέργειαν. Την μείζονα πρότασιν τούτου του συλλογισμού βεβαιώνουσιν οι μεγάλοι φωστήρες της Ανατολικής Εκκλησίας και πρωτύτερα ο μακάριος Παύλος όστις λέγει· «Πάντα ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται», και πάλιν «Διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί, το δε αυτό Πνεύμα· και διαιρέσεις διακονιών εισι, και ο αυτός Κύριος και διαιρέσεις ενεργημάτων εισί, ο δε αυτός εστί Θεός» (Α΄ Κορ. ιβ: 4 – 6). Τούτου του Αποστόλου την διδασκαλίαν φυλάττων ο μέγας Βασίλειος λέγει· «Παν όπερ αν ημάς εκ θείας δυνάμεως αγαθόν φθάση, της πάντα εν πάσιν ενεργούσης Χάριτος ενέργειαν είναι φαμέν». Αλλά και ο μέγας Αθανάσιος κατά Σαβελλιανών· «όταν δε πάντα ενεργείται υπό του Θεού, αχώριστον ορώ ενέργειαν Πατρός και του Αγίου Πνεύματος». Ομοίως και ο ιερός Δαμασκηνός λέγει· «Αμήχανον ουσίαν άμοιρον είναι φυσικής ενεργείας» (Βιβλ. α΄ Κεφ. δ΄). Και ο θείος Αυγουστίνος περί Τριάδος· «Ο Πατήρ και ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα αδιακρίτως ενεργούσι». Φανερόν λοιπόν είναι εκ τούτων, ότι ο Θεός έχει ενέργειαν, η οποία μία λέγεται, ότι εκ της μιάς φύσεως των τριών προσώπων προβαίνει και πληθύνεται κατά τα υποκείμενα και τα πράγματα εις τα οποία ενεργεί· καθώς και το φως του ηλίου λέγεται εν κατ’ ουσίαν και φύσιν αυτού και λέγεται πολλά κατά υποκείμενα, τα οποία το δέχονται. Ταύτην την κοινήν ενέργειαν της Αγίας Τριάδος και δωρεάν ονομάζουσι και Χάριν και Πνεύμα Άγιον οι Θεολόγοι και Προφήται και Απόστολοι και άκτιστον και αϊδιον και θείαν γνωρίζουσιν. Όθεν ο Ησαϊας «Πνεύμα σοφίας, πνεύμα συνέσεως, πνεύμα βουλής» (ια: 2) ονομάζει τα διάφορα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος. Ο δε μακάριος Παύλος εις την προς Ρωμαίους «Πνεύμα κατανύξεως» (ια: 8) ονομάζει αυτήν την Χάριν και ενέργειαν· «ο γαρ νόμος του πνεύματος της ζωής» (η: 2). Επίσης εις το η΄ Κεφάλαιον της προς Ρωμαίους: «Πνεύμα πραότητος» το λέγει, εις δε το στ΄ Κεφάλαιον της προς Γαλάτας, πνεύμα προφητείας, ως το «Η γαρ μαρτυρία του Ιησού εστι το πνεύμα της προφητείας» (Αποκ. ιθ: 10). Ώστε η μία και η αυτή ενέργεια της Αγίας Τριάδος λέγεται πολλαχώς κατά τα διάφορα χαρίσματα, καθώς ο μακάριος Παύλος εις την πρώτην προς Κορινθίους Επιστολήν του λέγει· «Διαιρέσεις δε χαρισμάτων εισί, το δε αυτό Πνεύμα· και διαιρέσεις διακονιών εισί και ο αυτός Κύριος· και διαιρέσεις ενεργημάτων εισίν, ο δε αυτός εστί Θεός» (Α΄ Κορινθ. ιβ: 4 – 6). Ωσαύτως και ο ιερός Κύριλλος εν τοις Θησαυροίς λέγει: «Δωρεών είδη πολλά, ταύτα δε πάντα ενεργεί εν και το αυτό Πνεύμα». Η ενέργεια λοιπόν και η δωρεά του Παναγίου Πνεύματος δίδεται εις τα κτίσματα και όχι η υπόστασις. Αλλά και αυτή η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος, Πνεύμα Άγιον λέγεται και τα χαρίσματα Αυτού, καθώς είναι η δύναμις, η σοφία και άλλαι δωρεαί, καθώς ο Μέγας Βασίλειος εις τον δ΄ λόγον κατ’ Ευνομίου λέγει· «Η δύναμις, η σοφία, ταύτα άκτιστα και συναϊδια Θεώ· ου γαρ ην ποτε άσοφος και αδύναμος ο Θεός». Επίσης ο ιερός Χρυσόστομος εις την ερμηνείαν του η’ Κεφαλαίου της προς Ρωμαίους λέγει· «Ο μεν είχε προφητείας χάρισμα και προέλεγε τα μέλλοντα, ο δε σοφίας και εδίδασκε τους πολλούς· μετά τούτων ην απάντων και ευχής χάρισμα, ο και αυτό πνεύμα ελέγετο» (Migne 60oς, σελ. 533). Αλλά και άλλοι πολλοί τα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος πνεύμα λέγουσι και τον αυτόν ορισμόν δέχονται της ουσίας· καθώς εις τον ε΄ λόγον προς Ευνόμιον λέγει ο Μέγας Βασίλειος· «Επί της απλής και ασωμάτου φύσεως, τον αυτόν της ουσίας λόγον, επιδέχεται η ενέργεια». Επειδή λοιπόν η ουσία του Θεού είναι αϊδιος και άκτιστος και η ενέργεια Αυτού είναι θεία και άκτιστος. Όθεν και ο Επιφάνιος (εν τω Αγκυρωτώ) λέγει· «Οι Άγιοι καταξιούνται το Πνεύμα το Άγιον ενοικίζειν εν αυτοίς», Πνεύμα Άγιον την Χάριν και την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος ονομάζων και όχι την υπόστασιν, επειδή η υπόστασις είναι μία και δεν πληθύνεται· η δε ενέργεια γίνεται πολλά εν τοις υποκειμένοις Αγίοις, διότι άλλος μεν έχει χαρίσματα προφητείας, άλλος σοφίας, άλλος πίστεως και άλλος άλλο. Εις τούτο αποβλέπων και ο ιερός Αυγουστίνος εν τω περί Τριάδος (Κεφ. ιθ΄) το Πνεύμα το Άγιον δώρον ωνόμασεν και ως δώρον δίδεται καθώς επίσης και ο θείος ο Μάξιμος προς Πύρρον τον Πατριάρχην τον αιρετικόν έλεγε· «Μωσής και Δαβίδ και όσοι της θείας ενεργείας χωρητικοί, πνεύματι εκινούντο αυτοί». Αλλ’ οι αιρετικοί Λατίνοι, κλείοντες τους οφθαλμούς εις τοιαύτην αλήθειαν, διάκρισιν των χαρισμάτων του Θεού και της ενεργείας από την ουσίαν Αυτού του Θεού δεν εγνώρισαν. Δια τούτο όχι μόνον και την προσθήκην εις το Σύμβολον ετόλμησαν, αλλά και το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον εδόθη πλουσιοπαρόχως τότε εις τους Αποστόλους, αυτήν την υπόστασιν ωνειρεύθησαν ότι ήτο του Πνεύματος, παρ’ όλον ότι και η χρυσή σάλπιξ του Πνεύματος, εις τον περί του Αγίου Πνεύματος λόγον λέγει, ότι ήτο Χάρις και όχι αυτή η υπόστασις. Όθεν έγραφεν· «Εάν ακούσης του Χριστού λέγοντος, εγώ αποστελώ το Πνεύμα το Άγιον υμίν, μη τον Θεόν νομίσης· Θεός γαρ ουκ αποστέλλεται, ονόματα εστι την ενέργειαν δηλούντα». Και αυτός ο ίδιος ο σεσαρκωμένος Λόγος έλεγεν εις τους Αποστόλους· «Καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους» (Λουκ. κδ: 49) και «Λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς» (Πράξ. α: 8). Τις δεν γνωρίζει αυτήν την αλήθειαν, ότι άλλη η δύναμις η χορηγουμένη και άλλο το Πνεύμα το χορηγούν; Ο ίδιος χρυσούς διδάσκαλος ερμηνεύων το «Εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα» (Πράξ. β: 17) γράφει: «Ουκ είπε δίδωμι το Πνεύμα, αλλ’ εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα, ότι ο Θεός ουκ εκχείται, αλλ’ η χάρις και η δωρεά». Και ο Μέγας Βασίλειος τα ίδια βεβαιοί εις τας ευχάς της Πεντηκοστής λέγων· «Κύριε ο Θεός ημών, ο την σην ειρήνην δεδωκώς τοις ανθρώποις και την του Αγίου Πνεύματος δωρεάν». Αλλά καθώς προείπα, οι Λατίνοι δεν ηδυνήθησαν να καταλάβωσιν, ότι η ενέργεια και τα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος διαφέρουσιν από την ουσίαν και υπόστασιν του Πνεύματος και όμως έχουσιν όλους σχεδόν τους Ορθοδόξους οικουμενικούς Διδασκάλους, οίτινες φανερώτατα κηρύττουσιν αυτήν την αλήθειαν. Ιουστίνος ο φιλόσοφος και Μάρτυς, εις την τρίτην ερώτησιν προς τους Έλληνας αποκρίνεται· «Ο Θεός έχει ουσίαν προς ύπαρξιν, βούλησιν δε περί ποίησιν, άλλο δε ουσία και άλλο βουλή». Ο ίδιος εις το αυτό ερώτημα προσέθεσεν· «Ενυπάρχει δε η βουλή, ουχ ώσπερ συμβεβηκός, άπαγε της βλασφημίας, αλλά καθό προσόν τη ουσία, άκτιστον και αϊδιον, και ενέργειαν αχώριστον». Τα ίδια εδογμάτισε και αυτή η Έκτη Οικουμενική Σύνοδος περί των δύο ενεργειών του Σωτήρος και τον Ονώριον Ρώμης Πάπαν ανεθεμάτισεν, διότι εν θέλημα και μίαν ενέργειαν κατά την σάρκωσιν έλεγε του Κυρίου ημών Ιησού και η Αγία Οικουμενική Τετάρτη Σύνοδος διάκρισιν διώρισε θείας ουσίας και ενεργείας. Και ο Μέγας Βασίλειος εις την επιστολήν προς Ευστάθιον τον ιατρόν, διάκρισιν ενεργείας και ουσίας θεολογεί. Όθεν έγραφεν· «Ευεργέτην και κριτήν και αγαθόν και δίκαιον και όσα άλλα τοιαύτα μαθόντες, ενεργειών διαφοράς εδιδάχθημεν, του δε ενεργούντος την φύσιν επιγνώναι ου δυνάμεθα». Και παρακατιών λέγει· «Ουκούν άλλο μεν εστιν ουσία ης ούπω λόγος μηνυτής εξευρέθη, ετέρα δε των περί αυτήν ονομάτων η σημασία». Λέγει δε και ο ιερός Χρυσόστομος εις την πρώτην Ομιλίαν περί ακαταλήπτου· «Ουκ ουσία από της σοφίας, αλλά σοφία από της ουσίας», ώστε άλλο το εν και άλλο το άλλο. Αλλ’ εις τοιαύτην αλήθειαν τι απεραντολογούσιν οι δοκησίσοφοι Λατίνοι; Την ενέργειαν του Θεού και τα χαρίσματα Αυτού δεν λέγουσιν ότι διαφέρουσιν από την ουσίαν του Θεού, δια να μη δώσωσι συμβεβηκός εις τον Θεόν και σύνθεσιν, αλλά πλανώνται και παντάπασιν εμωράνθησαν και όμως φαντάζονται ότι είναι σοφοί. Επειδή αυτό εις τα κτίσματα συμβαίνει. Εις αυτά δηλαδή εκείνο το οποίον δεν είναι ουσία, είναι συμβεβηκός, εις τον Θεόν όμως δεν συμβαίνει αυτό, διότι εις Αυτόν ευρίσκεται άλλο τι έξω από την ουσίαν του, το οποίον δεν είναι συμβεβηκός, αλλ’ ενέργεια ουσιώδης. Ούτε δε και σύνθεσις ακολουθεί εκ τούτου εις τον Θεόν, επειδή πάσα σύνθεσις εκ του δυνάμει και ενεργεία γίνεται και χρειάζεται και ποιητικόν αίτιον, αλλ’ εις τον Θεόν ποιητικόν αίτιον δεν είναι. Όθεν δεν ακολουθεί να γίνη σύνθεσις εκ της ουσίας του Θεού και των προσόντων τω Θεώ, αλλά συν τη ουσία θεωρείται· ούτε δε και ατελής ακολουθεί να λέγηται ο Θεός εκ τούτου, δια το έχειν ενεργείας και τελειότητα, δεν υπάρχει δε εκτός Αυτού άλλο τέλειον δια να το λάβη. Λοιπόν ματαία η πρόφασις των Λατίνων, ψευδής και ασύστατος και αληθεύει κατά η Ανατολική Εκκλησία, δοξάζουσα, ότι άλλο είναι ουσία του Θεού, άλλο ενέργεια, άλλο υπόστασις του Παναγίου Πνεύματος και άλλο τα χαρίσματα, καθώς και ο Μέγας Βασίλειος εις τον πρώτον λόγον κατ’ Ευνομίου, με προφητικόν οφθαλμόν, εμπαίζων όχι μόνον τον Ευνόμιον, αλλά και τους Λατίνους έλεγε· «Πως ουν ου καταγέλαστον, το δημιουργικόν ουσίαν λέγειν, ή προνοητικόν πάλιν ουσίαν; Ή το προγνωστικόν ωσαύτως και άπαξ απλώς πάσαν ενέργειαν ουσίαν τίθεσθαι»; Και ο ιερός Χρυσόστομος εν τω περί Πνεύματος λόγω λέγει· «Άλλο δώρον του βασιλέως και άλλος ο δωρούμενος την χάριν». Αλλά πάλιν λέγουσιν, αφού η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος και η ενέργεια διακρίνεται από την ουσίαν Αυτού του Πνεύματος, πως λέγετε, ότι ουσιωδώς κατήλθε το Πνεύμα το Άγιον εις τους Αποστόλους και ουσιωδώς ενοικεί εις τους πιστούς το Άγιον Πνεύμα; Αποκρίνονται οι Ορθόδοξοι, πρώτον ότι η θεία ενέργεια εκείνη του Παναγίου Πνεύματος και η Χάρις δεν είναι συμβεβηκός, αλλ’ ουσιώδης και αϊδιος· δεύτερον ότι δεν διαιρείται της ουσίας, αλλά τον αυτόν λόγον επιδέχεται, δια την ιδιότητα της απλής και ασωμάτου φύσεως· και τρίτον, διότι εκείνη η ενέργεια δεν είναι πρότερον δυνάμει και ύστερον ήλθεν εις το ενεργεία. Δια τούτο λοιπόν δικαίως και πρεπόντως λέγεται, ότι ουσιωδώς ενοικεί εις τους Ορθοδόξους το Πνεύμα το Άγιον, ήτοι η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος και η ενέργεια· η οποία και άκτιστος και αϊδιος, καθώς πολλάκις είπομεν και ουσιώδης και Πνεύμα Άγιον λέγεται, αλλά δεν είναι η αυτή με την υπόστασιν του Παναγίου Πνεύματος· επειδή η υπόστασις και η ουσία του Θεού είναι άπειρος και αδιαίρετος και αχώρητος. Γράφει δε ο μακάριος Πέτρος· «Ίνα δια τούτων γένησθε θείας κοινωνοί φύσεως» (Β΄ Πέτρου α: 4). Θείαν δε φύσιν εδώ εννοεί την θείαν ενέργειαν· επειδή της υπερθέου φύσεως πως είναι δυνατόν να κοινωνήση κτίσμα; Πως ο Μωϋσής έλεγεν, «Εμφάνισόν μοι σεαυτόν»; (Έξοδ. λγ: 18). Πως ο μακάριος Παύλος προς Τιμόθεον γράφει, ότι «ον είδεν ουδείς ανθρώπων ουδέ ιδείν δύναται»; (Α΄ Τιμ. στ: 16). Πως ο αγαπημένος των Αποστόλων γράφει· «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε»; (Ιωάν. α: 18). Πως αυτός ο ίδιος Χριστός έλεγεν· «Ουδείς τον Πατέρα επιγινώσκει ειμή ο Υιός»; (Ματθ. ια: 27). Πως ο Κύριλλος εις τον περί Τριάδος λόγον μαρτυρεί «Η παναγία και σεπτή Τριάς, νω ανθρώπων και Αγγέλων και κτιστή φύσει ακατάληπτος»; Πως ο Δαμασκηνός εν τω ιγ΄ των δογματικών έγραψεν· «Ο τη φύσει αόρατος Θεός, ορατός ταις ενεργείαις γινώσκεται»; Αδύνατον είναι λοιπόν κτίσμα να κοινωνήση θείας φύσεως, αλλά της Χάριτος της δωρεάς κοινωνεί, καθώς μαρτυρεί και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης· «Η θεία φύσις τη μεν ουσία υπ’ ουδενός των όντων μετέρχεται, ταις δε δωρεαίς υπό πάντων». Περί ταύτης της πνευματικής δωρεάς και Χάριτος και ενεργείας και ο Κύριος ημών έλεγεν· «Ο πιστεύων εις εμέ, καθώς είπεν η Γραφή, ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος» (Ιωάν. ζ: 38). Τούτο δε, λέγει ο επιστήθιος, είπεν ο Χριστός περί του Πνεύματος, ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν· «Ούπω γαρ ην Πνεύμα Άγιον, ότι ο Ιησούς ουδέπω εδοξάσθη» (Ιωάν. ζ: 39). Πρόσεχε εδώ, Λατίνε, ούπω ην Πνεύμα Άγιον, τι εννοεί εδώ; Την υπόστασιν του Παναγίου Πνεύματος ή την Χάριν; Ει μεν και εννοείς αυτήν την υπόστασιν, πως «ούπω ην» Θεός; Υπάρχει καιρός κατά τον οποίον δεν ήτο; Ο άκτιστος, ο άχρονος δεν υπήρχεν ακόμη; Λοιπόν είναι ανάγκη, τούτο το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον λέγει ο Ευαγγελιστής, ότι «ούπω ην», να εννοής ως την Χάριν του Παναγίου Πνεύματος· άλλως είσαι φανερός πνευματομάχος, καθώς και είσαι. Πάλιν ερωτώ· επειδή θέλεις ότι αυτή η υπόστασις του Παναγίου Πνεύματος και η ουσία δίδεται εις τους πιστούς και Χάριν του Παναγίου Πνεύματος και ενέργειαν δεν δέχεσαι, ο Χριστός φαίνεται, ότι πολλάκις έδωσεν εις τους Αποστόλους Πνεύμα Άγιον και προ του Πάθους, ότε έστειλε να διώκωσι δαιμόνια και να ιατρεύωσι νόσους· και πάλιν τους έδωσε μετά την Ανάστασιν τω εμφυσήματι· και εις τον καιρόν της Πεντηκοστής δια των πυρίνων γλωσσών. Αν καθώς λέγεις συ, η Χάρις και η ουσία είναι το αυτό και ουσιωδώς κατοικεί το Πνεύμα το Άγιον εις τας ψυχάς των ευσεβών, τότε επειδή ο Θεός είναι υπερτέλειος και επειδή μίαν φοράν έδωσεν εις τους Αποστόλους το Πνεύμα το Άγιον, έλαβον ούτοι την τελειότητα πάντων των χαρισμάτων και δεν έπρεπε πλέον να εμφυσήση εις αυτούς τους Αποστόλους και με το εμφύσημα να δώση άλλην δωρεάν του Πνεύματος, ούτε εις την ημέραν της Πεντηκοστής να πέμψη πάλιν το αυτό Πνεύμα εν είδει πυρίνων γλωσσών· διότι με αυτό το έργον όπερ εποίησεν ο Χριστός ελέγχει το πρώτον Πνεύμα ότι είναι ατελές. Και αν αυτό λέγης συ, ότι είναι η υπόστασις και ουσία του Πνεύματος, πως είναι ατελές; Βλέπεις εις πόσα κρημνίζεσαι δια να περιπατής εντός του σκότους των νέων σου τερατολόγων σχολαστικών και επειδή εβγήκες από το φως του Ευαγγελίου και των Αποστόλων, οι οποίοι φανερά το κηρύττουσιν, ότι άλλο η Χάρις του Πνεύματος και άλλο η υπόστασις, άλλο η ενέργεια και άλλο η ουσία; Η ενέργεια και τα χαρίσματα είναι κοινά του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, καθώς Αγάθων ο Πάπας εις τα πρακτικά της Έκτης Οικουμενικής Συνόδου, μαρτυρεί, λέγων· «Θείον μεν ουν θέλημα και ενέργειαν έχειν εξ αϊδίου μετά του Πνεύματος κοινόν». Επίσης ο Μέγας Βασίλειος εις την τρίτην Ομιλίαν κατ’ Ευνομίου, το αυτό μαρτυρεί, λέγων· «Η του Πνεύματος ενέργεια, συντεταγμένη εστί τη του Πατρός και του Υιού ενεργεία». Το αυτό επίσης και ο ιερός Αυγουστίνος συμμαρτυρεί, εις το τέταρτον κεφάλαιον του α΄ Βιβλίου περί Τριάδος, λέγων· «Ο τε Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, ώσπερ αδιαίρετοι εισιν, ούτω δη και η ενέργεια η αυτή». Από τούτο εννόησον, ω Λατίνε, ότι επειδή η ενέργεια και τα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος είναι κοινά, δια τούτο λέγεται και ο Υιός ότι πέμπει Πνεύμα Άγιον και αυτή η πέμψις είναι χρονική· και αυτό το Άγιον Πνεύμα, όπερ ακούεις ότι θέλει πέμψει ο Υιός, δεν είναι η υπόστασις, δεν είναι η ουσία, αλλ’ η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος. Αν αυτό το εγνώριζες συ ο Λατίνος, δεν εχωρίζεσο από την θείαν Γραφήν, δεν έπιπτες εις τον αναθεματισμόν των Συνόδων. Αν εγνώριζες ταύτην την αλήθειαν, την οποίαν κηρύττουσιν εις σε σήμερον τόσοι και τόσοι οικουμενικοί Διδάσκαλοι, έμενες εις την ευσέβειαν. Ποίαν; Ότι άλλο η ουσία του Παναγίου Πνεύματος και άλλο η Χάρις και η ενέργεια και ουδέποτε ταυτίζονται, ούτε ποτέ γίνονται εν και ταυτό. Καθώς πάλιν από τους Θεολόγους της Ορθοδόξου Εκκλησίας μαρτυρείται. Και τι λέγω μαρτυρείται, ως δόγμα κοινόν και αναμφίβολον κρατεί η Ανατολική Εκκλησία, ότι τα περί την ουσίαν ουδέποτε ταυτίζονται τη ουσία· ει δε ήτο αλλέως, πως Ιουστίνος ο φιλόσοφος έλεγεν· «Ουκ έστι το ον και το πρόσωπον ταυτόν»; Πως ο Αθανάσιος έλεγεν· «Η ουσία υπέρκειται της κινήσεως και προηγείται εκείνης». Αλλά και με λόγους αποδεικτικούς βεβαιούσι την αλήθειαν οι διδάσκαλοι λέγοντες· α΄ ημείς γινόμεθα μιμηταί του Θεού και όχι της ουσίας, άρα η θεότης έχει διαφοράν από της ουσίας, β΄ ο Θεός έχει βούλησιν προς ποίησιν και ουσίαν προς γέννησιν και πρόοδον, άρα διαφέρει η βουλή της ουσίας· γ΄ αι ενέργειαι του Θεού εις το έξω και αι δυνάμεις είναι άπειροι· η δε ουσία μία, άρα διαφέρει η ουσία της δυνάμεως και ενεργείας· επειδή το πληθυνόμενον και ενιαίον δεν ταυτίζεται· δ: ημείς μετέχομεν της ουσίας του Θεού· ε: αν έκαστον των προσόντων είναι εν με την ουσίαν αυτού, τα προσόντα είναι διάφορα και πολλά, καθώς και αυτοί ομολογούσιν· άρα έπεται ότι ο Θεός θα έπρεπε να είναι όχι μόνον σύνθετος, αλλά και εξ ανομοιομερών συγκείμενος· στ: θεία ουσία υπάρχει άρρητος και ανερμήνευτος, τα δε ονόματα αυτής της θείας ουσίας υπάρχουσι ρητά, λοιπόν διαφέρει πολύ η ουσία των περί αυτής θεωρουμένων ονομάτων· ζ: το ον εκ τινος (το ελθόν εις ύπαρξιν εκ τινος άλλου), διαφέρει του εξ ου εστιν (εξ εκείνου, από το οποίον έλαβε την ύπαρξιν), αλλ’ η σοφία, η δικαιοσύνη, η πρόνοια, η αγαθότης, το έλεος και άλλα τοιαύτα, εκ της ουσίας προέρχονται του Θεού· η: οι Θεολόγοι θέλουσιν εις τον Θεόν να ευρίσκωνται πολλαί ιδέαι, αν λοιπόν και πάντα όσα ευρίσκονται εν τω Θεώ είναι εν και ταυτό με την ουσίαν του Θεού, ακολουθεί να είναι πολλαί ουσίαι εν τω Θεώ· θ: ο Θεός δεν λέγεται Άγιος με την δικαιοσύνην, αλλά με την Αγιωσύνην, ούτε Δίκαιος κατά την αγιότητα, την οποίαν έχει, αλλά κατά δικαιοσύνην, ούτε σωτήρ και ελευθερωτής κατά την καύσιν και φθοράν, αλλά κατά την σωτηρίαν, επειδή δεν είναι εν και ταυτό το να αφανίζη τους αμαρτωλούς και να σώζη τους δικαίους. Aι ενέργειαι λοιπόν και τα ονόματα του Θεού διαφέρουσιν από την ουσίαν Αυτού· και δεν έπεται το άτοπον το οποίον φαντάζονται, ότι να ακολουθή σύνθεσις εις τον Θεόν εκ τούτου· επειδή καθώς και πρότερον είπομεν, η σύνθεσις είναι γέννησίς τις και προϋποθέτει άλλον τον συντιθέντα· εις τον Θεόν τούτο δεν συγχωρείται, επειδή και δεν έχει άλλον ανώτερον Αυτού. Προς τούτοις λέγομεν ότι τα σύνθετα ακολουθεί να είναι σωματικά εξ ανάγκης, ο δε Θεός είναι άϋλος και ασώματος, άρα δεν συμβαίνει να είναι σύνθετος εκ της ουσίας Αυτού και των προσόντων Αυτώ. Καθώς και αυτή η αλήθεια και από άλλα άϋλα γίνεται πλέον σαφεστέρα, τους Αγγέλους, λέγω, και τας ψυχάς, οι οποίοι έχουσι πολλά φυσικά ιδιώματα, τα οποία διαφέρουσιν από την ουσίαν των, καθώς είναι η δύναμις η νοητική, η ενέργεια και άλλα τοιαύτα, τα οποία διαφέρουσι και από το υποκείμενον εις το οποίον ευρίσκονται και όμως δεν λέγονται σύνθετοι ούτε αι ψυχαί, ούτε οι Άγγελοι. Ναι, λέγουσιν, αλλ’ εν τω Θεώ πρώτον δεν υπάρχει συμβεβηκός, άρα παν ενόν (υπάρχον εν) τω Θεώ, είναι ουσία· δεύτερον, το επουσιώδες δεν συνιστά ουσίαν, το δε γεννάν και το γεννάσθαι και το εκπορεύεσθαι συνιστά ουσίαν, άρα τα ιδιώματα δεν είναι επουσιώδη. Εις την πρώτην ένστασιν λέγομεν, ότι ψεύδονται εις την διαίρεσιν την οποίαν ποιούσι λέγοντες, ότι παν ενόν (υπάρχον εν) τω Θεώ είναι ουσία, επειδή καθώς θέλει ο Πορφύριος εις την περί των φωνών διδασκαλίαν και ο Αριστοτέλης εις το πρώτον των Τοπικών και εις την περί της ουσίας διδασκαλίαν, το ίδιον δεν είναι ουσία, ούτε συμβεβηκός και αι διαφοραί και πρώται ποιότητες των στοιχείων, ούτε ουσίαι είναι, ούτε συμβεβηκότα. Κατά τον ίδιον τρόπον και τα προσόντα τω Θεώ λέγομεν, ότι δεν είναι επουσιώδη, ούτε ταυτίζονται με την ουσίαν, καθώς και ο ιερός Αυγουστίνος λέγει, ότι ευρίσκεται εις τον Θεόν τι το οποίον ούτε ουσία είναι, ούτε συμβεβηκός, αλλ’ υποστατικά γνωρίσματα διαφέροντα της ουσίας. Εις την δευτέραν ένστασιν λέγομεν, ότι η θεία ουσία είναι τελειοτάτη καθ’ εαυτήν και δεν χρειάζεται συστατικόν είδος. Λοιπόν ούτε τα ιδιώματα τα θεία είναι συστατικά της θείας ουσίας, καθώς ο Ιερός Κύριλλος λέγει, το γεννάν έχει ο Πατήρ, και το εκπορεύειν και το κτίζειν δημιουργικώς δι’ Υιού, αλλά δεν είναι σύνθετος δια τούτο, επειδή και άκρως άπειρος είναι και δεν δέχεται σύνθεσιν· καθώς και ο ιερός Μάξιμος εν τω προς Ευνόμιον διαλόγω έλεγεν· «Εν τω Θεώ εστιν αθανασία και αφθαρσία και δικαιοσύνη και αγιασμός και απολύτρωσις· και ουκ έστιν ο Θεός εκ τούτων σύνθετος, αλλά κατά διαφόρους επινοίας ταύτα λέγεται». Αναμφίβολον λοιπόν πράγμα, ότι άλλο είναι η ενέργεια του Θεού και άλλο η ουσία, άλλο τα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος και άλλο αυτή η υπόστασις Αυτού· την οποίαν θεολογίαν μη συνιέντες οι Λατίνοι, έπεσαν εις μυρία άτοπα και εις την φρικτήν βλασφημίαν της προσθήκης. Λοιπόν ημείς οι Ορθόδοξοι, ακολουθούντες την Ιεράν Γραφήν και τας Αποστολικάς και Πατριαρχικάς Διδασκαλίας, διαιρούμεν την ουσίαν του Θεού από τας ενεργείας Αυτού. Πιστεύομεν αδιαίρετον, μίαν και την αυτήν ουσίαν Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος· αλλά και την ενέργειαν μίαν των τριών, όμως μεριζομένην κατά τα υποκείμενα εις τα οποία ενεργεί· την ενέργειαν μίαν κηρύττομεν, αλλά τα χαρίσματα διάφορα και πολλά· την ουσίαν άχρονον, τα δε χαρίσματα χρονικά του Παναγίου Πνεύματος, καθώς το Ευαγγέλιον μάς κηρύττει, ότι άλλο χάρισμα έδωσεν ο Κύριος εις τους Αποστόλους προ του πάθους και άλλο μετά την Ανάστασιν, άλλο μετά την Ανάληψιν, κατά την ημέραν της Πεντηκοστής, εις την οποίαν εδόθησαν πληρέστατα τα χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος εις τους Αποστόλους, δια την σωτηρίαν και ελευθερίαν ημών των αιχμαλώτων εις την ειδωλολατρίαν, των κατακεκυριευμένων από διάφορα πάθη θανατηφόρα. Ας ευχαριστήσωμεν λοιπόν σήμερον την τρισυπόστατον Θεότητα, ήτις μας ηξίωσε πλουσιοπαρόχως δια μέσου των Αποστόλων της κοινής Χάριτος και μεγαλοδωρίας Αυτής· ας την ευχαριστήσωμεν, λέγω, πιστεύοντες εις Αυτήν ορθώς και ευγνωμόνως, καθώς εδίδαξαν ημάς οι Προφήται και Απόστολοι, Βασίλειοι και Χρυσόστομοι, μηδέν προστιθέντες ή αφαιρούντες, ούτε παντάπασιν ακούοντες τας νεωτερικάς διδασκαλίας των σχολαστικών τερατολόγων, τους οποίους ακολουθούντες οι Λατίνοι, συκοφαντούσι την Ανατολικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν, ότι άφησε τους παλαιούς διδασκάλους και ακολουθεί Φώτιον και Μάρκον τον Εφέσου· βλασφημία φρικτή και ανήκουστος· επειδή και ας ερευνήση, ας εξετάση όστις θέλει, όσους λόγους και αν παρετάξαμεν εις φανέρωσιν της αληθείας, ακούεται Φώτιος ή Μάρκος Εφέσου; Ουδαμού, αλλά Ευαγγέλιον, Απόστολοι, Προφήται, Βασίλειοι, Αθανάσιοι, Χρυσόστομοι, με τας μαρτυρίας αυτών απεδείξαμεν την αλήθειαν. Ας διαρραγή λοιπόν το στόμα των λαλούντων άδικα κατά της Ανατολικής Εκκλησίας, εκείνων οίτινες ακολουθούσι τον Θωμάν (εννοεί Θωμάν τον Ακινάτον, Λατίνον σχολαστικόν φιλόσοφον και Θεολόγον του ΙΓ΄ αιώνος) και την άλλην μικρολογίαν των τοιούτων κενοφώνων· και ημείς ας φυλάττωμεν εις δόξαν Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίου όσα εθεολόγησαν περί αυτών οι κοινοί διδάσκαλοι της οικουμένης, όσα μας εδίδαξαν περί ειρήνης, περί εγκρατείας, περί μετανοίας, περί σωφροσύνης, περί νηστείας, ίνα τη πρεσβεία αυτών και τη Χάριτι του Παναγίου Πνεύματος αξιωθώμεν της Βασιλείας των ουρανών· ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν τη αφάτω φιλανθρωπία και αγαθότητι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αμήν. Τη επιφοιτήσει του Αγίου Πνεύματος, πρεσβείαις των Αποστόλων Σου, Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου