Η από ετών εξαγγελθείσα και αναμενομένη μετ’
ενδιαφέροντος έκδοσις των «Ὁραμάτων» του πολυάθλου Στρατηγού Μακρυγιάννη,
αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Το Μορφωτικόν Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης, έθεσεν
εις κυκλοφορίαν εις ένα καλαίσθητον τόμον τα κατάλοιπα αυτά του εθνικού τούτου
ανδρός, υπό τον τίτλον «ΟΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΜΑΤΑ». Η έκδοσις έτυχεν επιστημονικής
επιμελείας υπό ειδικών επί των χειρογράφων και ούτως επετεύχθη η αντιμετώπισις
αρκετών γλωσσικών και γραφολογικών προβλημάτων, που ανέκυπταν από την μη
υπακούουσαν εις ουδένα παλαιογραφικόν τύπον ή κανόνα «απελέκητη»
μακρυγιάννειον, φωνητικήν μάλλον, (ρουμελιώτικην) γραφήν. Διο και αποβαίνουν
λίαν διαφωτιστικά, ο εκτεταμένος Πρόλογος του μακαρίτου Λίνου Πολίτου, η
Εισαγωγή του μεταγράφοντος το στρυφνώτατον κείμενον, επίσης μακαρίτου Αγγ.
Παπακώστα, αι Σημειώσεις, το Γλωσσάριον και το Επίμετρον. Ήτο από δεκαετιών
γνωστόν μεταξύ των λογίων, ότι τα χειρόγραφα των «Οραμάτων» ευρίσκοντο εις
χείρας του Βλαχογιάννη—προς τον οποίον οφείλεται τιμή και εθνική ευγνωμοσύνη,
δια την ανακάλυψιν όλων των χειρογράφων του μεγάλου Μακρυγιάννη—τα οποία κατά
το γήρας του παρέδωκεν εις τον φιλόλογον Α. Παπακώνσταν. Με τα «Οράματά» του, ο
Μακρυγιάννης των «Απομνημονευμάτων», αποκτά νέας και πνευματικάς διαστάσεις και
τοποθετείται εις υψηλότερα βάθρα. Διότι, αποκαλύπτεται, ότι δεν είναι μόνον ο
χαρισματούχος Στρατηγός, ο ηρωϊκός επαναστάτης του ’21, ο εντιμότατος και
δημοκρατικώτατος Έλλην, ο πατριωτικώτατος πολίτης, ο ηθικώτατος άνθρωπος, ο
πιστότατος χριστιανός, ο υπερασπιστής των αδικουμένων, ο «πατριδοφύλακας», ο
προστάτης των χηρών και ο πατήρ των ορφανών. Είναι και ο αγιώτατος Ορθόδοξος,
που ενθυμίζει τους δικαίους Στρατηγούς της Παλαιάς Διαθήκης, του οποίου αι
αδιάλειπτοι και πολύωροι προσευχαί, αι πολυάριθμοι και κατανυκτικαί
γονυκλισίαι, τα συνεχή ικετήρια δάκρυα υπέρ της Πατρίδος και της Ορθοδοξίας, η
συνεχής μνήμη του Θεού και η αίσθησις της αδιακόπου κοινωνίας του μετ’ Αυτού,
μετά της Θεοτόκου και των Αγίων, τον αναδεικνύουν προφήτην. Η γέννησίς του
τοποθετείται εις το έτος 1797. Η μήτηρ του τον γεννά εις τους αγρούς του χωρίου
του Αβορίτη του Λιδωρικίου και τον «ενδύει» με «καλαμποκόφυλλα». Εγκαταλείπεται
εις το δάσος αργότερα και σώζεται την τελευταίαν στιγμήν υπό της μητρός του, η
οποία τον διδάσκει να κάμνη «μετάνοιες» «από ενού χρονού».