Ώστε οποιοσδήποτε τρώγει τον άρτον αυτόν και πίνει το ποτήριον της κοινωνίας του Κυρίου αναξίως, θα είναι ένοχος δι’ ασέβειαν και βεβήλωσιν, την οποίαν αποτολμά εις το σώμα και το αίμα του Κυρίου. Άς εξετάζη δε κάθε άνθρωπος με προσοχήν τον εαυτόν του και αφού προετοιμασθή με την εξέτασιν αυτήν, τότε άς τρώγη από τον καθαγιασμένον άρτον και άς πίνη από το καθαγιασμένον ποτήριον. Διότι εκείνος, που τρώγει και πίνει αναξίως από τον καθαγιασμένον άρτον και οίνον, τρώγει και πίνει κατάκριμα και καταδίκην εις τον εαυτόν του, επειδή δεν κάνει διάκρισιν του σώματος και του αίματος του Κυρίου, αλλά μεταχειρίζεται και τρώγει ταύτα, σαν να ήσαν κοιναί τροφαί. Διότι δε αναξίως και χωρίς δοκιμασίαν του εαυτού σας τρώγετε και πίνετε το σώμα και το αίμα του Κυρίου, δι’ αυτό υπάρχουν μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και απέθαναν αρκετοί. Διότι, εάν ανεκρίναμεν και εξετάζαμεν με φόβον Θεού τον εαυτόν μας προτού να προσέλθωμεν εις την θείαν Κοινωνίαν, δεν θα κατεδικαζόμεθα από τον Θεόν με αυτού του είδους τας τιμωρίας. (Α Κορ. ΙΑ: 27-31).
Σοφίαv δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις , σοφίαν δὲ ο ὐ τοῦ αἰῶνος τούτου , ο ὐ δ ὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου τῶν καταργουμένων · ἀλλὰ λαλοῦμεν σοφίαv Θεοῦ ἐν μυστηρίῳ , τὴν ἀποκεκρυμμένην , ἣν προώρισεν ὁ Θεὸς πρὸ τῶν αἰώνων εἰς δ ό ξ α ν ἡμῶν , ἣν ο ὐ δ ε ὶ ς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν · ε ἰ γὰρ ἔγνωσαν , ο ὐ κ ἂν τὸν Κύριον τῆς δ ό ξ η ς ἐσταύρωσαν ·
ΑπάντησηΔιαγραφή