Πως αρνούμεθα τον Χριστόν;

Η άρνησις γίνεται κατά δύο τρόπους· γίνεται και με λόγον, γίνεται και με έργον· με λόγον μεν γίνεται η άρνησις, όταν είπωμεν, ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός, καθώς το λέγουσιν οι ασεβέστατοι Εβραίοι και οι Αγαρηνοί και όταν ομολογήσωμεν τα ενάντια, από όσα μας παρέδωκεν ο Χριστός, οι θείοι Απόστολοι και αι επτά άγιαι Οικουμενικαί Σύνοδοι, καθώς ομολογούσιν οι αιρετικοί πάντες. Με έργα δε γίνεται η άρνησις, όταν πράττωμεν τα εναντία από όσα μας εδίδαξεν ο Χριστός εις το άγιον Ευαγγέλιον, καθώς και οι Απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας· αλλά και όταν δεν ομοιάζουν τα έργα μας με εκείνα, τα οποία μας παρήγγειλεν ο Χριστός να πράττωμεν. Και ημείς λοιπόν, αν και με τον λόγον μας δεν αρνούμεθα τον Χριστόν, αλλά τον ομολογούμεν Θεόν αληθινόν, με τα έργα μας όμως τα κακά, τα οποία πράττομεν, όλως διόλου τον αρνούμεθα, καθώς το λέγει και ο θείος Παύλος εις την προς Τίτον επιστολήν εν Κεφ. α΄ 19:

«Θεόν ομολογούσιν ειδέναι, τοις δε έργοις αρνούνται, βδελυκτοί όντες και απειθείς, και προς παν έργον αγαθόν αδόκιμοι». Ποία δε είναι τα έργα, άπερ, εάν τα πράττωμεν, αρνούμεθα τον Χριστόν και την ευσέβειάν μας; Ακούσατε πάλιν του αυτού Αποστόλου γράφοντος εις την προς Τιμόθεον β΄ επιστολήν, εν κεφ. γ΄ : «Τούτο δε γίνωσκε, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί· έσονται γαρ οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεύσιν απειθείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άστοργοι, άσπονδοι, διάβολοι, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένοι». Ήτοι, τούτο γνώριζε, ω Τιμόθεε, ότι εις τας υστερινάς ημέρας θέλουν έλθει καιροί άτυχοι. Διατί άτυχοι; Όχι από Θεού, αλλά διότι οι άνθρωποι τον καιρόν εκείνον θέλουν είναι φίλαυτοι. Τι θέλει να ειπή φίλαυτοι; Να αγαπώσι μόνον το ιδικόν των συμφέρον, το δε καλόν του ομοπίστου αυτών Χριστιανού να το μισούν· τον εαυτόν τους να σπουδάζουν μόνον να καλοποιήσουν, τους δε άλλους να τους κακοποιούν. Θέλουν είναι και φιλάργυροι, να αγαπούν τα αργύρια περισσότερον από τον Χριστόν, και δια τούτο ποτέ να μη δίδουν ελεημοσύνην, αλλά μάλλον να αδικούν, αρπάζοντες τα αλλότρια. Θέλουσιν είναι αλαζόνες και υπερήφανοι, καταφρονούντες τους μικροτέρους. Θέλουσιν είναι βλάσφημοι, υβρίζοντες τον Χριστόν και την πίστιν των. Θέλουν είναι απειθείς εις τους γονείς, μη ακούοντες την αγαθήν καθοδήγησιν αυτών, αλλά μάλλον υβρίζοντες αυτούς. Θέλουσιν είναι και αχάριστοι, μη ανταποδίδοντες χάριτας εις εκείνους όπου τους κάμουν καλόν. Θέλουσιν είναι και ανόσιοι, μη έχοντες καμμίαν δικαιοσύνην επάνω των. Θέλουσιν είναι άστοργοι, μη κρατούντες στερεάν φιλίαν. Θέλουσιν είναι διαβληταί και συκοφάνται, θέλουσιν είναι ακρατείς, μη κρατούντες τον εαυτόν των από τας επιθυμίας. Θέλουσιν είναι ανήμεροι και αφιλάγαθοι, μη αγαπώντες παντελώς το αγαθόν. Θέλουσιν είναι προδόται, καταδίδοντες ο ένας τον άλλον. Θέλουσιν είναι προπετείς, μη καρτερούντες τους καλυτέρους των να ομιλούν πρώτον, αλλά να αρπάζουν τον λόγον από το στόμα των. Θέλουσιν είναι τετυφωμένοι, δηλαδή ακατάδεκτοι. Θέλουσιν είναι φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι, τουτέστι να αγαπώσι τας ηδονάς και τα θελήματα του σώματος περισσότερον από τον Θεόν. Αυτοί όλοι θέλουν έχει μόνον σχήμα ευσεβείας, κατά το φαινόμενον Χριστιανοί, αλλά την δύναμιν της πίστεως θέλουσι την αρνηθή με τα έργα των. Ακούετε πως ορίζει ο θείος Απόστολος, ότι οι τα τοιαύτα κακά πράττοντες, όσα προείπα, σχήμα μόνον ευσεβείας έχουσι, την δε δύναμιν αυτής την αρνούνται. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου