Αγία μανία -- Τοῦ αειμνήστου Στεργίου Σάκκου, Ὁμ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ

Μπροστά στόν βασιλιά τῆς Ἰουδαίας Ἀγρίππα καί στόν Ρωμαῖο ἡγεμόνα Φῆστο, ὁ ἀπ. Παῦλος εἶχε, κάποια στιγμή τῆς θεοκίνητης ζωῆς του, τήν εὐκαιρία νά ἀπολογηθεῖ για τήν πίστη του. Στήν λαμπρότητα τῆς βασιλικῆς αὐλῆς καί στήν μεγαλοπρέπεια τῆς ρωμαϊκῆς ἰσχύος, ὁ ἀπόστολος μέ τίς χειροπέδες ἀντέταξε τό φῶς τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τήν δύναμη τοῦ θείου λόγου. Πρέπει, ὅμως, νά ῾χεις γερά μάτια, γιά ν᾽ ἀντικρύσεις τό φῶς, και πρέπει νά σκύψεις ταπεινά, γιά να πάρεις πάνω σου τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ· κι ὁ Φῆστος δέν μποροῦσε. Τόν τύφλωσε ἡ διαφθορά τῆς ζωῆς του, ἡ φιλαργυρία κι ἡ φιληδονία του· τόν κρατοῦσε ἀλύγιστο ὁ ἐγωισμός κι ἡ κενοδοξία του. Γι᾽ αὐτό, δέν ἀφήνει τόν Παῦλο νά συνεχίσει, ἀλλά «μεγάλῃ τῇ φωνῇ», σάν γιά να σκεπάσει καί τήν ἀντίρρηση τῆς ἴδιας του τῆς καρδιᾶς, «ἔφη· Μαίνῃ, Παῦλε· τά πολλά σε γράμματα εἰς μανίαν περιτρέπει» (Πρξ 26,24).
Εἶναι ἕνας διάλογος, πού δεν ἔπαψε νά ἐπαναλαμβάνεται μέσα στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, κάθε φορά μέ διαφορετικό σχῆμα, ἀλλά πάντοτε μέ τό ἴδιο περιεχόμενο. Μιά κατακραυγή τοῦ κόσμου, πού δέν ἐννοεῖ νά μετανοήσει, ἐναντίον τῶν πιστῶν, πού μέ τήν μετάνοιά τους ζοῦν καί καταγγέλλουν τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μαίνεσθε, τρελλαθήκατε! μᾶς λένε. Κι ἐμεῖς, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἀπαντοῦμε μέ τό στόμα τοῦ ἀποστόλου· «Οὐ μαίνομαι, κράτιστε Φῆστε, ἀλλά ἀληθείας καί σωφροσύνης ρήματα ἀποφθέγγομαι» (Πρξ 26,25). Αὐτό πού ἀποκαλεῖ μανία ὁ ὁποιοσδήποτε Φῆστος εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ σωφροσύνη. Μανία λέγεται σήμερα ἡ διαφύλαξη τοῦ δόγματος στό ἀκέραιο, σέ ἀντίθεση μέ μιά ὕπουλη πολιτική, πού θεοποιεῖ τήν ἀγάπη καί προφασίζεται τήν ἑνότητα, γιά νά διαφθείρει την ἀλήθεια. Μανία καί ἀνωμαλία λέγεται ὁ ἀγώνας γιά τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τήν ἁγνότητα τοῦ σώματος, ἐνάντια στήν σύγχρονη φιλοσοφία, πού ἐξιδανικεύει τον ἐλεύθερο ἔρωτα καί χλευάζει την παρθενία, γιά νά ἱκανοποιήσει την σάρκα καί τά πάθη της.
Ἀλλά αὐτήν τήν κατηγορία μόνο μανιακοί μποροῦν νά τήν ἀποδεχθοῦν, ἄνθρωποι πού ἔχασαν τό λογικό τους, τόν ὑγιῆ τρόπο νά σκέπτονται καί νά κρίνουν σύμφωνα με τό συμφέρον τῆς ἀνθρώπινης ὑποστάσεώς τους. Πράγματι, ὅταν ξέρεις ὅτι ἡ ἀτόφια ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ πλουτίζει τήν ὕπαρξή σου με σοφία καί εἰρήνη, ὅταν βλέπεις ὅτι ἡ καθάρια ζωή τοῦ εύαγγελίου γλυκαίνει τό εἶναι σου μέ χαρά καί ἁρμονία, πῶς μπορεῖς νά τά ὀνομάσεις μανία; Τό φαινόμενο, ὅμως, ἔχει την ἐξήγησή του. Ἡ ἀλήθεια καίει τον ἄνθρωπο, πού βρίσκεται στό ψέμα, καί ἡ ἁγνότητα κεντᾶ αὐτόν πού εἶναι πεσμένος στήν βρωμιά, τον ἐλέγχει καί τον ἐνοχλεῖ, ὥστε να ψάχνει γιά μιά διέξοδο στήν ντροπή του, μιά φυγή ἀπό τήν ἐνοχή. Και ἐπειδή δέν βρίσκει τήν δύναμη να πεῖ· «Τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ;» (Πρξ 16,30), ξεσπᾶ στήν ἀδυναμία του· «Μαίνη, Παῦλε!», λέει. Χαρακτηρίζει τό ἄσπρο μαῦρο καί τό μαῦρο ἄσπρο· ἀποκαλεῖ τρελό ἐκεῖνον πού ἔχει σώας τάς φρένας. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο μάλιστα ὅτι ἡ λέξη μανία, πού σημαίνει παραφροσύνη, ἀποτελεῖ στήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα τήν ἀκριβῶς ἀντίθετη ἔννοια τῆς λέξεως σωφροσύνη! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου