ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΡΙΗΜΕΡΟΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου  Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου.                                                        

Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε, αγαπητοί αδελφοί· και πάλιν θα είπω, χαίρετε· ο Κύριος είναι πλησίον μας, καμμία μέριμνα ας μη σας απασχολή. Ο Κύριος ηγέρθη εκ νεκρών και μαζί με Αυτόν και μέγα πλήθος Αγίων. Ας εορτάσωμεν λοιπόν με ευχαρίστησιν, αλλά και με σωφροσύνην. Διότι αυτή αληθώς είναι η ημέρα την οποίαν εδημιούργησεν ο Κύριος. Ας χαρώμεν λοιπόν ψυχικώς και ας ευφρανθώμεν πνευματικώς κατά την ημέραν αυτήν· ας διακηρύξωμεν εις τα πέρατα της οικουμένης την Ανάστασιν του Σωτήρος ημών ή, δια να είπω καλύτερον, την ιδικήν μας σωτηρίαν.
Ας διακηρύξωμεν την σημασίαν της ημέρας της σωτηρίας ημών· ας διακηρύξωμεν ανά την οικουμένην την θανάτωσιν του διαβόλου, την αιχμαλωσίαν των ακαθάρτων δαιμόνων, την σωτηρίαν των Χριστιανών, την ανάστασιν των νεκρών. Διότι δια της Αναστάσεως του Χριστού εσβέσθη μεν η γέεννα του πυρός, τελειώνει δε ο ακοίμητος σκώληξ. Ο Άδης συνταράσσεται, ο διάβολος πενθεί, η αμαρτία νεκρούται, τα πονηρά πνεύματα εκδιώκονται, οι άνθρωποι οι οποίοι ζουν επί της γης αναβαίνουσιν ήδη εις τον ουρανόν, οι ευρισκόμενοι εις τον Άδην νεκροί ελευθερώνονται από τα δεσμά του διαβόλου, και ευρισκόμενοι πλησίον του Θεού, λέγουν εις τον διάβολον· Που είναι, θάνατε, η νίκη σου; Που ευρίσκεται, Άδη, το κέντρον σου; Αίτιος δε της αγίας αυτής εορτής και πανηγύρεως είναι δι’ ημάς ο Χριστός, ο οποίος είναι ο πρόξενος και όλων των άλλων ιδικών μας καλών. Αυτός μεν μας εδημιούργησε κατ’ αρχάς και από την ανυπαρξίαν εχάρισεν εις ημάς την ύπαρξιν και την ζωήν· Αυτός και τώρα, ενώ είχομεν χαθή, έσωσεν ημάς. Αυτός, ενώ είμεθα νεκροί, μας εχάρισε την ζωήν· Αυτός ηλευθέρωσεν ημάς από την τυραννίαν του διαβόλου· Αυτός όλους ημάς, οι οποίοι είμεθα υποδουλωμένοι εις την αμαρτίαν, κατέστησεν ελευθέρους, εξαφανίσας το χειρόγραφον της προπατορικής αμαρτίας. Ο Χριστός εξηγόρασεν ημάς από την κατάραν του νόμου, γενόμενος προς χάριν ημών κατάρα. Δια τούτο και έχομεν χρέος να είπωμεν και ημείς· τι θα ανταποδώσωμεν εις τον Κύριον ως αντάλλαγμα δι’ όλας τας ευεργεσίας τας οποίας έκαμεν εις ημάς; Ενώ είναι Θεός μονογενής, κατεδέχθη να γίνη προς χάριν ημών άνθρωπος και υπήκουσεν εις την εντολήν του Πατρός, ώστε και εις τον θάνατον να παραδοθή, δια να απαλλάξη ημάς από το αιώνιον θάνατον. Έλαβε την μορφήν και την εμφάνισιν δούλου, ο Κύριος των ανθρώπων και των Αγγέλων· ανθρωπίνην σάρκα έλαβεν ο Θεός Λόγος, και εφαίνετο ως άνθρωπος, ο έχων την ιδίαν μορφήν και την ιδίαν ουσίαν με τον Πατέρα. Και όλα αυτά τα υπέμεινε, δια να ελευθερώση ημάς από την άδικον δουλείαν και να λυτρώση ημάς από την ατιμίαν. Δια τούτο κατεδέχθη να πάθη σαρκικώς Εκείνος, ο οποίος χαρίζει την ζωήν· δι’ αυτό κατήλθεν ακόμη και εις τον Τάφον η πηγή της αθανασίας, δια να χαρίση εις τους θνητούς την αιώνιον ζωήν. Και ευρίσκετο μεν επί της γης ευεργετών τους ανθρώπους και θεραπεύων τας ασθενείας αυτών, υπό δε των θεομάχων Ιουδαίων ελάμβανεν ως αμοιβήν την αχαριστίαν. Διότι ο μεν Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, από την πολλήν αγαθότητά του, τους λεπρούς εκαθάριζεν, εις τους τυφλούς εχάριζε το φως των οφθαλμών των, τους χωλούς εθεράπευε, τους δαίμονας εξεδίωκε, τον Λάζαρον ήγειρεν εκ του τάφου νεκρόν ήδη από τεσσάρων ημερών, με πέντε άρτους εχόρτασε πέντε χιλιάδας άνδρας, επάνω εις την θάλασσαν  επεριπάτησε, το ύδωρ μετέβαλεν εις οίνον, την γυναίκα ήτις είχεν αιμορραγίας εθεράπευσε, την θυγατέρα του αρχισυναγώγου, ενώ είχεν αποθάνει, την επανέφερεν εις την ζωήν και πολλά άλλα μυστήρια ετέλεσε, τα οποία προκαλούν τον θαυμασμόν ημών, διότι όντως θαύματα είναι. Οι δε Ιουδαίοι, παρακινούμενοι από τον φθόνον και την βασκανίαν, άλλοτε μεν ελιθοβόλουν τον Κύριον, άλλοτε απεπειρώντο να τον κατακρημνίσουν, εις το τέλος δε τον ωδήγησαν εις τον σταυρικόν θάνατον. Αλλ’ ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν εμιμήθη την κακίαν των ασεβών Ιουδαίων· αλλά και τα νώτα του παρέδωσεν, ίνα μαστιγωθούν, ως λέγει ο Προφήτης, και τας σιαγόνας του εις τα ραπίσματα· και το πρόσωπόν του δεν το απέκρυψεν από τους εμπτυσμούς· και εις το τέλος ωδηγήθη εις τον θάνατον, όπως οδηγείται το πρόβατον εις την σφαγήν ή όπως οδηγείται ο αμνός εις εκείνον, ο οποίος θα τον κουρεύση, χωρίς να προβάλη καμμίαν αντίστασιν, χωρίς να είπη ούτε ένα αντίλογον. Ενώ εβλασφημείτο από τους βασανιστάς του, Εκείνος δεν ανταπέδιδε τας βλασφημίας και ενώ εβασανίζετο δεν τους ηπείλει· αλλά παρεδόθη εις τους κριτάς του, δια δικαιοσύνην. Διότι δεν ήλθεν επί της γης δια να τιμωρήση τους απίστους με την πρώτην του αυτήν παρουσίαν, αλλ’ ηθέλησε με την μακροθυμίαν του και με το παράδειγμα της υπομονής του να οδηγήση τους πεπλανημένους εις την αλήθειαν. Και πρόσεξε δια να βεβαιωθής δια την μεγάλην αγαθότητα και φιλανθρωπίαν του Κυρίου. Οι Ιουδαίοι τον εβλασφήμουν και έλεγον προς Αυτόν· Δαιμόνιον έχεις· και Εκείνος, επειδή ακριβώς ήτο μακρόθυμος, απεδίωκεν από τους ανθρώπους τα δαιμόνια. Οι Ιουδαίοι έπτυον τον Σωτήρα εις το πρόσωπον και Εκείνος εθεράπευε τους τυφλούς των Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι ελιθοβόλουν τον Χριστόν, ο δε Χριστός εχάριζεν εις τους χωλούς αυτών την ικανότητα να τρέχουν ως υγιείς. Και γενικώς ο Κύριος ευεργετούσεν εκείνους, οι οποίοι τον ύβριζον και αντί των κακών εις τους αχαρίστους και μιαρούς εκείνους ανθρώπους εχάριζεν αγαθά. Επειδή δε ηνείχετο με ανεξικακίαν τας ύβρεις των Ιουδαίων, ίσως να ενομίζετο και ως αδύνατος ο δορυφορούμενος υπό των Αγγέλων. Και δια να μη μακρύνωμεν τον λόγον δίδοντες την εντύπωσιν ότι πολυλογούμεν, ας έλθωμεν εις την εξέτασιν των πραγμάτων. Ωδηγήθη τέλος εις τον Σταυρόν και τον θάνατον ο Βασιλεύς της δόξης και εκαρφώθη εις το ξύλον ο δοξοκογούμενος υπό των Χερουβίμ και των Σεραφίμ και προσκυνούμενος υπό πασών των επουρανίων Δυνάμεων και των Αγγέλων. Όλα δε αυτά τα υπέφερε με πραότητα και με υπομονήν, παρέχων εις ημάς τύπον και υπογραμμόν και γινόμενος διδάσκαλος της επιεικείας. Δι’ αυτό λοιπόν και ημείς πρέπει να υπομένωμεν με γενναιότητα όλας τας πικρίας, αι οποίαι προέρχονται από τους κακούς ανθρώπους. Αλλά και όταν εκρεμάσθη εις τον Σταυρόν έδειξεν εις ημάς περισσότερα και μεγαλύτερα θαύματα, μήπως κατ’ αυτόν τον τρόπον τουλάχιστον καταπαύση την μανίαν των θεομάχων Ιουδαίων, ώστε καμμίαν πρόφασιν να μη ευρίσκουν δια την απιστίαν των μήτε να λέγουν ότι εσταύρωσαν ένα κοινόν άνθρωπον. Eις την αρχήν λοιπόν ο Χριστός ηνέχθη να σταυρωθή και να υψωθή εις τον αέρα, δια να διώξη μακράν τους εις τον αέρα ευρισκομένους δαίμονας· εκρεμάσθη εις το ξύλον, δια να ιατρεύση την αμαρτίαν η οποία πάλαι ποτέ δια του ξύλου έγινεν εις τους ανθρώπους· εκεντήθη δε με την λόγχην εις την πλευράν εξ αιτίας της γυναικός, η οποία επλάσθη από την πλευράν, την οποίαν έλαβεν ο Θεός από τον Αδάμ. Επειδή δηλαδή ο όφις εξηπάτησε την Εύαν, η δε Εύα παρέσυρε τον Αδάμ εις την παράβασιν της θείας εντολής (εξεδόθη δε η απόφασις του Θεού εναντίον και των δύο και εκυριάρχησεν ο θάνατος από του Αδάμ μέχρι του Μωϋσέως και επί εκείνων οι οποίοι δεν ημάρτησαν), δια τούτο πληγώνεται η θεϊκή πλευρά, δια να πληροφορηθώμεν ότι το Πάθος του Χριστού δεν έφερε την σωτηρίαν μόνον εις τους άνδρας, αλλά και εις τας γυναίκας. Διότι πρώτος επλάσθη ο Αδάμ και κατόπιν η Εύα. Και ο Αδάμ μεν δεν εξηπατήθη υπό του όφεως, η Εύα όμως, η οποία εξηπατήθη, αυτή και εγένετο παραβάτις της εντολής του Θεού, θα σωθή όμως δια της τεκνογονίας. Δια ποίας όμως τεκνογονίας, εάν μη δια της τεκνογονίας της Αειπαρθένου Μαρίας; Διότι Αυτή εγέννησε τον Σωτήρα Χριστόν, χωρίς να συνευρεθή με άνδρα, ως μαρτυρεί Ησαϊας ο Προφήτης, λέγων· «Δια τούτο δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον. Ιδού η Παρθένος εν γαστρί λήψεται, και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ησ. ζ: 14), αλλά με την επισκίασιν του Αγίου Πνεύματος, όπως ανήγγειλεν εις αυτήν Γαβριήλ ο Αρχάγγελος. Δι’ αυτήν λοιπόν την αιτίαν και η πλευρά του Χριστού επληγώθη, δια να πραγματοποιηθώσι τα προλεχθέντα, και δια να κηρυχθή το μυστήριον του Βαπτίσματος και δια να λάμψη η μέλλουσα Χάρις. Αναβλύζει δηλαδή Ύδωρ και Αίμα από την πλευράν του Χριστού, δια να σβύση το εναντίον ημών χειρόγραφον της αμαρτίας και δια να καθαρισθώμεν δια του Αίματός Του και δια να κερδήσωμεν τον Παράδεισον. Ω πόσον μέγα είναι το μυστήριον τούτο! Μετενόησεν ο ληστής, αλλ’ εχρειάζετο ύδωρ δια να βαπτισθή. Εις τον Σταυρόν εκρέματο, δεν υπήρχεν άλλος τρόπος Βαπτίσματος, ούτε πηγή, ούτε λίμνη, ούτε βροχή, ούτε και εκείνος ο οποίος θα ετέλει το μυστήριον· διότι όλοι οι μαθηταί, δια τον φόβον των Ιουδαίων, είχον φύγει· αλλά δεν εδυσκολεύθη ο Ιησούς να εύρη ύδωρ, και εις τον Σταυρόν κρεμάμενος εδημιούργησε το απαραίτητον ύδωρ. Επειδή δηλαδή δεν ήτο δυνατόν να εισέλθη ο ληστής εις την Βασιλείαν των ουρανών χωρίς να βαπτισθή, ήτο δε ανάγκη ο μετανοήσας να μη στερηθή και του Βαπτίσματος, ο Σωτήρ ανέβλυσεν Ύδωρ και Αίμα από την πληγωμένην πλευράν Του, δια να ελευθερώση τον ληστήν από τα κακά, τα οποία τον εβάρυνον και να αποδείξη ότι το Αίμα Αυτού αποτελεί την σωτηρίαν των ελπιζόντων εις Αυτόν. Διότι εάν το αίμα ταύρων και τράγων και η στάκτη της θυσιαζομένης δαμάλεως ηγίαζε τους ραντιζομένους δι’ αυτών και έφερεν εις αυτούς την κάθαρσιν της σαρκός, πόσον μάλλον το Αίμα του Σωτήρος ημών Χριστού γίνεται μέσον σωτηρίας όλων ομού των Χριστιανών; Εάν λοιπόν σου είπη κάποιος εκ των απίστων· Διατί εσταυρώθη ο Χριστός; Ειπέ εις αυτόν· Δια να σταυρώση τον διάβολον. Και εάν σου είπη· Διατί εσταυρώθη επί ξύλου; Ειπέ εις αυτόν· Δια να εξαλείψη την αμαρτίαν η οποία, εις τον Παράδεισον, δια του ξύλου εβάρυνε το γένος των ανθρώπων. Και εάν σου είπη· Διατί εφόρεσε στέφανον εξ ακανθών; Ειπέ εις αυτόν· Δια να εκριζώση τας ακάνθας και τους τριβόλους του Αδάμ· διότι εκείνος κατεδικάσθη να στενάζη και να τρέμη και να καλλιεργή ακάνθας και τριβόλους. Ο Ιησούς λοιπόν, επειδή είναι φιλάνθρωπος, και ήθελε να φροντίση δια το ιδικόν του πλάσμα, υπέστη όλα τα παθήματα προς χάριν ημών, δια να ελευθερώση ημάς από την καταδίκην. Όπως δηλαδή εγεννήθη δια γυναικός, δια να εξαλείψη την αμαρτίαν, η οποία δια της γυναικός εβάρυνε τους ανθρώπους, κατά τον ίδιον τρόπον εστεφανώθη με τας ακάνθας, ώστε δια της ιδικής του υπακοής να κάμη περισσότερον ήμερον την γην, η οποία κακώς εκαλλιεργήθη με τας ακάνθας της παρακοής. Εάν δε σου είπη, διατί έπιεν όξος και χολήν; Ειπέ εις αυτόν· Δια να εμέσωμεν ημείς το θανατηφόρον δηλητήριον του δράκοντος, διότι η χολή την οποίαν έπιεν Εκείνος εγλύκανε τον πόνον της ιδικής μου πληγής και το όξος με το οποίον εποτίσθη έγινεν ιδικόν μου φάρμακον. Εάν δε πάλιν σε ερωτήση ο άπιστος, διατί ενεδύθη κοκκίνην χλαμύδα, και διατί εγονάτιζον ενώπιόν του όσοι τον επλησίαζον, ειπέ εις αυτόν· Δια να τον προσκυνήσουν και χωρίς την θέλησίν των οι Ιουδαίοι και δια να ομολογήσουν την Βασιλείαν Αυτού έστω και χωρίς να το θέλουν επί της γης. Και τότε μεν τον προσεκύνουν χωρίς να γνωρίζουν τι έπραττον· εις δε την μέλλουσαν ανάστασιν όλα τα γένη των επιγείων και των ουρανίων Δυνάμεων και των καταχθονίων θα γονατίσουν ενώπιον Αυτού και πάσα γλώσσα θα ομολογήση ότι υπάρχει Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν (Φιλιπ. β: 10-11, Ρωμ. ιδ:11, Ησ. με: 23). Έχει δε η χλαμύς εκείνη και άλλην σημασίαν· εσήμαινε δηλαδή όχι μόνον την Βασιλείαν, αλλά και την αιμοβορίαν και την φονικήν μανίαν των Ιουδαίων. Έδωσαν δε και κάλαμον εις την χείρα Του, δια να γραφώσιν δι’ αυτού αι αμαρτίαι των. Και αυτά μεν έπραττον οι χριστομάχοι, αγνοούντες ποίος ήτο Εκείνος τον οποίον εσταύρωνον, ή μάλλον διότι θεληματικώς είχον τυφλωθή· η κτίσις όμως δεν ηγνόησε τον δημιουργόν και Κύριον αυτής. Διότι όταν ακόμη ο Σωτήρ εκρέματο εις τον Σταυρόν, ο αισθητός ήλιος, ιδών τον Ήλιον της δικαιοσύνης Χριστόν να υβρίζεται υπό των παρανόμων Ιουδαίων, επειδή δεν υπέφερε να βλέπη την αυθάδειαν αυτήν, εκρύφθη και εβύθισεν εις το σκότος την γην, επειδή έκρινεν ότι ήτο απρεπές να συνεργή εις το έγκλημα και να φωτίζη τους οφθαλμούς εκείνων, οι οποίοι διέπραττον την μεγαλυτέραν ασέβειαν. Και όχι μόνον ο ήλιος έκρυψε το φως του, αλλά και η γη εσείετο, αφ’ ενός μεν μη υποφέρουσα την παρανομίαν, η οποία διεπράττετο, αφ’ ετέρου δε δεικνύουσα και διδάσκουσα, ότι ο Θεός ήτο ο σταυρούμενος. Δια τούτο και δεν υπέφερε και εστενοχωρείτο φέρουσα επ’ αυτής τους θεομισήτους Ιουδαίους. Δεν ερρύπανε την γην τόσον πολύ ο Κάϊν όταν εφόνευσε τον αδελφόν του, δεν εβάρυνε την γην τόσον πολύ η ασέβεια των γιγάντων, όταν επεχείρησαν να κατασκευάσουν τον πύργον της Βαβέλ δια να φθάσουν εις τον ουρανόν, δεν την εμόλυναν τόσον πολύ οι Σοδομίται με τας ανοσιουργίας και αισχρουργίας, τας οποίας διέπραττον, ούτε εκείνοι οι οποίοι από αυτήν έπλασαν τα είδωλα· δεν την εστενοχώρησε τόσον πολύ το αίμα του Ζαχαρίου και του Άβελ όταν εχύθη, όσον οι Ιουδαίοι οι οποίοι ετόλμησαν να διαπράξουν το φοβερόν εκείνο ανοσιούργημα. Δια τούτο εσχίζοντο και αι πέτραι, δια να μάθουν ότι Αυτός τον οποίον εκρέμασαν εις τον Σταυρόν είναι η πνευματική και ζώσα Πέτρα. Διότι, ως λέγει η Γραφή, έπινον εκ της πνευματικής πέτρας η δε πέτρα αυτή ήτο ο Χριστός (Α΄ Κορ. ι: 4). Ω της αγνωμοσύνης των Ιουδαίων! Αι πέτραι εσχίσθησαν και αυτοί έμενον αναίσθητοι, τα άψυχα εσείοντο και οι έχοντες ψυχήν δεν επίστευον εις το θαύμα· το καταπέτασμα του ναού εσχίζετο δια να φανή εις το εξής μεγαλυτέρα η ερήμωσις αυτών. Εσχίσθη δηλαδή το καταπέτασμα του ναού και εγυμνώθησαν όλα τα εν τω ναώ δια τον Χριστόν, Όστις προείπεν· «Ιδού ο οίκος σας μένει πλέον έρημος» (Ματθ. κγ: 38, Λουκ. ιγ: 35). Και πράγματι μετά την θανάτωσιν του Χριστού όλα τα ιερά των Ιουδαίων εγυμνώθησαν και οι Άγγελοι, οι οποίοι έμενον εις την αγίαν πόλιν και εις τον ναόν, έφυγον απ’ εκεί και ήλθον εις την Εκκλησίαν του Χριστού. Πολλά δε σώματα των κεκοιμημένων Αγίων ανεστήθησαν μαζί με τον Χριστόν, δια να μάθωμεν ημείς ότι ο Χριστός αφού απέθανε δεν ανίσταται μόνος, αλλά ανιστά μαζί του και όλους όσοι πιστεύουν εις Αυτόν. Αυτή είναι, εν συντομία, η σεμνή εορτή του Πάσχα, και αυτά είναι τα μυστήρια των Χριστιανών, περί αναστάσεως νεκρών και αιωνίου ζωής, τα οποία πανηγυρίζομεν. Ας εορτάσωμεν λοιπόν όχι με την ζύμην της κακίας και της πονηρίας, αλλά με τα άζυμα της ειλικρινείας και της αληθείας (Α΄ Κορ. ε: 8), πιστεύοντες εις Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, εις Τριάδα ομοούσιον, άκτιστον· πιστεύοντες εις την Ανάστασιν, πιστεύοντες ότι ο Κύριος θα έλθη και πάλιν επί της γης, όχι όμως με ταπεινότητα, αλλά με δόξαν και λαμπρότητα ουράνιον, μετά φωτεινών Αγγέλων, με σάλπιγγας και με φόβον και με χαράν· χαράν μεν των Αγίων και των δικαίων, φόβον δε των αδίκων και των αμαρτωλών. Ο δε Θεός της ειρήνης θα αξιώση και ημάς όλους της αναστάσεως μετά των Αγίων Του, εάν ευρεθώμεν να έχωμεν πράξει αγαθά έργα, να έχωμεν πίστιν Ορθόδοξον, χάριτι και φιλανθρωπία του μονογενούς Αυτού Υιού, μεθ’ Ου δόξα, τιμή και προσκύνησις τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου