(ἐπ᾿ εὐκαιρίᾳ συνεδρίου ᾿Ορθοδόξων
᾿Εκκλησιῶν καὶ Παπικῶν ποὺ ἔγινε στὸ Balamand τοῦ Λιβάνου, ἀπὸ 17-24 ᾿Ιουνίου
1993.)
Αἰχμὴ καὶ στόχος τοῦ ἄρθρου
εἶναι ἡ οἰκουμενικὴ κίνηση, ὅπως οἱ τάσεις καὶ ἡ ἐξελικτικὴ πορεία της ἀποτυπώνονται
στὸ ἀνωτέρω θλιβερὸ συνέδριο. Οἱ ἀντιπρόσωποι τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν (εὐτυχῶς
—καὶ αὐτὸ πρὸς τιμήν των— ἀρκετὲς ᾿Ορθόδοξες ᾿Εκκλησίες ἀρνήθηκαν νὰ συμμετάσχουν),
διαβρωμένοι ἀπὸ τὶς οἰκουμενιστικὲς ἐξελίξεις τῆς κινήσεως αὐτῆς, διὰ τῆς ὑπογραφῆς
των σὲ κείμενο ἀπὸ ὀρθόδοξης πλευρᾶς κατάπτυστο, ἐπέτυχαν δύο τινά· ἀφ᾿ ἑνὸς ἀποπειράθηκαν
νὰ διασαλεύσουν τὴν πεποίθηση τῶν ᾿Ορθοδόξων, ὅτι ἡ ᾿Ορθόδοξος Καθολικὴ ᾿Εκκλησία
εἶναι ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ᾿Εκκλησία τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως
καὶ συνεπῶς ὅ,τι βρίσκεται ἔξω ἀπὸ αὐτὴν εἶναι κακόδοξο καὶ αἱρετικό, καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου
ὁ Παπισμός, ὁ φοβερὸς αὐτὸς κολοσσὸς τοῦ ψεύδους καὶ τῆς πλάνης, νὰ παρασταθεῖ
λίγο-πολὺ ὡς κανονικὸς φορέας τῆς καθολικότητος τῆς ᾿Εκκλησίας, ἰσάξιος καὶ ἰσότιμος
πρὸς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν, καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν ὑπάρχουν σοβαρὰ κωλύματα στὴ
διεκκλησιαστικὴ κοινωνία ᾿Ορθοδόξων καὶ Παπικῶν! Τὸ πρᾶγμα φυσικὰ δὲν πρέπει νὰ
μᾶς ἐκπλήσσει. Αὐτὴ εἶναι ἡ φυσιολογικὴ κατάληξη τοῦ ἐξελικτικοῦ καὶ μοντέρνου
οἰκουμενισμοῦ.
Καὶ ἐνῶ ἡ οἰκουμενικὴ κίνηση, ὡς ἰδέα, ὑπῆρξε καλὴ καὶ αὐτὴν ἐναγκαλίστηκε
πρόθυμα ἡ ᾿Ορθόδοξος Καθολικὴ ᾿Εκκλησία μὲ βασικὸ στόχο νὰ συμβάλει σὲ μιὰ στενότερη
ἐπαφὴ καὶ ἀλληλογνωριμία τῶν διεσχισμένων ᾿Εκκλησιῶν, κυρίως ὅμως νὰ προβάλει τὸ
φῶς τῆς καθολικότητός της στὴν πλανεμένη ἑτεροδοξία —ἀποσκοπώντας πάντοτε στὴν
«τῶν πάντων ἕνωσιν», ὑπὲρ τῆς ὁποίας εὔχεται καθημερινὰ στὴ θεία λειτουργία
της—(**), στὴ συνέχεια ἡ κίνηση αὐτὴ μετεξελίχτηκε σὲ ἕνα παρδαλό, κακόμορφο καὶ
ἀλλόκοτο οἰκουμενιστικὸ μόρφωμα, σὲ μιὰν ἐν ἐξελίξει ἐκκλησιολογικὴ τερατογένεση
καὶ σ᾿ ἕνα κακόηθες νεόπλασμα στὸ σῶμα τῆς ἁγιωτάτης ᾿Εκκλησίας μας, τὸ ὁποῖον,
ἂν δὲν ἀνακοπεῖ ἐγκαίρως, θὰ ὁδηγήσει σὲ θλιβερὲς καὶ ἀνυπολόγιστες περιπέτειες
τὴν ᾿Ορθοδοξία μας.
Οἱ Οἰκουμενιστές ἔχουν
λησμονήσει, ὡς φαίνεται, ὡρισμένα πράγματα.
α. ῎Εχουν χάσει τὴν ἀληθινὴν
ἔννοια τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων· — ὅτι αὐτὰ εἶναι θεῖες ἀλήθειες, τὶς ὁποῖες ἐφανέρωσε
ὁ Θεὸς στὸν κόσμο διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου του, καὶ οἱ ὁποῖες εἴτε
ἐκυρώθησαν σὲ συνόδους οἰκουμενικὲς τῇ ἐπιστασίᾳ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, εἴτε
κυκλοφοροῦν στὴ συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀποκρυσταλλωμένες στὶς πηγὲς τῆς
δογματικῆς της παραδόσεως καὶ ζωοποιοῦσες τὸ χριστεπώνυμό της πλήρωμα· — ὅτι εἶναι
ἀλήθειες ἀλάθητες, αἰώνιες καὶ ἀκατάλυτες, στὸ μέτρο ποὺ ἀλάθητος, αἰώνιος καὶ ἀκατάλυτος
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ σ᾿ αὐτές· — ὅτι, ἐνῶ κατὰ τὸ ἐξωτερικό
τους περίβλημα εἶναι δυνατὸν νὰ μεταβάλλονται μορφολογικὰ καὶ νὰ μεταπλάσσονται,
κατὰ τὴν οὐσία καὶ τὸν ἐσώτερο πυρῆνα τους μένουν σταθερὰ καὶ ἀμετάβλητα ἐν μέσῳ
τῆς διηνεκοῦς ροῆς καὶ ἀλλοιώσεως τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων· — ὅτι εἰς οὐδένα ἐπιτρέπεται
νὰ τὰ τροποποιεῖ κατὰ τὸ δοκοῦν, σύμφωνα μὲ τὶς προσωπικὲς ἀρέσκειες καὶ προτιμήσεις
του, πρᾶγμα ποὺ συνιστᾶ ὕβριν κατὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος· — ὅτι εἶναι ἀλήθειες
λυτρωτικές, ἡ ἀθέτηση ἢ μερικὴ παραχάραξη τῶν ὁποίων στερεῖ τὸν ἄνθρωπο τῆς αἰώνιας
ζωῆς. ῍Αν αὐτὰ ἀληθεύουν, πῶς τολμᾶτε, φίλοι οἰκουμενιστές, νὰ προβαίνετε σὲ ὑποβάθμιση
καὶ ἐλαχιστοποίηση τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων (δογματικὸς μινιμαλισμός), νὰ τὰ
διευρύνετε καὶ νὰ τὰ συστέλλετε δίκην Προκρουστείου κλίνης, ὥστε δι᾿ αὐτοῦ νὰ
πλησιάζετε εὐχερέστερα στὴν ἐπιτυχία τῶν εἰδικῶν ἐκκλησιολογικῶν στόχων σας; Νὰ
ὑποθέσουμε, ὅτι στὸ βάθος τῆς οἰκουμενιστικῆς σας προοπτικῆς ἐλλοχεύει —ἀνεπαίσθητα
ἔστω— ἡ προτεσταντικὴ περὶ δόγματος ἐκδοχή, ὅτι τοῦτο εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα
μὲ μειωμένο κῦρος, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ μεταβάλλεται ἑκάστοτε ὄχι μόνο κατὰ τὴν ἐξωτερική
του μορφή, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν οὐσία του, ὅπως καὶ οἱ ἄλλες ἀλήθειες τοῦ κόσμου
τούτου;
β. ῎Εχουν χάσει τὴν ἀληθινὴ
ἔννοια τῆς αἱρέσεως· — ὅτι δηλαδὴ αἵρεση εἶναι κακοδοξία καὶ πλάνη, αὐθαίρετη κατάλυση
μέρους τῆς δογματικῆς πίστεως τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀναταραχὴ καὶ διάσπαση τῆς ἀγάπης
καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού, ἂν ἐπιμείνει, ἐγκυμονεῖ τὸν αἰώνιο
πνευματικὸ θάνατο· — ὅτι εἶναι νόσημα βαρύ, ἡ παρουσία τοῦ ὁποίου πρέπει νὰ ἐκλείψει
ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, καὶ ὅτι ἡ ᾿Εκκλησία ἀπὸ παλαιὰ παρέδιδε —καὶ ἐξακολουθεῖ
νὰ παραδίδει— στὸ ἀνάθεμα τοὺς αἱρετικούς, ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσει εἰς
μετάνοιαν, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ νὰ προστατεύσει ἀπὸ τὴ φθοροποιὸ λύμης τους τὸ ὑγιὲς μέρος
τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ της πληρώματος.
γ. ᾿Αρχίζουν νὰ χάνουν —ἂν
δὲν τὰ ἔχουν ἤδη χάσει— τὰ βασικὰ γνωρίσματα τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ κυρίως τὴ
βαθειά της αὐτοσυνείδηση, ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἀληθινὴ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ
ὁποία συνεχίζει διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἀλώβητη καὶ ἀπαράφθορη τὴν ἀποστολικὴ ᾿Εκκλησία,
ἡ ὁποία ἱδρύθηκε στὸ θεανδρικὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ χτίστηκε στὸ θεμέλιο τῶν
᾿Αποστόλων. Αὐτὴ τὴν ᾿Εκκλησία διαιωνίζουμε στὸν κόσμο ἐμεῖς οἱ ᾿Ορθόδοξοι, κι᾿
ἂς μᾶς κατηγοροῦν οἱ προοδευτικοὶ (!) οἰκουμενιστὲς γιὰ ἐκκλησιολογικὸ
ναρκισσισμὸ καὶ ἐπαρχιωτισμό! Αὐτὴ ἀνέκαθεν ὑπῆρξε ἡ πεποίθηση ὅλων τῶν ὀρθοδόξων
Πατέρων, Πατριαρχῶν, συνόδων, θεολόγων καὶ σύμπαντος τοῦ πληρώματος τῆς ᾿Εκκλησίας,
ὅπως τοῦτο πανηγυρικὰ διετράνωσε ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας, τὴν ὁποία πρὶν
λίγες μέρες γιορτάσαμε μὲ τόνους πανηγυρικῆς σεμνότητος καὶ χαρᾶς.
Οἱ Οἰκουμενιστές, μὲ τὶς
θεολογικὲς ταχυδακτυλουργίες καὶ τὰ ἀνεπίτρεπτα ἐκκλησιολογικά τους ἅλματα,
προσθέτουν μὲ τὸν οἰκουμενιστικό τους χρωστῆρα παράφωνες πινελιὲς στὴν εἰκόνα τῆς
᾿Ορθοδοξίας, τῆς ὁποίας ἀμαυρώνουν τὸ κάλλος καὶ συγχέουν τὰ φυσιογνωμικά της
γνωρίσματα, καθιστώντας την ἀλλόκοτη καὶ ἀγνώριστη. Εἶναι λυπηρόν, ἀλλά, ὡς φαίνεται,
ἡ διαβόητη περὶ κλάδων θεωρία (Branch Theory), ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν ψυχὴ τῆς ἐκκλησιολογίας
τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως καὶ τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν ᾿Εκκλησιῶν, ἄρχισε
νὰ διαβρώνει σοβαρῶς τὶς ψυχὲς ὁρισμένων κύκλων οἰκουμενιστῶν, οἱ ὁποῖοι, ὡς μὴ
ὄφειλε, ἐκπροσωποῦν τὴν ᾿Ορθόδοξο Καθολικὴ ᾿Εκκλησία στὰ διάφορα διαχριστιανικὰ
οἰκουμενικὰ συνέδρια!
Βʹ.
Πέρα ὅμως ἀπὸ αὐτά, καὶ ἡ μέθοδος
ἡ χρησιμοποιουμένη στοὺς θεολογικοὺς διαλόγους, κομμένη καὶ ραμμένη στὰ οἰκουμενιστικὰ
μέτρα, εἶναι πραγματικὰ παράδοξη καὶ ἀκατανόητη. Στὰ οἰκουμενικὰ συνέδρια
συζητοῦν διεσχισμένες μεταξύ τους ᾿Εκκλησίες, μὲ «πιστεύω» διαφορετικὰ καὶ μὲ
σημαντικὲς δογματικὲς ἀποκλίσεις. ῾Η ἐξομάλυνση τῶν διαφορῶν αὐτῶν εἶναι ἀκριβῶς
ἐκεῖνο ποὺ συνιστᾶ τὸ καυτὸ οἰκουμενικὸ διεκκλησιαστικὸ πρόβλημα. Καὶ ὅμως· ἀντὶ
τούτου, ἡ συζήτηση τῶν διαφορῶν περιθωριοποιεῖται στοὺς θεολογικοὺς διαλόγους,
συζητοῦνται δὲ ἄλλα δογματικὰ ζητήματα, στὰ ὁποῖα ὑπάρχει ὁμοφωνία μεταξὺ τῶν
διαφόρων χριστιανικῶν θεολογιῶν. Αὐτὸ συμβαίνει κυρίως στὸ διάλογο μεταξὺ ᾿Ορθοδόξων
καὶ Παπικῶν. Τὸ φαινόμενον εἶναι πραγματικὰ παράδοξον. Εἶναι σὰν νὰ ἔχουμε ἕναν
ἄρρωστο ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ τὴν καρδιά του, καὶ οἱ θεράποντες ἰατροί, ἀντὶ νὰ ἐπιληφθοῦν
ἄμεσα τῆς διαγνώσεως καὶ τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς τῆς νόσου, ἀσχολοῦνται μὲ τὴ
διαπίστωση τῆς ὑγείας τῶν ἄλλων μελῶν τοῦ σώματος, τὰ ὁποῖα δὲν ὑποφέρουν, βραδύνοντας
τὴν ἐνασχόλησή τους μὲ τὸ καθαυτὸ πρόβλημα τῆς νόσου, μὲ ὅ,τι τοῦτο μπορεῖ νὰ
συνεπάγεται γιὰ τὴν ἔκβαση τῆς ὑγείας καὶ τῆς ζωῆς τοῦ ἀσθενοῦς. Σὲ τί νὰ ἀποβλέπει
ἄραγε ἡ μέθοδος αὐτή; Εἶναι φανερὸν ὅτι ἀποφεύγεται σκόπιμα ἡ ἐξέταση τῶν
δογματικῶν διαφορῶν τῶν ᾿Εκκλησιῶν, εἴτε γιατὶ στὸ συγκρητιστικὸ πλαίσιο τῆς οἰκουμενιστικῆς
νοοτροπίας ὑποβαθμίζεται ἡ σημασία τους, εἴτε γιατὶ ἡ παρουσία τους ὄχι μόνο δὲν
εὐοδώνει τοὺς οἰκουμενιστικοὺς στόχους, ἀλλὰ τοὐναντίον πολλαπλασιάζει τὰ προβλήματα
καὶ ἐπαυξάνει τὶς δυσκολίες μιᾶς προσεγγίσεως τῶν διεσχισμένων ᾿Εκκλησιῶν, ὅπως
αὐτοὶ τὴν φαντάζονται. Μήπως τὸ ἴδιο δὲν διεκήρυσσε πρὸ ἐτῶν καὶ ὁ μακαριστὸς Οἰκουμενικὸς
Πατριάρχης ᾿Αθηναγόρας, ὁ ὁποῖος, σπεύδων, ἐν μέσῳ ἐναγκαλισμῶν καὶ μειδιαμάτων,
πρὸς μίαν λαϊκὴν καὶ ἐκ τῶν κάτω ἕνωση μὲ τὸν Πάπα, ἐδήλωνε ἀναρμοδιότητα καὶ
παρέπεμπε (εἰρωνικῶς !) τὴ μελέτη τῶν δογματικῶν τῆς πίστεως διαφορῶν στοὺς θεολόγους,
σὰν νὰ μὴν ἦταν αὐτός, ὡς κεφαλὴ τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ κύριος θεολόγος καὶ ὁ ὑπεύθυνος
διὰ τὴν χειρισμὸ ἑνὸς τόσο μεγάλου καὶ σημαντικοῦ θέματος; Καὶ πρὶν μὲν ἀπὸ εἴκοσι
πέντε χρόνια, ἡ ἀπόπειρα μιᾶς τέτοιας λαϊκῆς οἰκουμενιστικῆς ἑνώσεως ἀποσοβήθηκε
τὴν τελευταία στιγμὴ κατόπιν σθεναρᾶς ἀντιστάσεως ὁρισμένων θεολογικῶν κύκλων τῆς
ἐδῶ ῾Ελλαδικῆς ᾿Εκκλησίας πρὸς τοὺ ἀπεσταλμένους τοῦ Πάπα (τὸν διαβόητο καρδινάλιο
Βίλλεμπρανς)· ὅμως τὸ οἰκουμενιστικὸ αὐτὸ κύτταρο δὲν
ἔπαυσε ἔκτοτε νὰ ἐπιζεῖ στὶς φιλενωτικὲς προσπάθειες τῶν ᾿Εκκλησιῶν. Σήμερα,
περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐποχή, συζητοῦνται μὲ ἔνταση μόνο τὰ δογματικὰ ἐκεῖνα
σημεῖα ποὺ λίγο — πολὺ ἑνώνουν τὶς δύο ᾿Εκκλησίες, γιὰ νὰ δημιουργηθεῖ ἔτσι ἕνα
ἑνωτικὸ πλαίσιο, στὸ ὁποῖο νὰ στηθεῖ, ὅταν ἐπιστεῖ ὁ πρὸς τοῦτο καιρός, μιὰ
λαϊκὴ ἕνωση τῶν δύο ᾿Εκκλησιῶν, στὴν ὁποία νὰ ὑπάρχει ἐνδότερη πνευματικὴ ἐπικοινωνία
συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς διαμυστηριακῆς κοινωνίας (Intercommunio) (!), ἔστω
καὶ ἂν θὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει ἡ διάσταση στὴν πίστη, ἔστω καὶ ἂν θὰ ὑφίστανται
οἱ δογματικὲς διαφορές, τὶς ὁποῖες θὰ συζητοῦν τάχα μὲ τὴν ἡσυχία τους καὶ στὴν
ροὴ τοῦ χρόνου οἱ θεολόγοι τῶν δύο «ἑνωμένων» ᾿Εκκλησιῶν (!). ῎Ετσι δὲν ἀποκλείεται
κάποια μέρα νὰ δοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας ντυμένους στὰ παρδαλὰ ροῦχα μιᾶς γελοίας ἑνώσεως,
μαντρωμένους σὲ ἕνα οἰκοδήμημα χωρὶς θεμέλια καὶ ὀροφή, μὲ τὸ κεφάλι μας στρουθοκαμηλικὰ
χωμένο στὴ φιλενωτικὴ ἄμμο τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τὸ σῶμα μας ἔκθετο στὴν αἱρετικὴ
ἐκκλησιολογικὴ κάκωση καὶ στρέβλωση! Καὶ ὅμως, παρὰ τὰ οἰκουμενιστικὰ αὐτὰ καμώματα,
οἱ δογματικὲς διαφορὲς ποὺ συνιστοῦν τὸ κέντρο τοῦ σύγχρονου διεκκλησιαστικοῦ προβλήματος,
ἐξακολουθοῦν νὰ ὑπάρχουν, ἡ ἄρση τῶν ὁποίων ἀποτελεῖ τὴ μόνη βάση μιᾶς ἀληθινῆς
ἑνώσεως τῶν ᾿Εκκλησιῶν. Θὰ ὑπενθυμίσουμε τὶς κυριώτερες στοὺς ἀναγνῶστες μας.
Με την Παπική ᾿Εκκλησία μᾶς
χωρίζουν:
α. ᾿Επὶ τοῦ τριαδικοῦ δόγματος:
μία παραχάραξη καὶ μία κολόβωση. Τὴν παραχάραξη τὴ συνιστᾶ τὸ Filioque. Πρόκειται
γιὰ μιὰ κορυφαία τριαδολογικὴ αἵρεση, ποὺ δὲν εἶναι μικρότερη ἐκείνης τοῦ ἀρχαίου
δυναμικοῦ μοναρχιανισμοῦ. Καὶ ἐνῶ στὸ σύστημα αὐτὸ ἐπλήττετο τὸ ὑπαρκτὸν τῶν
τριαδικῶν ὑποστάσεων, στὸ Filioque πλήττεται ἡ τάξη τῶν ἰδιωμάτων τῆς ἁγίας Τριάδος.
῍Αν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ, τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα τῶν
τριαδικῶν προσώπων συγχέονται μεταξύ τους καὶ καταλύονται. Πλήττεται ἡ μ ο ν α
ρ χ ί α ἐν τῇ θεότητι. ῾Ο Πατὴρ παύει νὰ εἶναι ἡ πηγαία θεότης, ἀπὸ τὴν ὁποίαν
προέρχονται τὰ δύο ἄλλα πρόσωπα τῆς θεότητος, ὁ μὲν Υἱὸς διὰ τῆς γεννήσεως, τὸ
δὲ Πνεῦμα διὰ τῆς ἐκπορεύσεως. Εἰσάγεται δυαρχία στὴ θεότητα καὶ ὑποβαθμίζεται
τὸ ἀξίωμα τοῦ τρίτου προσώπου τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ τὸ ἁγιαστικὸ ἔργο του. Τὸ
Filioque δὲν εἶναι θεολογούμενο, γνώμη δηλαδὴ θεολογικὴ ἀκίνδυνη καὶ χωρὶς βαθύτερη
αἱρετικὴ ἀνάχρωση, ἀλλ᾿ αἵρεση κορυφαία, ἐναντίον τῆς ὁποίας ἡ ᾿Ορθόδοξος
Καθολικὴ ᾿Εκκλησία ἔδωσε ἀγῶνες κρατερούς. Τὸ Filioque, ὡς γνωστόν, ὑπῆρξε ἡ
κυριώτερη αἰτία τοῦ μεγάλου σχίσματος στοὺς κόλπους τῆς ἀρχαίας ἑνωμένης ᾿Εκκλησίας.
Τὴν κολόβωση ἀφ᾿ ἑτέρου συνιστᾶ ἡ ἀπὸ μέρους τῶν Παπικῶν ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τῶν
ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν στὴν τριαδικὴ θεότητα. Διὰ τὴν ᾿Ορθοδοξία ἡ διδασκαλία
περὶ τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν ἀποτελεῖ βασικὸ δόγμα πίστεως. Οἱ θεῖες ἐνέργειες
εἶναι θεμελιῶδες δομικὸ στοιχεῖο τῆς ἐννοίας τοῦ Θεοῦ: Οὐσία, ῾Υποστάσεις, Θεῖες
᾿Ενέργειες. Οἱ ᾿Ενέργειες εἶναι ὁ ἐγγενὴς πλοῦτος τῆς θεότητος, ἀΐδιες καὶ ἄκτιστες,
διακρίσεις θεοπρεπεῖς, ἡ παρουσία τῶν ὁποίων δὲν ἀναιρεῖ τὴν ἁπλότητα τῆς θείας
οὐσίας. Εἶναι ἐξωτερικὰ κοινωνητές. Διὰ τῆς χάριτος αὐτῶν (θεία ἐνέργεια - χάρις),
δημιουργοῦνται, συνέχονται καὶ ἁγιάζονται τὰ κτίσματα καὶ θεοποιεῖται κυρίως ὁ
λογικὸς ἄνθρωπος. Τὰ διδάγματα αὐτὰ εἶναι ἄγνωστα στοὺς Παπικούς. Γι᾿ αὐτοὺς ἡ θεία
ἐνέργεια (ἡ χάρις) εἶναι μέγεθος κτιστό. Αὐτὸ δὲν ἰσχυριζόταν ὁ διαβόητος λατῖνος
αἱρετικὸς Βαρλαάμ; Σ᾿ αὐτοὺς εἶναι ἀνήκουστη ἡ θεωτικὴ ἐνέργεια τοῦ παναγίου
Πνεύματος, ὅπως αὐτὸ πιστεύει ἡ ᾿Ορθοδοξία, ψυχὴ τῆς σωτηριολογίας τῆς ὁποίας εἶναι
ἡ χαρισματικὴ θέωση τῶν καθαρμένων φύσεων (ἀνθρώπων). Γιὰ τοὺς Παπικοὺς ἡ σωτηρία
εἶναι ἁπλᾶ ἠθικὴ ἐκλάμπρυνση τῆς φύσεως. Δὲν εἶναι ἕνωση, ἀνάκραση μὲ τὴ θείαν ἐνέργεια.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ διαφορά μας εἶναι τεράστια. Πῶς εἶναι δυνατόν, ἀλήθεια, ὁ ὀρθόδοξος
πιστὸς ποὺ ζεῖ στὴ θεωτικὴ ἀκτῖνα τῆς θείας ἐνέργειας, στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς
μακαρίας δόξης τῆς Τριάδος, νὰ συμφιλιωθεῖ μὲ μιὰ τόσο ρηχὴ καὶ ἐξωτερικὴ ἰδέα
περὶ λυτρώσεως, ὅπως εἶναι ἡ παπική; Καὶ
β. ᾿Επὶ τοῦ περὶ ᾿Εκκλησίας
δόγματος, μᾶς χωρίζουν τὰ κατάπτυστα δόγματα περὶ τοῦ πρωτείου καὶ τοῦ ἀλαθήτου
τοῦ Πάπα. Τὰ δόγματα αὐτὰ συνιστοῦν φθαρμένην ἐκκλησιολογίαν. Εἶναι δόγματα ψεύτικα,
ἀνθρώπινα θεωρήματα, ποὺ καμιὰ σχέση δὲν ἔχουν μὲ τὶς πηγὲς τῆς πίστεως, τὴν ἱστορία
καὶ τὸ ἦθος τῆς ἀρχαίας ἀποστολικῆς παραδόσεως. Εἶναι ἀποκυήματα τῆς ἀλοζονείας
καὶ τῆς ἀρχομανίας τῶν Παπῶν, τὰ ὁποῖα χλευάζουν τὸ γνήσιο ἦθος τοῦ Εὐαγγελίου,
τὸ στηριγμένο στὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη, καὶ διασύρουν τὸ δημοκρατικὸ πολίτευμα
τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Πάπες, κατατρυχόμενοι ἀπὸ τὸ ἑωσφορικὸ πλέγμα ἀνωτερότητος,
θέλουν νὰ εἶναι κυρίαρχοι ὄχι μόνον ἐπὶ τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀλλ᾿ εἰ δυνατὸν καὶ ἐπὶ
τοῦ κόσμου ὁλοκλήρου. ῎Εμβλημά τους εἶναι τὰ δύο ξίφη ἐξουσίας (ἐκκλησιαστικῆς
καὶ πολιτικῆς). ῞Ολοι πρέπει νὰ ὑπακούουν στὰ κελεύσματα καὶ τὶς ἀποφάσεις τους,
γιατὶ τάχα αὐτοὶ εἶναι, ὡς διάδοχοι τοῦ ᾿Αποστόλου Πέτρου, οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ
Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ ὁρατὴ κεφαλὴ τῆς ᾿Εκκλησίας! Τὰ πράγματα αὐτὰ εἶναι ἤδη
χιλιοειπωμένα. Εἶναι δυνατὸν ἕνας συνεπὴς ὀρθόδοξος χριστιανὸς νὰ δεχθεῖ τὸ
πρωτεῖον καὶ τὸ ἀλάθητον τοῦ Πάπα, χωρὶς νὰ χάσει τὴν αἰώνια ζωή;
Bιβλιο με τίτλο ο οικουμενισμος δίχως μάσκες , των εκδόσεων Ορθόδοξου Tυπου . To περιεχόμενο του είναι ε ν τ υ π ω σ ι α κ ο με διαχρονική α ξ ί α .
ΑπάντησηΔιαγραφή