Διαθήκη των Αγίων και ενδόξων του Χριστού Τεσσαράκοντα Μαρτύρων των εν Σεβαστεία τελειωθέντων.

Δια ποίων λόγων δύναται τις να επαινέση τούτους όπως αρμόζει; Ποίον εγκώμιον να τους πλέξη; Περί αυτών προφητεύων έλεγεν ο Προφήτης Δαβίδ· «Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν (Ψαλμ. ξε:12). Διότι αυτοί και εις τα τέσσαρα στοιχεία του κόσμου ενήθλησαν· εις την γην εκοπίασαν, του αέρος το ψύχος υπέμειναν, εις το ύδωρ εβλήθησαν, εις το πυρ παρεδόθησαν. Ω της μακαρίας υπομονής αυτών! Ω της ευλογημένης γενναιότητος! Ούτοι είναι των γερόντων η δύναμις, των νέων οι διδάσκαλοι, των θλιβομένων οι παρήγοροι, των πενομένων οι πλουτισταί, των χειμαζομένων οι λιμένες, των ασθενούντων οι ιατροί, των γυναικών οι σωφρονισταί, των παίδων οι φύλακες, των Χριστιανών πάντων οι προς Θεόν πρεσβευταί δυνατώτατοι.
Αυτών την πρεσβείαν ας ζητήσωμεν και ημείς συνεργόν προς απόκτησιν της αρετής. Αυτών ταις ικεσίαις ας ενδυναμωθώμεν και ημείς, ίνα τελειώσωμεν την τεσσαρακονθήμερον νηστείαν και εδώ μεν του αισθητού Πάσχα να αξιωθώμεν, εκεί δε του νοητού. Αλλ’ επειδή, ευλογημένοι Χριστιανοί, ακόμη διατρέχομεν το στάδιον της αγίας Τεσσαρακοστής, αν και παρήλθον αρκεταί ημέραι, αφ’ ότου ηρχίσαμεν την νηστείαν, πρέπον είναι να αναφέρωμεν προς την ημετέραν αγάπην και ολίγα τινά περί νηστείας, δια περισσοτέραν παρακίνησιν, και παρηγορίαν του κόπου των νηστειών. Πριν ή όμως ομιλήσωμεν περί νηστείας, επιβεβλημένον θεωρούμεν καθήκον να παραθέσωμεν ενταύθα το κείμενον της υπό των Αγίων καταλειφθείσης διαθήκης, όπως ευρέθη από επιμελείς ερευνητάς. Έχει δε τούτο ως εξής:                                                                                                                            
Διαθήκη των Αγίων και ενδόξων του Χριστού Τεσσαράκοντα Μαρτύρων των εν Σεβαστεία τελειωθέντων.                                                                                                           
Μελέτιος και Αέτιος και Ευτύχιος οι δέσμιοι του Χριστού τοις κατά πάσαν πόλιν και χώραν αγίοις Επισκόποις τε και Πρεσβυτέροις, Διακόνοις τε και Ομολογηταίς και τοις λοιποίς άπασιν εκκλησιαστικοίς εν Χριστώ χαίρειν.                                                     
α΄) Επειδάν τη του Θεού χάριτι και ταις κοιναίς των πάντων ευχαίς τον προκείμενον ημίν αγώνα τελέσωμεν και επί τα βραβεία της άνω κλήσεως φθάσωμεν, τότε και ταύτην ημών την γνώμην κυρίαν είναι βουλόμεθα επί το τα λείψανα ημών ανακομίζεσθαι τοις περί τον πρεσβύτερον και πατέρα ημών Πρόϊδον και τους αδελφούς ημών Κρισπίνον και Γόρδιον συν σπουδάζοντι λαώ, Κύριλλόν τε και Μάρκον και Σαπρίκιον τον του Αμμωνίου, εις το κατατεθήναι τα λείψανα ημών υπό την πόλιν Ζήλων εν τω χωρίω Σαρείμ. Ει γαρ και εκ διαφόρων χωρίων τυγχάνομεν πάντες, αλλά γε μίαν και την αυτήν της καταπαύσεως ειλόμεθα κατάθεσιν· επειδή γαρ κοινόν εθέμεθα τον του άθλου αγώνα, κοινήν συνεθέμεθα και την κατάπαυσιν ποιήσασθαι εν τω προειρημένω χωρίω. Ταύτα ουν και τω αγίω Πνεύματι έδοξε, και ημίν ήρεσεν.                                                                                                                               
2. Τούτου ένεκεν ημείς οι περί Αέτιον και Ευτύχιον και τους λοιπούς εν Χριστώ αδελφούς ημών παρακαλούμεν τους κυρίους ημών γονείς και αδελφούς πάσης λύπης και ταραχής εκτός γενέσθαι, της δε φιλαδέλφου κοινωνίας τιμήσαι τον όρον και τω βουλήματι ημών σπουδαίως συνάρασθαι, όπως της υπακοής και της συμπαθείας τον μέγαν μισθόν παρά του κοινού Πατρός ημών κομίσησθε.                         
3. Έτι δε αξιούμεν πάντας, μηδένα των εκ της καμίνου ανελομένων λειψάνων ημών εν εαυτώ περιποιήσασθαι, αλλά της εν ταυτώ συναθροίσεως φροντίσαντα αποδούναι τοις προειρημένοις, ίνα και της σπουδής τον τόνον επιδειξάμενος και της ευγνωμοσύνης το ακέραιον αυτών των πόνων της συμπαθείας το κέρδος κομίσηται. Καθάπερ η Μαρία προσκαρτερήσασα τω τάφω του Χριστού και προ πάντων θεασαμένη τον Κύριον, πρώτη και της χαράς και της ευλογίας εδέξατο την χάριν.            
4. Ει δε τις τω βουλήματι ημών εναντιωθή του μεν θείου κέρδους αλλότριος έστω, της δε παρακοής πάσης υπόδικος, μικρώ βουλήματι αποτελέσας το δίκαιον, τέμνειν ημάς απ’ αλλήλων όσον το εφ’ εαυτόν βιαζόμενος, ους ο Άγιος ημών Σωτήρ ιδία χάριτι και προνοία τη πίστει συνέζευξεν.                                                                                 
5. Ει δε και ο παις Ευνοϊκός νεύματι του φιλανθρώπου Θεού επί το αυτό του αγώνος καταντήσει τέλος, την αυτήν ημίν ηξίωσεν έχειν κατανομήν, εάν δε διαφυλαχθή αβλαβής τη του Χριστού χάριτι και έτι εν τω κόσμω εξετάζοιτο, σχολάζειν αυτόν μετ’ ελευθερίας τω μαρτυρίω ημών παραγγέλλομεν και τας εντολάς του Χριστού φυλάττειν παρακαλούμεν, ίνα εν τη μεγάλη της Αναστάσεως ημέρα της μεθ’ ημών απολαύσεως τύχη, επειδή και εν τω κόσμω ων τας αυτάς ημίν υπέμεινε θλίψεις.             
6. Η γαρ προς τον αδελφόν ευγνωμοσύνη δικαιοσύνην βλέπει Θεού, η δε προς τους ομοιογενείς παρακοή εντολήν Θεού πατεί· γέγραπται γαρ, ότι: Ο αγαπών την αδικίαν μισεί την εαυτού ψυχήν.                                                                                               
β΄) Τοιγαρούν αξιώ υμάς, αδελφέ Κρισπίνε… και παραγγέλλω, ως πάσης κοσμικής ηδυπαθείας και πλάνης γενέσθαι ξένους, σφαλερά γαρ και ουκ εύτονος η του κάσμου δόξα, η προς ολίγον μεν ανθεί και αύθις μαραίνεται χόρτου δίκην, ταχύτερον της αρχής δεξαμένη το τέλος, προσδραμείν δε μάλλον θελήσατε τω φιλανθρώπω Θεώ, ος πλούτον μεν ανελλιπή παρέχει τοις αυτόν προστρέχουσι, ζωήν δε αιώνιον βραβεύει τοις εις αυτόν πιστεύουσι.                                                                                         
2. Καιρός ούτος επιτήδειος τοις σώζεσθαι θέλουσιν άφθονον μεν παρέχων της μετανοίας προθεσμίαν, απροφάσιστον δε της πολιτείας την πράξιν, μηδέν αναβαλλομένοις προς το μέλλον, απροόρατος γαρ η του βίου μεταβολή. Αλλ’ ει εγνώρισας, όρα το χρήσιμον και εν αυτή επιδείξαι της θεοσεβείας το άχραντον, ίνα εν αυτώ καταληφθείς των προγεγονότων αμαρτημάτων απαλείψης το χειρόγραφον. Εν ω γαρ εύρω σε, φησίν, εν τούτω και κρινώ σε.                                                                  
3. Σπουδάσατε ουν ταις εντολαίς του Χριστού ευρεθήναι άμεμπτοι, όπως φύγητε το ακοίμητον και αιώνιον πυρ· ότι γαρ ο καιρός συνεσταλμένος πάλαι βοά η θεία φωνή.       
4. Αγάπη νουν προ πάντων τιμήσατε· αύτη γαρ μόνη τιμά το δίκαιον φιλαδελφίας νόμω πειθομένη Θεώ· και γαρ δια του ορωμένου αδελφού ο αόρατος τιμάται Θεός· και προς μεν τους ομομητρίους αδελφούς ο λόγος, προς δε πάντας τους φιλοχρίστους η γνώμη· και γαρ ο άγιος ημών Σωτήρ και Θεός εκείνους έφασκεν αδελφούς είναι, τους ουχί τη φύσει κοινωνούντας αλλήλοις, αλλά τη αρίστη πράξει προς την πίστιν συναπτομένους και το θέλημα εκπληρούντας του Πατρός ημών του εν τοις ουρανοίς.                                                                                                                         
γ΄ ) Προσαγορεύομεν τον κύριον τον πρεσβύτερον Φίλιππον και Προκλιανόν και Διογένην άμα τη Αγία Εκκλησία. Προσαγορεύομεν τον κύριον Προκλιανόν τον εν τω χωρίω Φυδελά άμα τη Αγία Εκκλησία μετά των ιδίων. Προσαγορεύομεν Μάξιμον μετά της Εκκλησίας. Προσαγορεύομεν Δόμνον μετά των ιδίων. Ίλην τον πατέρα ημών και Ουάλην μετά της Εκκλησίας. Προσαγορεύω και εγώ Μελέτιος τους συγγενείς μου Λουτάνιον, Κρίσπον και Γόργιον μετά των ιδίων. Ελπίδιον μετά των ιδίων. Υπερέχιον μετά των ιδίων.                                                                                             
2. Προσαγορεύομεν και τους εν τω χωρίω Σαρείμ, τον Πρεσβύτερον μετά των ιδίων. Τους Διακόνους μετά των ιδίων. Μάξιμον μετά των ιδίων. Ησύχιον μετά των ιδίων. Κυριακόν μετά των ιδίων. Προσαγορεύομεν τους εν Χαδουθί πάντας κατ’ όνομα. Προσαγορεύομεν και τους εν Χαρισφώνη πάντας κατ’ όνομα. Προσαγορεύω και εγώ Αέτιος τους συγγενείς μου Μάρκον και Ακυλίναν και τον Πρεσβύτερον Κλαύδιον και τους αδελφούς του Μάρκον, Τρύφωνα, Γόρδιον και Κρίσπον και τας αδελφάς μου και την σύμβιόν μου Δόμναν μετά του παιδίου μου.                                                              
3. Προσαγορεύω και εγώ Ευτύχιος τους εν Ξιμάροις, την μητέρα μου Ιουλίαν και τους αδελφούς μου Κύριλλον, Ρούφον και Ρίγλον και Κυρίλλαν και την νύμφην μου Βασιλείαν και τους Διακόνους Κλαύδιον και Ρουφίνον και Πρόκλον. Προσαγορεύομεν και τους υπηρέτας του Θεού Σαπρίκιον τον του Αμμωνίου και Γενάσιον, και Σωσάνναν μετά των ιδίων.                                                                                
4. Προσαγορεύομεν τοίνυν πάντας υμάς, οι κύριοι ημών, οι τεσσαράκοντα αδελφοί και συνδέσμιοι πάντες Μελέτιος Αέτιος Ευτύχιος Κυρίων Κάνδιδος Αγγίας Γάϊος Χουδίων Ηράκλειος Ιωάννης Θεόφιλος Σισίνιος Σμάραγδος Φιλοκτήμων Γοργόνιος Κύριλλος Σεβηριανός Θεόδουλος Νίκαλλος Φλάβιος Ξάνθιος Ουαλέριος Ησύχιος Δομετιανός Δόμνος Ηλιανός Λεόντιος ο και Θεόκτιστος, Ευνοϊκός Ουάλης Ακάκιος Αλέξανδρος Βικράτιος ο και Βιβιανός, Πρίσκος Σακέρδων Εκδίκιος Αθανάσιος Λυσίμαχος Κλαύδιος Ίλης και Μελίτων. Ημείς ουν οι τεσσαράκοντα δέσμιοι του Κυρίου Ιησού Χριστού υπεγράψαμεν τη χειρί δι’ ενός ημών Μελετίου και εκυρώσαμεν πάντα τα προγεγραμμένα, και ηρέσθη πάσιν ημίν. Ψυχή δε και Πνεύματι θείω ευχόμεθα, όπως τύχωμεν άπαντες των αιωνίων του Θεού αγαθών και της Βασιλείας Αυτού νυν και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου