1. Εἰσαγωγή
Ἡ ὁμάς περί τόν π. Εὐθύμιον Τρικαμηνᾶν (ἐφεξῆς Ε.Τ.) προέβη καί πάλιν εἰς ὕβρεις,
παραλογισμούς καί ψεύδη διά τό ἡμερολογιακόν ζήτημα (https://paterikiparadosi.blogspot.com/2019/08/blog-post_8.html), μέ ἀφορμήν ἕν πρόσφατον σχόλιόν μου (βλ. http://scripta---manent.blogspot.com/2019/08/1920.html
καί https://orthodox-voice.blogspot.com/2019/08/1920.html),
ὅπου διέπραξα τό λάθος νά ζητήσω ἐξηγήσεις ἀπό τήν ἐν λόγῳ ὁμάδα διά τήν ἀσυνέπειάν της ὡς πρός τί ἀποτελεῖ ὁμολογίαν πίστεως καί τί ὄχι, παρά τό γεγονός
ὅτι ἐγνώριζα ἤδη ὅτι δέν ὑπάρχει ἐκ μέρους της διάθεσις διά εἰλικρινῆ διάλογον. Συγκεκριμένως, τούς ἠρώτησα: «γιατί ἡ ἄρνησις πρός τόν Τύραννον πού σοῦ προστάζει νά φάγῃς κρέας τήν Μ. Τεσσαρακοστήν εἶναι ὁμολογία Πίστεως, ἀλλ'
ἡ ἄρνησις πρός τούς μασόνους τοῦ 1924 νά δεχθῇς τό νέον ἑορτολόγιον (ν.ἑ.)
δέν εἶναι, καθ' ἥν στιγμήν
μάλιστα γνωρίζεις ὅτι τό ν.ἑ.
ἔχει καταδικασθῆ Συνοδικῶς τόν 16ον αἰῶνα
καί, ὡς ἐκ
τούτου, ἡ εἰσαγωγή του θά προκαλέσῃ σχίσμα, καθώς καί ὅτι ὁ σκοπός τοῦ ν.ἑ.
εἶναι ἡ προώθησις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;». Ἡ ἐν λόγῳ ὁμάς, ἀντί ν’ ἀναγνωρίσῃ τήν ἀσυνέπειάν της,
προέβη εἰς προσβολάς πρός τό πρόσωπόν μου καί εἰς τάς γνωστάς διαστρεβλώσεις τῆς ἀληθείας διά τό ἡμερολογιακόν ζήτημα, τάς ὁποίας ἔχω ἤδη ἀποδείξει ὡς πλήρως ἐσφαλμένας εἰς τό ἄρθρον μου μέ τίτλον «Ἡ δογματική διάστασις τοῦ νέου ἑορτολογίου» (http://koukfamily.blogspot.com/2017/09/blog-post_16.html),
καθώς καί εἰς δύο ἀπαντήσεις μου πρός τούς κ.κ.
Ρίζον καί Τσακίρογλου (βλ. http://krufo-sxoleio.blogspot.com/2019/03/blog-post_23.html#comment-form καί http://krufo-sxoleio.blogspot.com/2019/03/blog-post_7.html). Μάλιστα, εἰς αὐτάς τάς ἀπαντήσεις μου, ἀπέδειξα καί ὅτι
ἡ ὁμάς τοῦ π. Ε.Τ. δέν κατανοεῖ τούς ἱερούς Κανόνας, καί δή τόν 56ον
τῆς ΣΤ' Οἰκ. Συνόδου, καθώς ἐπίσης καί ὅτι εἰς τά κείμενά της χρησιμοποιεῖ ἀντιεπιστημονικάς
μεθόδους. Τούτων οὕτως ἐχόντων, θεωρῶ πλέον σπατάλην χρόνου ν’ ἀναιρῶ τάς
διαστροφάς τῆς ἐν λόγῳ ὁμάδος. Θά τό πράξω διά τελευταίαν φοράν, ὅμως, πρός ἀποφυγήν
σκανδάλου εἰς τυχόν καλοπροαιρέτους ἀναγνώστας.
2. Ἡ μεγαλυτέρα διαστροφή τῆς ἀληθείας
Ἡ μεγαλυτέρα διαστροφή πού κάμνει ἡ ἐν λόγῳ ὁμάς, ἡ ὁποία
ἀποτελεῖ τήν ρίζαν καί τῶν ὑπολοίπων διαστροφῶν της, εἶναι ὅτι δῆθεν οἱ Ὀρθόδοξοι
τοῦ Πατρίου Ἑορτολογίου (π.ἑ.) ἔχουν ἀνυψώσει εἰς δόγμα Πίστεως τό Ἰουλιανὸν Ἡμερολόγιον καί, ὡς ἐκ τούτου, εἶναι αἱρετικοί καί
δή «χρονολάτραι»! Παραδείγματος χάριν, ὁ π. Ε.Τ. ἔγραψε προσφάτως τά ἑξῆς:
«οἱ Γ.Ο.Χ. δι’ οὐδὲν ἄλλο ἐνδιαφέρονται, τίποτε ἄλλο δὲν
θεωροῦν ἀδιαπραγμάτευτο εἰς βαθμὸν δογμάτων πίστεως καί, βέβαια, τίποτε ἄλλο δὲν
θεωροῦν ὅτι ἀποτελεῖ τὸν μεταξύ τους ἀδιάσπαστο συνδετικὸ κρίκο, ὅσο τὸ Ἰουλιανὸ
Ἡμερολόγιο» (https://paterikiparadosi.blogspot.com/2019/06/blog-post_600.html#more). Εἰς δέ τήν ἀπό 28-11-2012 ἀπάντησίν του πρός τόν
Μοναχόν Ἰωσήφ (σελ. 25), χρησιμοποιεῖ τόν ὅρον «χρονολάτραι» διά τούς Ὀρθοδόξους
τοῦ π.ἑ.! Αὐτά, βεβαίως, ἀποτελοῦν αὐταποδείκτους διαστροφάς τῆς ἀληθείας,
ὅπως καί ὅλα τά ὑπόλοιπα που γράφει, καί ἔχουν χιλιάκις ἀναιρεθῆ. Ὁ Ἅγιος πρ.
Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης, εὐθύς ὡς ἐξῆλθεν εἰς τόν ἀγῶνα τό 1935, ἐπικαλούμενος
τάς Εὐαγγελικάς ἐντολάς τῆς ἀγάπης καί τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, ἔσπευσε νά διευκρινίσῃ ὅτι:
Ἐπίσης,
εἶναι ἀναντίλεκτον, ὅτι ὁ καθορισμός ὑπό τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας
τακτῶν ἡμερῶν, διά τόν σύγχρονον καί ὁμαδικόν ἑορτασμόν τῶν ἑορτῶν ὑφ’ ὅλων τῶν
πιστῶν, ἀποβλέπει εἰς τήν ἐνίσχυσιν, οὐ μόνον τῆς πίστεως, ἀλλά καί τῆς
χριστιανικῆς ἀγάπης καί ἠθικῆς ἀλληλεγγύης μεταξύ τῶν χριστιανῶν. Ἡ διαφορά ὅμως
τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου, χωρίζουσα τούς χριστιανούς εἰς τόν ἑορτασμόν τῶν
ἑορτῶν καί τήν ἐκτέλεσιν τῶν θρησκευτικῶν αὐτῶν καθηκόντων, οὐ μόνον δέν
συντελεῖ εἰς τήν ἐνίσχυσιν τῆς
χριστιανικῆς ἀγάπης καί τῆς ἠθικῆς ἀλληλεγγύης, ἀλλά καί προκαλεῖ τήν διαφωνίαν
τῶν χριστιανικῶν αἰσθημάτων, καί διεγείρει μεταξύ τῶν χριστιανῶν ἀντιζηλίας καί
ἐριθείας, ἐπί βλάβῃ τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς αὐτῶν. Διότι κατά τόν Ἀπόστολον, ὅπου ζῆλος καί ἐριθεία, ἐκεῖ ἀκαταστασία καί πᾶν φαῦλον πρᾶγμα. Ἐντεῦθεν γίνεται δῆλον, ὅτι αἱ συνέπειαι τῆς μονομεροῦς
καί ἀντικανονικῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ ἡμερολογίου ἐπεκτείνονται καί εἰς τήν
χριστιανικήν ἠθικήν, ἥν ἐπηρεάζουσιν ἐπί βλάβῃ τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καί τῆς
ψυχικῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν. Ὅθεν συνοψίζοντες λέγομεν, ὅτι
τό Ἐκκλησιαστικόν ἡμερολόγιον, αὐτό καθ’ ἑαυτό,
εἶναι καθαρῶς ζήτημα χρόνου καί ἡμερομηνίας× ἐξεταζόμενον ὅμως ἐν
σχέσει πρός τόν Πασχάλιον Κανόνα καί τήν ἐκδήλωσιν τῆς πίστεως καί τῆς Θείας
Λατρείας, προσλαμβάνει σημασίαν καί ἀξίαν οὐ μόνον ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως
καθιερωθείσης ὑπό τῶν 7 Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλά καί δογματικήν καί ἠθικήν ἔννοιαν (Ἅπαντα πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, Ἔκδοσις
Ἱ.Μ. Ἁγίου Νικοδήμου Ἑλληνικοῦ Γορτυνίας, 1997, Τόμος 1, σελ. 91-92, ἡ πρώτη ἔμφασις
ὑπάρχει εἰς τό πρωτότυπον, ἐνῷ ἡ δευτέρα εἶναι τοῦ γράφοντος).
Τό αὐτό λέγουν ἀνέκαθεν καί οἱ Ὀρθόδοξοι τοῦ π.ἑ., ὅτι
δηλαδή, αὐτό καθ’ ἑαυτό, τό θέμα ἐπιλογῆς ἡμερολογίου ἀπό τήν Ἐκκλησίαν εἶναι ἄνευ
σημασίας. Εἶναι ὁ σκοπός τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ νέου ἑορτολογίου (ν.ἑ.), καθώς καί αἱ
ἀναμενόμεναι συνέπειαι αὐτῆς (σχίσμα, ἔριδες, φόνοι κ.λπ.) πού τήν καθιστοῦν ἀπαράδεκτον.
Συνεπῶς, εἶναι μεγίστη διαστροφή καί συκοφαντία ν’ ἀποκαλοῦνται οἱ Ὀρθόδοξοι τοῦ
π.ἑ. «χρονολάτραι», «εἰδωλολάτραι» κ.λπ.
Μία πιθανή ἔνστασις εἰς τό ὡς ἄνω κείμενον τοῦ Ἁγίου θά ἠδύνατο
νά εἶναι ἡ ἑξῆς: Διατί οἱ Ὀρθόδοξοι τοῦ π.ἑ. δέν ἠκολούθησαν τό ν.ἑ.,
προκειμένου ν’ ἀποφευχθοῦν αἱ ὡς ἄνω διχοστασίαι καί βλάβαι; Διά νά προλάβῃ
τοιαύτας ἐνστάσεις, ὁ Ἅγιος ἐξήγησεν ἐπανειλημμένως, εὐθύς ὡς ἐξῆλθεν εἰς τόν ἀγῶνα (1935), ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι δέν θά ἔπρεπε
ν’ ἀκολουθήσουν τό ν.ἑ., διά τούς ἑξῆς δύο λόγους. Ὁ πρῶτος εἶναι ὅτι τό ν.ἑ.
κατεκρίθη Συνοδικῶς τόν 16ον αἰῶνα (Ἅπαντα, Τόμος 1, ἔ.ἀ., σελ. 98),
καί ἑπομένως ἡ εἰσαγωγή του εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, καί μάλιστα χωρίς Πανορθόδοξον
συμφωνίαν, ἀνεμένετο νά προκαλέσῃ σχίσμα, ὅπως καί προεκάλεσε, μέ προφανῆ
βλάβην τοῦ δόγματος τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν καί τῆς Εὐαγγελικῆς ἐντολῆς τῆς
ἀγάπης.
Εἰς τό σημεῖον αὐτό, ἄς μᾶς ἐπιτραπῇ ν’ ἀναφέρωμεν
παρενθετικῶς ὅτι ἡ ὁμάς τοῦ π. Ε.Τ. τό «ἐτακτοποίησε» καί αὐτό, γράψασα (εἰς
τήν ἰδίαν ἀνάρτησιν) πεπαρησιασμένως ὅτι ἡ τήρησις τῆς Εὐαγγελικῆς ἐντολῆς τῆς
νηστείας, ἀκόμη καί μέ θυσίαν τῆς ζωῆς μας, ὅταν μᾶς προστάζῃ ὁ Τύραννος νά τήν
παραβῶμεν εἰς μίαν συγκεκριμένην στιγμήν (ὄχι νά καταργήσωμεν τελείως τόν
θεσμόν τῆς νηστείας) εἶναι ὁμολογία Πίστεως, ἐνῷ ἡ ἀντίστασις εἰς τούς μασόνους
τοῦ 1924, οἱ ὁποῖοι μέ τήν εἰσαγωγήν τοῦ ν.ἑ. ἀπέβαλον τόν αἰωνόβιον θεσμόν τοῦ
συνεορτασμοῦ ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων καί ἐποδοπάτησαν τήν Εὐαγγελικήν ἐντολήν τῆς ἀγάπης,
δέν εἶναι! Ὁμολογῶ ὅτι ἐκπλήσσομαι σφόδρα μέ τήν καινοτόμον αὐτήν ἱεράρχησιν τῶν
Εὐαγγελικῶν ἐντολῶν. Ἡ ἔκπληξίς μου δέ ἦτο ἀκόμη μεγαλυτέρα ὅταν ἀνέγνωσα τήν ἐκ
μέρους τῆς ὁμάδος «γυμνῇ τῆ κεφαλῇ» κήρυξιν τῆς αἱρέσεως, ὅτι τό δόγμα τῆς ἑνότητος
τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι δῆθεν «ἀνύπαρκτον»(!!!) Ἡ αἵρεσις αὐτή προφανῶς ἀντιβαίνει
εἰς τό 9ον ἄρθρον τοῦ Συμβόλου: «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, ...».
Ἐπανερχόμεθα τώρα εἰς τόν Ἅγιον πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον καί
συνεχίζομεν μέ τούς λόγους πού προέβαλε διά νά μήν ἀκολουθήσουν οἱ Ὀρθόδοξοι τό
ν.ἑ. καί διά τούς ὁποίους ἐξηγεῖ ὅτι ἀγωνίζεται διά νά
προκαλέσῃ τήν σύγκλησιν Πανορθοδόξου Συνόδου διά τήν ἐπαναφοράν τοῦ π.ἑ. καί
τήν ἐπούλωσιν τοῦ σχίσματος. Ὁ δεύτερος λόγος, τόν ὁποῖον ὁ Ἅγιος ἐξήγησεν
ἐπίσης εὐθύς ἐξ ἀρχῆς, ἦτο ὅτι ἡ ὡς ἄνω δογματική βλάβη τῆς πραξικοπηματικῆς ἐπιβολῆς
τοῦ ν.ἑ. δέν εἶναι δυστυχῶς ἡ μόνη, ἀλλ’ ὑπάρχει καί ἄλλη, χείρων τῆς πρώτης,
δηλονότι ὁ σκοπός τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ ν.ἑ. ἦτο ἡ κατάργησις τῆς Ὀρθοδοξίας διά τῆς
ὑποταγῆς της εἰς τό τέρας τοῦ Παπισμοῦ. Ὁ σκοπός αὐτός, πού σήμερον εἶναι
γνωστός ὡς «τό πρῶτον στάδιον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ὠνομάζετο τότε «Ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν»,
καθότι ὁ ὅρος «Οἰκουμενισμός» δέν εἶχεν ἐφευρεθῆ ἀκόμη. Εἰς δεκάδας σημείων τῶν
συγγραφῶν του, λοιπόν, ὁ Ἅγιος κατήγγειλε τόν δόλιον αὐτόν σκοπόν, ὁμιλῶν διά
«τήν ἐπάρατον ταύτην καί «Παπισμοῦ ὄζουσαν» ἡμερολογιακήν καινοτομίαν», τήν ὁποίαν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία
πάντοτε ἀπέκρουεν ὡς «ἀσυμβίβαστον πρός τάς παραδόσεις τῶν 7 Οἰκουμενικῶν
Συνόδων», καί ὡς μίαν προσπάθειαν τῆς Ρώμης «ὅπως ὑπαγάγῃ ὑπό τήν ἀπολυταρχικήν
κυριαρχίαν τοῦ Πάπα καί τήν ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν» (Ἅπαντα, Τόμος 1, ἔ.ἀ., σελ. 92 καί 98, ἡ ἔμφασις ὑπάρχει εἰς τό
πρωτότυπον). Διά τοῦτο, είς τήν πραγματείαν του πού φέρει τόν τίτλον «Ἀπολογία
τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου πρός τήν Ὀρθόδοξον Ἑλληνικήν
Συνείδησιν» (1/14 Ἰουλίου 1935), διερωτᾶται ὁ Ἅγιος:
Πῶς
δύναται ἡ ἐκκλησιαστική αὕτη καινοτομία νά μήν ἀποτελῇ λόγον Σχίσματος ἀφοῦ
πραγματικῶς ἀποσχίζει τάς καινοτομησάσας Ἐκκλησίας τῶν ἄλλων καί κάμνει αὐτάς νά ἑορτάζωσιν καί νά νηστεύωσιν, οὐχί μετά τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν,
ἀλλά μετά τῶν ἑτεροδὀξων καί αἱρετικῶν Δυτικῶν Ἐκκλησιῶν; ... Ταῦτα ὄντως κατετόλμησαν ὁ Πατριάρχης Μελέτιος
Μεταξάκης καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, οἱ δύο οὗτοι
Λούθηροι τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἵτινες ὑπό τό πρόσχημα τοῦ συγχρονισμοῦ δέν ἐδειλίασαν
οὐδ’ ἀπερρίγησαν νά καταπατήσωσιν ἀποφάσεις πανορθοδόξων Συνόδων καί Ἀποστολικούς
καί Συνοδικούς Κανόνας, ἵνα προσεγγίσωσι πρός τάς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως
διά τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας ἐπί διασπάσει τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐπ’ ἀθετήσει
τῆς αἰωνοβίου τάξεως τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ... Οὗτοι [σ.σ. οἱ δύο «Λούθηροι»] ἐκδιωχθέντες ὡς ἐξεδιώχθησαν
ἐκ τῆς γειναμένης καί θρεψαμένης αὐτούς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, ἐπεκάθησαν ἐπί
τῶν θρόνων τῶν Ἑλληνικῶν Ἐκκλησιῶν μέ τόν ἀπροκάλυπτον σκοπόν νά ὁδηγήσωσιν αὐτάς εἰς τόν
συγχρονισμόν, δηλαδή εἰς τόν Καθολικισμόν καί τόν προτεσταντισμόν ... ὧν [σ.σ. τῶν δύο «Λουθήρων»] ὁ μύχιος πόθος καί σκοπός εἶναι νά προσεγγίσωσι πάσῃ θυσίᾳ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν
μέ τάς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως ... (Ἅπαντα, Τόμος 1, ἔ.ἀ., σελ. 134-135, 141,
166 καί 167, ἡμετέρα ἡ ἔμφασις).
Τάς αὐτάς καταγγελίας, ὅτι ἡ εἰσαγωγή τοῦ ν.ἑ. ἔχει ὡς
σκοπόν τήν ὑποταγήν τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς τούς αἱρετικούς τῆς Δύσεως, τόν
«συγχρωτισμόν» μετ’ αὐτῶν κ.λπ. συναντῶμεν καί εἰς πολλά ἀκόμη ἔργα τοῦ Ἁγίου, ὅπως,
παραδείγματος χάριν, εἰς τήν «Διαμαρτυρίαν τῶν Σεβ/των Μητροπολιτῶν Δημητριάδος
Γερμανοῦ, πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου καί Ζακύνθου Χρυσοστόμου πρός τάς Ὀρθοδόξους
Ἐκκλησίας ἐπί τῇ Μονομερεῖ καί Ἀντικανονικῇ Εἰσαγωγῇ τοῦ Νέου Ἡμερολογίου»
(1935), εἰς τήν «Ἀναίρεσιν τοῦ ‘ Ἐλέγχου’ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χυσοστόμου
Παπαδοπούλου» (1937) καί ἀλλαχοῦ (βλ. Ἅπαντα, Τόμος 1, ἔ.ἀ., σελ. 105, 144, 194,
300, 399, Τόμος 2, σελ. 34-36, 244, 315, 368). Συνεπῶς, ὅπως ἀπέδειξα
καί εἰς τά προαναφερθέντα ἄρθρα μου, τά οἰκουμενιστικά
σχέδια τῶν τότε «Λουθήρων» ἦσαν γνωστά τό 1924 εἰς τόν πιστόν λαόν, καί ἑπομένως εἶναι ψευδής καί γελοῖος ὁ ἰσχυρισμός τῆς ὁμάδος
τοῦ π. Ε.Τ., ὅτι, ἐφόσον ὁ Ἅγιος καί γενικῶς οἱ Ὀρθόδοξοι τοῦ π.ἑ. δέν ἀναφέρουν
εἰς τά ἔργα των πρίν ἀπό τό 1960 τήν Ἐγκύκλιον τοῦ 1920, ἡ ὁποία δέν ἦτο κἄν
γνωστή τότε (κατέστη γνωστή τό 1960 ἀπό τά βιβλία τοῦ Ἰ. Καρμίρη), ἕπεται ὅτι αὐτοί
ἐνδιεφέροντο μόνον διά τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον καί οὐδόλως διά τόν Οἰκουμενισμόν!!!
Τά ἀνωτέρω κείμενα τούς διαψεύδουν οἰκτρῶς! Συνεπῶς, ὀφείλουν νά παύσουν νά ὑβρίζουν
τόν μέγαν Ἅγιον καί Ὁμολογητήν πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον ὡς «ψευδοάγιον» καί τούς
Ὀρθοδόξους τοῦ π.ἑ. ὡς «χρονολάτρας», «σχισματικούς» κ.λπ. καί νά ζητήσουν συγγνώμην.
Θά πρέπῃ, βεβαίως, νά τονισθῇ ὅτι ἀκόμη καί ἄν ὄντως δέν ὑφίστατο
θέμα Οἰκουμενισμοῦ τό 1924, πάλιν ἡ ἀποτείχισις ἐπεβάλλετο νά γίνῃ, καθότι ἡ εἰσαγωγή
τοῦ ν.ἑ. χωρίς νά ὑφίστανται ποιμαντικοί λόγοι καί χωρίς Πανορθόδοξον
συμφωνίαν, καθ’ ἥν μάλιστα στιγμήν τό ν.ἑ. εἶχε κατακριθῆ Συνοδικῶς τόν 16ον
αἰῶνα, ἦτο βέβαιον ὅτι θά ἔφερεν ἀκαταστασίαν εἰς τήν Ἐκκλησίαν, ἐφόσον
κατήργει τόν αἰωνόβιον θεσμόν τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν ἑορτῶν ἀπό ὅλους ταυτοχρόνως
τούς Ὀρθοδόξους, κατά τό πνεῦμα τοῦ 56ου Κανόνος τῆς ΣΤ' Οἰκ.
Συνόδου, δηλαδή «τήν κατά πᾶσαν τήν οἰκουμένην τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαν,
μιᾷ κατακολουθοῦσαν τάξει, τήν νηστείαν ἐπιτελεῖν» (ἡμετέρα ἡ ἔμφασις). Ὡς ἐκ τούτου, ἡ εἰσαγωγή τοῦ ν.ἑ.,
οἱ πρωτεργάται της καί οἱ μετέπειτα ὑποστηρικταί της ὑπόκεινται εἰς τό ἀνάθεμα
τῆς 7ης Οἰκ. Συνόδου: «Εἴ τις πᾶσαν παράδοσιν ἐκκλησιαστικήν ἔγγραφόν
τε ἤ ἄγραφον ἀθετεῖ, ἀνάθεμα»
(βλ. Πρακτικά τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, Ἔκδοσις Καλύβης Τιμίου
Προδρόμου, Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης, Ἅγιον Ὄρος, Τόμος Γ', σελ. 379 καί 383).
Τό ἀναντίρρητον γεγονός ὅτι ὑφίστατο ἐπιπλέον καί θέμα αἱρέσεως, ἐφόσον ἀπεδείχθη
περιτράνως ὅτι ἡ εἰσαγωγή τοῦ ν.ἑ. ἔγινε χάριν τῆς προωθήσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
καθιστᾶ τήν ἐν λόγῳ ὁμάδα καί τούς ὁμόφρονάς της ἀναπολογήτους.
3. Ἐπιπλέον διαστροφαί
Ὅπως προανέφερα, ἡ ὡς ἄνω διαστροφή τῆς ὁμάδος τοῦ π.
Ε.Τ. εἶναι ἡ ρίζα καί τῶν ὑπολοίπων διαστροφῶν της εἰς τό ἡμερολογιακόν ζήτημα.
Ἄς μοῦ ἐπιτραπῇ ν’ ἀναφερθῶ εἰς τέσσαρας μόνον ἐπιπλέον διαστροφάς της, αἱ ὁποῖαι
εἶναι αὐταπόδεικτοι καί ἀποδεικνύουν τήν ὑποκρισίαν τῆς ὁμάδος.
Πρῶτον, γράφει ἡ ὁμάς ὅτι τό 1924 ἔγινε ἀλλαγή ἡμερολογίου
καί ὄχι ἀλλαγή ἑορτολογίου. Ὡς γνωστόν, μία ἀπό τάς συνεπείας τῆς ἀλλαγῆς εἶναι
καί ἡ κατ’ ἔτος θεσμική περικοπή τῆς νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
κατά 13 ἑορτασίμους ἡμέρας, ἐνίοτε δέ καί ἡ πλήρης κατάργησίς της, ὅταν τό Πάσχα ἑορτάζηται μεταξύ 5 καί 8 Μαΐου. Καί,
ὅπως ἔχουν γράψει πρό ἐτῶν οἱ Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς, ἐφόσον οἱ «μή
χρονολάτραι»(!) συνεχίσουν νά προσθέτουν 1 ἡμέραν κάθε 128 ἔτη, προκειμένου νά
διατηρήσουν τήν ἰσημερίαν τήν 21ην Μαρτίου εἰς τό «διωρθωμένον Ἰουλιανόν»
ἡμερολόγιον, ἕπεται ὅτι θά ἔλθῃ κάποτε ἡ ἐποχή κατά τήν ὁποίαν τό Πάσχα θά
συμπίπτῃ μέ τήν ἑορτήν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, κατόπιν μέ αὐτήν τῆς Κοιμήσεως τῆς
Θεοτόκου κ.λπ., αἱ δέ ἀντίστοιχοι νηστεῖαι θά καταργηθοῦν πλήρως! Ἀλλ’ ὡς
προανεφέρθη, ἡ ὁμάς τοῦ π. Ε.Τ. γράφει ὅτι ἄν εἰς μίαν συγκεκριμένην στιγμήν μᾶς
ἀναγκάσουν νά παραβῶμεν τήν ἐντολήν τῆς νηστείας (καί ὄχι νά τήν περικόψωμεν ἤ
νά τήν καταγήσωμεν θεσμικῶς), τότε θά πρέπῃ ν’ ἀρνηθῶμεν, θυσιάζοντες ἀκόμη καί
τήν ζωήν μας! Συνεπῶς, ἡ ὁμάς ἀντιφάσκει σκανδαλωδῶς μέ τήν ὑποστήριξίν της πρός τό ν.ἑ. καί τόν πόλεμόν της
κατά τῶν Ὀρθοδόξων τοῦ π.ἑ.
Δεύτερον, γράφει ὅτι τό 1924 ἔγινε ἀλλαγή ἡμερολογίου καί
ὄχι ἀλλαγή δόγματος! Τά προαναφερθέντα κείμενα τοῦ πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου, ὅμως,
καθώς καί χιλιάδες ἄλλα, τά ὁποῖα ἐδημοσιεύθησαν τόσον πρίν ὅσον καί μετά τό
1924, ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου ἦτο τό πρῶτον ΠΡΑΚΤΙΚΟΝ βῆμα διά τήν ἐπιβολήν
τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τοὐτέστιν διά τήν ἀλλαγήν δόγματος. Τά γεγονότα
βοοῦν διά τοῦ λόγου τό ἀληθές καί ἡ προπαγάνδα περί τοῦ ἀντιθέτου ἁπλῶς
γελοιοποιεῖ αὐτόν πού τήν κάμνει. Οἱ Οἰκουμενισταί τοῦ κλίματος τοῦ Φαναρίου «ἐδοκίμασαν
τά ὕδατα» καί μέ τήν Ἐγκύκλιον τοῦ 1902, προκειμένου νά ὑπάρξῃ προσέγγισις μέ
«τάς δύο μεγάλας τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀναδενδράδας, τόν Καθολικισμόν καί τόν
Προτεσταντισμόν», ἀλλά, ἰδόντες τάς ἀντιδράσεις τῆς πλειοψηφίας τῶν ἄλλων τοπικῶν
Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, «ἀνέκρουσαν πρύμναν» τό 1904 μέ ἑτέραν Ἐγκύκλιον, εἰς τήν ὁποίαν
ἡ ἀλλαγή ἐθεωρήθη «ἀνόητος καί ἄσκοπος», ὑπ’ οὐδενός
λόγου ἐπιβαλλομένη, οὔτε Ἐκκλησιαστικοῦ οὔτε Ἐπιστημονικοῦ, ὅπως ἄλλωστε εἶχεν ἀποφανθῆ καί ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας
Β' τόν 16ον αἰῶνα!
Τρίτον, γράφει ἡ ὁμάς ὅτι δέν δυνάμεθα νά ἐπικαλεσθῶμεν
τάς Πανορθοδόξους Συνόδους τοῦ 16ου αἰῶνος, διότι αὐταί κατεδίκασαν
μόνον τήν ἀλλαγήν τοῦ Πασχαλίου καί ὄχι τήν διόρθωσιν τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου.
Ἐδῶ, ἡ ὁμάς ἀποπειρᾶται νά διαψεύσῃ τούς ἱστορικούς! Χάριν παραδείγματος, εἰς
τήν Ἐκκλησιαστικήν Ἱστορίαν τοῦ Μελετίου, Μητροπολίτου Ἀθηνῶν, Γ’ Τόμος, Βιέννη
1784, σελ. 402 (http://invenio.lib.auth.gr/record/125916), ἀναγιγνώσκομεν
τά ἑξῆς: «Πατριαρχεύοντος τότε τοῦ Ἱερεμίου σύνοδος
Μητροπολιτῶν συνήχθη ἐν Κωνσταντινουπόλει τῷ αφπγ’. [σ.σ. 1583] ἐπιδημήσαντος
καί Σιλβέστρου τοῦ Ἀλεξανδρείας, ἥτις κατακρίνασα τό καινοτομηθέν ὑπό Γρηγορίου
τοῦ Ρώμης Καλενδάριον, δέν τό ἐδέχθη, κατά τήν αἴτησιν τῶν Λατίνων» (ἡμετέρα ἡ ἔμφασις). Εἰς δέ τά «Παραλειπόμενα» τοῦ
Βιβλίου ΙΑ' τῆς «Δωδεκαβίβλου» τοῦ Δοσιθέου Ἱεροσολύμων (σελ. 232), ἀναγιγνώσκομεν
ὅτι ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος τοῦ 1593 ἐπί Ἱερεμίου Β' τοῦ Τρανοῦ ἀπεφάσισεν ὅτι «τό νέον καλαντάριον τό ἐπινοηθέν παρά τῶν Λατίνων νά ἀναθεματίζεται» (ἡμετέρα ἡ ἔμφασις). Συμφώνως μέ τό Νέον Ὀρθογραφικόν Ἑρμηνευτικόν
Λεξικόν τοῦ Δ.Β. Δημητράκου, Γ’ Ἔκδοσις, 1970, Ἐκδ. Χρ. Γιοβάνη, σελ. 730,
"καλανδάριον" ἤ "καλαντάρι" ἤ "καλεντάρι"
σημαίνει "ἡμερολόγιον" ἤ "ἡμεροδείκτης." Εἰς τό προαναφερθέν ἄρθρον μου μέ τίτλον «Ἡ
δογματική διάστασις τοῦ νέου ἑορτολογίου», παραθέτω πολλάς μαρτυρίας (ὅπως αὐτήν τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Γρηγορίου Παπαμιχαήλ),
συμφώνως πρός τάς ὁποίας ἡ Ὀρθοδοξία ἀντέκειτο ὄχι μόνον εἰς τήν εἰσαγωγήν
του Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου (τό ὁποῖον περιλαμβάνει καί τήν ἀλλαγήν τοῦ
Πασχαλίου), ἀλλά καί εἰς τήν εἰσαγωγήν οἱουδήποτε διωρθωμένου ἡμερολογίου, καθότι αὐτή θά ἐσήμαινε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἀκολουθεῖ τόν
Παπισμόν.
Εἰς τήν ἀπό
28-11-2012 ἀπάντησίν του πρός τόν Μοναχόν Ἰωσήφ (σελ. 18), ὁ π. Ε.Τ. εἰσήγαγε μίαν σύγχυσιν
ἐπ’ αὐτοῦ, ὅτι ἡ λέξις «ἤτοι» εἰς τόν σχετικόν τίτλον τοῦ Δοσιθέου «Πρᾶξις
Συνοδική ἐν ἧ καί ἀποβολή τοῦ νέου καλενταρίου, ἤτοι τῆς περί τό πάσχα λατίνων
καινοτομίας» σημαίνει «δηλαδή», ὅπως τήν ἀντιλαμβανόμεθα ἡμεῖς σήμερον, καί ἐκ τούτου
συμπεραίνει ὅτι ἡ Σύνοδος τοῦ 1593 ἀπηγόρευσεν δῆθεν μόνον τήν ἀλλαγήν τοῦ
Πασχαλίου, ἀλλ’ ὄχι καί τήν διόρθωσιν τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου! Ἀλλ’ ὁ π. Ε.Τ.
ἀγνοεῖ τάς ἄλλας Συνόδους πού κατεδίκασαν τό νέον ἡμερολόγιον, ὅπως καί κάθε ἄλλον
νεωτερισμόν, ὅπως εἶναι αἱ Σύνοδοι τοῦ 1583 καί τοῦ 1848. Ἐπιπροσθέτως, συμφώνως
μέ τό Λεξικόν τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης τοῦ Ἰ. Σταματάκου, 1994, σελ. 439, ἡ
λέξις «ἤτοι» εἰς τήν Ἀρχαίαν Ἑλληνικήν σημαίνει «ἤ τῷ ὄντι», τοὐτέστιν «εἰς τήν
πραγματικότητα» ἤ «κυρίως».
Τέταρτον, γράφει ἡ ὁμάς:
Τέλος,
ψευδές, ψευδέστατον και ένα ακόμα σημείο των γραφομένων του Δ.Χ. Γράφει
συγκεκριμένα: «οἱ περί τόν π. Ε. Τρικαμηνᾶν (Ε.Τ.)
κ.ἄ., ἰσχυρίζονται ΨΕΥΔΕΣΤΑΤΑ ὅτι ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου δέν ἔχει σχέσιν μέ
τόν Οἰκουμενισμόν!!!»!!!!!! Πού ισχυριστήκαμε ότι δεν είχαν σχέση με τον
Οικουμενισμό ο Μεταξάκης, ο Χρυσόστομος Σμύρνης και οι άλλοι εξέχοντες
παράγοντες εκείνης της εποχής, έστω κι αν ελάχιστοι ήξεραν ότι ήσαν μασώνοι και
οικουμενιστές; Πουθενά. Ας μας το υποδείξει ο Δ.Χ. Αντίθετα ο π. Ευθύμιος έχει
γράψει ολόκληρο βιβλίο για τον Μασώνο και οικουμενιστή Χρυσόστομο Σμύρνης ... Εμείς,
βέβαια, δεν αρνούμαστε ότι έχει σχέση με τον Οικουμενισμό το Ημερολόγιο, το
αντίθετο μάλιστα έχουμε γράψει, ότι το Ημερολόγιο το χρησιμοποίησαν για να
διευκολύνουν την εισαγωγή της αιρέσεως. Ήταν ένα μέσον, όπως μέσον μπορεί να
είναι η γλώσσα, οι νεώτερες εφευρεύσεις [sic] κ.λπ., αλλά το ίδιο δεν αποτελεί αίρεση.
Κατ’ ἀρχάς, χαίρομαι πού ἐπιτέλους ἡ ὁμάς ἐγκατέλειψεν
μίαν ἀπό τάς διαστροφάς της, ὅτι δῆθεν ἡ ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου δέν ἔχει σχέσιν μέ τόν Οἰκουμενισμόν. Αὐτό εἶναι
ἕν σημαντικόν βῆμα πρός τήν ἀλήθειαν! Χαίρομαι πού λέγουν αὐτό ἀκριβῶς πού εἶπεν
ὁ Ἅγιος πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος (βλ. Τμῆμα 2) καί πού λέγουν ἀνέκαθεν οἱ Ὀρθόδοξοι
τοῦ π.ἑ., ὅτι δηλαδή, αὐτό καθ’ ἑαυτό, τό θέμα ἐπιλογῆς ἡμερολογίου ἀπό
τήν Ἐκκλησίαν δέν εἶναι σημαντικόν. Ἡ διαφορά μας τώρα περιορίζεται εἰς τό
γεγονός ὅτι, παρά τόν πονηρόν σκοπόν τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ ν.ἑ. καί παρά τάς
προφανεῖς καταστροφικάς συνεπείας της, ἐκεῖνοι ἐπιμένουν εἰς αὐτήν. Ὁμοιάζουν
μέ τούς ἀδελφούς ἐκείνους πού διά τάς καθημερινάς ἀνάγκας των χρησιμοποιοῦν ἕν
φονικόν ἐργαλεῖον, ἐν γνώσει των ὅτι τό ἔφεραν οἱ ἐχθροί των (Μεταξάκης κ.ἄ.) ἀπό
τήν φαρέτραν τοῦ μεγάλου ἐχθροῦ (Παπισμός), μέ τό ὁποῖον κατόπιν αὐτοί κατέσφαξαν
τήν μητέρα των (Ἐκκλησίαν)!
Πρίν τούς ὑποδείξω πότε καί ποῦ ἔγαφαν τά ἀντίθετα, ὅπως
οἱ ἴδιοι μοῦ ζητοῦν εἰς τό ὡς ἄνω κείμενόν των, θά ἤθελα νά ἐπισημάνω ὅτι εἰς
τό κείμενον αὐτό συγχέουν τά πράγματα. Προφανῶς, ἄλλο εἶναι ἡ σύνδεσις τοῦ ν.ἑ.
μέ τόν Οἰκουμενισμόν, πού ἔκαμα ἐγώ, καί ἄλλο ἡ σύνδεσις τῶν Μεταξάκη κ.ἄ. μέ
τόν Οἰκουμενισμόν, πού ἔκαμε ἡ ὁμάς, διά νά «ἀποδείξῃ» ὅτι δῆθεν ψεύδομαι! Ἡ
μετάθεσις αὐτή τοῦ θέματος ἀποτελεῖ λογικόν σφάλμα: ἡ φράσις μου «ἰσχυρίζονται ΨΕΥΔΕΣΤΑΤΑ ὅτι ἡ ἀλλαγή
τοῦ ἡμερολογίου δέν ἔχει σχέσιν μέ τόν Οἰκουμενισμόν» ἀναφέρεται εἰς τό σύνολον
Α τῶν ἀτόμων πού ἰσχυρίζονται ὅτι τό ν.ἑ. δέν εἰσήχθη χάριν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλά
δι’ ἄλλον λόγον, χάριν παραδείγματος, ἀστρονομικόν, ἐνῷ αὐτό πού ἡ ὁμάς μέ
φέρει (ἐσφαλμένως) νά ἐννοῶ, ἀναφέρεται εἰς τό σύνολον Β τῶν ἀτόμων πού ἰσχυρίζονται
ὅτι ὁ Μεταξάκης κ.ἄ. δέν ἔχουν σχέσιν μέ τόν Οἰκουμενισμόν. Προφανῶς, τά δύο αὐτά
σύνολα δέν συμπίπτουν. Χάριν παραδείγματος, εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζηταί τις ὀρθῶς
ὅτι ὁ Μεταξάκης κ.ἄ. ἦσαν Οἰκουμενισταί, ἐπειδή τό ἤκουσε ἀπό ἄλλους, ὁπότε δέν
ἀνήκει εἰς τό σύνολον Β, ἀλλά, λόγῳ ἐλλιποῦς πληροφορήσεως ἤ λόγῳ προκαταλήψεως
ὑπέρ τοῦ ν.ἑ., νά ἰσχυρίζηται ἐσφαλμένως ὅτι τό ν.ἑ. δέν εἰσήχθη χάριν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
ὁπότε ἀνήκει εἰς τό σύνολον Α. Ἰδού, λοιπόν, πού τό αὐτό ἄτομον δέν ἀνήκει
ταυτοχρόνως καί εἰς τά δύο σύνολα, καί ἄρα αὐτά δέν συμπίπτουν. Ὡς
γνωστόν, ὅταν ὁ ἔνοχος προσπαθῇ νά διαστρέψῃ τήν ἀλήθειαν, ἡ ὁποία εἶναι
καταπέλτης ἐναντίον του, τότε ἤ θά ψευσθῇ ἤ θά διαπράξῃ λογικά λάθη. Εἰς τό ὡς ἄνω
κείμενον τῆς ὁμάδος συμβαίνουν καί τά δύο. Τό μέν λογικόν λάθος εἶναι αὐτό πού μόλις
ἐπεσήμανα, τό δέ ψεῦδος ἀποδεικνύεται ἀπό κείμενα τῆς ὁμάδος, μερικά ἀπό τά ὁποῖα
σπεύδω τώρα ν’ ἀναφέρω.
Εἰς τήν ἀπό
28-11-2012 ἀπάντησίν του πρός τόν Μοναχόν Ἰωσήφ (σελ. 24), ὁ π. Ε.Τ. γράφει: «Δηλαδή πάτερ
τό ἡμερολόγιο δέν ἔχει καμμία σημασία γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά τό ἑορτολόγιο».
Καί ἐπειδή, ὅπως προανέφερα, ἡ ὁμάς ἰσχυρίζεται ὅτι τό 1924 ἔγινε ἀλλαγή
ἡμερολογίου καί ὄχι ἀλλαγή ἑορτολογίου, τό συμπέρασμα πού προκύπτει εἶναι ὅτι αὐτό
πού ἔγινε τό 1924 δέν ἔχει σημασίαν διά τήν Ἐκκλησίαν! Καί ἀλλαχοῦ (σελ. 16):
«οὐδεμία σημασία ἔδιδαν στά ἡμερολόγια οἱ ἅγιοι, οὔτε τά ἐδογματοποίησαν, οὔτε ἐθεώρησαν
τήν ἀλλαγή των καινοτομία καί πλάνη». Εἰς δέ τήν ἀπάντησίν του εἰς τήν 2αν ἀπάντησιν
τοῦ π. Ἰωσήφ, ὁ π. Ε.Τ. γράφει μέ μεγαλυτέραν σαφήνειαν ὅτι ἡ εἰσαγωγή τοῦ ν.ἑ.
τό 1924 δέν εἶχε σχέσιν μέ τόν Οἰκουμενισμόν, ὁ ὁποῖος δῆθεν προέκυψεν ἀργότερον,
μία διαστροφή πού διαδίδεται πληθωρικῶς εἰς τό διαδίκτυον:
Ἄν ὅμως
ἔμεναν [σ.σ. οἱ Ὀρθόδοξοι τοῦ π.ἑ.], σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξο Παράδοσι καί
διδασκαλία, ἁπλῶς ἀποτειχισμένοι, ἔστω γιά τό θέμα τοῦ ἡμερολογίου, τό ὁποῖο
κακῶς ἐδογμάτισαν, θά προσετίθεντο ἐν συνεχείᾳ καί τά θέματα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
(π.χ. ἡ αἱρετική ἐγκύκλιος τοῦ 1920, τήν ὁποία τότε δέν ἐγνώριζον, ἡ ἔνταξις
στό Π.Σ.Ε., ἡ ἄρσις τῶν ἀναθεμάτων, ἡ ἀναγνώρισις τῶν μυστηρίων τῶν αἱρετικῶν,
οἱ συμπροσευχές κ.λπ. (σελ. 11,
ἡμετέρα ἡ ἔμφασις).
Τότε (τό 2012), λοιπόν, ἡ ὁμάς διετείνετο ὅτι τό 1924 δέν ὑφίστατο θέμα Οἰκουμενισμοῦ
καί ὅτι τοιοῦτον θέμα προσετέθη ἀργότερον, ἑπομένως δέν δικαιολογεῖται (κατ’ αὐτούς)
ἡ ἀποτείχισις τοῦ 1924. Ἐνῷ, εἰς τό προηγούμενον κείμενόν των, τό ὁποῖον εἶναι
πρόσφατον, ἀναιροῦν (εὐτυχῶς!) τήν πεπλανημένην ἐκείνην θέσιν των.
Περαίνων, ἐπιθυμῶ νά δηλώσω ὅτι δέν δέχομαι τόν χαρακτηρισμόν
«ΓΟΧ» πού μοῦ ἀποδίδει ἡ ὁμάς, καθότι αὐτός παραπέμπει εἰς τάς παρατάξεις τοῦ
π.ἑ., ἀπό τάς ὁποίας εἶμαι ἀποτειχισμένος (ἀπό τόν Σεπτέμβριον τοῦ 2017). Ἐπαναλαμβάνω
δέ ὅτι δέν προτίθεμαι ν’ ἀσχοληθῶ περαιτέρω μέ τήν ὁμάδα τοῦ π. Ε.Τ., διά τόν
λόγον πού ἀνέφερα εἰς τήν ἀρχήν τοῦ παρόντος.