Εἶναι γνωστὸν εἰς ἅπαντας τοὺς ʼΟρθοδόξους Χριστιανοὺς
ὅτι ὁ Παπισμὸς εἶναι ἀντίχριστος αἵρεσις. Δὲν εἶναι τόσον γνωστόν, ὡστόσον, ὅτι
κατὰ τὰς τελευταίας δεκαετίας οἱ ἡγέται τοῦ Παπισμοῦ, ὁμοῦ μὲ τοὺς ὑπολοίπους οἰκουμενιστὰς,
ἔχουν ἀναλάβει ἐργολαβικῶς τὴν ἀθώωσιν τῶν Ἑβραίων ἀπὸ τὸ τίμιον αἷμα τοῦ Κυρίου.
Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ μάθουν οἱ ʼΟρθόδοξοι, ποὺ ἐξακολουθοῦν νὰ κοινωνοῦν μὲ τοὺς λατινόφρονας
ἀρχιερεῖς. Διότι ἐφόσον οἱ τελευταῖοι δίδουν «κοινὴν μαρτυρίαν πίστεως» μὲ τὸν «πάπαν»1,
ὅπως ἔπραξεν ὁ πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος τὸ 1995, ἕπεται ὅτι τὸ αὐτὸ πράττουν
(ἐμμέσως) καὶ οἱ πρῶτοι. Πρὸ ἐτῶν, κατηγγείλαμεν2 τὸ «ριζοσπαστικόν» πόρισμα μίας
ἐπιτροπῆς τοῦ Συνεδρίου «Καθολικῶν ἐπισκόπων» τῶν Η.Π.Α., συμφώνως πρὸς τὸ ὁποῖον
«ἡ συμφωνία μεταξὺ Θεοῦ καὶ Ἑβραίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Π.Δ.) ἔχει αἰωνίαν ἰσχὺν
καὶ ΔΕΝ εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνουν Χριστιανοὶ οἱ Ἑβραῖοι διὰ νὰ σωθοῦν»! Κατὰ συνέπειαν,
ἐτονίζετο εἰς τὸ πόρισμα, «δὲν εἶναι πλέον θεολογικῶς ἀποδεκτὸν ἀπὸ τὴν Καθολικὴν
ʼΕκκλησίαν νὰ ἐπιδιώκεται ἡ μεταστροφὴ τῶν Ἑβραίων πρὸς τὸν Χριστιανισμόν»! (Βλ.
San Francisco Chronicle, Κυριακή, 18–8–2002.) ʻΌπως ἐσχολίασε τότε ὁ Ραββίνος Arnold
Resnicoff, διευθυντὴς τῶν Διαθρησκειακῶν Ὑποθέσεων τοῦ Ἑβραϊκοῦ Συμβουλίου τῶν Η.Π.Α.,
καὶ εἰς τὸ παρελθὸν μερικοὶ «Καθολικοί» εἶχον καταδικάσει τὸν προσηλυτισμὸν τῶν
Ἑβραίων, ἀλλὰ διὰ πρώτην φορὰν οἱ «Καθολικοί» ἡγέται μιᾶς ὁλοκλήρου χώρας (Η.Π.Α.)
τὸ ἔλεγον ἐπισήμως. Ἀπὸ ʼΟρθοδόξου πλευρᾶς, αἱ ὡς ἄνω θέσεις ἀποστασίας ἐθεωρήθησαν
τότε ὡς μὴ ἀφορῶσαι ὁλόκληρον τὸν Παπισμόν, ἐφόσον αὐταὶ διετυπώθησαν ἀπὸ μίαν μόνον
μερίδα «καθολικῶν ἐπισκόπων». ʻΩστόσον, τὰ αὐτὰ περίπου ἔγραψε καὶ ὁ τότε καρδινάλιος
καὶ νῦν «πάπας» κ. Ἰωσὴφ Ράτσιγκερ εἰς τὸ βιβλίον του μὲ τίτλον The Jewish People
and Their Sacred Scriptures in the Christian Bible, τὸ ὁποῖον ἐξεδόθη τὸ 2001 ὑπὸ
τῆς «Ποντιφικῆς Βιβλικῆς Ἐπιτροπῆς». Συγκεκριμένως, ὁ κ. Ράτσιγκερ ἔγραψεν ὅτι
«ἡ προσδοκία τῶν Ἑβραίων διὰ τὸν Μεσσίαν δὲν εἶναι ματαία»· καὶ δὲν πρέπει νὰ νομίζωμεν
ὅτι ὑπάρχει ἀσυνέχεια μεταξὺ τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης (Κ.Δ.), δηλαδὴ
ὅτι ἡ Κ.Δ. ὁδηγεῖ εἰς «μονόπλευρον πνευματικότητα» (Τμῆμα ΙΙ, Α:5)· ἀλλ᾽ «οἱ Χριστιανοὶ
μποροῦν καὶ ὀφείλουν νὰ παραδεχθοῦν ὅτι εἶναι πιθανὸν οἱ Ἑβραῖοι νὰ κατανοοῦν ὀρθῶς
τὴν Βίβλον!» (ΙΙ, Α:7). Δηλαδή, ὁ «πάπας» λέγει ὅτι ὁ ʼΙησοῦς Χριστὸς ἴσως καὶ νὰ
μὴ ἦτο ὁ Μεσσίας! Ἔτσι, ὁ κ. Ράτσιγκερ καθίσταται πλέον φανερὸς ἀντίχριστος ὅσον
ποτὲ ἄλλοτε, διότι: «τίς ἐστιν ὁ ψεύστης εἰ μὴ ὁ ἀρνούμενος ὅτι Ἰησοῦς οὐκ ἔστιν
ὁ Χριστός; οὗτος ἐστὶν ὁ ἀντίχριστος»! (1 ʼΙω. 2:22). Ἐνῶ δὲ ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει
ὅτι ἐγκατέλειψε τοὺς Ἑβραίους καὶ κατήργησε τὴν συμφωνίαν, ποὺ ἔκαμε μὲ τοὺς πατέρας
των, ἐπειδὴ ἐκεῖνοι δὲν τὴν ἐτήρησαν (Ἑβρ. 8:8–13), ὁ κ. Ράτσιγκερ προσπαθεῖ νὰ
Τὸν διαψεύση! Καὶ ἐπειδὴ ὡς «πάπας» ἐπὶ τετραετίαν ὅλην ὁ κ. Ράτσιγκερ δὲν ἔχει
ἀνακαλέσει τὰς ὡς ἄνω θέσεις του, προφανῶς αἱ θέσεις αὐταὶ ἀποτελοῦν ἐν δυνάμει
νέα δόγματα τοῦ Παπισμοῦ, τὰ ὁποῖα ἀνατρέπουν ὁλόκληρον τὴν Ἁγίαν Γραφὴν καὶ τὴν
Ἱερὰν Παράδοσιν. Αἱ συνέπειαι τῆς νέας αὐτῆς ἀποστασίας τῶν παπιστῶν διὰ τοὺς ʼΟρθοδόξους,
ποὺ κοινωνοῦν μὲ τοὺς λατινόφρονας ἀρχιερεῖς εἶναι σοβαραί. Διότι, ἐφόσον οἱ τελευταῖοι
δίδουν «κοινὴν μαρτυρίαν πίστεως» μὲ τὸν «πάπαν», τελοῦν κοινὰ συλλείτουργα μετ᾽
αὐτοῦ, καὶ μὲ τὸ κείμενον τῆς Ραβέννης (2007) ἑτοιμάζονται νὰ τοῦ ἀναγνωρίσουν καὶ
τὸ «πρωτεῖον»· ἕπεται ὅτι οἱ κοινωνοῦντες μετ᾽ αὐτῶν καθίστανται πλέον ἰουδαΐζοντες
χριστιανοί. Οἱ δὲ «συντηρητικοί», ποὺ μὲ τὴν ὅλην στάσιν των στηρίζουν τοὺς λατινόφρονας
ἀρχιερεῖς, ἂς ἀποτειχισθοῦν ἀπὸ αὐτούς, ἀντὶ νὰ χλευάζουν καὶ νὰ συκοφαντοῦν τοὺς
ʼΟρθοδόξους τοῦ πατρίου Ἑορτολογίου.
1. Ἡ λέξις «πάπας» σημαίνει «πατήρ»· τίθεται
ἐντὸς εἰσαγωγικῶν ὅταν ἀναφέρεται εἰς τὸν λύκον τῆς Ρώμης.
2. Βλ. Ἅγιος Ἀγαθάγγελος Ἐσφιγμενίτης, τ. 194,
Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2002, σελ. 22–23.
Δέν ἐνθυμοῦμαι πότε ἀκριβῶς ἐδημοσιεύθη αὐτό τὸ ἄρθρον, ἀλλά δέν μπορεῖ νά εἶναι ὁ Δεκέμβριος τοῦ 2002, ἐφόσον εἰς τό ἄρθρον ἀναφέρομαι εἰς τό κείμενον τῆς Ραβέννης του 2007.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάθε ωραίο κείμενο, συνήθως το κρατώ στο αρχείο μου, χωρίς την πηγή και ημερομηνία. Αν το συναντήσω πάλι θα σας ενημερώσω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕν Χριστώ,
Κωνσταντίνος Αργυρακόπουλος
Συγγνώμην, κ. Κώστα, τό «Δεκέμβριος τοῦ 2002» πού ἀναφέρεται εἰς τήν ὑποσημείωσιν 2, νόμισα ἐσφαλμένα ὅτι ἦτο ἡ ἀναφορά τοῦ χρόνου δημοσιεύσεως τοῦ ἄρθρου καί θέλησα νά διορθώσω τό «λάθος». Τώρα μόλις διεπίστωσα ὅτι δέν ὑπάρχει λάθος, ἁπλῶς λείπει ἡ ἀναφορά τῆς πηγῆς καί τοῦ χρόνου δημοσιεύσεως. Θά τό ψάξω στό δικό μου ἀρχεῖον καί θά τό ἀναφέρω σέ ἑπόμενον σχόλιον.
ΑπάντησηΔιαγραφή