Ως προεγνωσμένον και κρύφιον Μυστήριον της Αγίας Τριάδος
και ως Μήτηρ της Νοεράς Ησυχίας εις τα Άγια των Αγίων
Ιλιγγιά ο ανθρώπινος νους προ του ασυλλήπτου Θεολογικού
Μυστηρίου της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και ο ανθρώπινος λόγος
μένει άφωνος και σιωπών, γιατί αδυνατεί να εκφράση το ασύλληπτο, απερινόητο,
άρρητο και ανέκφραστο αυτό μυστήριο της ευσεβείας!...
Γιατί όντως και «ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας
μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί(1)» δια της Θεοτόκου. Γιατί η Παρθένος
εγέννησε «εν σαρκί», τον ενυπόστατο Λόγο του Πατρός, την ενυπόστατη Αλήθεια και
Ζωή(1α) και έγινε η ουράνιος παστάς του Λόγου, που μέσα Της
ετελεσιουργήθη το μέγα Μυστήριο της υποστατικής ενώσεως θείας και ανθρωπίνης
φύσεως. Γι΄ αυτό ο ιερός Ιωάννης ο Δαμασκηνός θεολογεί: «Δικαίως και αληθώς
Θεοτόκον την Αγίαν Μαρίαν ονομάζομεν· τούτο γαρ όνομα, άπαν το μυστήριον της
οικονομίας συνίστησιν»(2). Αυτό σημαίνει ότι το Μυστήριο της Θεοτόκου, ως
συνιστών και εκφράζον «άπαν το μυστήριον της θείας οικονομίας», είναι
«κρύφιον».
Γιατί, κατά την έκφρασιν, του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο
Ιησούς «κρύφιος εστί και μετά την έκφανσιν και εν τη εκφάνσει και εν ουδενί
λόγω ή νω το κατ΄ αυτόν εξήκται μυστήριον. Ώστε και νοούμενον άγνωστον μένει
και λεγόμενον άρρητον μένει»(3). Το μυστήριο, δηλαδή, της Θεοτόκου, είναι και
θα παραμείνη κρύφιο και κεκρυμμένο, γιατί και ο Ιησούς και κατά την σάρκωση και
μετά την σάρκωση, παραμένει κρύφιος και κεκρυμμένος και το ανερμήνευτο μυστήριό
Του, δεν μπορεί να εξηγηθή, από κανένα νου και από κανένα ανθρώπινο λόγο. Γι΄
αυτό και όταν προσπαθούμε να το εννοήσουμε, παραμένει απερινόητο και άγνωστο
και όταν προσπαθούμε να το εκφράσουμε, παραμένει ανέκφραστο!... Επομένως και το
Μυστήριο της Θεοτόκου, ως υπουργήσαν το μέγα και απόκρυφο Μυστήριο της
σαρκώσεως του Θείου Λόγου, παραμένει «κρύφιον και κεκρυμμένον» μυστήριον του
Αγίου Πνεύματος και ανάγεται, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, στην «αρχαίαν
και αληθινήν βουλήν του Θεού της του Λόγου σαρκώσεως και της ημών Θεώσεως»(4).
Γιατί στα ανεξιχνίαστα πελάγη της φιλανθρωπίας της, η της Ζωαρχικής Τριάδος
ενότης «προς εαυτήν εκκλησιάσασα τω ενιαίω της γνώμης βουλήματι»(5), κατά την
έκφρασιν του Μεγάλου Φωτίου, είχε αποφασίσει προαιωνίως, την σάρκωση του Θείου
Λόγου και την θέωση του ανθρώπου(6). Η προαιώνιος αυτή απόφασις και
«προωρισμένη βουλή» της Αγίας Τριάδος, για την σάρκωση του Θείου Λόγου,
συνυφαίνεται με την προαιωνία πρόγνωση της Τρισυποστάτου Θεότητος, για την αξία
της ελευθέρας προαιρέσεως και της προσωπικής αγιότητος της Πανάγνου Παρθένου,
να υπηρετήση της ευσεβείας τούτο το μέγα Μυστήριο, θεολογεί ο Άγιος Ιωάννης ο
Δαμασκηνός λέγων: «Σε προγνούς ο των όλων Θεός αξίαν, ηγάπησε και αγαπήσας
προώρισε και επ΄ εσχάτων των χρόνων, εις το είναι παρήγαγε και Θεοτόκον Μητέρα
και τιθηνόν του οικείου Υιού και Λόγου ανέδειξε»(7). Ο απειροτέλειος, δηλαδή,
Τριαδικός Θεός, προγνωρίσας την αξίαν της αγιότητος της Παρθένου, την ηγάπησε
και αγαπήσας Την προώρισε και κατά τους εσχάτους χρόνους Την έφερε στην ύπαρξη
και Την ανέδειξε Θεοτόκον και Μητέρα και τροφόν του οικείου Του Υιού και Λόγου.
Και η πρόγνωσις αυτή, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή «υπήρχε πάντοτε στην
προαιώνια βουλή της Αγίας Τριάδος» ως «προεπινοούμενος τέλειος σκοπός της
Δημιουργίας»(8). Γι΄ αυτό ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, θεολογών για το
προεγνωσμένο μυστήριο της Θεοτόκου, λέγει ότι «η Παναγία και Ζωαρχική Τριάς
έχαιρε και υπερέχαιρε προ του αιώνος, προγινώσκουσα, κατά την θεαρχικήν της
ιδέαν την αειπάρθενον Μαριάμ»(9). «Έχαιρε και υπερέχαιρε» η Παναγία Τριάς, γιατί
μέσα στην προαιώνια πρόγνωσή Της, έβλεπε την Αειπάρθενο Μαριάμ, ως νέαν Πάναγνη
Εύα, που θα ανεδεικνύετο η αγιασμένη συνεργός του Νέου Αδάμ της χάριτος, στην
υποστατική ένωση κτιστού και ακτίστου, του πεπερασμένου κτίσματος με τον άπειρο
Κτίστη και του πεπτωκότος ανθρώπου με τον «εν υψίστοις Θεόν». Γι΄ αυτό θεολογών
ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, για την προαιώνια πρόγνωση και εκλογή της Θεοτόκου,
λέγει ότι την Θεοτόκον «προ αιώνων ο Θεός προορίζει και των απ΄ αιώνων
εξειλεγμένων εκλέγεται, ίνα ικανή προς τούτο ευρεθή»(10), για να συνεργήση στην
πραγμάτωση «του απ΄ αιώνος αποκρύφου και αγνώστου μυστηρίου» της σαρκώσεως του
Θείου Λόγου. Αυτό σημαίνει ότι η Θεοτόκος απετέλεσε «το μεθόριον της κτιστής και
ακτίστου φύσεως»(11), λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ως τίμιο και
αγιασμένο βλάστημα των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, προσεφέρθη σαν το
τελειότερο δώρο της ανθρωπότητος στους γάμους του τεχθέντος Βασιλέως με την
Νύμφη Του Εκκλησία. Γι΄ αυτό και ο Ιερός της Εκκλησίας μας υμνογράφος,
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός, στο τέταρτο Ιδιόμελο του Μεγάλου
Εσπερινού των Χριστουγέννων ψάλλει: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ· ότι ώφθης επί
γης ως άνθρωπος δι΄ ημάς; Έκαστον γαρ των υπό Σου γενομένων κτισμάτων την
ευχαριστίαν Σοι προσάγει· οι Άγγελοι τον
ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι Ποιμένες το θαύμα, η γη το
σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε Μητέρα Παρθένον». Η ανθρωπότης
προσέφερε προς τον τεχθέντα βασιλέα της κτίσεως το πιο τέλειο και πιο άγιο
ευχαριστιακό της δώρο, την Αειπάρθενον Μαριάμ, ως Παναγίαν Μητέρα Του. Γιατί η
Παναγία Μητέρα του Κυρίου ήταν ο προεγνωσμένος και ο προετοιμασμένος καρπός της
και «απ΄ αυτών, ακόμη, των του Αδάμ παίδων!»(12). Περιγράφων το γενεαλογικό
δένδρον του Χριστού από την Παρθένο Μαρία, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγει:
«Των μεν του Αδάμ παίδων εκλέγεται παρά Θεού ο Σηθ, διο και εις αυτόν ο Λουκάς
γενεαλογών αναφέρει το γένος άπαν, εξ ου το κατά σάρκα Χριστός»(13), «Διο και
υιοί Θεού το γένος άπαν εκαλούντο του Σηθ(14), δια το μέλλειν εκ της γενεάς
ταύτης υιόν ανθρώπου γενήσεσθαι τον Υιόν του Θεού· επεί και ο Σηθ, ανάστασις,
μάλλον δε εξανάστασις ερμηνεύεται, ήτις εστί κυρίως ο Κύριος ζωήν αθάνατον τοις
εις αυτόν πιστεύουσιν επαγγελλόμενος τε και χαριζόμενος»(15). Αυτό σημαίνει,
λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι το σπέρμα του Σηθ καθαρίζεται υπό του
Αγίου Πνεύματος «πολυειδώς άνωθεν των κατά γενεάς αριστίνδην εκλεγομένων»(16).
Έτσι το Πνεύμα το άγιον, καθαρίζων από γενεάς εις γενεάν, το σπέρμα των
Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, «προωκονόμει δε και την εις το είναι πρόοδον
άνωθεν εκλεγόμενον και ανακαθαίρον την του γένους σειράν, και τους μεν αξίους ή
αξιολόγων εσομένους πατέρας προσιέμενον, τους δε αναξίους τελείως
αποβαλόμενον»(17). Επομένως, θα ήταν αδύνατη η σωτηρία του κόσμου και η θέωσις
του ανθρώπου, εάν τις προηγηθείσες γενεές των Προπατόρων της Θεοτόκου, δεν τις
αποκάθηρε διαδοχικά το Πνεύμα το Άγιον, για να γεννηθή εκ των Θεοπατόρων
Ιωακείμ και Άννης, το τίμιο βλάστημα σωφροσύνης, αγιότητος και προσευχής, η
Πάναγνος Παρθένος Μαρία, που εγέννησε τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Γιατί
η Πάναγνος Μητέρα του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός ανεδείχθη,
λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «μη μόνον μολυσμού σαρκός υπερτέρα, αλλά και
μεμολυσμένη λογισμών ανωτέρα»(18). Έτσι κατέστη η μόνη, κατά προαίρεσιν
αναμάρτητος από όλους τους ανθρώπους, μολονότι ως θυγάτηρ του Αδάμ και
κληρονόμος του προπατορικού αμαρτήματος, είχε την δυνατότητα της κατά
«προαίρεσιν αμαρτίας», Εκείνη, ως αγαπώσα τον αληθινό Θεό, «εξ όλης της
καρδίας, και εξ όλης της ψυχής, και εξ όλης της διανοίας, και εξ όλης της
ισχύος Της»(19), έμεινε από βρέφος, άτρωτος από τα «πεπυρωμένα βέλη του
πονηρού» και ακίνητος προς την κατά προαίρεσιν αμαρτίαν. Έτσι η Θεοτόκος,
«ενώνοντας αυτεξούσια το πλήρωμα της ψυχικής ενεργείας με την Θεία Ενέργεια,
καθήλωσε ανενεργό την μεταπτωτική ροπή προς το παρά φύσιν και κινητοποίησε
αυτοπροαίρετα όλες τις ψυχοσωματικές δυνάμεις προς τους λόγους και τρόπους των
θείων αρετών», λέγει νεώτερος Αγιορείτης Θεολόγος(19α). Γι΄ αυτό
θεολογεί ο Θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι η Θεοτόκος ανεδείχθη η «αληθής εστία και διατριβή Θεού και ιλαστήριον εκείνου (του
Μωϋσέως) κρείττον ασυγκρίτως, και θεοπρεπές ταμείον της κορυφαίας ακρότητος των
μυστηρίων του Πνεύματος»(20). Γιατί απεκάλυψε στον κόσμο την τελειωτική
ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και το «αρχαίον κάλλος της ανθρωπίνης φύσεως στην
προπτωτική του κατάσταση… η Νέα Εύα είναι ο τελειότερος άνθρωπος, η ένσαρκη
εικόνα του Αγίου Πνεύματος. Γι΄ αυτό και δέχεται την μεγίστη Δωρεά Του, να
γεννήση εν σαρκί τον ίδιο τον Θεό»(20α). Αυτό σημαίνει ότι ο θείος
φωτισμός της Θεοτόκου, άρχισε από την παιδική της ηλικία και διήρκεσε καθ΄ όλη
την επίγεια ζωή Της, η δε απέκδυσις εκ της αμαυρώσεως από το Προπατορικό
Αμάρτημα, έγινε κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, όταν το «Πνεύμα το Άγιον
επήλθεν επ΄Αυτήν, κατά τον του Κυρίου Λόγον, ον είπεν Άγγελος, καθαίρον ταύτην
και δύναμιν δεικτικήν της του Λόγου Θεότητος παρέχον, άμα δε και
γεννητικήν»(21). Γι΄ αυτό ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, παρομοιάζει την Θεοτόκον
ως λαμπρόν πνευματικόν ουρανόν, από τον οποίον ανέτειλε ο άδυτος ήλιος της
δικαιοσύνης, που την εχαρίτωσε περισσότερο από όλους τους υπό κάτω και υπέρ άνω
του φυσικού ουρανού, χαριτωμένους! Γι΄ αυτό και πλήρης θαυμασμού για τον πλούτο
των χαρισμάτων Της αναφωνεί: «Τις σου το θεαυγές κάλλος υπογράψοι Θεομήτορ
Παρθένε, λόγος; Ου γαρ εστι τα σα λογισμοίς και λόγοις ορίζειν· πάντα γαρ
υπερβαίνει και νουν και λόγον. Υμνείν δ΄ όμως, έξεστι σου φιλάνθρωπος
προσιεμένης. Συ γαρ χαρίτων απασών χωρίον και πλήρωμα καλοκαγαθίας παντοίας και
πίναξ έμψυχος αρετής τε και χρηστότητος πάσης, ως μόνη πάντων ηξιωμένη
συλλήβδην των του Πνεύματος χαρισμάτων»(22).
Β) Η Θεοτόκος ως μητέρα της Νοεράς Ησυχίας εις τα Άγια
των Αγίων.
Έτσι η Θεοτόκος, το μυρίπνοο δοχείο
της χάριτος και το πλήρωμα «των του Πνεύματος χαρισμάτων, ο πίναξ ο έμψυχος
πάσης αρετής τε και χρηστότητος», εισήλθε, λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς,
«εις τα προσκαίρως των αγίων άγια, η ακατάληκτος αγία των Αγίων. Εισήλθε η
αχειροποίητη σκηνή του Λόγου, η λογική και έμψυχος κιβωτός του αληθινά
καταπεμθέντος άρτου της ζωής, του οποίου ήταν η αχειροποίητος εκείνη κιβωτός,
που ευρίσκετο η στάμνος, που έφερε το μάννα.. Εισήλθε η βίβλος της ζωής, η μη
τύπους λόγου, αλλ΄ αυτόν τον του Πατρός Λόγον απορρήτως δεδαμένη..»(23). Αυτή,
λοιπόν η Πάγκαλος και Πάναγνος Παρθένος, που είχε «εκ μητρικής νηδύος», το
πλήρωμα των θείων χαρισμάτων και των αρετών, εισέρχεται τριετής, με την θέλησίν
Της, εις τα Άγια των Αγίων! Εισέρχεται η «κεχαριτωμένη» κόρη εις τα Άγια των
Αγίων, χωρίς να δεχθή καμμία επίκτητη γνώση από σοφούς και διδασκάλους, κατά
τον θείο Γρηγόριο, «Αλλά τον μεν ηγεμόνα νουν υπήκοον δια πάντων αποφήνασα Θεώ,
τας δε των ανθρώπων υφηγήσεις κατά κράτος απολελοιπυϊα (εγκαταλείψασα) και ούτω
την άνωθεν σοφίαν άφθονον αποδεχθείσα… αύτη εν αγίοις αδύτοις καθάπερ εν
θεσπεσίοις ανακτόροις ανέκειτο Θεώ!...»(24). Γιατί η Θεοτόκος, μέσα στα Άγια
των Αγίων, υπερέβη την φυσική θεωρία των κτισμάτων και με την τελειωτική χάρη
του Παναγίου Πνεύματος, μετεμόρφωσε το κατά φύσιν εις το υπέρ φύσιν και έθεσε
υπό την εξουσίαν του Πνεύματος και αυτά τα αδιάβλητα πάθη, λέγει ο Άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς. Γιατί «έζη καθάπερ εν παραδείσω… απεριμέριμνον,
απραγμάτευτον ανύουσα βίον, λύπης άμοιρον, παθών αγενών αμέτοχον και θείας ηδονής,
που είναι ανώτερος εκείνης, που δεν ξεχωρίζει από την οδύνη. Θεώ μόνω ζώσα, Θεώ
βλεπομένη μόνω, Θεώ τρεφομένη, Θεόν μόνον ορώσα!...»(25). Γιατί αμέσως, μετά
την είσοδό Της στα Άγια των Αγίων η Πάναγνος Παρθένος, «διαπετάσασα το βλέμμα
της προς τις αόρατες καλλονές, δεν θεωρούσε πλέον τίποτε ευχάριστο πάνω στη γη.
Γιατί με το να γίνη ανωτέρα «των της φύσεως αναγκών και των της αισθήσεως
ηδονών» και τα μεν ωραία στην όραση έκρινε ανάξια να τα βλέπη, τα δε καλά για
βρώση άξια παραβλέψεως, ανεδείχθη πρώτη αυτή και μόνη από όλους ανέπαφος από
όλα εκείνα, με τα οποία ο επιτιθέμενος επιβάλλει την τυραννία του σ΄ εμάς και
έστησε από τότε το κατ΄ αυτού τρόπαιο.
Και αυτά ανταγωνιζαμένη, όχι μόνο από το πρωϊ έως το βράδυ, όχι για τον καρπό
ενός φυτού, αλλά επί πολλές περιόδους ετών, προς ποικίλες και παντός είδους
ηδονές, που έχουν εφευρεθή από τους άρχοντες του σκότους ως δέλεαρ κατά των
ψυχών. Και αφού περιφρόνησε όλες αυτές τις ηδονές, αυτή μόνη από όλους, η
θεόπαις και παραδόξως, απ΄ αυτήν ακόμη την παιδική ηλικία, παίρνει δικαίως ως
βραβείο, την ουράνια τροφή από τον άγγελο και ανεδεικνύετο, ευθύς εξ αρχής,
βασίλισσα των ουρανών, έχουσα στην υπηρεσία Της τους ουρανίους νόας»(26). Γι΄
αυτό ο θείος Γρηγόριος, θεωρεί την Πάναγνον θεόπαιδα ως μητέρα της Νοεράς
Ησυχίας και ως προστάτιδα της Μοναχικής Πολιτείας, γιατί είναι «η πρώτη και
μόνη αποταξαμένη εκ βρέφους τω κόσμω υπέρ κόσμου αειπάρθενος νύμφη…»(27). Γιατί
η Πάναγνος θεόπαις, ζητούσα την άρρητο και την μυστική ένωσή Της με τον Θεόν,
ευρίσκει σαν άριστο χειραγωγό Της την Νοερά Ησυχία, θεολογεί ο θείος Γρηγόριος.
«Ησυχίαν την νου και κόσμου στάσιν, την λήθην των κάτω, την μύησιν των άνω, την
των νοημάτων επί το κρείττον απόθεσιν· αύτη πράξις ως αληθώς, επίβασις της ως
αληθώς θεωρίας ή θεοπτίας…»(28). Έτσι χειραγωγουμένη υπό της νοεράς ησυχίας η
Πάναγνος Παρθένος εις τα Άγια των Αγίων, απαλλάσσεται από την αίσθηση κάθε
αισθητού και υπερυψώνεται πάνω από λογισμούς και συλλογισμούς και από κάθε
γνώση και απ΄ αυτήν ακόμα την διάνοια και την συμπάθεια προς το σώμα Της, και παραδίδεται
στην νοερά ενέργεια «ην θείαν αίσθησιν ο Σολομών προείπε». Έτσι έφθασε στην
«υπέρ γνώσιν άγνοια, γιατί συνήψε τον νουν Της με την στροφή προς τον εαυτόν
Της και με την αδιάλειπτη θεία προσευχή, υπερέβη τον πολύμορφο συρφετό των
λογισμών και διέκρινε» καινήν και απόρρητον οδόν προς τους ουρανούς, την νοητήν
σιγήν. Έπειτα προσέχουσα η Παρθένος προς αυτήν, πετά, πάνω από όλα τα κτιστά
και βλέπει μεγαλύτερη από τον Μωϋσή δόξα, και εποπτεύει την θεία Χάρη, που
είναι θέαμα ασπίλων νόων και ψυχών!... Έτσι η Θεοτόκος, ενώθηκε με τον Θεό με
την αδιάλειπτο νοερά προσευχή και με την καινή γλώσσα της νοητής σιγής έγινε
όλη φως! Νεφέλη φωτεινή του όντως ζώντος ύδατος, αυγή της μυστικής ημέρας του
μέλλοντος αιώνος!... Γι΄ αυτό ο θείος Γρηγόριος, πλήρης θαυμασμού, για το
ουράνιο πνευματικό μεγαλείο της Θεοτόκου, αναφωνεί: «Τις λαλήσει τα μεγαλεία
σου, Παρθένε; Ακουστάς ποιήσει πάσας τας αινέσεις σου, Θεόπαις. Θεομήτωρ
εχρημάτισας· ήνωσας τον νουν Θεώ· ήνωσας Θεόν σαρκί· υιόν ανθρώπου εποίησας Θεόν,
και τον άνθρωπον υιόν Θεού· κατήλλαξας τον κόσμον τω του κόσμου ποιητή…»(29).
Αλλά και εμείς πάντες οι Ορθόδοξοι πιστοί, οι ευρισκόμενοι στις υπωρείες του
όρους, της ορθοδόξου πνευματικότητος και ζωής, και ατενίζοντες έκθαμβοι και
εκστατικοί, με το αγιασμένο βλέμμα των Αγίων Πατέρων, το ουράνιο θάμβος και το
ανέκφραστο μεγαλείο του ανερμηνεύτου μυστηρίου της Θεοτόκου, ας δοξάσωμε τον
μόνον αληθινό Τριαδικό Θεό, που εμεγάλυνε και εδόξασε τόσο πολύ τον εκπεσόντα
άνθρωπο, ώστε να στεφανώση την Θεοτόκον ως Βασίλισσα των ουρανών μέσα στα άγια
των Αγίων και έπειτα κλείνοντες ευλαβικά το γόνυ «θεασώμεθα το μέγα τούτο
θέαμα, την Θεοτόκον συνδιαιωνίζουσαν την ημετέραν φύσιν με το πυρ της Θεότητος,
κι΄ αφού απεκδυθούμε τους δερματίνους χιτώνες της νεκρώσεως, ους εκ παραβάσεως
ενδεδύμεθα, στώμεν έκαστος εν γη αγία»(30) ψάλλοντες: «Εμεγάλυνας Χριστέ την
τεκούσαν σε Θεοτόκον…» Αμήν.
1)
Α Τιμοθ. γ: 16
1α) Χρυς. Μοναχού
Διονυσιάτου: Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος.
2) Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδ. Ορθ.
Πίστεως Γ: 12 56 ΕΠΕ Ι
3) Αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου Προς
Γάϊον επιστολή.
4) Μητρ. Αθανασίου Γιέφτιτς: Η περί Θεοτόκου
διδασκαλία Αγ. Ι. Δαμασκηνού.
5) Αυτόθι, σελ. 23 και Μ. Φωτίου
ομιλία Θ.
6) Αυτόθι σελ. 23.
7) Αγ. Ι. Δαμασκηνού: Λόγος εις το
Γενέσιον.
8) Χρυσοστόμου Μοναχού Διονυσιάτου
:Θεός Λόγος και…
9) Αγ. Νικοδήμου : Αόρατος Πόλεμος
σελ. 118.
10) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΒ 8.
11) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΓ 37
12) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΒ 11
13) Αυτόθι ΝΖ 6
14) Γεν. Δ : 26.
15) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΒ 10
16) Αυτόθι ΝΖ 7
17) Αυτόθι ΝΖ 6
18) Αυτόθι ΝΒ 8
19) Μάρκου ιβ: 30
19α) Χρυσοστόμου Μοναχού
Διον. : Θεός Λόγος και….
20) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΓ 20
20α) Χρυσοστόμου Μοναχού:
Θεός Λόγος και…
21) Αγ. Ι. Δαμασκηνού: Έκδ. Ορθοδ.
Πίστεως Γ 12
22) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΓ 13.
23) Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ομιλία
ΝΓ 43
ΕΠΕ ΙΙ
24)
>> ΝΓ 18
25)
>> ΝΓ47
26)
>> ΝΓ 46
27)
>> ΝΓ 50
28)
>> ΝΓ52
29)
>> ΝΓ 59
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ
ΑπάντησηΔιαγραφή